Το κεντρικό και ισχυρό πρόσωπο στην εισαγγελία_x000D_
αντιμετώπισης εγκλημάτων διαφθοράς, η ίδια η προϊσταμένη Ελένη Ράικου,_x000D_
αναφέρεται σε επίσημες καταγγελίες ως υπεύθυνη για την απόκρυψη στοιχείων από_x000D_
σοβαρές δικογραφίες που έχουν σχηματιστεί για τον Γιάννο Παπαντωνίου και τον_x000D_
Θωμά Λιακουνάκο και αφορούν προμήθειες οπλικών συστημάτων.
Ρεπορτάζ: Κώστας Βαξεβάνης
Η καταγγελία δεν γίνεται από εξωτερικούς παράγοντες και κακόβουλους που προσπαθούν να μπερδέψουν τη Δικαιοσύνη και το έργο της, αλλά από την ανακρίτρια Διαφθοράς Ηλιάνα Ζαμανίκα, η οποία διενεργεί την κύρια ανάκριση για τις υποθέσεις αυτές. Το εξίσου σοβαρό είναι ότι ενώ η καταγγελία έχει διαβιβαστεί στα όργανα της Δικαιοσύνης που οφείλουν να τη διερευνήσουν, ο αποδέκτης της και επόπτης των ανακριτών, εισαγγελέας Εφετών Σταμάτης Δασκαλόπουλος, δεν έχει κινήσει διαδικασίες έρευνας, ενώ μιλώντας σε συναδέλφους του φέρεται να χαρακτηρίζει την επιστολή «απλή προσωπική ενημέρωση».
Η Ηλιάνα Ζαμανίκα, η οποία ερευνά υποθέσεις διαφθοράς (κατά εφαρμογή του νόμου 4022/2011), ανέλαβε το ανακριτικό έργο για τις συμβάσεις εκσυγχρονισμού των φρεγατών τύπου S και την προμήθεια των ελικοπτέρων NH90, για τις οποίες είχε ασκηθεί δίωξη εναντίον του επιχειρηματία Θωμά Λιακουνάκου. Οι δικογραφίες γι’ αυτές τις προμήθειες διαβιβάστηκαν και στο ελληνικό κοινοβούλιο προκειμένου να εξεταστούν πιθανές ποινικές ευθύνες του τότε υπουργού Αμυνας Γ. Παπαντωνίου.
Η δικογραφία για τις φρεγάτες στάλθηκε στην ανακρίτρια τον Ιούλιο του 2016, ενώ αυτή για τα ελικόπτερα ΝΗ90 τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου. Η αποστολή μιας δικογραφίας σε αυτόν που διενεργεί την ανάκριση σημαίνει πως όποιος διενεργεί την προανάκριση, είτε είναι εισαγγελέας είτε άλλο προανακριτικό όργανο, διαβιβάζει όλα τα αποδεικτικά στοιχεία που προέκυψαν κατά την έρευνα. Η μη διαβίβαση στοιχείων, η απόκρυψη ή η καταστροφή τους αποτελεί βαρύτατο αδίκημα, αφού με τον τρόπο αυτό μπορεί να συγκαλυφθεί ένα έγκλημα.
Ξέχασαν να στείλουν τα κομπιούτερ
Μετά την παράδοση των δικογραφιών από την Εισαγγελία Διαφθοράς στην ανακρίτρια Διαφθοράς κ. Ζαμανίκα φαίνεται πως διαπιστώθηκε ότι έλειπαν από το σύνολο των εγγράφων βασικά αποδεικτικά στοιχεία. Αυτό έγινε αντιληπτό κατά την αντιπαραβολή των πρακτικών έρευνας και κατάσχεσης που έγινε στο σπίτι του επιχειρηματία Θ. Λιακουνάκου με το υλικό που παραδόθηκε στο ανακριτικό γραφείο.
Συγκεκριμένα, φαινόταν ότι κατά την έρευνα στο σπίτι του επιχειρηματία κατασχέθηκαν δύο ηλεκτρονικοί υπολογιστές και έγγραφα, τα οποία όμως δεν είχαν παραδοθεί με το υπόλοιπο υλικό της δικογραφίας. Το ανακριτικό γραφείο άρχισε να αναζητά το υλικό αυτό στην Εισαγγελία Διαφθοράς, αλλά δεν υπήρχε καμιά απάντηση για το πού βρίσκεται.
