Μία νεκρή, εκατοντάδες καμένα σπίτια και επιχειρήσεις, καμένα ζώα, χιλιάδες στρέμματα πρασίνου που έγιναν παρανάλωμα του πυρός, ξεσπιτωμένοι και άνεργοι συμπολίτες μας είναι ο τραγικός απολογισμός από τη φωτιά που κατέκαψε τη βορειοανατολική Αττική. Η ιδιωτικοποίηση της αεροπυρόσβεσης που μας έχει στοιχίσει πάνω από μισό δισ. και την προωθεί κατά προσφιλή τακτική το Μέγαρο Μαξίμου, η επιμονή στην ενοικίαση ακατάλληλων αεροσκαφών που κανένα άλλο κράτος δεν χρησιμοποιεί, οι υποστελεχωμένες και υποχρηματοδοτούμενες δασικές υπηρεσίες που αναγκάζονται να παρακολουθούν άπραγες τη χώρα να καίγεται και η απουσία πρόληψης είναι μόνο μερικά από τα προβλήματα που δεν φαίνεται να θέλει να λύσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Αρκείται σε επικοινωνιακά τεχνάσματα και προκλητικές δηλώσεις για τους «λίγους συμπολίτες μας που επλήγησαν», την ίδια στιγμή που μεγαλύτερες χώρες με μικρότερο στόλο καταγράφουν πολύ μικρότερες ζημιές.
Ιδιωτικοποιούν και την αεροπυρόσβεση
Η αεροπυρόσβεση εξελίσσεται σε ακόμη μια μεγάλη μπίζνα, αφού η κυβέρνηση προτιμά να δίνει κάθε χρόνο εκατομμύρια ευρώ σε ιδιώτες αντί να τα διαθέτει προς ενίσχυση του εθνικού στόλου. Για του λόγου το αληθές τα τελευταία πέντε χρόνια –από το 2019 μέχρι και σήμερα– οι δαπάνες της χώρας μας για τη μίσθωση αεροσκαφών για τις ανάγκες της εναέριας δασοπυρόσβεσης έχουν αυξηθεί κατακόρυφα, με το συνολικό κόστος να εκτιμάται πως ξεπερνά τα 500 εκατ. ευρώ, ποσό που δεν περιλαμβάνει τις δαπάνες του εθνικού εναέριου στόλου.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή:
Από το 2019 η Ελλάδα μίσθωσε εναέρια μέσα πυρόσβεσης με κόστος που διαμορφώθηκε στα 32.287 εκατ. ευρώ. Το 2020 ανεβήκαμε στα 21 αεροσκάφη με κόστος 53.995 εκατ. ευρώ. Ενα χρόνο αργότερα, το 2021, που ήταν χρονιά αρνητικού ρεκόρ 13ετίας σε αριθμό καμένων δασικών εκτάσεων για τη χώρα μας, τα μισθωμένα αεροσκάφη ανήλθαν σε 31 και το κόστος εκτοξεύτηκε σε 78.157 εκατ. ευρώ.
Και σαν να μην έφτανε αυτό, το 2022 η κυβέρνηση Κυρ. Μητσοτάκη μίσθωσε ακόμη περισσότερα αεροσκάφη, 47 στον αριθμό, με κόστος που αγγίζει τα 150 εκατ. ευρώ. Την περσινή χρονιά (2023) μισθώσαμε 51 αεροσκάφη με κόστος 200 εκατ. ευρώ (το υπουργείο Οικονομικών δεν έχει δημοσιεύσει ακόμη τον απολογισμό εξόδων).
Πέρα από το υπέρογκο κόστος ενοικίασης των εναέριων μέσων, το οποίο η χώρα καταβάλλει απλώς και μόνο για να τα φέρει, πολύ υψηλό είναι και το κόστος ανά ώρα πτήσης. Από τα στοιχεία του 2023 που έδωσε στη δημοσιότητα ο Ανδριανός Γκουρμπάτσης, πρώην υπαρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος, ξέρουμε πως η ενοικίαση ενός Erickson στοιχίζει 3.670.000 ευρώ, ενός Air Tractor 1.947.750 ευρώ, ενός Ε/Π μεταφοράς προσωπικού & αεροπυρόσβεσης 1.900.000 ευρώ ενώ ενός Ε/Π ΜΤ 750.000 ευρώ. Για παράδειγμα, το κόστος ανά ώρα πτήσης ανέρχεται για τα Erickson σε 6.182 ευρώ, για τα Air Tractor σε 4.482 ευρώ ενώ για τα ΜΤ σε 1.450 ευρώ. Μιλάμε για πολλά εκατομμύρια ευρώ.
