Υπόθεση Novartis: Το Συμβούλιο της Ευρώπης ελέγχει την Ελλάδα για τους μάρτυρες

Υπόθεση Novartis: Το Συμβούλιο της Ευρώπης ελέγχει την Ελλάδα για τους μάρτυρες

Διεθνής κατακραυγή για τον εκφοβισμό και την άρση της ανωνυμίας όσων κατέθεσαν υπό καθεστώς προστασίας

Διεθνής κατακραυγή για τις κυβερνητικές μεθοδεύσεις στην προανακριτική επιτροπή απέναντι στους προστατευόμενους μάρτυρες στην υπόθεση Novartis. Hδη το ζήτημα έχει φτάσει στο Συμβούλιο της Ευρώπης, το οποίο ερευνά τις πρακτικές απαξίωσης, εκφοβισμού, παρενοχλήσεων και αντιποίνων προς τους μάρτυρες και φέρνει τη χώρα μπροστά στο σοβαρό ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεων.

«Το Συμβούλιο της Ευρώπης μας ενημέρωσε ότι αυτή η υπόθεση θα συμπεριληφθεί σε έκθεση αξιολόγησης της Ελλάδας. Εμείς από την πλευρά μας θα απευθυνθούμε ξανά τόσο στο συμβούλιο όσο και στην Ελλάδα και στις ελληνικές αρχές ώστε να ζητήσουμε μεγαλύτερη προστασία, δεδομένου ότι η κατάσταση στην Ελλάδα έχει φτάσει σε πολύ κρίσιμο σημείο» δήλωσε αποκλειστικά στο Documento ο Στίβεν Κον, Αμερικανός δικηγόρος εξειδικευμένος στο ζήτημα της προστασίας μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος.

Το Documento ζήτησε το σχόλιο διεθνών οργανισμών και έγκριτων νομικών για τη συμπεριφορά της κυβέρνησης και της κυβερνητικής πλειοψηφίας στην προανακριτική απέναντι στους προστατευόμενους μάρτυρες. Οι δηλώσεις τους είναι κόλαφος για την κυβέρνηση Μητσοτάκη και τη «σαμαρική συνιστώσα» του ΚΙΝΑΛ, καθώς καταδεικνύουν τις έκνομες πρακτικές της επιτροπής με στόχο να βγάλουν οι μάρτυρες την «κουκούλα» για να εξυπηρετηθούν πολιτικά αφηγήματα και όχι το δημόσιο συμφέρον. Πρακτικές που αντιβαίνουν και σε σχετική κοινοτική οδηγία, που θα πρέπει να έχει ενσωματωθεί στο ελληνικό δίκαιο έως το 2021, την οποία όμως η πλειονότητα της προανακριτικής γράφει στα… παλιά της τα παπούτσια στο πλαίσιο της ενορχηστρωμένης προσπάθειας να καταστούν αναξιόπιστοι οι μάρτυρες για το σκάνδαλο Novartis, οι οποίοι έχουν διπλή ιδιότητα, τόσο του προστατευόμενου μάρτυρα (νόμος 2829/2001) όσο και του μάρτυρα δημόσιου συμφέροντος (νόμος 4254/2014).

Τι γίνεται διεθνώς

Σκάνδαλα διεθνούς εμβέλειας όπως τα LuxLeaks και τα Paradise Papers αλλά και αποκαλύψεις για σοβαρές παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου που αναρτήθηκαν στο WikiLeaks αναδεικνύουν τον κομβικό ρόλο των πληροφοριοδοτών δημόσιου συμφέροντος (whistleblowers) στην αποκάλυψη έκνομων συμπεριφορών ή άλλων πρακτικών που βλάπτουν το δημόσιο συμφέρον. Αναγνωρίζοντας τη συμβολή των whistleblowers στην αποκάλυψη πράξεων διαφθοράς, διεθνείς οργανισμοί όπως ο ΟΗΕ, το Συμβούλιο της Ευρώπης και ο OΟΣΑ προτρέπουν τα μέλη τους να ενισχύσουν σημαντικά το νομικό πλαίσιο για την προστασία των εν λόγω μαρτύρων, ενώ προσφάτως εκδόθηκε και σχετική ευρωπαϊκή οδηγία, η ενσωμάτωση της οποίας στην εγχώρια έννομη τάξη είναι δεσμευτική. Στην Ελλάδα το νομικό καθεστώς που θεσπίστηκε με τον νόμο 4254/2014 (επί κυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου) είναι ελλειμματικό, ενώ η ενίσχυση και η βελτίωσή του παρακολουθούνται από τους θεσμούς στο πλαίσιο της μεταμνημονιακής ενισχυμένης επιτροπείας. Οι προτάσεις του ΟΟΣΑ για τη σύνταξη νόμου περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων τη δυνατότητα υποβολής ανώνυμης καταγγελίας και την παροχή προστασίας ανεξάρτητα από τα κίνητρα του μάρτυρα.

Η προστασία πληροφοριοδοτών δημόσιου συμφέροντος συνδέεται άρρηκτα με την ελευθερία της έκφρασης και το δικαίωμα στην πληροφόρηση, όπως θεμελιώνονται στην Οικουμενική Διακήρυξη για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, στο Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και στο άρθρο 10 της ΕΣΔΑ. Στη βάση αυτή το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου έχει στηρίξει αποφάσεις του κατά της Γερμανίας και της Μολδαβίας, ενισχύοντας έτσι τα δικαιώματα και την προστασία μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος από αντίποινα.

