Χριστίνα Σουγιουλτζή: «Οι καλλιτέχνες δεν είμαστε υπάλληλοι – Κρατάμε μία φλόγα αναμμένη για όσο την αξίζουμε»

credits Χριστίνα Γεωργιάδου

Η δημοφιλής ομάδα ακροβατών και χορευτών «κι όμΩς κινείται» καταπιάνεται για πρώτη φορά με το αρχαίο δράμα και δημιουργεί μια σύγχρονη performance διονυσιακής τελετουργίας με βάση τις «Βάκχες» του Ευριπίδη και το «Σπαραγμό» της Μαργαρίτας Λυμπεράκη, συντηρώντας επί σκηνής έναν κόσμο από χαρτί. 

Η χορογράφος και χορεύτρια, από τα ιδρυτικά μέλη των «κι όμΩς κινείται»,  Χριστίνα Σουγιουλτζή, μιλάει στο Documento με αφορμή την παράσταση «Βάκχες» που ανεβαίνει για λίγες ακόμη παραστάσεις στο Θέατρο Ροές. 

Οι «κι όμΩς κινείται» καταπιάνονται πρώτη φορά με το αρχαίο δράμα. Γιατί συγκεκριμένα με τις «Βάκχες»; 

Στην αποθέωση της ψηφιακής πραγματικότητας, τόσο ραγδαία εξελισσόμενης, που σοκάρει ακόμα και τους πιο μυημένους, αισθανόμαστε την ανάγκη να ασχοληθούμε με μια κεφαλαιώδη ωδή στη σωματικότητα και στις έννοιες του άφατου, του μεταφυσικού. Πώς κατανοούνται, μεταφράζονται, απεικονίζονται και επικοινωνούν οι έννοιες της ύβρεως, της πίστης, της αναγέννησης, της έκστασης, του θείου, με τις οποίες διαπραγματεύεται το έργο, στο παρόν; Μας αφορούν; Ποιά η σύνδεση του παρόντος με την πνευματικότητα, το «άφατο»; Η έννοια της έκστασης είναι προφανώς και άρρηκτα  συνδεδεμένη  με το χορό, από τα πρώτα βήματα των ανθρώπινων κοινωνιών. Τι τελικά σημαίνει; Πώς τη νιώθουμε; Πώς την απεικονίζουμε; Πώς την περιγράφουμε; Υπάρχει; Επιτυγχάνεται; έχει κάποια σχέση με τη σκηνική συνθήκη; 

Οι «Βάκχες» είναι το κατεξοχήν έργο, κοινός τόπος, κοινή γνώση, των ανθρώπων δομημένων μέσα στους ορισμούς του δυτικού πολιτισμού, που περιγράφει και ορίζει την περιοχή του διονυσιασμού, της φυγής από το πραγματικό. Η ανάγκη του ανθρώπινου σώματος-πνεύματος, να υποτάξει τη σκέψη μέσω της σωματικής πρακτικής, παραμένει ίδια με όποιον τρόπο κι αν εκφράζεται. Στοχεύει πάντα στην ουτοπία της έκστασης, της φυγής από το «εδώ και τώρα», του χρόνου, του τόπου και του πραγματικού. Η ακροβατική πράξη, η αλήθεια της ισορροπίας και της σωματικής επιτέλεσης, κατορθώματος περιέχει την κατάσταση της μέθης, του ιλίγγου. Η ουσιαστικότερη όμως θέση της παράστασης, σε σχέση με το θέμα αυτό, είναι η σιωπή.

Πως συνδέονται τα δύο κείμενα, ο «Σπαραγμός» της Μαργαρίτας Λυμπεράκη και οι «Βάκχες» του Ευριπίδη; 

Ο «Σπαραγμός» είναι ένα βιβλίο που «περιγράφει» μια τελετή θυσίας. Θυσιάζεται ο νέος – δυνατός βασιλιάς από την ιέρεια- μητέρα του και σπαράσσεται το σώμα του, για να ποτίσει τη γη ν’ ανθίσει. Στη συνέχεια τον πενθούν οι γυναίκες και συνταιριάζουν λατρευτικά τα μέρη του, ώστε μαγικά να έρθει η στιγμή να αναγεννηθεί, να ξαναβρεί την ανάσα του, να ξανανοίξει τα μάτια, νικώντας το απόλυτο του θανάτου. 

Πρόκειται για τον φυσικό κύκλο: άνοιξη, καλοκαίρι, φθινόπωρο, χειμώνας και πάλι άνοιξη. Βάλαμε τον Πενθέα στη θέση του θυσιαζόμενου προσώπου. Βάλαμε την κοινωνική αναδόμηση, την έννοια του σεισμού, της αμφισβήτησης και τελικά της ολικής καταστροφής της Πόλης στη θέση της φυσικής ανάγκης για αναπνοή και ελευθερία.  

