Επιλογή Καμίνη η μεταφορά τους στη Βικτώρια ή την Τοσίτσα υπό τις καταγγελίες για απόπειρα αφανισμού τους
Οι καλλιτέχνες-χειροτέχνες δίνουν αυτές τις μέρες μεγάλο αγώνα επιβίωσης και αξιοπρέπειας. Πριν από έναν μήνα ο δήμαρχος Αθηναίων Γιώργος Καμίνης με έγγραφο από την Αρχαιολογική Υπηρεσία τους ανακοίνωσε ότι πρέπει να αποχωρήσουν από τον πεζόδρομο της Αποστόλου Παύλου και την Αδριανού στο Θησείο και να μετακινηθούν προς την πλατεία Βικτωρίας, τον Κεραμεικό ή την Τοσίτσα. Τους απείλησαν μάλιστα με έφοδο των ΜΑΤ σε περίπτωση που αρνηθούν.
Η ζωγράφος Μαριάννα Αρετάκη και η αργυροχρυσοχόος Παρασκευή Λίτσα εξηγούν στο Documento γιατί αρνούνται να φύγουν από τον φυσικό τους –όπως λένε– χώρο, για το κύμα συμπαράστασης που γεννήθηκε αλλά και για την ανάγκη να αποτιναχθεί από πάνω τους η επί χρόνια κατασκευασμένη ετικέτα του «παράνομου», του «χίπη» και του «περιθωριακού». «Οι περισσότεροι από εμάς είμαστε οικογενειάρχες. Εγώ είμαι 60 χρόνων και δεν ξέρω αν αύριο θα έχω να πάρω μισό κιλό κιμά ή ένα καρβέλι ψωμί για το σπίτι μου. Να με φτάσουν στα 60 μου χρόνια να θεωρούμαι παραβατική; Αυτό είναι αδιανόητο» λέει η Παρασκευή.
Απόγονοι του Ηφαίστου
Η εικαστική παρέμβαση στον δρόμο και η καλλιτεχνική αγορά είναι το πεδίο γύρω από το οποίο δραστηριοποιούνται. Είναι συνεχιστές μιας παράδοσης που κρατάει από πολύ παλιά. «Βρισκόμαστε στον πεζόδρομο του Θησείου εδώ και έντεκα χρόνια. Οι χειροτέχνες είναι καλλιτέχνες που δημιουργούν με τα χέρια τους κοσμήματα, διακοσμητικά, αντικείμενα που βασίζονται στη μικρογλυπτική με πέτρες, μέταλλο και φυσικά υλικά, πίνακες ζωγραφικής. Ολα αυτά με τη δική μας έμπνευση και φαντασία. Κάθε κομμάτι είναι μοναδικό».
Επιμένουν ότι το Θησείο είναι ο φυσικός τους χώρος. «Εδώ ξεκίνησε αυτή η τέχνη και εδώ πρέπει να πεθάνει. Βρισκόμαστε δίπλα στην Αρχαία Αγορά, εκεί όπου ξεκίνησε η κατεργασία του μετάλλου για να γίνει κόσμημα. Εδώ είναι ο ναός του Ηφαίστου. Από πάνω μας στέκει η Ακρόπολη. Πάντοτε φροντίζουμε ο χώρος να μένει καθαρός, παίρνουμε τα μπουκαλάκια και τα σκουπίδια από τους τουρίστες και τα πετάμε στα καλαθάκια μας, δώσαμε πολιτισμό και ζωή σε έναν δρόμο που ήταν σκοτεινός και απροσπέλαστος προτού φτάσουμε εμείς εδώ».
«Κάστρο μας ο δρόμος»
Πώς όμως ξεκίνησε η προσπάθεια μετακίνησής τους; «Ο κ. Καμίνης σηκώθηκε ένα ωραίο πρωί πριν από έναν μήνα και αποφάσισε να “καθαρίσει” την Αθήνα. Και ο κλήρος έπεσε σ’ εμάς. Σύμφωνα με τον Καλλικράτη, ο δήμος είναι αυτός που αδειοδοτεί και διαβουλεύεται για τους χώρους, επομένως η κύρια ευθύνη βαραίνει τη δημοτική αρχή. Και η Αρχαιολογική Υπηρεσία ωστόσο εμπλέκεται με τις αποφάσεις για το ιστορικό κέντρο και η μόνιμη καραμέλα του δήμου είναι να ρίχνει σε αυτήν το μπαλάκι. Με το πρόσχημα εισαγγελικής εντολής και ένα έγγραφο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας από τον Αύγουστο ο Καμίνης μας έστειλε την ΟΠΚΕ, λες και είχε να συναντήσει τους μεγάλους εγκληματίες. Πιστεύουμε ότι δεν είναι απίθανο να έχουν ήδη δώσει τα χέρια και υποσχέσεις για διαφορετική χρήση του χώρου. Κάναμε διαμαρτυρίες, οργανωθήκαμε μεταξύ μας και τελικά τους αναγκάσαμε να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Μας έδωσαν παράταση μέχρι τις 15 Δεκεμβρίου, ωστόσο, δεν μας κάλεσαν στη διαβούλευση. Υπήρξε μεγάλη συμπαράσταση από κόσμο, σωματεία και γειτονιές. Εχουμε ήδη μαζέψει πάνω από 5.000 υπογραφές. Το θέμα όμως είναι να υπάρξει πολιτική βούληση και από την κυβέρνηση. Μας απείλησαν ακόμη και με τα ΜΑΤ. Δεν θα τους περάσει. Είναι θέμα αξιοπρέπειας. Ο δρόμος είναι δρόμος. Μπορείς να τον ομορφύνεις, να τον σεβαστείς, να τον αλλάξεις, να τον προσπεράσεις. Αλλά δεν μπορείς να τον κλείσεις και να τον ορίσεις. Το Θησείο είναι το κάστρο μας. Και δεν μπορούν να μας το πάρουν πίσω γιατί δεν τους ανήκει. Μας έχουν πλησιάσει ήδη πέντε ευρωβουλευτές και η κυβέρνηση το βλέπει θετικά. Πρέπει όμως να υπάρξει ανάληψη πολιτικής ευθύνης».