Στίβεν Κον: «Αντίποινα ως προσπάθεια συγκάλυψης έκνομων πράξεων»

Πρόκειται ξεκάθαρα για αντίποινα ως μια προσπάθεια συγκάλυψης έκνομων πράξεων. Συνιστά παράβαση της Σύμβασης Ποινικού Δικαίου για τη Διαφθορά του Συμβουλίου της Ευρώπης, την οποία η Ελλάδα έχει υπογράψει, καθώς και της πρόσφατης ευρωπαϊκής οδηγίας για την προστασία μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος την οποία η Ελλάδα έχει επίσης αποδεχθεί. Είναι μια προσπάθεια (της επιτροπής) να παρενοχλήσει, να εκφοβίσει και να ασκήσει αντίποινα εναντίον των μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος, κάτι που αποτελεί συνήθη πρακτική. Οποιοσδήποτε θέλει να συγκαλύψει ένα έγκλημα έχει συμφέρον, κίνητρο να ασκήσει αντίποινα εναντίον των μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος. Αυτό δεν πλήττει μόνο τους μάρτυρες δημόσιου συμ φέροντος αλλά λειτουργεί αποτρεπτικά και στην πρόθεση άλλων μαρτύρων να αποκαλύψουν αποδεικτικά στοιχεία για περιστατικά διαφθοράς.

Οι πράξεις της επιτροπής δεν έχουν νομική βάση. Η ζημιά που προκαλείται από τις πράξεις της υπερβαίνει κατά πολύ οποιοδήποτε πιθανό όφελος. Στην πραγματικότητα, σύμφωνα με συγκεκριμένους νόμους και την οδηγία της ΕΕ που έχει γίνει αποδεκτή από την Ελλάδα, αυτού του είδους η συμπεριφορά απαγορεύεται. Είναι θεμελιώδης αρχή ότι οι μάρτυρες δημόσιου συμφέροντος πρέπει να διατηρούν το δικαίωμά τους στην εμπιστευτικότητα.

Το Συμβούλιο της Ευρώπης (σ.σ.: ο κ. Κον είχε κοινοποιήσει σχετική επιστολή στο Συμβούλιο της Ευρώπης) μας ενημέρωσε ότι αυτή η υπόθεση θα συμπεριληφθεί σε έκθεση αξιολόγησης της Ελλάδας. Εμείς από την πλευρά μας θα απευθυνθούμε ξανά τόσο στο συμβούλιο όσο και στην Ελλάδα και στις ελληνικές αρχές ώστε να ζητήσουμε μεγαλύτερη προστασία, δεδομένου ότι η κατάσταση στην Ελλάδα έχει φτάσει σε πολύ κρίσιμο σημείο.

Το Συμβούλιο της Ευρώπης απαγορεύει στα κράτη-μέλη και στους υπογράφοντες να προβούν σε αντίποινα ενάντια στους μάρτυρες δημόσιου συμφέροντος. Οπότε εάν το συμβούλιο δεν επιβάλει κυρώσεις σε όσους παραβιάζουν αυτές τις προδιαγραφές, είναι σαν αυτές οι αρχές να μην έχουν νομική ισχύ. Τώρα που η ΕΕ θα εκδώσει οδηγία για την προστασία των μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος φαίνεται ότι η Ελλάδα θα πρέπει να καταστεί υπόλογη στην ΕΕ και εμείς από την πλευρά μας θα υποβάλουμε επίσημο αίτημα γι’ αυτό.

Ο Στίβεν Κον είναι Αμερικανός δικηγόρος εξειδικευμένος στην προστασία μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος

Στεφανί Ζιμπό «Ντόμινο κρουσμάτων στην παγκόσμια οικονομία»

Σε όλο τον κόσμο, σε όλες τις ηπείρους, μάρτυρες δημόσιου συμφέροντος διώκονται και υφίστανται αντίποινα επειδή το όνομά τους συνδέεται με κάποια καταγγελία ή διαρροή στον Τύπο. Ο «Τζον Ντόου», το πρόσωπο που έβγαλε στη δημοσιότητα τα Panama Papers, αποτελεί εξαίρεση, καθώς κανείς δεν γνωρίζει ποιος κρύβεται πίσω από την κωδική αυτή ονομασία.

Ο μάρτυρας δημόσιου συμφέροντος δεν είναι σαν τους ήρωες του Χόλιγουντ. Ο μάρτυρας δημόσιου συμφέροντος ζει στην επισφάλεια της ψυχολογικής βίας και της απομόνωσης, τον τραβούν στα δικαστήρια, καμία εταιρεία δεν θέλει να τον προσλάβει, η οικογένειά του καταρρέει και τα παιδιά του διατρέχουν σοβαρούς κινδύνους. Κανείς δεν μιλά γι’ αυτά τα παιδιά, τα οποία απουσιάζουν πάντα από τις ιστορίες των μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος. Μαθαίνουμε στα παιδιά μας να λένε την αλήθεια, αλλά τα παιδιά των μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος υποφέρουν άμεσα από τα ψέματα των διοικήσεων, των κυβερνήσεων και των πολυεθνικών εταιρειών. Το χειρότερο πράγμα που έχει να αντιμετωπίσει ένα μάρτυρας δημόσιου συμφέροντος είναι να βλέπει τα παιδιά του να εγκαταλείπονται στην τύχη τους, στον βαθύ πόνο του και στην αδυναμία τους να κατανοήσουν γιατί οι γονείς τους αντιμετωπίζονται ως ο υπ’ αριθμός ένα εχθρός του κράτους. Επειδή ο καθένας και η καθεμιά από εμάς υποφέρουμε από τη διαφθορά και από διεφθαρμένα μυαλά, πρέπει όσοι λέμε την αλήθεια να χαίρουμε προστασίας. Το ίδιο ισχύει και για τους μάρτυρες Novartis.