«Για το μόνο που είμαστε βέβαιοι είναι η μη βεβαιότητα. Τα πάντα ρει. Τι μπορεί να μας ησυχάσει σε σχέση με την αναγκαιότητα του Τέλους και της φθοράς;» Πως θα απαντούσες σε αυτό το ερώτημα που οι ίδιοι θέτετε στην παράστασή σας; 

Η ερώτηση των ερωτήσεων. Εάν και είμαι σίγουρη ότι στο μέλλον στην αντίστοιχη ερώτηση θα πω κάτι άλλο. Αυτή τη στιγμή, υποψιάζομαι ότι η ησυχία βρίσκεται στην προσήλωση στο παρόν, στην ποιητική του παρόντος. Στην τελετή δηλαδή. Στην τελετή τη ζωής. Διαδικασίες που απαιτούν προσήλωση, γνώση, έχουν κανόνες και ζητούν τον ολόκληρο εαυτό μας. 

Δε μπορείς να αφιερωθείς σε κάτι που δεν έχεις δώσει χρόνο και προσοχή να το γνωρίσεις να το αναλύσεις, να το αρνηθείς. Η θυσία του εαυτού μέσα σ’ αυτές ανά περιόδους, μπορεί να πονάει, αλλά καθαρίζει, ομορφαίνει, φωτίζει, αναγεννά. Δε μιλάω καθόλου θεωρητικά και αφηρημένα. Όλα τα μεγάλα της ζωής έτσι τα βιώνουμε: έρωτα, πένθος, απώλεια, δημιουργία….

Πως προχωράει το τολμηρό εγχείρημά σας στο Θέατρο Ροές

Είμαστε εκεί, άλλοτε «μικροί» κι άλλοτε «μεγάλοι»…. Προς ανακάλυψη. Αναγκαία συνθήκη η στέγη, αναγκαία και απαραίτητη συνθήκη για να υπάρξουμε. Το ερώτημα είναι γιατί θα πρέπει να υπάρχουμε, ποια είναι η φυσική αναγκαιότητα της ύπαρξης μας. Ποια κοινωνική, κοινοτική ανάγκη εκπληρώνεται από τη λειτουργία μας.

Όσο κι αν προβάλλεται έτσι ο χώρος της τέχνης, αν το πούμε έτσι, δεν μπορεί να υποστηριχτεί από την ατομική θέληση του καλλιτέχνη, αν μπορούμε να το πούμε έτσι. Υπάρχει και δικαιώνεται μόνο όταν μπορεί να κατασκευάσει κόσμους, νέες πραγματικότητες και ίδιους κανόνες. Είναι μια λειτουργία εξ ορισμού κοινωνική.

Το πρόσφατο Προεδρικό διάταγμα  που εξισώνει τα πτυχία πολλών καλλιτεχνών με το απολυτήριο Λυκείου προκάλεσε αντιδράσεις και έφερε στην επιφάνεια τα χρόνια προβλήματα και στο δικό σας χώρο… 

Ποια εκπαιδευτική και ποια εργασιακή συμφωνία -ή κανόνας- μπορεί να δικαιώσει κάτι που δεν αποδεικνύεται κοινωνικά; Ζούμε σε ακραία συνθήκη. Αγορά, πώληση και θέαμα. Επιτυχία και ευτυχία.

Όλο αυτό που κάνουμε, για όσο το κάνουμε, είναι μια παράτολμη ακροβασία. Ναι, προφανώς πληγώνει η ακύρωση των καλλιτεχνικών σπουδών.  Ποιος αποδέχεται την ικανότητα των φορέων εξουσίας να αποφασίζουν και ποια ισχύ έχουν οι αποφάσεις αυτές για το πώς ταξινομούν τι αξίζει, τι χρειάζεται και πόσο; Η ταξινομία τους είναι δηλητηριώδης ακόμη κι όταν δίνει τιμές και επιτυχία. 

Θέλω να πιστεύω ότι υπάρχουν ισχυρότερες δυνάμεις. Η διάθεση για ζωή, για αλλαγή, για όραμα. Δυνάμεις παιχνιδιάρες αλλά και εκρηκτικά απειλητικές όταν καταπιέζονται και φιμώνονται, υπό το δίκαιο των υπαλλήλων. Δεν είμαστε υπάλληλοι, ούτε υπάρχουμε στην εκπαιδευτική διαδικασία ως κατασκευαστές υπαλλήλων.  Μία φλόγα κρατάμε αναμμένη για όσο την αξίζουμε.

Info Κάθε Δευτέρα και Τρίτη στο Θέατρο Ροές, Ιάκχου 16, Αθήνα. Ώρα έναρξης 21.00