«Τον Απρίλη του 1992, συνέβη το χειρότερο: ήταν το παιχνίδι προς τιμήν του Φούνες. Του Χουάν Χιλμπέρτο Φούνες, ενός εξαιρετικού ποδοσφαιριστή, σε μια στιγμή που έδινε αγώνα επιβίωσης. Σήμερα μπορώ να προσθέσω τον «Μπούφαλο» στη λίστα των καλύτερων μου φίλων. Των πιο καρδιακών… Και δεν πάει πολύς καιρός από τότε που μιλήσαμε και νιώσαμε κοντά, πραγματικά και αληθινά κοντά. Στα τελευταία δεκαπέντε λεπτά της ζωής του».
Λόγια του μεγάλου Ντιέγκο Μαραντόνα μέσα από το βιβλίο του, «Εγώ ο Ντιέγκο» για το επιστήθιο φίλο του και παλιό άσο του Ολυμπιακού, Χουάν Χιλμπέρτο Φούνες που έφυγε από η ζωή σαν σήμερα πριν από 27 χρόνια, στις 11 Ιανουαρίου 1992, προδομένος από την προβληματική καρδιά του. Ηταν τότε, μόλις 29 χρόνων…
«Ο Χουάν –γράφει στο βιβλίο του ο Μαραντόνα- είχε εισαχθεί εδώ και καιρό στο νοσοκομείο Γουέμες, με την καρδιά του κατεστραμμένη ο ταλαίπωρος. Ηταν τρομερό θέαμα και πολύ επώδυνο να βλέπεις αυτόν τον άντρακλα, αυτό τον αγαθό γίγαντα καθηλωμένο στο κρεβάτι του πόνου. Ημασταν κοντά του συνεχώς, και εγώ και η Κλαούντια, και ρωτούσαμε, την σύζυγο του την Ιβάνα, αν χρειαζόταν τίποτα. Την τελευταία μέρα, στις 11 Ιανουαρίου -έτσι το θέλησαν για μένα η μοίρα και οι βουλές του Θεού- εγώ βρισκόμουν εκεί. Εκεί δίπλα του, στο κρεβάτι του. Με είχε φωνάξει ο Χουάν, ήθελε να με δει και μου έλεγε ότι ονειρευόταν μια κόκκινη μερσέντες, την οποία και σκόπευε να αγοράσει μόλις θα σηκωνόταν από το κρεβάτι. Του είπα να ηρεμήσει «γιατί μίλησα με κάτι φιλαράκια στην αντιπροσωπεία και θα σου την παραγγείλουν» . Και πέθανε. Ετσι απλά. Στα χέρια μου».
Ο «Μπούφαλο», όπως ήταν το παρατσούκλι του Φούνες, λόγω του δυνατού σωματότυπου του (και πάντα με παραπανίσια κιλά επάνω του), γεννήθηκε στις 8 Μαρτίου του 1963 στο Σαν Λουΐς της Αργεντινής και σε ηλικία 21 χρονών μεταγράφηκε στη Μιλιονάριος της Κολομβίας όπου κι έγινε γνωστός και περιζήτητος. Τον κέρδισε τελικά η Ρίβερ Πλέιτ και ο Φούνες επέστρεψε στην Αργεντινή όπου και διέπρεψε. Ο Χουάν οδήγησε τους «μιλιονάριος» στην κατάκτηση του Κόπα Λιμπερταδόρες και του Διηπειρωτικού Κυπέλλου, σημειώνοντας 33 γκολ σε όλες τις διοργανώσεις. Μάλιστα, στον τελικό του Κόπα Λιμπερταδόρες, η Ρίβερ νίκησε στο πρώτο παιχνίδι στην Κολομβία 2-1 την Αμέρικα Κάλι με τον Φούνες να σημειώνει το ένα από τα δύο γκολ, νίκησε και στη ρεβάνς 1-0 πάλι με γκολ του «Βούβαλου»!