Η Στεφανί Ζιμπό είναι Γαλλίδα σύμβουλος επικοινωνίας, μάρτυρας δημόσιου συμφέροντος

Μπράντλεϊ Μπέρκενφλεντ: «Πρωτάκουστη η προσπάθεια αποκάλυψης της ταυτότητας των μαρτύρων»

Αυτά τα ζητήματα είναι πολύ σημαντικά για την προστασία των μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος και όχι μόνο για τους ίδιους τους μάρτυρες αλλά και εν γένει για τη δημόσια σφαίρα και την πολιτική. Ο κόσμος πρέπει να αισθάνεται άνετα με την κυβέρνησή του, να γνωρίζει ότι δεν καταπατά τα δικαιώματα των πολιτών. Είναι σημαντικό οι νόμοι για την προστασία των μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος να τεθούν παντού σε ισχύ. Με την ιστορία που έχει η Ελλάδα, η οποία από την αρχαιότητα θέσπιζε νομικούς κανόνες τους οποίους ο κόσμος χρησιμοποιεί μέχρι και σήμερα, έπειτα από χιλιάδες χρόνια θα έπρεπε να είναι πρωτοπόρα και να περνάει νόμους που βοηθούν την ελληνική κοινωνία. Ολος ο κόσμος κοιτάζει την Ελλάδα, η οποία μπορεί να είναι περήφανη για την ιστορία της αλλά αυτό που συμβαίνει την παρούσα στιγμή δεν είναι περήφανη στιγμή για τη χώρα.

Οι νόμοι που θα έπρεπε να θεσπιστούν για το ζήτημα των μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος πρέπει να κινούνται σε τρεις άξονες, οι οποίοι είναι πολύ απλοί. Ο πρώτος είναι η προστασία τους από αντίποινα, παρενοχλήσεις, εκφοβισμό κ.λπ. Ο δεύτερος είναι να εξασφαλίζεται ότι θα διεξάγεται έρευνα για όσα καταγγέλλονται από μάρτυρες δημόσιου συμφέροντος. Το τρίτο είναι να προφυλάσσεται η ανωνυμία τους. Αυτό είναι κρίσιμο. Αυτά τα τρία σημεία είναι

κρίσιμα όσον αφορά τους νόμους που σχετίζονται με τους μάρτυρες δημόσιου συμφέροντος, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο, και εκπλήσσομαι που η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει θεσπίσει τέτοιους νόμους ώστε να προστατεύσει τους πολίτες της.

Η προσπάθεια αποκάλυψης των στοιχείων ταυτότητας των μαρτύρων είναι πρωτάκουστο γεγονός και σίγουρα είμαι σοκαρισμένος από αυτές τις εξελίξεις. Η κυβέρνηση δεν θα

πρέπει να ασχολείται με την αποκάλυψη της ταυτότητας των μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος. Ο λόγος που το κάνουν είναι ξεκάθαρος: προσπαθούν να υπονομεύσουν και να εκφοβίσουν αυτούς τους μάρτυρες, κάτι που θα έπρεπε να είναι παράνομο.

Νομίζω ότι οι αποκαλύψεις μου στις αμερικανικές αρχές εκ του αποτελέσματος μεταμόρφωσαν μια βιομηχανία αξίας 1 τρισ., η οποία ήταν η βιομηχανία των ελβετικών τραπεζών που για χρόνια έκλεβαν – και έκλεβαν και την ελληνική κυβέρνηση. Ακόμη περιμένουμε να δούμε τι θα κάνει η ελληνική κυβέρνηση, καθώς και Ελληνες πολίτες είχαν τραπεζικούς λογαριασμούς στην ελβετική UBS. Εκανα τις αποκαλύψεις προκειμένου να βοηθήσω την ελληνική κυβέρνηση δίνοντας κατάθεση στην ελληνική πρεσβεία στην Ουάσινγκτον. Ακόμη περιμένω από τις ελληνικές δικαστικές αρχές να αποδείξουν στον κόσμο και στους πολίτες τους ότι όντως αποδίδουν δικαιοσύνη. Δυστυχώς, αυτή η έρευνα ξεκίνησε το 2016, έχουν περάσει τέσσερα χρόνια από τότε που βοήθησα τις ελληνικές αρχές και δεν έχω δει ακόμη τίποτε σε σχέση με τη δίωξη της UBS και των πελατών της. Και η ερώτηση για τους Ελληνες πολίτες είναι: γιατί; Ενδιαφέρομαι ακόμη να βοηθήσω την ελληνική κυβέρνηση εάν ενδιαφέρεται κι εκείνη και κυρίως θέλω να βοηθήσω τους Ελληνες πολίτες.

Ο Μπράντλεϊ Μπέρκενφελντ είναι Αμερικανός μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος, πρώην τραπεζίτης

Νίκος Δ. Δρακουλάκος «Αν αποκαλυφθούν τα στοιχεία ταυτότητας του μάρτυρα, η κατάθεσή του αρκεί για την καταδίκη του κατηγορουμένου»

Ο θεσμός του «προστατευόμενου μάρτυρα» εισήχθη στην εσωτερική έννομη τάξη με το άρ. 9 του ν. 2928/2001 και προβλέπεται σήμερα στο άρ. 218 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ενώ ο θεσμός του «μάρτυρα δημόσιου συμφέροντος», για τα αδικήματα της δωροδοκίας/ δωροληψίας πολιτικών αξιωματούχων και υπαλλήλων, εισήχθη με τον ν. 4254/2014 και προβλέπεται στο άρ. 47 του ΚΠΔ.

Αρμόδιες να αποδώσουν σε κάποιον μάρτυρα τις ως άνω δύο ιδιότητες είναι μόνο οι εισαγγελικές αρχές, συγκεκριμένα ο εισαγγελέας διαφθοράς και ο εποπτεύων την Εισαγγελία Διαφθοράς αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου. Και μόνο αυτές δύνανται να τις άρουν. Δυνατότητα αποκάλυψης των πραγματικών στοιχείων του προστατευόμενου μάρτυρα υφίσταται και κατά τη διάρκεια της ποινικής δίκης, εάν ζητηθεί από τον εισαγγελέα ή από έναν διάδικο ή ακόμη αν διαταχθεί αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο, κατόπιν βέβαια αιτιολογημένης απόφασης για τη αποκάλυψη ή μη (άρ. 218 παρ. 5 ΚΠΔ).

