Το μυθιστόρημα του Γιάννη Καλπούζου «Σέρρα – Η Ψυχή του Πόντου» ζωντανεύει και φέτος στη σκηνή, στο Μικρό Θέατρο Άνεσις, σε σκηνοθεσία Σωτήρη Χατζάκη και με την ηθοποιό Χρύσα Παπά να επιδίδεται σε έναν ερμηνευτικό «μαραθώνιο», υποδυόμενη 12 διαφορετικούς χαρακτήρες. Δώδεκα άνθρωποι που φέρουν μέσα τους την Ιστορία των Ελλήνων του Πόντου και των Αρμενίων.
Η Χρύσα Παπά μιλάει στο documentonews.gr για το πώς προσεγγίζει η παράσταση τη γενοκτονία των Ποντίων, για τις μνήμες της οικογένειάς της από τον Πόντο και λέει χαρακτηριστικά: «Είναι μια παράσταση που μιλάει για τον έρωτα και το μίσος, την ανθρωπιά και την απανθρωπιά».
Λίγα λόγια για την υπόθεση του έργου «Σέρρα – Η Ψυχή του Πόντου»
Η Λεμονιά παρουσιάζεται στο κοινό για να αφηγηθεί την ιστορία του πατέρα της, του Γαληνού Φιλονίδη. Μια ιστορία που ξεκινάει από το 1915 και ολοκληρώνεται το 1962, στην Τραπεζούντα και άλλες περιοχές του Πόντου, στην Αμπχαζία και στο Καζακστάν. Ο Γαληνός διχάζεται ανάμεσα σε δυο γυναίκες, δοκιμάζονται οι ηθικές του αρχές κι έρχεται αντιμέτωπος με την αγριότητα και τις τρικυμίες της ψυχής, ενώ στο πρόσωπο του και στην πορεία του αντανακλούν τα δεινά των Ελλήνων του Πόντου και των Αρμενίων.
Η γενοκτονία των Ποντίων είναι μια από τις πιο επώδυνες στιγμές του Ελληνισμού. Με ποιον τρόπο τον προσεγγίζει ο συγγραφέας Γιάννης Καλπούζος στο έργο του και στη συνέχεια εσείς στην παράσταση του Σωτήρη Χατζάκη;
Ο Γιάννης Καλπούζος έγραψε πριν χρόνια αυτό το αριστουργηματικό έργο του και αναφέρεται στην Γενοκτονία των Ποντίων και στον άνθρωπο ανεξαρτήτως καταγωγής, με σεβασμό αλλά και με αλήθεια. Πρόκειται για μια οικογενειακή και ερωτική ιστορία που ξεκινάει το 1915 και ολοκληρώνεται το 1962, μια ιστορία γεμάτη έρωτα, αγάπη, τρυφερότητα που όμως διαδραματίζεται σε χρόνια πολύ σκληρά, γεμάτα βία και απανθρωπιά.
Το ίδιο θα έλεγα και για τον Σωτήρη Χατζάκη και για την δουλειά που κάναμε στις πρόβες. Με σεβασμό και τιμή φέρουμε στην σκηνή την ιστορία κάποιων ανθρώπων σε κείνα τα χρόνια. Και αυτό που συμβαίνει την ώρα της παράστασης είναι ένα ταξίδι που κάνουμε από κοινού με τους θεατές, μέσα από τους ήρωες του έργου, σε χρόνια δύσκολα.
Πόσο δελεαστικό και ταυτόχρονα πόσο δύσκολο είναι για εσάς υποκριτικά να ερμηνεύετε 12 διαφορετικούς ρόλους;
Όπως ακριβώς το λέτε, πολύ δελεαστικό και πολύ δύσκολο. Όταν ξεκίνησε το ταξίδι αυτής της δουλειάς δεν μου ήταν ξεκάθαρος ο βαθμός δυσκολίας, στην πορεία των προβών τον ανακάλυπτα όλο και περισσότερο. Στην σκηνή παρουσιάζομαι ως η κόρη του πατέρα της ιστορίας, η Λεμονιά, που έρχεται για να αφηγηθεί την ιστορία του πατέρα της.
Στην διάρκεια αυτή υποδύομαι 12 διαφορετικούς ρόλους, άντρες, γυναίκες, παιδιά, Έλληνες, ξένους. Πολύ δελεαστικό και δύσκολο, λοιπόν, που από την πρώτη μέρα και για όσο παίζω, απαιτεί πολύ δουλειά..
Διάβασα σε μια συνέντευξή σας ότι έχετε ρίζες από τον Πόντο. Υπήρχαν κάποιες ιστορίες που θυμάστε να σας εξιστορούσαν από μικρή για τους Έλληνες του Πόντου;
Ναι έχω ρίζες από τη πλευρά του πατέρα μου. Πολλές ιστορίες δεν έχω ακούσει από την οικογένεια μου, λίγες από την γιαγιά μου, την μητέρα του πατέρα μου που μου έλεγε ότι οι γονείς της ήρθαν στην Ελλάδα με τον ξεριζωμό. Όταν τις ξανάκουσα βέβαια με αφορμή την ενασχόληση μου με αυτή την παράσταση, η δόνηση μέσα μου ήταν διαφορετική. Επίσης από μικρή άκουγα ποντιακή μουσική και τραγούδια που όλα αυτά κάπως μέσα τους έχουν ένα πόνο…
Πιστεύω ωστόσο ότι και να μην ήταν η μισή καταγωγή μου από τον Πόντο, είναι τόσο δυνατή η ιστορία που έγραψε ο Γιάννης Καλπούζος που και πάλι θα με συγκινούσε και θα ήταν για μένα πηγή έμπνευσης.
Εάν σας έλεγα να απομονώσετε μια φράση από το έργο, η οποία να συμπυκνώνει το νόημα της ιστορίας, ποια θα ήταν;
Η παράσταση τελειώνει με την εξής φράση «Διαλέγω τους ανθρώπους ανεξαρτήτως φυλής» και μετά με ένα νανούρισμα…Το έργο και η παράσταση αυτή απευθύνεται στον άνθρωπο, από όπου και αν κατάγεται. Είναι μια παράσταση που μιλάει για τον έρωτα και το μίσος, την ανθρωπιά και την απανθρωπιά.
Πόσο εύκολος πιστεύετε ότι θα είναι ο φετινός θεατρικός χειμώνας;
Αυτό μάλλον δεν το ξέρουμε ποτέ…Αυτό που φαίνεται έως αυτή την στιγμή που μιλάμε είναι ότι ο κόσμος λαχταράει να πάει στο θέατρο, μετά από τα δυο χρόνια που περάσαμε.. Και εμείς όλοι λαχταρούμε να νιώθουμε τους θεατές από κάτω και να ζούμε αυτό το ταξίδι μιας θεατρικής παράστασης παρέα..