Ακατάλληλα εναέρια μέσα
Ωστόσο, η θλιβερή πραγματικότητα είναι πως παρά τη σταθερή αύξηση των δαπανών για τη μίσθωση εναέριων μέσων πυρόσβεσης –σύμφωνα με εκτιμήσεις έμπειρων στελεχών του ΠΣ δεν είναι όλα κατάλληλα για την κατάσβεση των πυρκαγιών–, ο αριθμός των στρεμμάτων δασικής έκτασης που κάθε χρόνο γίνονται στάχτη ολοένα και αυξάνεται.
Ο Ανδρ. Γκουρμπάτσης, υποστράτηγος ε.α., πρώην υπαρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος, μιλώντας στο Documento εξηγεί πως τα Air Tractor που χρησιμοποιήθηκαν και στην τωρινή πυρκαγιά που κατέκαψε την Αττική είναι ακατάλληλα για επιχειρησιακή δράση.
«Τα μισθώσαμε για πρώτη φορά το 2021, πήραμε έξι τότε με σκοπό την εναέρια επιτήρηση, για την οποία είναι κατάλληλα. Τα συγκεκριμένα χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: τα αμφίβια που ανεφοδιάζονται από πηγές νερού και αυτά της σταθερής υδροληψίας που γεμίζουν σε αεροδρόμιο. Στην αεροπυρόσβεση δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν, καθώς τα εναέρια τα χρησιμοποιούμε όταν έχουμε ισχυρούς ανέμους. Επίσης, τα αμφίβια δεν μπορούν να πάρουν νερό όταν έχει πάνω από 60 εκατοστά κυματισμό. Παίρνουν νερό από λίμνες, άρα δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε παραθαλάσσιες περιοχές. Η τοπογραφία εδώ είναι διαφορετική, δεν κάνουν για την Ελλάδα» τονίζει με βεβαιότητα.
Ενα ακόμη μείζον ζήτημα είναι πως από το συνολικό κόστος για τη δασοπυρόσβεση τα 2/3 πήγαιναν στην καταστολή και το 1/3 στην πρόληψη.
«Αυτό πρέπει να αντιστραφεί» επισημαίνει ο Ανδρ. Γκουρμπάτσης, σχολιάζοντας πως «το δόγμα της διαχείρισης των δασικών πυρκαγιών στηρίζεται στην καταστολή, όπου και πάνε τα περισσότερα χρήματα, και όχι στην πρόληψη. Λάθος. Τα τελευταία χρόνια από το 2021 και μετά μισθώνουμε πολλά εναέρια μέσα. Φέτος έχουμε 90 κρατικά και μισθωμένα, πάρα πολλά για την Ελλάδα».
Ακυρώνουν τις επίγειες δυνάμεις
Ιδιαίτερα σημαντικό είναι κι αυτό που επισημαίνει ο κ. Γκουρμπάτσης σε σχέση με τον ρόλο των επίγειων δυνάμεων:
«Αντί να στέλνουν τις επίγειες δυνάμεις και μετά τα εναέρια για καταστολή, συμβαίνει το ανάποδο. Οταν λοιπόν επιχειρούν 35 εναέρια μέσα η συνέπεια είναι να ακυρώνονται οι επίγειες δυνάμεις, αφού δεν μπορούν να επιχειρούν ταυτόχρονα όταν πέφτουν πάνω από επτά τόνοι νερό. Θα μπουν στο πεδίο το βράδυ, όταν και είναι λογικό να μην μπορούν να επιχειρήσουν παντού, λόγω συνθηκών όπως η έλλειψη φωτισμού. Οι φωτιές δεν σβήνουν με τα εναέρια μέσα, αυτά επιβραδύνουν την εξάπλωση και την ένταση της φωτιάς. Μόνο οι επίγειες δυνάμεις σβήνουν τις φωτιές».
