Στις 7.35 το πρωί της 9ης Μαρτίου 2005 η Γεωργία Τσαλικίδη, ανήσυχη επειδή ο γιος της δεν απαντούσε στο τηλέφωνο, άνοιξε την πόρτα του διαμερίσματός του στον δεύτερο όροφο της οδού Ευκλείδου 18 στον Κολωνό.
Τον βρίσκει κρεμασμένο στο χολ, μπροστά από την πόρτα του μπάνιου. Ενα σχοινί εννέα χιλιοστών ξεκινούσε από μια σωλήνα του παταριού και κατέληγε, δεμένο με ναυτικό κόμπο, στον λαιμό του 39χρονου άντρα.
Το άψυχο σώμα απείχε μόλις μερικά εκατοστά από το πάτωμα. Μία ώρα αργότερα φτάνει στο διαμέρισμα και ο αδελφός του, Παναγιώτης. Κόβει με μαχαίρι το σκοινί, ξαπλώνει το σώμα του αδελφού του στο κρεβάτι και βρίσκει το κουράγιο να το φωτογραφίσει…
Λίγο αργότερα στο παγωμένο από τον βίαιο θάνατο διαμέρισμα έφτασαν και οι αστυνομικοί του Τμήματος Κολωνού που ανέλαβαν και την έρευνα…
Πολύ γρήγορα βγαίνει και η ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας-νεκροτομής, στην οποία ο ιατροδικαστής Γεώργιος Ντιλέρνιας αποφαίνεται ότι πρόκειται για αυτοκτονία. Δεν πάει για αυτοψία στο σπίτι, όπως ορίζει ο νόμος, γιατί «δεν υπήρχε λόγος» αφού η αστυνομία διαβεβαίωσε πως δεν υπήρχαν ίχνη διάρρηξης… Το ενδεχόμενο να είχε μπει κάποιος στο σπίτι, ακόμη και με αντικλείδι, ήταν εκτός των ορίων της λογικής αστυνομίας και ιατροδικαστή…
Πέραν των ορίων της λογικής όμως ήταν και για την οικογένεια του Κώστα Τσαλικίδη να αποδεχτεί το πόρισμα περί αυτοκτονίας.
Δεν ήταν μόνο ότι ο άνθρωπός τους δεν είχε δείξει ποτέ κάποιο σημάδι που να συνηγορεί υπέρ της αυτοχειρίας, ήταν και μια σειρά από ευρήματα που φώναζαν ότι πίσω από τον κρεμασμένο άντρα κρυβόταν κάτι άλλο, κάτι εγκληματικό…
Ενας νέος άνθρωπος, με καριέρα (σχεδιαστής δικτύου και διευθυντής τεχνολογίας της Vodafone), ερωτευμένος, με σχέδια για το μέλλον, που το προηγούμενο απόγευμα πέρασε από τον φούρνο στο ισόγειο του σπιτιού του, αγόρασε γλυκά και ζήτησε μάλιστα και από τον ιδιοκτήτη να του δώσει τη συνταγή…
Λίγο μετά, στις 21.30, μίλησε με την αρραβωνιαστικιά του στο τηλέφωνο και της μετέφερε την ανησυχία του γιατί η μητέρα του είχε πυρετό.
Η σύντροφός του ήταν και ο μοναδικός άνθρωπος από την οικογένειά του στον οποίο είχε εκμυστηρευτεί τον Φεβρουάριο του 2005 ότι «πρέπει να φύγει από τη Vodafone γιατί είναι ζήτημα ζωής και θανάτου», όπως και για τη σύσκεψη που είχε γίνει στην εταιρεία για υποκλοπές την τελευταία ημέρα της ζωής του.
Αργότερα η συντετριμμένη αρραβωνιαστικιά ανέσυρε από τη μνήμη της και την κουβέντα που της είχε πει, καιρό πριν από το θάνατό του, ότι «υπήρχε κίνδυνος να κλείσει η Vodafone».
Γυρνώντας πάλι πίσω στο βράδυ της 8ης Μαρτίου καταγράφουμε:
1. Το τελευταίο τηλεφώνημα που έκανε στις 23,00 στη μνηστή του για να την καληνυχτίσει.
