Μεγάλη συζήτηση γίνεται και θα γίνει για τις ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις της κρίσης που ζούµε.
Σίγουρα κανένα προγνωστικό µοντέλο δεν µπορεί να µας δώσει ασφαλή απάντηση. Κρίσεις τέτοιου µεγέθους σε παγκόσµια κλίµακα µε ευθεία απειλή στα δεδοµένα της ζωής όπως τα ξέραµε µέχρι σήµερα µπορούν να βρουν αντιστοιχίες µόνο σε περιπτώσεις γενικευµένων πολεµικών συγκρούσεων – ίσως των δύο παγκόσµιων πολέµων του 20ού αιώνα. Η διαφορά εδώ είναι ότι ο εχθρός πλανάται στον αέρα και σκορπά πριν από τον θάνατο τη µαταίωση µε σταγονίδια και όχι µε βόµβες. ∆εν είναι ορατός ούτε παίρνει τη µορφή κάποιου κράτους ή προσώπου που εκπροσωπεί το «κακό». Και στις δύο περιπτώσεις όµως ο πραγµατικός εχθρός δρα ύπουλα, εσωτερικά, εκεί απ’ όπου αντλείται η ουσία της ύπαρξής µας, η έµπνευση, η δηµιουργικότητα, ό,τι δίνει νόηµα στη ζωή µας. Στην ουσία η κρίση επιταχύνει και πιέζει για αποφάσεις, φέρνοντας στο προσκήνιο ζητήµατα που είτε αφήναµε για µια άλλη συγκυρία είτε αποφεύγαµε εντελώς, κρυµµένοι πίσω από το τρέξιµο για την κάλυψη των αναγκών της καθηµερινότητας.
Η σκιά του φόβου και η µαζική χειραγώγηση
Ο Ρόλο Μέι γράφει: «Συµφωνώ µε τον Σαρτρ όταν τονίζει “εµείς είµαστε οι επιλογές µας” αλλά θα πρόσθετα “µέσα στα όρια του δεδοµένου κόσµου µας”». Ολοι γεννιόµαστε από γυναίκα, παλεύουµε στις φάσεις της ανάπτυξης όσο καλύτερα µπορούµε και στο τέλος πεθαίνουµε. Ο,τι γνώµη κι αν έχουµε γι’ αυτό, τα γενικά στοιχεία παραµένουν τα ίδια. Εκείνο όµως που αλλάζει τροµακτικά είναι πώς αντιµετωπίζουµε τα εβδοµήντα χρόνια της ζωής µας.
Σε αυτό το ερώτηµα, στο πώς, είναι που κρύβονται οι απαντήσεις που ενδεχοµένως θα µας βοηθήσουν να δούµε πιο καθαρά κάποιες πτυχές της ζωής. «Μόνο το εύκαµπτα δηµιουργικό άτοµο µπορεί να κυβερνήσει στ’ αλήθεια το µέλλον του, µόνο εκείνος που µπορεί να αντιµετωπίσει το καινούργιο µε εµπιστοσύνη και χωρίς φόβο. Πιστεύω ακράδαντα ότι µεγάλο µέρος αυτού που αποκαλούµε σήµερα ψυχολογία είναι η µελέτη των τεχνασµάτων που χρησιµοποιούµε για να αποφύγουµε το άγχος του απόλυτα νέου, πείθοντας τον εαυτό µας ότι το µέλλον θα είναι σαν το παρελθόν» λέει ο Αµερικανός ψυχολόγος Αβραάµ Μάσλοου.
Η υποταγή της ζωής στον φόβο δεν έχει γενεσιουργό παράγοντα την κρίση που βιώνουµε λόγω της πανδηµίας του ιού. Ο φόβος έχει καλλιεργηθεί για χρόνια µέσα από τη βιοµηχανία του θεάµατος, την πολιτική επικοινωνία, τη µαζική διαφήµιση. Οι ψυχολόγοι της χειραγώγησης εργάζονται µε επιτυχία πάνω σε αυτό. Θα σταθούµε µόνο σε δύο σηµεία:
α) Οι ευθύνες των ιθυνόντων κάθε φορά περνούν σε δεύτερη µοίρα: για παράδειγµα, το γεγονός ότι παγκοσµίως οι πολίτες πληρώνουν φόρους για να έχουν δηµόσια και δωρεάν υγεία υψηλού επιπέδου ενώ οι κυβερνήσεις ιδιωτικοποιούν τα φιλέτα της υγείας αφήνοντας τα δηµόσια νοσοκοµεία υποστελεχωµένα και χωρίς βασικές υποδοµές.