Στην περίπτωση δε που αποκαλυφθούν τα στοιχεία ταυτότητας του μάρτυρα, τότε μόνο η κατάθεσή του αρκεί για την καταδίκη του κατηγορουμένου. Εάν δεν αποκαλυφθούν, τότε η κατάθεσή του απλώς συνεκτιμάται με τα υπόλοιπα αποδεικτικά στοιχεία (άρ. 218 παρ. 6 ΚΠΔ).

Εν προκειμένω, η Ειδική Κοινοβουλευτική Επιτροπή της Βουλής (άρ. 86 παρ. 3 του συντάγματος) συγκροτήθηκε για να διεξαγάγει προκαταρκτική εξέταση προς διερεύνηση τυχόν τέλεσης αδικημάτων από τον τέως αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης. Σύμφωνα με το άρ. 156 παρ. 4 του Κανονισμού της Βουλής, η εν λόγω επιτροπή έχει όλες τις αρμοδιότητες ενός εισαγγελέα πρωτοδικών κατά τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης. Συνεπώς, ως οιονεί εισαγγελική αρχή, έχει τη δυνατότητα να ζητήσει τη λήψη καταθέσεων από τους προστατευόμενους μάρτυρες της υπόθεσης Novartis (ως σχετική με την υπό εξέταση υπόθεση του τέως αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης) αλλά και να διατάξει τη βίαιη προσαγωγή τους σε περίπτωση άρνησής τους.

Ρητά και απαρέγκλιτα, όμως, μια τέτοια κατάθεση δύναται να πραγματοποιηθεί νομίμως μόνο με βάση όσα ορίζονται στο άρθρο 218 παρ. 4 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και στα άρθρα 2 & 11 της ΥΑ 429/2018 (ΥΑ 42926οικ. ΦΕΚ Β 2194 2018), ήτοι διαμέσου της Υπηρεσίας Προστασίας Μαρτύρων της ΓΑΔΑ, χωρίς θεατή παρουσία ή τρόπο που ενδεχομένως θα αποκαλύψει έστω και εμμέσως την ταυτότητά τους, αλλά με μηχανικά μέσα, όπως η χρήση ηλεκτρονικών συστημάτων ηχητικής μετάδοσης, αλλοίωσης φωνής κ.λπ.

Σημειώνεται ότι η μη προσέλευση των εν λόγω μαρτύρων στο στάδιο της προκαταρκτικής εξέτασης ουδόλως συνιστά λόγο άρσης του καθεστώτος προστασίας, καθώς ουδεμία ποινική ευθύνη υπέχουν. Σε κάθε δε περίπτωση, για να αρθεί η προστασία των τεθέντων υπό το καθεστώς προστασίας μαρτύρων απαιτείται αίτημα της επιτροπής της Βουλής προς τις αρμόδιες εισαγγελικές αρχές, οι οποίες είναι οι μόνες που μπορούν σε αυτό το στάδιο να κρίνουν και αποφανθούν επί του ζητήματος.

Ο Νίκος Δ. Δρακουλάκος είναι δικηγόρος

Δρ Αννα Δαμάσκου «Η ανωνυμία των καταγγελλόντων αποτελεί sine qua non εχέγγυο της προστασίας τους»

«Ούτε οι νόμοι ούτε οι δικαστές μπορούν να έχουν αποτέλεσμα αν κάποιος δεν καταγγείλει τους παρανομούντες» (Λυκούργος, «Κατά Λεωκράτους»)

Ηταν Απρίλιος του 2013 όταν η Διεθνής Διαφάνεια Ελλάς, σε συνέχεια σχετικής μελέτης που είχε εκπονήσει, πρόφερε για πρώτη φορά στη χώρα, σε δημόσια ανοιχτή εκδήλωση, τη λέξη «whistleblower»,1 διεκδικώντας τη θέσπιση νομοθετικού πλαισίου για την επαρκή και αποτελεσματική προστασία τους.

Είναι βέβαιο ότι οι περισσότεροι εκ των παρευρισκομένων σε εκείνη την εκδήλωση φεύγοντας δυσκολεύονταν να επαναφέρουν στη μνήμη τους τον δύσκολο όρο «whistleblower». Είναι εξίσου βέβαιο όμως ότι χάρη στις πραγματικές ιστορίες που ακούστηκαν εκείνη την ημέρα οι παρευρισκόμενοι συγκράτησαν στη μνήμη τους την αδήριτη ανάγκη επαρκούς και αποτελεσματικής προστασίας των ανθρώπων που έχουν το θάρρος να καταγγείλουν την παρανομία την οποία βλέπουν να συντελείται στο περιβάλλον τους, προκειμένου να σώσουν ζωές, περιουσίες και άλλα πολύτιμα αγαθά, χάνοντας ενίοτε οι ίδιοι τη δική τους ζωή, περιουσία, εργασία και οικογένεια.

Οι εν λόγω καταγγέλλοντες είναι πολύ σημαντικά πρόσωπα καθότι η –εν ευρεία εννοία– διαφθορά σπανίως έχει πτώματα και αίματα εκτεθειμένα σε κοινή θέα, δεδομένου ότι εκ των βασικών χαρακτηριστικών της είναι ότι συντελείται κατά κύριο λόγο εν κρυπτώ για μεγάλο χρονικό διάστημα, κατά το οποίο όμως μη ποινικά εμπλεκόμενα πρόσωπα –ενίοτε και ευρύς κύκλος τέτοιων προσώπων– τυγχάνει να γνωρίζουν την παρανομία που συντελείται.