2. Το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της νύχτας ήταν συνδεδεμένος με το λάπτοπ του στο δίκτυο της εταιρείας και έστειλε και κάποια email.
3. Το επόμενο πρωί βρέθηκε κρεμασμένος στο χολ του σπιτιού του.
4. Και, πράγμα πρωτοφανές για αυτόχειρα, δεν είχε κάνει την παραμικρή προσπάθεια να ακουμπήσει τους τοίχους δίπλα στους οποίους υποτίθεται πως κρεμόταν προτού ξεψυχήσει.
Ο Τσαλικίδης αυτοκτόνησε χωρίς σπασμούς ή έκφραση αγωνίας στο πρόσωπό του. Οι φωτογραφίες-ντοκουμέντο, που μέσα στον θρήνο του είχε την προνοητικότητα αλλά και την ψυχραιμία να τραβήξει ο αδερφός του και πλέον καθορίζουν την υπόθεση, δείχνουν ένα γαλήνιο πρόσωπο, το οποίο δεν ταιριάζει σε απαγχονισμένο που πεθαίνει με την αγωνία του βρόχου. Ο «αυτόχειρας» έμοιαζε κοιμισμένος και όχι βίαια θανατωμένος. Τα ερωτήματα για τους οικείους του βασανιστικά, αλλά στον αγώνα τους για απαντήσεις δεν έβρισκαν αρωγούς.
Επρεπε να περάσει σχεδόν ένας χρόνος για να αποκαλυφθεί, τον Φεβρουάριο του 2006, το ελληνικό Watergate για να συνδέσουν τα σκόρπια κομμάτια του παζλ και να συνειδητοποιήσουν πόσο μεγάλο ήταν αυτό που κρυβόταν πίσω από τον τόσο ξαφνικό και βίαιο χαμό του Κώστα.
Οπως αποδείχτηκε, ακόμη και ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής είχε ενημερωθεί για το παράνομο λογισμικό έξι ημέρες μετά την ανακάλυψή του και, κατά σατανική σύμπτωση, μία ημέρα μετά τον θάνατο Τσαλικίδη. Το παράνομο λογισμικό συνακροάσεων είχε ήδη αφαιρεθεί από τις 8 Μαρτίου.
Η πρώτη έρευνα ανατίθεται στον εισαγγελέα Διώτη, ο οποίος υιοθέτησε μεν την εκδοχή της αυτοκτονίας, εκτίμησε όμως –και ήταν η πρώτη φορά μετά τον θάνατο του Τσαλικίδη– ότι «συνδεόταν αιτιωδώς με την υπόθεση των υποκλοπών».
Η απολύτως μυστική έρευνα της Εισαγγελίας Πρωτοδικών για τις υποκλοπές, επί Δημήτρη Παπαγγελόπουλου, δεν ακούμπησε την υπόθεση Τσαλικίδη.
Το θέμα Τσαλικίδη δεν υπήρχε ούτε στο τελικό πόρισμα του ειδικού εφέτη ανακριτή Πάνου Πετρόπουλου, ο οποίος ασχολήθηκε με τις τυχόν ευθύνες των στελεχών της Vodafone και της Ericsson στην Ελλάδα και διέγνωσε ότι δεν είχαν σχέση με την υπόθεση των υποκλοπών, διότι «στερούνται των αναγκαίων γνώσεων» κι ακόμη ότι «η Vodafone ετήρη σχολαστικές διαδικασίες ασφαλείας».
Ο φάκελος Τσαλικίδη έκλεισε και η υπόθεση επανήρθε το 2012 έπειτα από νομικές κινήσεις των δικηγόρων της οικογένειας, και αφού έπειτα από συνολικά 17 γραπτές και προφορικές αιτήσεις εκταφής της σορού πήραν το πράσινο φως για να κινηθεί η διαδικασία εκταφής για να γίνει νέα ιατροδικαστική εξέταση της σορού. Ξεκίνησε και νέα εισαγγελική έρευνα, η οποία όμως πάλι δεν οδήγησε πουθενά.
