Χρήστος Γαρούφος / Παλαιό Καφενείο: Ο έρωτας είναι σαν φαγητό που άλλος το προτιμάει πικάντικό κι άλλος έχει το στομάχι του

Χρήστος Γαρούφος / Παλαιό Καφενείο: Ο έρωτας είναι σαν φαγητό που άλλος το προτιμάει πικάντικό κι άλλος έχει το στομάχι του

Γνωρίζουμε τους ανθρώπους αυτής της πόλης και μαθαίνουμε τις ιστορίες τους.

Περπατώντας στις γειτονιές του Βοτανικού με ακουστικά στα αυτιά και τα νέα τραγούδια του Κραουνάκη να παίζουν βρέθηκα κοντά στην οδό Κορυτσάς και Σπύρου Πάτση… όπου ο χρόνος φαίνεται να έχει σταματήσει στο μαγειρείο «Παλαιό καφενείο». Η πρώτη κουβέντα που θα ακούσεις σε αυτό το μαγαζί είναι «να βάλω τσίπουρο» και το πρώτο πράγμα που θα δεις είναι η τεράστια μπουκαμβίλια.

Ο Χρήστος Γαρούφος δεν είναι απλά ο ιδιοκτήτης του, είναι ο άνθρωπος που θα ψήσει, θα σερβίρει, θα ρωτήσει τους γείτονες πως πάει η δουλειά κι αν το εγγόνι τους έγραψε καλά στις εξετάσεις.

Όταν του είπα πως δεν πίνω αλκοόλ με ρώτησε απορημένος «εντάξει, αλκοόλ, το καταλαβαίνω, αλλά τσίπουρο… » και κάπως, έτσι ξεκίνησε η κουβέντα μας που κράτησε πολύ ώρα και ήρθαν και τα τσίπουρα και το συκώτι στα κάρβουνα και το παστίτσιο, σπεσιαλιτέ, διαλεχτή στο μαγαζί δια χειρός κα. Παναγιώτας, την οποία ο Γιώργος Μαργαρίτης τιμάει κάθε φορά που το επισκέπτεται.

Ο χώρος, αρχικά ήταν γαλατάδικο. Το 1954, ο πρώτος ιδιοκτήτης ο κ. Μπάμπης μοίραζε το γάλα στη γειτονιά. Μετά, το 1980 έγινε καφενείο, όπου σέρβιρε κρασί και μεζέδες. Στην ιδιοκτησία του κ. Χρήστου ήρθε μετά το 1997.

Το μαγαζί βρίσκεται σε ένα στενό όπου οδηγεί σε αδιέξοδο της Σπύρου Πάτση και συνορεύει με την Γεωπονική Σχολή. Εντελώς, εμπιστευτικά μου λέει πως «πηδάνε τα κάγκελα φοιτητές κι έρχονται για φαγητό, αλλά δεν τους παίρνω χρήματα, γιατί δεν έχουν κιόλας τα καημένα». Σε ακόμα πιο συνωμοτικό ύφος μου λέει και για ζευγάρια παράνομα που έρχονται και αράζουν, αφού πρώτα με ρωτάει πόσο χρονών είμαι κάτι, που η αλήθεια είναι με κόλλησε, γιατί πολλά με λες άλλα όχι ανήλικη. Κάπου, εκεί μας διακόπτει η Δήμητρα που τον ρωτάει για έναν λογαριασμό. Της λέει να κεράσει τα τσίπουρα και να χρεώσει μόνο τις ομελέτες.

Νομίζω πως η μεγάλη ζημιά έγινε όταν μια παρέα άρχισε να παίζει κιθάρα και να μουρμουρίζει το «Καλύτερο Μπεγλέρι»…  ο Γιώργος Μαργαρίτης είναι φίλος του μαγαζιού, μου υπενθυμίζει.

Είπαμε πολλά με τον κ. Χρήστο και για τον έρωτα μιλήσαμε που είναι αγιασμένος από τον θεό και για αυτό προτιμάει να νηστεύει το φαγητό και το τσιγάρο, αλλά όχι τον έρωτα. Τον ρωτάω αν κόβει και το τσίπουρο και με το ίδιο απορημένο ύφος μου λέει «το τσίπουρο γιατί;».

Ο έρωτας για τον κ. Χρήστο είναι σαν φαγητό που δεν έχει ακόμα αποκαλύψει  όλα τα συστατικά του. Άλλοι τον προτιμούν πικάντικο, άλλοι έχουν πρόβλημα με το στομάχι τους και άλλοι είναι αχόρταγοι και τους αρέσει η ποικιλία. Μα ο πιο δυνατός είναι εκείνος που δεν φοβάται. Όσο για τους πολιτικούς και την βοήθεια της πολιτείας μου δείχνει τα δυο του χέρια. Μόλις, ακούει τρεις περαστικούς να παραπονιούνται για την ακρίβεια γυρίζει και μου λέει  «τι να σου πω για τους πολιτικούς; Μια χειροβομβίδα να είχα και ξέρω εγώ».

Φεύγοντας και αφού το μαγαζί είχε γεμίσει μέσα κι έξω με είπε φιλενάδα, ήθελε να με φιλέψει και μου είπε κρίμα που δεν ήπια τσίπουρο. Α! μου ζήτησε και να μην τα γράψω όλα όσα είπαμε για τις γυναίκες και τις σχέσεις και εγώ του το υποσχέθηκα. Εξάλλου, είπαμε ο έρωτας είναι μια συνταγή που ο καθένας την φτιάχνει όπως εκείνος ορίζει και κατά όπως αντέχει!!

Documento Newsletter