β) Η ενοχοποίηση της κοινωνίας ως συλλογικά υπεύθυνης για τη διάδοση του ιού θα έχει πολύ βαρύτερες επιπτώσεις που ξεπερνούν τα παιχνίδια πολιτικής επικοινωνίας των κυβερνήσεων. Η κοινωνία «πρέπει» να καταστεί αποκλειστικά υπεύθυνη για τον διαµοιρασµό του ιού και τους θανάτους, καθώς «δεν ακολούθησε τις υποδείξεις». Το µοντέλο φορέθηκε µε επιτυχία και στην περίοδο της πρόσφατης οικονοµικής κρίσης. Η συλλογική ενοχοποίηση της κοινωνίας έθεσε σε δεύτερο πλάνο της ευθύνες επιχειρηµατικών κύκλων, την ευθύνη συγκεκριµένων πολιτικών που εφαρµόστηκαν καθώς και τις δοµικές λειτουργίες του συστήµατος που γεννούν και µεταδίδουν την οικονοµική κρίση.
Στρατηγικές επιβίωσης σε δύστηνους καιρούς
Σε τέτοιες συνθήκες όπως αυτές που ζούµε η ψυχική ισορροπία κλονίζεται. Η προσαρµογή στις συνθήκες ζωής ενός κόσµου έτσι κι αλλιώς αλλοτριωµένου, που πλέον δεν µπορεί να προσδώσει καµιά ασφάλεια για τα στοιχειώδη, γίνεται πιο δύσκολη και ο άνθρωπος µηχανεύεται διάφορες στρατηγικές επιβίωσης για να αντεπεξέλθει σε µια «αβίωτη κατάσταση». «Σε πάνω από 100 περιπτώσεις όπου µελετήσαµε τις πραγµατικές συνθήκες γύρω από το κοινωνικό γεγονός κατά το οποίο ένα άτοµο καταντά να θεωρηθεί σχιζοφρενικό» γράφει ο ψυχίατρος Ρόναλντ Ντέιβιντ Λέινγκ «νοµίζουµε ότι χωρίς εξαίρεση η εµπειρία και η συµπεριφορά που χαρακτηρίζεται σχιζοφρενική είναι η ειδική στρατηγική που επινοεί το άτοµο για να ζήσει σε µια αβίωτη κατάσταση».
Ο Λέινγκ θέτει ένα καίριο ερώτηµα, ένα ερώτηµα που δεν κουκουλώνει την πραγµατική φύση του υποτιθέµενου φυσιολογικού κόσµου: «Προσαρµογή σε τι; Στην κοινωνία; Σε έναν τρελό κόσµο; Στον πόλεµο του Βιετνάµ; Σε έναν κόσµο όπου οι πόλεις δηλητηριάζουν βιολογικά τους πολίτες τους µε την ατµοσφαιρική µόλυνση και συρρικνώνουν τη συνείδηση του ατόµου; Σε έναν κόσµο όπου οι µηχανές ήδη καταφέρνουν να επικοινωνούν µεταξύ τους καλύτερα απ’ ό,τι οι άνθρωποι µε τους ανθρώπους; Η κατάσταση είναι ειρωνική. Μας απασχολεί όλο και περισσότερο η επικοινωνία και έχουµε λιγότερα πράγµατα να αναµεταδώσουµε». Και συνεχίζει: «Είµαστε µια γενιά ανθρώπων τόσο αποξενωµένων από τον εσωτερικό µας κόσµο ώστε πολλοί υποστηρίζουν πως δεν υπάρχει. Κι αν υπάρχει, δεν έχει καµία σηµασία».
Πολλοί επιστήµονες και συγγραφείς που βίωσαν την κόλαση των στρατοπέδων συγκέντρωσης, όπως ο Ιάκωβος Καµπανέλλης, ο Πρίµο Λέβι, ο Βίκτορ Φρανκλ και πολλοί άλλοι, συµφωνούν στο γεγονός ότι η εµπειρία αυτή, εκεί όπου η ανθρώπινη ζωή συντρίβεται και απαξιώνεται, εκεί που µοιάζει να χάνει κάθε νόηµα, θέτει µπροστά στον άνθρωπο µια βασική επιλογή: «Η ελευθερία να διαλέξεις µόνος σου τη στάση που θα πάρεις απέναντι στη µοίρα σου. Η στάση αυτή µπορεί να µην αλλάζει τη µοίρα, αλλάζει όµως βαθιά το άτοµό σου» γράφει χαρακτηριστικά ο Ρόλο Μέι.
Ο Χρήστος Τσαντής είναι σύμβουλος ψυχικής υγείας – συγγραφέας – υπεύθυνος των Εκδόσεων Ραδάμανθυς