Καλλιτέχνες ταξιδευτές
Η τέχνη αυτή έχει τη δική της φιλοσοφία, έναν τρόπο ζωής που δεν χωράει σε συμβάσεις. «Πολλοί δημιουργούν τα έργα τους στον δρόμο. Η έμπνευσή τους έχει να κάνει με τον αστικό χώρο και την επαφή με το κοινό. Είμαστε λίγο ταξιδευτές. Και λίγο τυχοδιώκτες, με την καλή έννοια. Η δημιουργία δεν επαναλαμβάνεται. Κανένα κομμάτι δεν είναι ίδιο με το προηγούμενο. Μπορεί ένα τοπίο να μη σε εμπνεύσει και να προτιμήσεις να φύγεις για να γνωρίσεις κάτι διαφορετικό. Η χειροτεχνία αυτής της μορφής δεν είναι εμπόριο ούτε βιοτεχνική διαδικασία. Εχει να κάνει πρώτα απ’ όλα με τη δημιουργία. Από τη στιγμή που όλα είναι χειροποίητα, δεν μπορούμε να είμαστε παραγωγικοί για κάποιο μαγαζί. Και αυτό είναι λογικό. Είναι λάθος να μας εξισώνουν με εμπόρους και μικροπωλητές. Θα μπορούσαμε να παραγγείλουμε δέκα ίδιους πίνακες από έναν ζωγράφο; Θα μπορούσαμε να ζητήσουμε από έναν συνθέτη να γράψει πέντε φορές το ίδιο μουσικό κομμάτι; Γιατί πιστεύουμε ότι ο χειροτέχνης είναι μηχανή; Η ίδια λανθασμένη αντίληψη υπήρξε πρόσφατα και για τους μουσικούς του δρόμου, που δεν είναι ούτε επαίτες ούτε περιθωριακοί».
Παρότι έχουν κάνει αρκετές προσπάθειες για να ρυθμιστεί το πεδίο, μέχρι τώρα δεν έχουν βρει την επιθυμητή ανταπόκριση. «Η εξουσία δεν μας βλέπει, δεν υπάρχουμε γι’ αυτούς. Και όταν μας βλέπουν σηκώνουν απλώς το χαλί, χωρίς καμία αντίληψη γι’ αυτό που κάνουμε και μας λένε μείνετε εδώ, πηγαίνετε εκεί ή αλλού. Σε όλες τις χώρες υπάρχει το επάγγελμα του χειροτέχνη εκτός από εδώ, τη χώρα που το γέννησε. Προσπαθούν να μας αφανίσουν. Ολες οι συμφωνίες που έχουν γίνει μέχρι τώρα είναι άτυπες και προφορικές. Το πλαίσιο ωστόσο θα μπορούσε να ρυθμιστεί αποτελεσματικά και όχι να βιώνουμε διαρκώς το κυνήγι, την καταστολή, την παρανομία. Εχουμε καταθέσει υπομνήματα και προτάσεις. Τους ενδιαφέρουν όμως περισσότερο οι μεγάλες μονάδες, η κάθετη συμμετοχή στην παραγωγή, σε μια πορεία άκρατου καπιταλισμού και βιομηχανοποίησης. Την τέχνη μας όμως τη σεβόμαστε και την προβάλλουμε με την ωραιότερη εικόνα. Δεν είμαστε ούτε αλήτες ούτε τζαμπατζήδες. Ακόμη κι αν κάποιος φοράει φθαρμένο παντελόνι, ο πάγκος του θα είναι πάντα πεντακάθαρος».
«Θέμα επιβίωσης για όλους»
Μέσα στην οικονομική κρίση η ανθρωπογεωγραφία στην Αθήνα άλλαξε αρκετά, καθώς και άλλοι άνθρωποι βγήκαν στον δρόμο παλεύοντας για την επιβίωσή τους. «Η εικόνα σε καμία περίπτωση δεν μας ικανοποιεί. Δεν μπορούμε όμως να το παίξουμε αστυνομία και να διώξουμε άλλους ανθρώπους, να μας βάλουν να τσακωθούμε μεταξύ μας, γιατί είναι ζήτημα επιβίωσης για όλους. Το κράτος πρέπει να βοηθήσει. Λόγω του μεταναστευτικού έχουν αλλάξει η ποικιλομορφία και η σύνθεση του κόσμου. Βλέπουμε ακόμη παππούδες και γιαγιάδες να πουλάνε χόρτα και κεντήματα της γιαγιάς τους επειδή δεν μπορούν να βγουν στη σύνταξη. Σε μια τέτοια κοινωνική συνθήκη ανθεί ενίοτε και το παράνομο εμπόριο, αλλά δεν γίνεται να τα βάζουμε όλα στο ίδιο καζάνι. Είμαστε τόσο θυμωμένοι που δεν πρόκειται να υποχωρήσουμε».