Το πρωινό της Παρασκευής ο πλανήτης έμεινε άφωνος από την πρωτοφανή δολοφονία του Ιάπωνα πρώην πρωθυπουργού Σίνζο Αμπε. Η έκπληξη για την ενέργεια αυτή –τα κίνητρα σύμφωνα με τον δράστη δεν ήταν πολιτικά, παραμένουν όμως ακόμη θολά– υπογραμμίζεται και από το γεγονός ότι η βία με πυροβόλα όπλα είναι πρακτικά ανύπαρκτη στη χώρα, ενώ οι απόπειρες δολοφονίας πολιτικών είναι σπάνιες, τουλάχιστον μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η ενέργεια του 41χρονου δράστη Τέτσουγια Γιαμαγκάμι καταδικάστηκε από ηγέτες από όλο τον κόσμο ως «επίθεση στη δημοκρατία». Η ιδιότητά του ως υπηρετήσαντος στις ένοπλες δυνάμεις ξυπνά μνήμες από το απώτερο παρελθόν της Ιαπωνίας, ενός παρελθόντος που η χώρα υποτίθεται ότι έχει αφήσει πίσω.
Η νεότερη πολιτική ιστορία της Ιαπωνίας χαρακτηρίζεται από πολιτική βία, η οποία εξασθένισε μετά τη δεκαετία του 1960. Ο ρόλος του στρατού ως κατάλοιπου του αυτοκρατορικού παρελθόντος ήταν κομβικός στην κατάλυση της πολιτικής κανονικότητας του μεσοπολέμου και την επικράτηση της βίας ως κύριου μοχλού διαμόρφωσης πολιτικών τετελεσμένων.
Μάλιστα δεν ήταν σπάνιες οι φορές πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο που οι Ιάπωνες πολιτικοί είχαν ανοιχτές διασυνδέσεις τόσο με εθνικιστικές οργανώσεις όσο και με την ιαπωνική μαφία (Γιακούζα), ενώ το εθνικιστικό αίσθημα ήταν τόσο δυνατό ώστε όποιος το εκμεταλλευόταν καταλλήλως ανέβαινε γοργά στην εξουσία. Η πολιτική βία γνώρισε το απόγειό της τη δεκαετία του 1930, όταν έγιναν απανωτές απόπειρες δολοφονίας πρωθυπουργών και πραξικοπήματα, τα οποία οδήγησαν στην επικράτηση του στρατού στις πολιτικές κυβερνήσεις της Ιαπωνίας μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Δολοφονίες και επιθέσεις
Η πρώτη δολοφονία πρώην πρωθυπουργού στη νεότερη ιστορία της Ιαπωνίας ήταν εκείνη του Χιρομπούμι Ιτο στη Μαντζουρία το 1909. Ο Ιτο, ο πρώτος πρωθυπουργός στην κοινοβουλευτική ιστορία της χώρας, πυροβολήθηκε έξι φορές από έναν Κορεάτη εθνικιστή που δεν ήθελε την ενσωμάτωση της κορεατικής χερσονήσου στην Ιαπωνία, η οποία ολοκληρώθηκε το επόμενο έτος.
Ενας εν ενεργεία πρωθυπουργός, ο Τακαχάσι Χάρα, δολοφονήθηκε με μαχαίρι το 1921 στον σιδηροδρομικό σταθμό του Τόκιο, ενώ ο Ινουκάι Τσουγιόσι, που αντιτάχτηκε στην επιρροή του στρατού στα πολιτικά πράγματα, έπεσε νεκρός το 1932 από τα πυρά έντεκα χαμηλόβαθμων αξιωματούχων του πολεμικού ναυτικού μες στην πρωθυπουργική κατοικία! Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οι επιθέσεις σχεδόν σταμάτησαν: το 1960 ο επικεφαλής του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ινετζίρο Ασάνουμα πέθανε από επίθεση ενός 17χρονου με σπαθί, ενώ το 2007 ο δήμαρχος του Ναγκασάκι Καζουνάγκα Ιτο δολοφονήθηκε από ακροδεξιούς εθνικιστές.