Στις 24 Ιανουαρίου 2017 η ανακρίτρια κ. Ζαμανίκα απέστειλε επίσημο έγγραφο στην προϊσταμένη της Εισαγγελίας Διαφθοράς κ. Ράικου, με το οποίο ζητούσε να της διαβιβαστεί το υλικό το οποίο περιγράφεται ότι κατασχέθηκε στις εφόδους στο σπίτι του Θ. Λιακουνάκου. Στις 27 Ιανουαρίου 2017 η Εισαγγελία Διαφθοράς, μετά το έγγραφο αίτημα, αναγκάστηκε να στείλει το υλικό στην ανακρίτρια.
Ούτε καν είχαν ανοίξει τα αρχεία
Η εξέταση του υλικού των δύο υπολογιστών του Λιακουνάκου αποκάλυψε, σύμφωνα με πληροφορίες, γύρω στα 250.000 έγγραφα τα οποία δεν είχαν διαβιβαστεί. Το σημαντικότερο ωστόσο είναι ότι η ανάλυση των αρχείων αυτών από ειδικούς ηλεκτρονικών υπολογιστών έδειξε πως όσο βρίσκονταν στην Εισαγγελία Διαφθοράς δεν είχαν ανοιχθεί για να διαβαστεί το περιεχόμενό τους και να αξιολογηθούν.
Στις 31 Ιανουαρίου 2017 η ανακρίτρια κ. Ζαμανίκα απέστειλε αναφορά προς τον επόπτη των ανακριτών, εισαγγελέα Στ. Δασκαλόπουλο. Στην αναφορά περιγράφει στοιχεία που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η Εισαγγελία Διαφθοράς και προσωπικά η κ. Ράικου προχώρησαν σε υποτυπώδη έρευνα για τις ευθύνες του Θ. Λιακουνάκου και κατ’ επέκταση του πρώην υπουργού Γ. Παπαντωνίου.
Στην έρευνα αυτή όχι μόνο δεν εξέτασαν τα αποδεικτικά στοιχεία και τα απέκρυψαν από την ανάκριση, αλλά κατέληξαν σε έρευνα αδικημάτων τα οποία δεν είναι ούτε τα μόνα ούτε και τα πιο σημαντικά. Η Εισαγγελία Διαφθοράς δηλαδή φαίνεται να προσανατολίστηκε στην έρευνα του «ελαφρού» αδικήματος της απιστίας, το οποίο για τον Γ. Παπαντωνίου έχει ήδη παραγραφεί, και όχι των αδικημάτων της δωροδοκίας, της δωροληψίας και του ξεπλύματος μαύρου χρήματος.
Η ανακρίτρια φαίνεται επίσης να διαπιστώνει πως ερευνήθηκαν μόνο οι βασικές συμβάσεις για την αγορά των οπλικών συστημάτων και όχι οι συμβάσεις που αφορούν τα αντισταθμιστικά οφέλη. Αυτές οι συμβάσεις, όπως έχουν αποδείξει στο παρελθόν οι μαρτυρίες όσων ενέχονταν σε υποθέσεις χρηματισμού για αγορά εξοπλισμών, χρησιμοποιούνται για να περάσουν μέσα από εταιρείες συμβούλων οι μίζες έργων τα οποία ουδέποτε έγιναν πραγματικά.
Επόπτης ανακρίσεων: Αναφορά; Ποια αναφορά;
Η αναφορά με το περιεχόμενο που εμφανίζει την εισαγγελέα Διαφθοράς κ. Ράικου ως υπεύθυνη για πλημμελή έρευνα και μη αποστολή μεγάλου όγκου στοιχείων σοβαρής δικογραφίας παρελήφθη από τον επόπτη ανακρίσεων, εισαγγελέα Στ. Δασκαλόπουλο, πριν από δύο μήνες. Ως σήμερα η αναφορά αυτή δεν έχει διαβιβαστεί υπηρεσιακά στα όργανα ελέγχου της Δικαιοσύνης προκειμένου να ελεγχθεί αν οι παραλείψεις ήταν αποτέλεσμα δόλου ή αμέλειας.
Απευθυνθήκαμε στον ίδιο τον εισαγγελέα Εφετών κ. Δασκαλόπουλο, στον οποίο θέσαμε το ερώτημα αν ενημέρωσε για την αναφορά και αν έχουν ληφθεί μέτρα. Ο κ. Δασκαλόπουλος απάντησε πως δεν μιλά για ενδοϋπηρεσιακα έγγραφα, ενώ στη συνέχεια εξέφρασε την άποψη ότι το εν λόγω έγγραφο δεν έχει δημοσιογραφικό ενδιαφέρον.
