«Χρυσοφόρα» τα μενού εντόμων

Ποιοι σιγοντάρουν και ποιοι αντιδρούν στα σχέδια της ΕΕ για αλλαγή της επισιτιστικής πολιτικής

«Αν δεν έχουν ψωμί, ας φάνε… γρύλους». Θα μπορούσε να ήταν η παραλλαγμένη ατάκα μιας εκπροσώπου κάποιου βασιλικού οίκου της Ασίας, όπου η γαστρονομική κουλτούρα της εντομοφαγίας ανθεί. Πρόκειται όμως ούτε λίγο ούτε πολύ για την επίσημη επισιτιστική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης με την ένθερμη υποστήριξη του ΟΗΕ.

Παίρνοντας τα πράγματα από την αρχή, στις αρχές Ιανουαρίου η ΕΕ με τον κανονισμό 2023/5 ενέκρινε τη διάθεση τροφίμων με συστατικό μερικώς απολιπασμένη σκόνη οικιακού γρύλου ως «νέα τροφή για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και της επισιτιστικής κρίσης». Επιπροσθέτως, στο πλαίσιο του ίδιου κανονισμού εγκρίθηκε και η κυκλοφορία τροφίμων με συστατικά κίτρινο αλευροσκουλήκι και μεταναστευτική ακρίδα. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι στην αρμόδια Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια Τροφίμων (EFSA) που παρέχει τις εγκρίσεις εκκρεμούν ακόμη οκτώ αιτήσεις, γεγονός που σημαίνει πως οι σχετικές εγκρίσεις ενδεχομένως να φτάσουν τις δώδεκα. Οπως αναφέρεται στην ανακοίνωση της Κομισιόν, τα προϊόντα που θα περιέχουν το νέο αυτό τρόφιμο θα φέρουν την κατάλληλη σήμανση, για πρόληψη τυχόν αλλεργικών αντιδράσεων.

Εργαστηριακή αναπαραγωγή

Πρόκειται για εξέλιξη που μόνο κεραυνός εν αιθρία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί, αφού τον περασμένο Ιούνιο η ΕΕ αποφάσιζε να εντάξει και τη Μαλαισία στην περιορισμένη λίστα των χωρών που διαθέτουν την άδεια –κατ’ άλλους το προνόμιο– της εξαγωγής διατροφικών προϊόντων με βάση τα έντομα και στην οποία περιλαμβάνονται ο Καναδάς, η Ελβετία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Νότια Κορέα. Και ο ΟΗΕ εξάλλου το σχετικά πρόσφατο 2013 είχε αναφερθεί στα πλεονεκτήματα μιας διατροφής βασισμένης σε παράγωγα των εντόμων, εστιάζοντας τόσο στο ελάχιστο περιβαλλοντικό αποτύπωμα όσο και στην υψηλή διατροφική αξία, με τους επιστήμονες να θεωρούν τα έντομα και τα προϊόντα τους βασικές πηγές πρωτεΐνης. Επιπλέον, ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας (FAO) έχει διαπιστώσει τα τελευταία χρόνια πως τα έντομα αποτελούν θρεπτικό και υγιεινό τρόφιμο, με υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες, βιταμίνες, φυτικές ίνες και ανόργανα άλατα. Η δυνατότητα μάλιστα εργαστηριακής αναπαραγωγής φαίνεται να λύνει μια και καλή το πρόβλημα της εξάντλησης των ζωικών πόρων.