Τρομοκρατικές ενέργειες
Πολλοί, ανάμεσά τους και η Ρωσία, υποθέτουν ότι η επίθεση της Παρασκευής αποτελεί τρομοκρατική επίθεση, γεγονός σχετικά σπάνιο για την Ιαπωνία, ειδικά αν μιλάμε για ατομική τρομοκρατία. Αν και η επίθεση με το αέριο σαρίν στο μετρό του Τόκιο το 1995 είναι πιθανώς το πιο ευρέως γνωστό τρομοκρατικό γεγονός στη χώρα του ανατέλλοντος ηλίου μέχρι σήμερα με 5.500 τραυματίες και δώδεκα νεκρούς, η Ιαπωνία δεν έχει υποστεί πολλές τρομοκρατικές ενέργειες στο πρόσφατο παρελθόν.
Οι σημαντικότερες ήταν οι βόμβες στα κεντρικά γραφεία της βιομηχανίας Mitsubishi στο Τόκιο το 1974 με 207 τραυματίες και οκτώ νεκρούς και στα γραφεία της νομαρχιακής κυβέρνησης του Χοκάιντο στο Σαπόρο το 1976 (80 τραυματίες, δύο νεκροί). Πιο πρόσφατη τρομοκρατική επίθεση είναι εκείνη στο φεστιβάλ Yosakoi-Soran στο Σαπόρο το 2000 με δέκα τραυματίες. Η Ιαπωνία έχει βιώσει άλλα δύο τρομοκρατικά γεγονότα με μαζικές απώλειες από έκλυση χημικών: η επίθεση με αέριο σαρίν στο Ματσουμότο το 1994 που άφησε 600 τραυματίες και επτά νεκρούς και το περιστατικό με το αρσενικό στη Ουακαγιάμα το 1998 με 67 τραυματίες και τέσσερις νεκρούς.
Ποιος ήταν ο Αμπε
Παρότι η βία σε δημόσιο χώρο δεν είναι άγνωστη στη χώρα αλλά θεωρείτο ότι έχει παρέλθει προ πολλού, δεν ήταν ασυνήθιστο ότι ο Σίνζο Αμπε διάλεξε να κάνει την προεκλογική ομιλία του σε δημόσιο δρόμο. Ο αδόκητος θάνατός του έρχεται να κλείσει ένα σημαντικό κεφάλαιο στην πολιτική ιστορία της Ιαπωνίας. Ο Αμπε ήταν ο μακροβιότερος πρωθυπουργός της Ιαπωνίας. Πρώτη φορά ανέλαβε τα ηνία το 2006 για ένα χρόνο και επέστρεψε για μια σπάνια στα κοινοβουλευτικά χρονικά της χώρας δεύτερη θητεία το 2012, η οποία κράτησε έως το 2020. Στα χρόνια του κλήθηκε να βγάλει την Ιαπωνία από τον αποπληθωρισμό με τα περίφημα «Abenomics»: τύπωσε πληθώρα χρήματος και έκανε δημόσιες επενδύσεις για να πυροδοτήσει την ανάπτυξη, σχέδιο που βρήκε απήχηση και σε άλλες οικονομίες, όπως η αμερικανική και η ευρωπαϊκή. Αλλαξε το σύνταγμα για να αναβιώσει το πάλαι ποτέ αυτοκρατορικό μεγαλείο του ιαπωνικού στρατού, ενώ επιδίωξε να βάλει φρένο στην απειλητική άνοδο της Κίνας ως παγκόσμιας δύναμης. Το 2007 παραιτήθηκε από την πρώτη του θητεία για λόγους υγείας. Οι επικριτές του λένε ότι οι πραγματικοί λόγοι ήταν τα πολιτικά σκάνδαλα, η οργή των πολιτών για τα αρχεία συνταξιοδότησης που χάθηκαν και μια συντριπτική ήττα στις εσωκομματικές εκλογές. Λόγους υγείας επικαλέστηκε και για την παραίτησή του το 2020, όμως η κακή διαχείριση της πανδημίας φαίνεται πιο πιστευτός λόγος.