Για την τωρινή φωτιά που κατέκαψε τα πάντα στο πέρασμά της ο κ. Γκουρμπάτσης θεωρεί πως πρόκειται «για απαράδεκτο επιχειρησιακό έγκλημα. Κάποιοι έχουν ευθύνες γι’ αυτό. Κάτι τέτοιο, να μπει δηλαδή η φωτιά σε αστικό ιστό, έχει να γίνει από το 1981». Βέβαια, μέχρι στιγμής από την εισαγγελία δεν διατάχθηκε καμία έρευνα, όπως είχε γίνει πέρσι στη Ρόδο, όπου η εισαγγελία του Αρειου Πάγου διέταξε έρευνα για το τι έφταιξε και καιγόταν η Ρόδος επί δέκα μέρες.
Κλείνοντας τη συζήτηση ο κ. Γκουρμπάτσης σημειώνει πως «ένα θετικό προληπτικό μέτρο είναι πως υπάρχει εναέρια επιτήρηση ακόμη και με κατηγορία κινδύνου τρία, κάτι που δεν γινόταν άλλες χρονιές. Οταν περιπολείς και είσαι έμφορτος θα σβήσεις τη φωτιά, αφού κερδίζεις τα 20 λεπτά της προετοιμασίας».
Ο Νίκος Μπόκαρης, δασολόγος – περιβαλλοντολόγος, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Δασολόγων Δημοσίων Υπαλλήλων (ΠΕΔΥ) και μέλος στο ΔΣ του Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου (ΓΕΩΤΕ), σημειώνει πως το θέμα των πυρκαγιών είναι περίπλοκο, οπότε θα πρέπει να το δούμε ανά κομμάτι και κατ’ αντιστοιχία με τον φορέα που εμπλέκεται.
Το λανθασμένο δόγμα για τα εναέρια
«Υπάρχει πρόβλημα και με την καταστολή, με το επιχειρησιακό δόγμα που ακολουθείται. Θεωρούμε ανεξήγητο να ξεκινά μια πυρκαγιά από τον Βαρνάβα και να καταλήγει να καίει όλο το Πεντελικό, να ανεβοκατεβαίνει και να φτάνει στην άλλη πλευρά του όρους και να απειλεί κατοικημένες περιοχές. Κατανοούμε τις υπάρχουσες δυσκολίες, από την άλλη δεν μπορούμε να μιλάμε για επιτυχία κανενός επιχειρησιακού δόγματος όταν καίγεται η μισή Αττική.
Να δούμε κατά πόσο υπήρχε συντονισμός στα μέτωπα της πυρκαγιάς και κατά πόσο δόθηκε βαρύτητα στις περιοχές που ήταν αμιγώς δασικές. Είναι επιτακτική ανάγκη να φτάσουμε στο κομμάτι της πρόληψης και να δούμε ποια είναι η αρμοδιότητα της Δασικής Υπηρεσίας. Η δική μας η άποψη είναι ότι μετά τον ν. 2612 του 1998 από την ευθύνη της Δασικής Υπηρεσίας για την πρόληψη έχουν εξαιρεθεί βασικά κομμάτια, όπως η οργάνωση περιφρουρήσεων, η στελέχωση πυροφυλακίων, η σύνταξη αντιπυρικών κανονισμών, η ενημέρωση των πολιτών. Στην πραγματικότητα η Δασική Υπηρεσία είναι υπεύθυνη για την εκτύπωση φυλλαδίων φιλοδασικού περιεχομένου. Επομένως επιτέλους πρέπει κάτι να αλλάξει. Διαφορετικά θα βλέπουμε τα δάση να αφήνονται στη μοίρα τους».