«Μίλησαν» οι φωτογραφίες
Οπως από την πρώτη στιγμή διαμαρτυρόταν η οικογένεια Τσαλικίδη συνεπικουρούμενη από επιτελείο έμπειρων νομικών (Νίκος Κωνσταντόπουλος, Φραγκίσκος Ραγκούσης, Σταύρος Χούρσογλου), «η υπόθεση και ιατροδικαστικά διεκπεραιώθηκε άρον άρον», αλλά το θύμα «και μετά τον θάνατό του μπορεί να δώσει όλες εκείνες τις απαιτούμενες πληροφορίες για να τιμωρηθούν όλοι εκείνοι που μέσα από το σκάνδαλο των υποκλοπών στόχευαν στην καταπάτηση θεσμών και τη λεηλασία αξιών».
Παρών στην εκταφή ήταν και ο καθηγητής Ιατροδικαστικής του Βασιλικού Κολεγίου του Λονδίνου Στέφεν Καρς, στον οποίο η οικογένεια ήδη από το 2005 είχε αποστείλει την έκθεση νεκροψίας του Ντιλέρνια μαζί με τις φωτογραφίες από τον νεκρό Κώστα Τσαλικίδη.
Ο καθηγητής συνέταξε μια έκθεση πραγματογνωμοσύνης η οποία ακύρωνε τις εκτιμήσεις των Ελλήνων ιατροδικαστών που εξέτασαν τον Τσαλικίδη και δεν πήγαν ποτέ στη σκηνή της αυτοκτονίας για να ελέγξουν αν τα δεδομένα συνηγορούσαν υπέρ αυτής της εκδοχής.
Ανέφερε χαρακτηριστικά ο Στέφεν Καρς:
«Δεν συνεκτιμήθηκαν τα κρίσιμα δεδομένα του ύψους και του βάρους του θανόντος και της θερμοκρασίας του πτώματος και του δωματίου, ούτε έγινε προσπάθεια καθορισμού της ακριβούς ώρας θανάτου».
Ομως το καθοριστικό στοιχείο είναι οι φωτογραφίες που εξετάζει ο Βρετανός ιατροδικαστής. Το σημάδι από το σχοινί στον λαιμό του Τσαλικίδη είναι παράλληλα με τους ώμους. Αν είχε κρεμαστεί, τότε έπρεπε να είναι πλαγιαστά, ξεκινώντας από χαμηλά στον λαιμό και καταλήγοντας υπό γωνία στη βάση του κεφαλιού.
«Η θέση του σημαδιού», λέει ο Καρς, «είναι πιο συμβατή με στραγγαλισμό απ’ ό,τι με απαγχονισμό». Επίσης, «δεν υπήρχαν στοιχεία υποστάσεως, συγκέντρωσης του αίματος στα πόδια, όπως είναι αναμενόμενο έπειτα από κανονικό απαγχονισμό. Αυτό έρχεται σε αντιπαράθεση με την εκδοχή του απαγχονισμού.
Ισως είναι πιο σημαντικό ότι ο καθένας περιμένει να δει κάποιο είδος βλάβης στον λεπτό ιστό εντός και κάτω από τον λαιμό. Βλάβες είναι παρούσες στο 1/3 των απαγχονισμών. Δεν βρέθηκαν βλάβες μέσα στον λαιμό, γεγονός που είναι περίεργο. Βλάβη στη συνδεσμολογία των μεγάλων αγγείων του λαιμού είναι σύνηθες εύρημα στον στραγγαλισμό, αλλά αυτή η εξέταση ποτέ δεν διεξάχθηκε».
Ο Βρετανός σημειώνει επιπλέον πως δεν υπάρχουν τραυματισμοί και εκδορές στο σώμα του νεκρού, πράγμα που έπρεπε να ισχύει αφού ο Τσαλικίδης φυσιολογικά έπρεπε να αυτοτραυματιστεί από επιθανάτιους σπασμούς. Η χροιά του προσώπου του είναι φυσιολογική, «ούτε είχε συμφόρηση ούτε ήταν ωχρό» ώστε να φαίνεται απαγχονισμός ή στραγγαλισμός. Ο ιατροδικαστής θεωρεί επίσης πως ο κόμπος που έγινε στο σχοινί δεν είναι ένας συνήθης κόμπος που κάνει κάποιος υποψήφιος αυτόχειρας, αλλά ειδικός κόμπος που θέλει γνώσεις.