Καθίσταται σαφές λοιπόν ότι τόσο ο δημόσιος όσο και ο ιδιωτικός τομέας έχουν άμεσο συμφέρον να ενθαρρύνουν τους γνωρίζοντες να καταγγείλουν την παρανομία. Ταυτόχρονα όμως έχουν και υποχρέωση να παράσχουν στους καταγγέλλοντες επαρκή και αποτελεσματική προστασία.

Αυτό είναι και το μεγαλύτερο εχέγγυο ότι οι γνωρίζοντες θα καταγγείλουν, καθόσον έχει καταγραφεί σε μελέτες ότι για παράδειγμα:

• Τα υψηλόβαθμα στελέχη γίνονται whistleblowers με μεγαλύτερη συχνότητα.

• Οι εργαζόμενοι τείνουν να γίνονται whistleblowers με μεγαλύτερη συχνότητα όταν νιώθουν ότι η οικονομική

κατάσταση του φορέα στον οποίο εργάζονται είναι καλή.

• Οι εργαζόμενοι που είναι μέλη του οικείου σωματείου εργαζομένων γίνονται whistleblowers με μεγαλύτερη συχνότητα.

• Οσο περισσότερη αποδοχή απολαμβάνει κάποιος σε προσωπικό, κοινωνικό ή επαγγελματικό επίπεδο τόσο συχνότερα τείνει να γίνεται whistleblower.

Ποια είναι η κοινή συνισταμένη όλων των παραπάνω; To αίσθημα ασφάλειας που νιώθουν οι άνθρωποι αυτοί!

Με την υιοθέτηση της ευρωπαϊκής οδηγίας 1937/2019 αναμφίβολα ανατέλλει μια νέα ημέρα για την επαρκέστερη και αποτελεσματικότερη προστασία των whistleblowers, επομένως και για την καταπολέμηση της διαφθοράς, όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά και διεθνώς, καθόσον η οδηγία αναμένεται να αποτελέσει σημείο αναφοράς σε παγκόσμιο επίπεδο.

Ωστόσο, όπως επιβεβαιώθηκε και στο πρόσφατο ετήσιο συνέδριο της Διεθνούς Διαφάνειας Ελλάδος με θέμα «Whistleblowing – Από το σκοτάδι στο φως: η ανάγκη, η ρύθμιση, η πρακτική εφαρμογή», στο πλαίσιο του οποίου έγιναν αναπόφευκτα αναφορές και στην υπόθεση

Novartis, στη χώρα μας πρέπει πρωτίστως να αλλάξουμε νοοτροπία αναφορικά με τον ρόλο που επιτελούν οι whistleblowers και να συνειδητοποιήσουμε πως οι διεθνείς βέλτιστες πρακτικές υπαγορεύουν ότι:

• Το whistleblowing δεν είναι υποχρέωση αλλά δικαίωμα, διότι κανείς δεν υποχρεούται να υποφέρει ενδεχομένως τα πάνδεινα.

• Τα κίνητρα των καταγγελλόντων δεν έχουν καμία σημασία, αρκεί ο καταγγέλλων να καταγγέλλει μια πραγματική παρανομία ή έστω να καταγγέλλει με την εύλογη πεποίθηση ότι πρόκειται για κάτι πραγματικό.

• Η ανωνυμία ή το απόρρητο της ταυτότητας των καταγγελλόντων αποτελεί sine qua non εχέγγυο της προστασίας τους, με σαφείς και περιορισμένες εξαιρέσεις.

Με την ευχή ο πολιτικός κόσμος μας να αρθεί και επί της παρούσης στο ύψος των περιστάσεων, η Διεθνής Διαφάνεια Ελλάς, σε πνεύμα συνεργασίας με όλους τους συναρμόδιους φορείς και την κοινωνία των πολιτών, έχει ήδη απευθύνει αίτημα για την ένταξη της πορείας ενσωμάτωσης της ευρωπαϊκής οδηγίας 1937/2019 στο Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Ανοιχτή Διακυβέρνηση.

Γιάννης Κ. Μαντζουράνης «Μόνη αρμόδια να αποφασίσει τώρα είναι η εισαγγελέας εγκλημάτων διαφθοράς»

Ηδη από τη δεκαετία του ’90 με διαδοχικές νομοθετικές παρεμβάσεις θεσπίστηκαν ρυθμίσεις για τους προστατευόμενους μάρτυρες που καταθέτουν για πράξεις τρομοκρατίας και οργανωμένου εγκλήματος, για τους μάρτυρες δημόσιου συμφέροντος που καταθέτουν για εγκλήματα διαφθοράς και για τους «εξαφανιζόμενους» μάρτυρες, που καταθέτουν για εγκλήματα διακίνησης ναρκωτικών.

