Ως γέννημα θρέμμα Νεοσμυρνιώτισσα, το «Πάμε στον Αδωνη για καφέ» είναι από τα πολύ αγαπημένα μου τραγούδια. Με μερικά στιχάκια ο Κραουνάκης έκανε διάσημη τη Νέα Σμύρνη των παιδικών μας χρόνων, της γειτονιάς με τα στέκια, τα καφενεία και τα ζαχαροπλαστεία. Ολα όσα λείπουν στην εποχή του gentrification – θύμα της και η δική μας πλατεία, που έχει γίνει ολόκληρη ένα θορυβώδες μπαρ. Οι πάστες και οι σοκολατίνες του Αδωνη, οι γκαζόζες και οι πορτοκαλάδες χωρίς ανθρακικό υπάρχουν όλα κρυμμένα στη γραφή του Κραουνάκη, γιατί ο στίχος «πάμε στον Αδωνη για καφέ…» αυτά μας φέρνει στο μυαλό και πολλά ακόμη: «τους αθλητές» που αράζουν (του Πανιωνίου, εννοείται), τα «τεκνά και τα φρικιά» (του διπλανού Γαλαξία), τον «καφέ και τα τσιγάρα» που λαχταρούσαμε οι ανήλικοι μαθητές. Και ναι, τόσα χρόνια μετά το ακούμε και μας «φεύγει το στρες», σαν αυτό που είχε για τους δικούς της λόγους η «χοντρή νευρικιά» του Κραουνάκη. Αυτήν η Αλκηστις Πρωτοψάλτη στην πρεμιέρα με τον Γιώργο Νταλάρα πέρασε από το φίλτρο της πολιτικής ορθότητας –που χρησιμοποιείται καταχρηστικά και καθ’ υπερβολήν συχνά– και την έκανε «μια άσ’ τα να πάνε».
Αν και ο Κραουνάκης απάντησε ότι δεν έχει πρόβλημα να πειράζεται ο στίχος από τον τραγουδιστή, δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να αλλάζει μια φράση σε ένα τραγούδι που, όπως είπε ο ίδιος, «είναι 40 ετών και είναι αθώο». Ελπίζω η κ. Πρωτοψάλτη να μη βάλει στο ρεπερτόριό της και την υπέροχη «Χοντρομπαλού» του Γκάτσου που μελοποίησε ο Ξαρχάκος και ερμήνευσε ο ίδιος με τη Δέσπω Διαμαντίδου γιατί έχει στίχους υπέρ του… body shaming: «Μια Κυριακή στην Κοκκινιά/ στην παιδική μου γειτονιά/ είδα μια γριά χοντρομπαλού/ που ο νους της έτρεχε αλλού…». Αφήστε που με τη λογική της κ. Πρωτοψάλτη η «Χοντρομπαλού» του Γκι ντε Μοπασάν πρέπει να ξαναγραφτεί. Και δεν ζει κι ο συγγραφέας…