Για όσα έγιναν στην καταστροφική φωτιά που ξεκίνησε από τον Βαρνάβα ο κ. Μπόκαρης θεωρεί πως «αποδείχτηκε πως ούτε το ΠΣ κάνει καλά τη δουλειά του και αυτό πρέπει να φανεί, δεν μπορεί να καίγονται όλη η Ελλάδα, ο Εβρος, η Αττική και να λέμε ότι φταίει η πρόληψη. Πρέπει να ανοίξει σοβαρή κουβέντα σε όλα τα επίπεδα, ποιος θα είναι ο ρόλος και ποια η συμβολή της κάθε υπηρεσίας στο σύστημα που λέγεται δασοπυρόσβεση», ενώ για τα εναέρια μέσα εξηγεί:
«Δεν μπορούν και δεν λειτουργούν αυτοτελώς σε καμία χώρα του κόσμου. Λειτουργούν συνεργικά με τις χερσαίες δυνάμεις. Επομένως το δόγμα “χρησιμοποιώ μόνο εναέρια μέσα” είναι λανθασμένο. Θα πρέπει να αλλάξει εντελώς. Θα πρέπει να οργανώσουμε μηχανισμό χερσαίο ο οποίος να λειτουργεί μέσα και όχι εκτός των δασών. Πρέπει να προσληφθεί προσωπικό. Πέντε χρόνια τώρα περιμένουμε να γίνουν προσλήψεις. Εμείς αυτό το εκλαμβάνουμε ως ότι δεν ενδιαφέρονται τελικά σοβαρά για τις δασικές υπηρεσίες. Οργάνωση μιας υπηρεσίας χωρίς να κάνεις πρόβλεψη για προσωπικό και πόρους δεν μπορεί να γίνει».
Μεταξύ άλλων ο δασολόγος παραδέχεται πως αν η Δασική Υπηρεσία ήταν στελεχωμένη, τα πράγματα ακόμη και στην περίπτωση της φωτιάς που ξεκίνησε από τον Βαρνάβα και έκαψε χιλιάδες στρέμματα θα ήταν πολύ διαφορετικά. «Αν η ΔΥ είχε δικό της μηχανισμό και πυροσβεστικά μέσα, θα συμμετείχε στο σύστημα πολιτικής προστασίας με αυτοκίνητα τα οποία θα διέσπειρε στις δασικές περιοχές, επομένως θα ήταν βελτιωμένη η άμεση επέμβαση αναφορικά με τα δάση» καταλήγει.
«Καυτά» ερωτήματα για την πυροσβεστική
Ακόμη και τα επίσημα στοιχεία της πυροσβεστικής επιβεβαιώνουν πως η αεροπυρόσβεση έχει αφεθεί στη μάστιγα της ιδιωτικοποίησης. Από μόνος του ο αποσπασματικός πίνακας που παρέθεσε η πυροσβεστική σε επίσημη ενημέρωσή της τη Δευτέρα 12/8 γεννά πληθώρα ερωτημάτων. Αναλύοντάς τον προκύπτει πως από το σύνολο των 36 εναέριων μέσων που δήλωσε η πυροσβεστική ότι συνέδραμαν στην κατάσβεση της φωτιάς στη ΒΑ Αττική, για το χρονικό διάστημα από 17.25 έως 20.46 μόνο 19 αεροσκάφη επιχειρούσαν στην περιοχή (το εικοστό ήταν συντονιστικό). Προκύπτει δηλαδή πως για τουλάχιστον τρεις ώρες 17 αεροσκάφη δεν προσέφεραν στην κατάσβεση των πυρκαγιών, την ώρα μάλιστα που απέμεναν μόλις λίγες ώρες προτού καθηλωθούν τα εναέρια μέσα. Και για να είμαστε ακριβείς απευθύναμε σχετική ερώτηση στον Ανδρ. Γκουρμπάτση από την οποία προκύπτει πως «ο τεχνικός έλεγχος θέλει 20 λεπτά, άλλα 20 η πλήρωση καυσίμων και 20 λεπτά για την απογείωση. Στο σύνολο μία ώρα, οπότε οι τρεις ώρες δεν δικαιολογούνται».
Γιατί, λοιπόν, δεν δόθηκε κανένα επίσημο στοιχείο για την πρώτη μέρα της πυρκαγιάς, παρά μόνο ένας αποσπασματικός πίνακας; Την πρώτη ημέρα εκδήλωσης της φωτιάς στον Βαρνάβα πετούσαν τρία εναέρια μέσα, όπως έπρεπε καθώς υπήρχε κίνδυνος εκδήλωσης πυρκαγιάς κατηγορίας 5 (που το απαιτεί) ή όχι; Τις τρεις αυτές ώρες που καίγονταν σπίτια πού ήταν τα υπόλοιπα εναέρια μέσα που θα έπρεπε να επιχειρούν στην περιοχή; Πόσα πυροσβεστικά συνέδραμαν ταυτόχρονα τις ώρες που η πύρινη λαίλαπα απειλούσε να εισβάλει σε αστικό ιστό;