Στην παρούσα συγκυρία η δημόσια συζήτηση αφορά τον θεσμό των μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος, άλλως whistleblowers, οι οποίοι με πληροφορίες προς τις αρχές συμβάλλουν στην καταπολέμηση εγκλημάτων διαφθοράς. Στο άρθρο 47 του νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ρυθμίζονται τα σχετικά ζητήματα με τους μάρτυρες δημόσιου συμφέροντος, στους οποίους μπορεί να παρέχεται προστασία, όπως και στους μάρτυρες σε πράξεις τρομοκρατίας και οργανωμένου εγκλήματος κατά τα οριζόμενα στην 429/2018 κοινή υπουργική απόφαση. Η προστασία παρέχεται προς αποφυγή αντιποίνων και τυχόν νομικών συνεπειών που μπορεί να επέλθουν από υποβολή μηνύσεων εκ μέρους των καταγγελλομένων. Τα μέτρα προστασίας είναι αστυνομικά, όπως η φύλαξη της οικίας, η κυκλοφορία με συνοδεία αστυνομικού, η τοποθέτηση συναγερμών και καμερών στους χώρους κατοικίας και εργασίας· δικονομικά, όπως η κατάθεση με ανωνυμία ή και ψευδωνυμία, με ηλεκτρονικά ηχητικά ή οπτικά μέσα, με αλλοίωση-παραποίηση της φωνής για την αποφυγή τυχόν αναγνώρισης καθώς και η αποχή της εισαγγελικής αρχής από την ποινική δίωξη των εν λόγω μαρτύρων· αλλά και διοικητικά. Βασικός σκοπός αυτών των μέτρων είναι η διατήρηση της ανωνυμίας. Το καθεστώς προστασίας σε μάρτυρα δημόσιου συμφέροντος χορηγείται από τον κατά τόπο αρμόδιο εισαγγελέα πλημμελειοδικών ή τον εισαγγελέα εγκλημάτων διαφθοράς έπειτα από έγκριση του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που εποπτεύει τους εισαγγελείς εγκλημάτων διαφθοράς. Μόνο με πράξη του εισαγγελέα που χαρακτήρισε τον μάρτυρα ως δημόσιου συμφέροντος και χορήγησε προστασία μπορεί να ανακληθεί σε οποιοδήποτε στάδιο της ποινικής δίκης ο χαρακτηρισμός του μάρτυρα δη μόσιου συμφέροντος και η παρασχεθείσα προστασία υπό αυστηρότατες προϋποθέσεις. Στο στάδιο της προδικασίας δεν προβλέπεται η δυνατότητα αποκάλυψης των στοιχείων του προστατευόμενου μάρτυρα. Και αυτό γιατί στην προδικασία παρέχεται σημαντική προστασία στον μάρτυρα προκειμένου να πειστεί με την κατάθεσή του να δώσει τη δυνατότητα στις διωκτικές αρχές να διενεργήσουν πληθώρα ανακριτικών πράξεων με σκοπό τη συλλογή και άλλων αποδεικτικών στοιχείων. Αντίθετα, η προσφερόμενη προστασία μειώνεται δραστικά στη διαδικασία στο ακροατήριο με τη δυνατότητα που παρέχεται στο δικαστήριο είτε αυτεπάγγελτα είτε με αίτηση διαδίκου να ζητήσει την αποκάλυψη των στοιχείων του μάρτυρα και τη διά ζώσης εξέτασή του, καθώς και με την προβλεπόμενη απαγόρευση καταδίκης κατηγορουμένου με μοναδικό αποδεικτικό στοιχείο την κατάθεση προστατευόμενου μάρτυρα τα στοιχεία του οποίου δεν αποκαλύφθηκαν.

Σε καμιά διάταξη νόμου δεν προβλέπεται η δυνατότητα οποιουδήποτε άλλου κρατικού οργάνου να αποφασίσει την ανάκληση του χαρακτηρισμού ενός μάρτυρα ως δημόσιου συμφέροντος ή προστατευόμενου. Είναι παράνομη οποιαδήποτε ενέργεια ή παράλειψη οποιουδήποτε φορέα δημόσιας εξουσίας μπορεί να θέσει σε κίνδυνο το καθεστώς προστασίας του μάρτυρα δημόσιου συμφέροντος και να αποκαλύψει τα στοιχεία της ταυτότητάς του χωρίς προηγούμενη έγκριση του εισαγγελέα που χαρακτήρισε τον μάρτυρα ως δημόσιου συμφέροντος και χορήγησε την προστασία. Ο τόπος και ο τρόπος εξέτασης των εν λόγω μαρτύρων σε άλλες ποινικές διαδικασίες αποφασίζονται μόνο από τον εισαγγελέα που χορήγησε την ιδιότητα του μάρτυρα δημόσιου συμφέροντος και υπό προστασία. Στο άρθρο 11 της ΚΥΑ 429/2018 προβλέπεται ο τρόπος κατάθεσης του προστατευόμενου προσώπου, ενώ στο άρθρο 9 της ίδιας ΚΥΑ προβλέπεται πότε θεωρείται ότι ο προστατευόμενος μάρτυρας δεν συνεργάζεται για την επιτυχία των μέτρων προστασίας που είναι απαραίτητα για τη διαφύλαξη της μυστικότητας των διαδικασιών.

Με αυτά τα δεδομένα, στην υπόθεση Novartis η μόνη αρμόδια να αποφασίσει για την ανάκληση του χαρακτηρισμού ως μάρτυρα δημόσιου συμφέροντος και την άρση του καθεστώτος προστασίας σε αυτό το στάδιο της ποινικής διαδικασίας είναι η εισαγγελέας εγκλημάτων διαφθοράς η οποία χαρακτήρισε τα συγκεκριμένα πρόσωπα προστατευόμενους μάρτυρες δημόσιου συμφέροντος και η οποία μάλιστα εξοπλίζεται από το σύνταγμα και τον νόμο με προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία σε ό,τι αφορά τη δικαιοδοτική κρίση της, ακόμη και έναντι εντολών ιεραρχικώς προϊσταμένων εισαγγελικών λειτουργών.

Ο Γιάννης Κ. Μαντζουράνης είναι δικηγόρος

Μαρία Τερακόλε «Οι ψευδείς καταγγελίες μαρτύρων είναι ασυνήθιστο φαινόμενο»

Ενας από τους πλέον αποτελεσματικούς τρόπους για την πρόληψη της άσκησης αντιποίνων σε βάρος ενός μάρτυρα δημόσιου συμφέροντος είναι οι πιθανοί παραβάτες να μη γνωρίζουν την ταυτότητά του. Η προστασία της ταυτότητας των μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος, είτε διά της εμπιστευτικότητας είτε διά της ανωνυμίας, πρέπει να είναι το ελάχιστο απαιτούμενο κάθε νομοθεσίας για την προστασία των μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος.