Ο Καρς καταλήγει κατηγορηματικά: «Το πιθανότερο σενάριο, βασισμένο στα ανά χείρας μου στοιχεία, είναι ότι ο θανών ναρκώθηκε ή και δηλητηριάστηκε και μετά θάνατον κρεμάστηκε».
Στα ίδια συμπεράσματα καταλήγει και ο καθηγητής Ιατροδικαστικής Θεόδωρος Βουγιουκλάκης, ο οποίος αντικρούει τον ιατροδικαστή Φίλιππο Κουτσάφτη που είχε διατυπώσει την άποψη πως ο Τσαλικίδης δεν παρουσιάζει ενδείξεις απαγχονισμού διότι έπαθε ανακοπή ενώ είχε κρεμαστεί.
Ο Βουγιουκλάκης γράφει στην έκθεσή του: «Ενα τέτοιο ενδεχόμενο δεν είναι πιθανό και μάλιστα σε σημείο ώστε να το στηρίξει κάποιος με βεβαιότητα, αφού είναι γνωστό ότι ο ερεθισμός των πνευμονογαστρικών νεύρων απαντάται κυρίως σε περιπτώσεις πίεσης του λαιμού με τα χέρια, κάτι που είναι γνωστό και περιγράφεται στα κλασικά συγγράμματα».
Δηλαδή ή ο Τσαλικίδης κρεμάστηκε αφού ναρκώθηκε από κάποιους ή, στην περίπτωση που έπαθε ανακοπή, όπως υποστηρίζει ο ιατροδικαστής Φίλιππος Κουτσάφτης, αυτό συνέβη γιατί κάποιος τον στραγγάλισε και μετά τον κρέμασε.
Το κουράριο και η βαλίτσα
Το 2006, μετά την ανακοίνωση του σκανδάλου των υποκλοπών, στα γραφεία δικηγόρου της οικογένειας Τσαλικίδη έφτασαν ανώνυμες επιστολές που υποστήριζαν πως ο Τσαλικίδης δηλητηριάστηκε με «κουράρε» ή αλλιώς κουράριο, ένα μυοχαλαρωτικό που χρησιμοποιείται για κυνήγι από τους ιθαγενείς στην Αφρική, και στη συνέχεια κρεμάστηκε.
«Αμερικανοί βρίσκονται πίσω από τις υποκλοπές, ο αντισυνταγματάρχης της ΕΥΠ γνωρίζει και ο Κώστας Τσαλικίδης, του οποίου ο θάνατος συνδέεται με τις υποκλοπές, δολοφονήθηκε με το δηλητήριο κουράρε» έγραφε ο ανώνυμος επιστολογράφος, καθώς και ότι «Ο Τσαλικίδης είχε έναν μικρό φόβο ότι κάτι κακό θα του συμβεί και γι’ αυτό κάθισε και δούλευε μέχρι το πρωί. Αλλά, δυστυχώς, πίστεψε ότι είχε περάσει ο κίνδυνος και γι’ αυτό το πρωί αφέθηκε λίγο να κοιμηθεί και οι “κακοί” στη δεύτερή τους προσπάθεια πέτυχαν τον σκοπό τους. Οι τηλεφωνικές επικοινωνίες τους ήταν για ψάρεμα».
Ο Τσαλικίδης, όπως υποστηρίζουν οι οικείοι του, ήταν πραγματικά ανήσυχος. Η νύφη του υποστηρίζει πως τα τηλέφωνα της οικογένειας εμφανίζονταν να έχουν τρελαθεί κατά την επίμαχη περίοδο. Τα καλούσαν άγνωστοι αριθμοί ή χτυπούσαν ταυτόχρονα. Υπήρξε ένα περιστατικό το οποίο, παρότι έχει καταγραφεί μέσω καταθέσεων, δεν ερευνήθηκε ποτέ ιδιαίτερα. Πάνω από το διαμέρισμά του υπήρχε ένα ίδιο διαμέρισμα, νοικιασμένο σε φοιτήτριες από την Καλαμάτα. Δέκα μέρες πριν από τον θάνατο του Τσαλικίδη οι φοιτήτριες έχασαν τα κλειδιά τους. Οταν άδειασε το διαμέρισμα ο ιδιοκτήτης άνοιξε το πατάρι, όπου βρήκε μια μεγάλη βαλίτσα-μπαούλο. Επικοινώνησε με τις φοιτήτριες για να τους πει ότι την ξέχασαν, αλλά αυτές δήλωσαν άγνοια. Δεν είχαν βαλίτσα, ούτε υπήρχε στο πατάρι όταν νοίκιασαν το διαμέρισμα.