Υπάρχουν ωστόσο και εξίσου στέρεες αντιρρήσεις. Μερικές εκφράστηκαν ανοικτά από κύκλους ευρωβουλευτών με αναφορά σε όλο το πολιτικό φάσμα, οι οποίοι και έθεσαν τους προβληματισμούς τους προς την αρμόδια επίτροπο Υγείας της ΕΕ Στέλλα Κυριακίδου σχετικά με το ζήτημα της πιθανής πρόκλησης αλλεργικών αντιδράσεων, επισημαίνοντας πως τα συγκεκριμένα συστατικά, πέραν του γεγονότος ότι βρίσκονται εκτός της διατροφικής κουλτούρας των Ευρωπαίων, μπορούν να προκαλέσουν πλήθος αλλεργικών αντιδράσεων σε καταναλωτές με αλλεργίες. Παράλληλα, δεν δίστασαν να υπογραμμίσουν ένα ακόμη πρόβλημα υπαρκτό σε σωρεία διατροφικών προϊόντων: αυτό της αναγραφής των συστατικών των τροφίμων με πολύ μικρή δυσδιάκριτη γραμματοσειρά στο πίσω μέρος των συσκευασιών, γεγονός που δυσχεραίνει για ευνόητους λόγους την όποια απόπειρα των καταναλωτών να αποκτήσουν σαφή εικόνα. «Στην περίπτωση τροφίμων που περιέχουν έντομα η συγκεκριμένη ονομασία του εντόμου, όπως ορίζεται στους εκτελεστικούς κανονισμούς της Επιτροπής για την έγκριση, πρέπει να περιλαμβάνεται στον κατάλογο των συστατικών» ήταν η απάντηση της επιτρόπου, γεγονός που δεν λύνει ωστόσο το πρόβλημα ότι η επιστημονική ορολογία εξακολουθεί να παραμένει terra incognita για τους καταναλωτές.

Απρόβλεπτες παρενέργειες

Και είναι σε αυτό το πεδίο ακριβώς που αναπτύσσονται μια σειρά από εύλογες απορίες από τους καταναλωτές σχετικά με την ασφάλεια που κρύβει η συγκεκριμένη διατροφική επιλογή. Πέραν του ζητήματος των αλλεργιών, το οποίο ο EFSA θίγει ακροθιγώς αποδεχόμενος ότι η κατανάλωση των αξιολογημένων πρωτεϊνών εντόμων μπορεί ενδεχομένως να οδηγήσει σε αλλεργικές αντιδράσεις, η εμπειρία της πανδημίας του κορονοϊού δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντική για τις απρόβλεπτες παρενέργειες που μπορεί να κρύβει η διατροφική αλυσίδα, πολλώ δε μάλλον όταν αφορά μαζικούς ζωικούς πληθυσμούς και τυχόν παρενέργειες όταν δύο οργανισμοί έρχονται σε επαφή ο ένας με τον άλλο.

Σε ό,τι αφορά την οικονομική διάσταση, δεν είναι λίγοι όσοι επισημαίνουν τη χρυσή ευκαιρία που διαφαίνεται για τους κολοσσούς της βιομηχανίας τροφίμων από την προοπτική της περαιτέρω ανάπτυξης ενός νέου διατροφικού μοντέλου. Ενδεικτικά, ένας πρόχειρος υπολογισμός σχετικά με την αξία του τζίρου γύρω από τον χώρο της νέας διατροφικής αγοράς κάνει λόγο για τζίρο 343 εκατ. ευρώ το 2021, με προοπτική ο αριθμός να φτάσει το 1,3 δισ. ευρώ το 2027, καθώς τα πολυεθνικά μεγαθήρια του χώρου προσβλέπουν σε νέους πελάτες.

Παραφράζοντας έτσι κανείς τη γνωστή ρήση για τους καπιταλιστές που είναι ικανοί να πουλήσουν στους προλετάριους ακόμη και το σχοινί με το οποίο οι τελευταίοι θα τους κρεμάσουν, θα σημείωνε την τραγική ειρωνεία ότι μια προσοδοφόρα αλλαγή μενού θα περιλάμβανε τους μικροοργανισμούς που στο τέλος είναι προορισμένοι να συμβάλλουν στην αποσύνθεση του θηρευτή τους. Κοινώς, «χους εις χουν» σε μια πρωτότυπη εκδοχή κυκλικής οικονομίας.