Είναι άγνωστο πώς αξιολογεί το δημοσιογραφικό ενδιαφέρον ο κ. Δασκαλόπουλος, αλλά απ’ ό,τι φαίνεται δεν αξιολογεί την αναφορά ούτε ως έχουσα υπηρεσιακό ενδιαφέρον, αφού δεν έχει κινηθεί καμιά διαδικασία, παρότι η καταγγέλλουσα είναι ανακρίτρια αναφοράς και υποδεικνύει συγκεκριμένα περιστατικά.
Γνωρίζει επίσης πως αν κάποιος παράγοντας της Δικαιοσύνης θελήσει να ευνοήσει αυτόν που ελέγχει, δεν χρειάζεται να τον «αθωώσει» με θορυβώδη τρόπο αλλά απλώς να δείξει αμέλεια.
Τι απαντά η Ελένη Ράικου
Τo Documento επικοινώνησε με την προϊσταμένη της Εισαγγελίας Διαφθοράς Ελένη Ράικου και έθεσε τα ερωτήματα: αν παρέλειψε να στείλει στοιχεία στην ανακρίτρια και αν γνωρίζει για την αναφορά που περιγράφει την πλημμελή προανακριτική διαδικασία της οποίας είχε την ευθύνη. Η στιχομυθία είναι η εξής:
Ράικου: Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα. Ρωτήστε τον εποπτεύοντα εισαγγελέα Εφετών. Τι να σας πω εγώ τώρα;
Δημοσιογράφος: Δεν είναι αρμόδια δηλαδή η Εισαγγελία Διαφθοράς;
Ράικου: Δεν θα σας απαντήσω εγώ σε αυτά τα πράγματα. Πηγαίνετε και ρωτήστε. Δεν καταλαβαίνω τι μου λέτε, πραγματικά. Πήραμε υπόθεση του Λιακουνάκου τώρα; Κατ’ αρχήν, δεν έχουμε στείλει υπόθεση του Λιακουνάκου. Στην τελευταία που στείλαμε προφυλακίστηκε. Δεν έχουμε ξαναστείλει υπόθεση. Γι’ αυτό δεν καταλαβαίνω τι μου λέτε.
Δημοσιογράφος: Εσείς τη συγκεκριμένη επιστολή της ανακρίτριας τη θυμάστε, να σας ζητάει περαιτέρω στοιχεία που δεν της είχαν έρθει;
Ράικου: Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα για την υπόθεση του Λιακουνάκου. Γι’ αυτό, σας είπα, υπάρχει εποπτεύων εισαγγελέας Εφετών, ο οποίος θα σας κατατοπίσει πλήρως για όλα αυτά.
Από τα στοιχεία ωστόσο προκύπτει ότι η Εισαγγελία Διαφθοράς έστειλε και άλλες δικογραφίες στην ανάκριση οι οποίες αφορούν το Θωμά Λιακουνάκο μετά την προφυλάκιση του επιχειρηματία. Πραγματικό γεγονός επίσης είναι ότι η ανακρίτρια έστειλε επιστολή με την οποία ζητούσε στοιχεία που δεν της είχαν παραδοθεί στις 24 Ιανουαρίου 2017.
Θωμάς Λιακουνάκος: Ο κοσμικός επιχειρηματίας που κατέληξε στη φυλακή
Ο Θωμάς Λιακουνάκος είναι ίσως από τις περιπτώσεις των επιχειρηματιών που μέχρι και πριν από μερικά χρόνια ενσάρκωναν αυτό που αποκαλούμε «greek dream» της μεταπολίτευσης: προερχόμενος από φτωχική οικογένεια εξελίχθηκε σε πανίσχυρο επιχειρηματία. Μεγαλωμένος στον Πειραιά με πατέρα σιδηροδρομικό υπάλληλο, κατάφερε να γίνει ο «εθνικός προμηθευτής των ενόπλων δυνάμεων». Η ζωή του είχε όλα αυτά που οι περισσότεροι θα ζήλευαν. Χρήμα, έρωτες, ξέφρενα πάρτι, ταξίδια. Συχνά πυκνά μαζί με τη σύζυγό του Νατάσα κοσμούσαν τις στήλες lifestyle σε διάφορα έντυπα. Το ζεύγος Λιακουνάκου άλλωστε ήταν από τα πλέον γνωστά στην κοσμική Αθήνα. Ιδρυτής του ομίλου AXON το 1974, εξαγόρασε το 1991 το 20% της Euromedica.