Εμπιστευτικότητα σημαίνει ότι μονάχα ο λήπτης της καταγγελίας που υποβάλλει ο μάρτυρας δημόσιου συμφέροντος γνωρίζει την ταυτότητά του, η οποία πρέπει να αποκαλύπτεται μόνο με τη συγκατάθεση του μάρτυρα δημόσιου συμφέροντος. Η ανωνυμία πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα, καθώς εκεί κανένας δεν γνωρίζει την ταυτότητα του μάρτυρα δημόσιου συμφέροντος.

Και στις δύο περιπτώσεις το πρόσωπο το οποίο καταγγέλλεται από τον μάρτυρα δημόσιου συμφέροντας δεν πρέπει να γνωρίζει την ταυτότητα του μάρτυρα.

Κάποιοι ισχυρίζονται ότι το άτομο το οποίο είναι αντικείμενο της αναφοράς του μάρτυρα δημόσιου συμφέροντος έχει το δικαίωμα να γνωρίζει την ταυτότητα του μάρτυρα δημόσιου συμφέροντος (το δικαίωμα να γνωρίζει κανείς ποιος τον καταγγέλλει). Εδώ είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί ότι ο μάρτυρας δημόσιου συμφέροντος δεν είναι κάποιος που διαμαρτύρεται ή καταγγέλλει. Είναι κάποιος που έχει μια πληροφορία η οποία σχετίζεται με πιθανές παραβιάσεις και μεταφέρει τη συγκεκριμένη πληροφορία στους αρμόδιους φορείς. Από εκεί και πέρα είναι δουλειά όσων λαμβάνουν τη συγκεκριμένη πληροφορία να την αξιολογήσουν και πιθανώς να προχωρήσουν σε έρευνα για να συλλέξουν αποδεικτικά στοιχεία. Η αναφορά του μάρτυρα δημόσιου συμφέροντος είναι απλώς μια υπόδειξη, δεν πρέπει να είναι ο πυλώνας πιθανών διώξεων. Στο συγκεκριμένο πλαίσιο δεν υπάρχει καμία ανάγκη τα πρόσωπα που είναι αντικείμενο της αναφοράς να γνωρίζουν την ταυτότητα των μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος για να υπερασπιστούν τον εαυτό τους.

Τα κίνητρα του μάρτυρα δημόσιου συμφέροντος για να αναφέρει πληροφορίες που πιστεύει ότι είναι αληθείς πρέπει αναμφιβόλως να αποσυνδέονται από την παροχή προστασίας.

Εάν κάποιος έχει την εύλογη πεποίθηση ότι οι πληροφορίες που αναφέρει ή αποκαλύπτει αφορούν παραβιάσεις και αντλεί την πεποίθηση αυτή βάσει της θέσης του και των διαθέσιμων πληροφοριών, τότε πρέπει να προστατεύεται.

Τα κίνητρά του για να προχωρήσει σε αποκάλυψη, αλλά και εάν τελικά προκύψουν αποδείξεις για παραβάσεις, πρέπει να είναι τελείως άσχετα με την παροχή καθεστώτος προστασίας.

Κάποιοι παράγοντες έχουν εκφράσει την ανησυχία τους ότι η προστασία μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί καταχρηστικά από κάποια άτομα για την υποβολή ψευδών αναφορών που αποσκοπούν στη δυσφήμηση άλλων ή και για να προστατευτούν οι ίδιοι από πειθαρχικές κυρώσεις. Ωστόσο οι έρευνες και η εφαρμοσμένη πράξη δείχνουν ότι οι ψευδείς αναφορές είναι ασυνήθιστο φαινόμενο.

Η Μαρία Τερακόλε είναι συντονίστρια του προγράμματος μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος της Διεθνούς Διαφάνειας

Γιατί η κυβέρνηση δεν υιοθετεί την οδηγία

Φτάσαμε στο σημείο ο υπουργός Ανάπτυξης Αδωνης Γεωργιάδης να κουνά το δάχτυλο – καταπώς έλεγε ότι έχει παραγραφεί το σκάνδαλό όταν ξέσπασε– λέγοντας στις 18 Φεβρουαρίου σε μία από τις απανωτές τηλεοπτικές εμφανίσεις του: «Δεν υπάρχει καμία εν ισχύι ευρωπαϊκή οδηγία για τους μάρτυρες δημόσιου συμφέροντος. Η οδηγία ισχύει από το 2021. Τι να κάνουμε τώρα; Τώρα έχουμε 2020. Οταν θα φτάσουμε στο 2021 […] να ενσωματώσουμε αυτή την οδηγία στο ελληνικό δίκαιο θα τα ξαναπούμε. Η Ευρώπη σήμερα που μιλάμε δεν έχει απολύτως καμία δικαιοδοσία στο εθνικό δίκαιο όσον αφορά τους μάρτυρες δημόσιου συμφέροντος». Στην επίμαχη ευρωπαϊκή οδηγία αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι οι μάρτυρες δημόσιου συμφέροντος αποτελούν «σημαντικές πηγές για τους ερευνητικούς δημοσιογράφους. Το να παρέχεται αποτελεσματική προστασία από αντίποινα στους μάρτυρες δημόσιου συμφέροντος αυξάνει τη νομική βεβαιότητα για δυνητικούς μάρτυρες δημόσιου συμφέροντος και επομένως ενθαρρύνει τους μάρτυρες δημόσιου συμφέροντος να μιλήσουν στα ΜΜΕ. Σε αυτό το πλαίσιο, η προστασία των μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος ως δημοσιογραφικών πηγών είναι κρίσιμη για την προστασία του ρόλου του προστάτη της ερευνητικής δημοσιογραφίας στις δημοκρατικές κοινωνίες».

Ενας από τους πλέον αποτελεσματικούς τρόπους για την πρόληψη της άσκησης αντιποίνων σε βάρος ενός μάρτυρα δημόσιου συμφέροντος είναι οι πιθανοί παραβάτες να μη γνωρίζουν την ταυτότητά του. Η προστασία της ταυτότητας των μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος, είτε διά της εμπιστευτικότητας είτε διά της ανωνυμίας, πρέπει να είναι το ελάχιστο απαιτούμενο κάθε νομοθεσίας για την προστασία των μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος.

