Μια κάποια μέρα του περασμένου φθινόπωρου καθώς ο Κώστας Μπακογιάννης πήγαινε προς το δημαρχείο έριξε μια ματιά έξω από το παράθυρο του αυτοκινήτου του και οραματίστηκε τον «Μεγάλο περίπατο» (του).
Φαντάστηκε τις λωρίδες του δρόμου να βάφονται κίτρινες και κόκκινες, τα ποδήλατα να γυρνάνε γύρω γύρω και τους κατοίκους να μένουν ενεοί στις γωνίες. Αλλά βασικά φαντάστηκε να βάζει τη δική του σφραγίδα στην πόλη με τις ουασιγκτόνιες, τις ψευδοπιπεριές και τις καλλωπιστικές δαμασκηνιές, αλλά βασικά με τις εκατοντάδες ζαρντινιέρες και τα δεκάδες παγκάκια.
Μετά φώναξε κάποιους, έκαναν μια μελέτη που δεν τέθηκε ποτέ σε διαβούλευση και μετά έσπευσε να την υλοποιήσει με έκτακτες διαδικασίες λόγω… πανδημίας, ενώ την ίδια ώρα γινόταν άρση του lockdown και η Αθήνα ετοιμαζόταν να υποδεχτεί ως «υγιής πόλη» τουρίστες. Η λέξη-κλειδί που δίνει την εικόνα του όλου εγχειρήματος και το μέτρο για να κριθεί όλο το «σχέδιο» είναι η… ζαρντινιέρα! Αν γκουγκλάρουμε τη λέξη προσπαθώντας να βρούμε πόσο επιτέλους στοιχίζει ένα τέτοιο πράγμα, θα βρούμε διάφορα ποσά. Εάν λάβουμε υπόψη και τις διαστάσεις που θέλει ο κ. Μπακογιάννης να έχουν οι «απλές» μεταλλικές ζαρντινιέρες –γιατί παραγγέλθηκαν και πολύ πιο… σύνθετες και ακριβότερες– θα καταλήξουμε σε κάποιο ποσό περί τα 200 ευρώ, κάτι που απέχει πολύ από τα 550 του προϋπολογίστηκαν αλλά και από τα 506,23 που τελικά δόθηκαν γιατί ο προμηθευτής έκανε και κάποια έκπτωση.
Αυτά τα νούμερα εύλογα προκαλούν απορίες και μας υποχρεώνουν να αναρωτηθούμε από τι σόι «οικογένεια» είναι όλες οι… γλάστρες. Και γιατί είχε ανάγκη η πρωτεύουσα τις… ουασιγκτόνιες των 1.700 ευρώ, τα παγκάκια των 5.700 ευρώ και όλα τα είδη ζαρντινιέρας που εκτιμήθηκαν από 550 ευρώ έως τέσσερα και πέντε χιλιάρικα! Δεν πρόκειται βέβαια να δώσουν εξηγήσεις. Οπως δεν έδωσαν αυτοί που υπερτιμολόγησαν τα φάρμακα της Novartis. Και όπως δεν δίνει ο Πέτσας για το πώς κατένειμε ανά ΜΜΕ τα 20 εκατομμύρια.