Ο ίδιος ένιωθε πανίσχυρος. Δεν ήταν μόνο τα χρήματα αλλά και οι γνωριμίες του σε πολιτικό επίπεδο. Τα πράγματα όμως για τον επιχειρηματία δεν εξελίχθηκαν όπως θα περίμενε ο ίδιος. Τον Σεπτέμβριο του 2015 συνελήφθη κατηγορούμενος για χρηματισμό κρατικών στελεχών της Γενικής Διεύθυνσης Εξοπλισμών μέσω offshore εταιρείας στην υπόθεση της προμήθειας ραντάρ από την Ericsson. Λίγες μέρες πριν η Εισαγγελία Εφετών είχε ζητήσει την παραπομπή του κ. Λιακουνάκου σε δίκη αναφορικά με την εμπλοκή του στην υπόθεση της προμήθειας του ηλεκτρονικού συστήματος SONAK για τον στρατό. O ίδιος βαρύνεται με το αδίκημα της ηθικής αυτουργίας σε απιστία στην υπόθεση προμήθειας των ελικοπτέρων ΝΗ90 από την κοινοπραξία ΝΗIndustries για τον ελληνικό στρατό, ενώ έχει διωχθεί και για την προμήθεια των αρμάτων μάχης τύπου Leopard. Από αυτές τις συμβάσεις το ελληνικό δημόσιο ζημιώθηκε κατά εκατομμύρια ευρώ.
Τον Απρίλιο του 2016 ο κ. Λιακουνάκος αφέθηκε ελεύθερος. Η προσωρινή κράτησή του αντικαταστάθηκε με το περίφημο «βραχιολάκι». Ηταν μάλιστα από τους πρώτους που το φόρεσαν. Πριν από έναν μήνα ωστόσο τα πράγματα άλλαξαν. Το δικαστικό συμβούλιο έκρινε ότι ο επιχειρηματίας μπορεί να απαλλαγεί από αυτό υπό την προϋπόθεση ότι θα επισκέπτεται το αστυνομικό τμήμα της περιοχής του δύο φορές τον μήνα, αλλά και να καταβάλει χρηματική εγγύηση ύψους 1 εκατ. ευρώ. Τελικά, σε αυτήν τη χώρα εάν έχεις χρήματα όλα μπορούν να συμβούν με τις ευλογίες της ίδιας της πολιτείας.
Προανακριτική για τον πρώην «τσάρο» Γιάννο Παπαντωνίου
Τι κι αν κάποτε ήταν ο «τσάρος» της Οικονομίας, επί των ημερών της πρωθυπουργίας του Κώστα Σημίτη; Ο Γιάννος Παπαντωνίου θα περάσει τους επόμενους μήνες το κατώφλι της προανακριτικής επιτροπής έπειτα από αίτημα που κατέθεσαν ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ για τη σύστασή της. Η πρόταση βασίστηκε στις έξι δικογραφίες που είχαν κατατεθεί τον τελευταίο χρόνο στη Βουλή και αφορούσαν τον πρώην υπουργό.
Ειδικότερα, η παραπομπή αφορά ενδείξεις για το αδίκημα της «απιστίας σχετικά με την υπηρεσία» καθώς και της «νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες» σε συγκεκριμένες υποθέσεις:
• Την προμήθεια 170 αρμάτων μάχης τύπου Leopard, ύστερα από συμφωνία μεταξύ του υπουργείου Αμυνας και της εταιρείας Krauss-Maffei Wegmann. Το ύψος της συμφωνίας (20.3.2003) ήταν 1.659.000.000 ευρώ.
• Την ενεργοποίηση συμφωνίας (1.10.2003) για την αγορά δώδεκα ελικοπτέρων Apache, ύψους 593.546.882 δολαρίων (Ιούλιος-Αύγουστος 2003).
• Τη σύμβαση αντισταθμιστικών ωφελημάτων για τον εκσυγχρονισμό έξι φρεγατών τύπου S, συνολικής αξίας 381.578.580 ευρώ, με τις εταιρείες Thales Nederland BV και TNNL.
• Τη σύμβαση αξίας 71.979.490,90 ευρώ μεταξύ του ελληνικού δημοσίου και της εταιρείας SONAK AE. Τέλος, την υπόθεση 20 μεταφορικών ελικοπτέρων NH90 με σύμβαση αξίας 657.523.069 ευρώ, η οποία φέρεται να μην εκτελέστηκε.