Από την οικογένεια το περιστατικό αξιολογείται ως επιχείρηση-πρόβα που έκαναν οι δολοφόνοι του Τσαλικίδη στο πανομοιότυπο διαμέρισμα του πάνω ορόφου, από το οποίο μπορούσαν να έχουν και πρόσβαση, μέσω του ανοικτού παράθυρου, στην τουαλέτα του Κώστα Τσαλικίδη.
Σαν να κοιμόταν…
Ο Κώστας Τσαλικίδης 27 ημέρες πριν από τον θάνατο του είχε υποβάλει παραίτηση στον προϊστάμενό του στη Vodafone Νίκο Πλεύρη.
«Keep walking. Είμαι δίπλα σου σε ό,τι χρειαστείς, πάρε με όταν θες» ήταν το μήνυμα που του έστειλε ο τελευταίος την ίδια ημέρα. Η παραίτηση τελικά δεν έγινε δεκτή και ύστερα από έξι ημέρες άδειας ο Τσαλικίδης επέστρεψε στα καθήκοντά του με μεγάλο ζήλο, όπως προέκυπτε από τα αρχεία εισόδου-εξόδου στον χώρο εργασίας του στην Παιανία…
Δύο ημέρες πριν από τον θάνατό του είχε μιλήσει στην αρραβωνιαστικιά του για τις «ευθύνες που του καταλογίστηκαν σχετικά με τη δουλειά κατά την επίσκεψη αλλοδαπών προϊσταμένων του».
Από καταθέσεις προκύπτει ότι την προηγούμενη ημέρα της αυτοκτονίας του είχε συμμετάσχει σε σύσκεψη υψηλόβαθμων στελεχών της Vodafone, ανάμεσα στους οποίους και ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Γιώργος Κορωνιάς, στην οποία συζητήθηκε το θέμα των υποκλοπών.
Αναφέρει στο πόρισμά του ο εισαγγελέας Διώτης:
«Η αυτοκτονία του Κωνσταντίνου Τσαλικίδη συνδέεται αιτιωδώς με την ήδη αποκαλυφθείσα υπόθεση της παραβίασης του απορρήτου των τηλεφωνημάτων στην εταιρεία Vodafone. Τούτο συνάγεται από το γεγονός ότι πολύ ενωρίτερα από την αποκάλυψη της υπόθεσης αυτής, ο Κωνσταντίνος Τσαλικίδης μίλησε για κίνδυνο να κλείσει η εταιρεία Vodafone και για την αποχώρησή του ως ζήτημα ζωής ή θανάτου. Οπως βεβαιώνουν οι μάρτυρες Γεώργιος Κορωνιάς, Νικόλαος Μαστοράκης και Νικόλαος Πλεύρης, η εταιρεία αυτή δεν αντιμετώπιζε κανένα απολύτως πρόβλημα που να απειλεί την ύπαρξή της. Επομένως το μόνο πρόβλημα που μπορούσε να εννοεί ο Κωνσταντίνος Τσαλικίδης είναι η υπόθεση των “τηλεφωνικών υποκλοπών”. Εξάλλου ο ίδιος δεν αντιμετώπιζε κανένα άλλο σοβαρό πρόβλημα το οποίο να τον οδηγήσει στην αυτοκτονία παρά μόνο το άγχος της εργασίας του, το οποίο, χωρίς εμφανή λόγο, τον οδήγησε στην αποχώρηση, την επάνοδό του, την ψυχολογική καταρράκωσή του και τέλος την προαναγγελθείσα από τον ίδιο εξέλιξη (ζήτημα ζωής ή θανάτου!)».
Επί του παρόντος, σαν κατακλείδα, εμείς το μόνο που μπορούμε να πούμε είναι ότι αν όντως ο Κώστας Τσαλικίδης αυτοκτόνησε, είναι ο πρώτος απαγχονισμένος στον κόσμο που κατάφερε να το κάνει χωρίς σπασμούς, τραυματισμούς και αγωνία. Σαν να αυτοκτόνησε ενώ κοιμόταν…