Ο Φούνες ήταν στο απόγειο της δόξας του, όταν τον έφερε στον Ολυμπιακό το 1988 ο Γιώργος Κοσκωτάς. Ο 25χρονος τότε Φούνες ήλθε στον Πειραιά και μαζί με τον άλλο μεγάλο σταρ, τον Ούγγρο Λάγιος Ντέταρι, ξετρέλαναν τον κόσμο των «ερυθρολεύκων». Εκανε ντεμπούτο στα ελληνικά γήπεδα στις 24 Ιανουαρίου 1988 σε αγώνα κόντρα στη Λάρισα, όπου παρουσία 75.000 οπαδών του Ολυμπιακού (72.627 τα επίσημα εισιτήρια), ο Φούνες έκανε το 2-1 (τελικό σκορ 2-2) και κόντεψε να γκρεμίσει το ΟΑΚΑ! Σε 11 συμμετοχές το β΄γύρο του πρωταθλήματος 1988-89 ο Αργεντινός φορ πέτυχε 6 γκολ. Την επόμενη σεζόν ξεκίνησε η κόντρα του με τον προπονητή Γιάτσεκ Γκμόχ, ενώ το οικοδόμημα του Κοσκωτά άρχισε να τρίζει και να διαλύεται σιγά-σιγά. Μέσα στη λαίλαπα του σκανδάλου, ο Φούνες που αγαπήθηκε όσο λίγοι από τον κόσμο της ομάδας, αποφάσισε να φύγει και εξ αιτίας των προβλημάτων με τον κόουτς αγωνίστηκε μόλις σε 11 παιχνίδια. Ετσι στις 5 Φεβρουαρίου του 1989, περισσότεροι από 50.000 φίλοι του Ολυμπιακού βρέθηκαν στο ΟΑΚΑ, στον αγώνα με τον ΟΦΗ (2-0) για να αποχαιρετήσουν τον Φούνες, ο οποίος πήγε στην Γαλλία για λογαριασμό της Νανσί. Εκεί ο παίκτης αγωνίστηκε για έξι μήνες και συμφώνησε να μεταγραφεί στη Νις. Όμως τα αποτελέσματα των ιατρικών εξετάσεων στις οποίες υποβλήθηκε ο Φούνες, αποδείχθηκαν σοκαριστικά. Ο Φούνες είχε ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα με την καρδιά του και θα έπρεπε να σταματήσει να αγωνίζεται, αλλιώς κινδύνευε η ζωή του. Η μεταγραφή χάλασε και ο «Βούβαλος» επέστρεψε στην πατρίδα του. Εκεί ενδιαφέρθηκε η Μπόκα Τζούνιορς που το υπέβαλε σε νέες ιατρικές εξετάσεις αλλά το αποτέλεσμα ήταν ίδιο. Ο Φούνες δεν μπορούσε να ξαναπαίξει ποδόσφαιρο. Κι όμως…
…Η Βελέζ Σάρσφιλντ ρίσκαρε (όπως και ο Φούνες) και υπέγραψε μαζί του συμβόλαιο! Ο Χουάν Χιλμπέρτο, όχι μόνο κατάφερε να αγωνιστεί σε 25 παιχνίδια αλλά σημείωσε και 12 γκολ! Όμως, κακά τα ψέματα, το πρόβλημα υγείας τον είχε καταρρακώσει ψυχολογικά αλλά και σωματικά, αφού έπρεπε να ακολουθεί ειδική αγωγή που του είχαν δώσει οι γιατροί που τον παρακολουθούσαν. Ετσι, το 1990 πήρε τη μεγάλη απόφαση να σταματήσει το ποδόσφαιρο. Όμως στις 11 Ιανουαρίου 1992, σε ηλικία μόλις 29 ετών, η καρδιά του τον πρόδωσε και το χαμογελαστό παιδί από το Σαν Λουίς πέθανε από ανακοπή, βυθίζοντας στο πένθος τον φίλαθλο κόσμο της Αργεντινής.
Μετά τον θάνατο του, το στάδιο της γενέτειρας του, το Σαν Λουΐς, ονομάστηκε «Estadio Juan Gilberto Funes» και λίγες μέρες μετά, με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου της πόλης, μια από τις μεγαλύτερες λεωφόρους του Σαν Λουίς πήρε το όνομα του. Ο «Βούβαλος» αγωνίστηκε 4 φορές με την εθνική της χώρας του, ενώ οι φίλοι της Μιλιονάριος της Κολομβίας όπως και εκείνοι της Ρίβερ Πλέιτ, τον έχουν κατατάξει μεταξύ των παικτών-μύθων των ομάδων τους.
«Από τη στιγμή που έγινε η ταφή του, άρχισα να σκέφτομαι πως έπρεπε να δοθεί ένας αγώνας εις μνήμη του. Να κάνουμε κάτι για να τιμήσουμε τον Χουάν και να βοηθήσουμε την οικογένειά του, την Ιβάνα, τον Χουάμπι (Χουάν Πάμπλο), το γιο του, που είχε τα πιο θλιμμένα μάτια που έχω δει ποτέ μου» έγραψε στο βιβλίο του ο Ντιέγκο Μαραντόνα και συνέχισε: «Το παιχνίδι έγινε στις 15 Απριλίου 1992. Κάναμε πάνω από 100.000 δολάρια είσπραξη. Με τη διαφήμιση και τα συναφή ξεπεράσαμε τις 200.000. Ολα για την οικογένεια του Φούνες, για να πληρωθεί το νοσοκομείο και για να συνεχιστεί το έργο, που είχε ξεκινήσει ο Χουάν, μια μικρή σχολή ποδοσφαίρου για παιδιά»…
Ο γιος του Φούνες, Χουάν Πάμπλο, είχε μιλήσει το 2009 για τον πατέρα του, στην ιστοσελίδα RedPlanet.gr και μεταξύ άλλων είχε δηλώσει: «Ήταν σπουδαίος άνθρωπος ο πατέρας μου. Η μητέρα μου, μου λέει συχνά ότι είχε πάντοτε στην καρδιά του τους οπαδούς του Ολυμπιακού και είναι θαυμάσιο που ακόμη και σήμερα οι φίλαθλοι διατηρούν καλές αναμνήσεις από τον πατέρα μου. Κάθε ημέρα υπάρχει ένας άνθρωπος που κάτι θα με ρωτήσει για εκείνον. Κάποιοι θα αρχίσουν να κλαίνε, άλλοι θα ενθουσιαστούν όταν καταλάβουν ότι είμαι ο γιος του. Έχω πλέον συνηθίσει αν και πολλές φορές είναι δύσκολο να είσαι ο γιος του Φούνες, άλλες όχι. Αισθάνομαι ότι πολλοί άνθρωποι με βλέπουν και θυμούνται τον πατέρα μου με καλά συναισθήματα. Είμαι ο γιος του. Πολλοί νομίζουν ότι είμαι αυτός. Το είδωλο. Αλλά δεν είμαστε οι ίδιοι άνθρωποι. Είμαι στην Νομική και δεν είναι εύκολο με το διάβασμα που έχω να αφιερώσω χρόνο και στο ποδόσφαιρο…»