Εμπιστευτικότητα σημαίνει ότι μονάχα ο λήπτης της καταγγελίας που υποβάλλει ο μάρτυρας δημόσιου συμφέροντος γνωρίζει την ταυτότητά του, η οποία πρέπει να αποκαλύπτεται μόνο με τη συγκατάθεση του μάρτυρα δημόσιου συμφέροντος. Η ανωνυμία πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα, καθώς εκεί κανένας δεν γνωρίζει την ταυτότητα του μάρτυρα δημόσιου συμφέροντος.

Και στις δύο περιπτώσεις το πρόσωπο το οποίο καταγγέλλεται από τον μάρτυρα δημόσιου συμφέροντας δεν πρέπει να γνωρίζει την ταυτότητα του μάρτυρα.

Κάποιοι ισχυρίζονται ότι το άτομο το οποίο είναι αντικείμενο της αναφοράς του μάρτυρα δημόσιου συμφέροντος έχει το δικαίωμα να γνωρίζει την ταυτότητα του μάρτυρα δημόσιου συμφέροντος (το δικαίωμα να γνωρίζει κανείς ποιος τον καταγγέλλει). Εδώ είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί ότι ο μάρτυρας δημόσιου συμφέροντος δεν είναι κάποιος που διαμαρτύρεται ή καταγγέλλει. Είναι κάποιος που έχει μια πληροφορία η οποία σχετίζεται με πιθανές παραβιάσεις και μεταφέρει τη συγκεκριμένη πληροφορία στους αρμόδιους φορείς. Από εκεί και πέρα είναι δουλειά όσων λαμβάνουν

τη συγκεκριμένη πληροφορία να την αξιολογήσουν και πιθανώς να προχωρήσουν σε έρευνα για να συλλέξουν αποδεικτικά στοιχεία. Η αναφορά του μάρτυρα δημόσιου συμφέροντος είναι απλώς μια υπόδειξη, δεν πρέπει να είναι ο πυλώνας πιθανών διώξεων. Στο συγκεκριμένο πλαίσιο δεν υπάρχει καμία ανάγκη τα πρόσωπα που είναι αντικείμενο της αναφοράς να γνωρίζουν την ταυτότητα των μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος για να υπερασπιστούν τον εαυτό τους.

Τα κίνητρα του μάρτυρα δημόσιου συμφέροντος για να αναφέρει πληροφορίες που πιστεύει ότι είναι αληθείς πρέπει αναμφιβόλως να αποσυνδέονται από την παροχή προστασίας.

Εάν κάποιος έχει την εύλογη πεποίθηση ότι οι πληροφορίες που αναφέρει ή αποκαλύπτει αφορούν παραβιάσεις και αντλεί την πεποίθηση αυτή βάσει της θέσης του και των διαθέσιμων πληροφοριών, τότε πρέπει να προστατεύεται.

Τα κίνητρά του για να προχωρήσει σε αποκάλυψη, αλλά και εάν τελικά προκύψουν αποδείξεις για παραβάσεις, πρέπει να είναι τελείως άσχετα με την παροχή καθεστώτος προστασίας.

Κάποιοι παράγοντες έχουν εκφράσει την ανησυχία τους ότι η προστασία μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί καταχρηστικά από κάποια άτομα για την υποβολή ψευδών αναφορών που αποσκοπούν στη δυσφήμηση άλλων ή και για να προστατευτούν οι ίδιοι από πειθαρχικές κυρώσεις. Ωστόσο οι έρευνες και η εφαρμοσμένη πράξη δείχνουν ότι οι ψευδείς αναφορές είναι ασυνήθιστο φαινόμενο.

Αποκλειστική δήλωση της διεθνούς ΜΚΟ «Η προστασία προωθεί την αποτελεσματική αποκάλυψη της διαφθοράς»

Στο νομικό πλαίσιο για την προστασία των εν λόγω προσώπων, που θεσπίστηκε για πρώτη φορά στη χώρα το 2014, ο όρος αποδόθηκε ως «μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος». Εκτοτε η Διεθνής Διαφάνεια Ελλάς μάχεται αδιαλείπτως για την ενίσχυση του εν λόγω νομικού πλαισίου

Με γενικούς όρους, η θέση της ΔΔ είναι ότι οι μάρτυρες δημόσιου συμφέροντος παίζουν ουσιαστικό ρόλο στην αποκάλυψη της διαφθοράς και άλλων παραβιάσεων του δημόσιου συμφέροντος. Αποκαλύπτοντας πληροφορίες για κακουργήματα, μάρτυρες δημόσιου συμφέροντος έχουν βοηθήσει στη διάσωση αμέτρητων ζωών και δημόσιων κονδυλίων δισεκατομμυρίων ευρώ. Οι μάρτυρες δημόσιου συμφέροντος θέτουν συχνά τον εαυτό τους σε μεγάλο κίνδυνο. Μπορεί να απολυθούν, να μηνυθούν, να τεθούν σε μαύρη λίστα, να συλληφθούν ή σε ακραίες περιπτώσεις ακόμη και να δεχτούν επιθέσεις ή να δολοφονηθούν. Η προστασία των μαρτύρων δημόσιου συμφέροντος από τέτοιου είδους αντίποινα θα προωθήσει την αποτελεσματική αποκάλυψη της διαφθοράς, ενισχύοντας τη διαφάνεια και τη λογοδοσία τόσο σε κυβερνητικό επίπεδο όσο και σε εταιρικούς χώρους εργασίας.

Ρεπορτάζ: Λότε Μπρεχτ, Βασίλης Ανδριανόπουλος, Αντιγόνη Μιχοπούλου

Ετικέτες

Documento Newsletter