Από τη μια, οι γέφυρες με το ΠΑΣΟΚ συνεχίζουν να καίγονται καθώς η στρατηγική της συγκάλυψης και της επιβολής σιωπητηρίου στην εξεταστική επιτροπή κορυφώνονται. Από την άλλη, το ρήγμα εντός της παράταξης βαθαίνει όσο η επίκληση του απορρήτου δεν υποτάσσεται στην ανάγκη κάθαρσης του δημόσιου βίου. Τη λύση στο αδιέξοδο ανέλαβε να δώσει η ανίερη συμμαχία που έφερε και τον Κυριάκο Μητσοτάκη στην εξουσία, υπακούοντας ουσιαστικά στο κάλεσμα του πρωθυπουργού από το βήμα της ΔΕΘ προς τις δυνάμεις που τον κουβάλησαν στην ασπίδα των μακεδονομάχων το καλοκαίρι του 2019 οι οποίες «οφείλουν να ανασυνταχθούν».
Ο πρωθυπουργός περιέγραψε πως οφείλει «το ρεύμα της δημοκρατίας και της προόδου να συντονιστεί και πάλι. Παραμερίζοντας τις διαφορές, για να συναντηθούμε στις μεγάλες αλλαγές που τόσο χρειάζεται ο τόπος». Εάν κάποιος κατάλαβε ότι με αυτές τις εκκλήσεις απευθύνεται στον λεγόμενο μεσαίο χώρο, είναι γελασμένος.
Από το κέντρο στο περιθώριο
Η δήλωση του Μάκη Βορίδη, υπουργού Εσωτερικών επιφορτισμένου με τη διεξαγωγή των εκλογών, πως «εγώ δεν αποκλείω κανέναν, αν εξαιρέσετε τα κόμματα με τα οποία μας χωρίζει ένα προγραμματικό χάος» μπορεί να αντιμετωπίστηκε με τις σοφιστείες του Γιάννη Οικονόμου περί αδυναμίας σχηματισμού κυβέρνησης «με κάποιον όταν εμείς κοιτάμε στη Δύση και αυτός στην Ανατολή». Ομως ήταν μια πρώτης τάξεως τροχιοδεικτική βολή της σημερινής Νέας Δημοκρατίας τόσο προς τον Κυριάκο Βελόπουλο όσο και –κυρίως– προς τον χώρο που εκπροσωπεί.
Και αν με τις δηλώσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου φαινομενικά «κλείνει» ένα τέτοιο σενάριο, κυβέρνηση και πρωθυπουργός σφυρηλατούν τους διαύλους με το ακροδεξιό ακροατήριο πολύ σχολαστικά. Η άρνηση Μητσοτάκη για την κατοχύρωση του νομικού όρου της γυναικοκτονίας και το «κάθε πράγμα στον καιρό του» για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών ήταν πρώτης τάξης διαπιστευτήρια στο κοινό αυτό. Οι πολεμικές ιαχές προς Ερντογάν έως την… κήρυξη πολέμου με τη Ρωσία, με τα παράλληλα σενάρια περί νέας «εισβολής» μεταναστών, αποτελούν ανοιχτό προσκλητήριο εθνικισμού. Τελευταίο κλείσιμο του ματιού στο αντιδραστικό κοινό αποτελούν οι προαναγγελίες για αυστηροποίηση του νομικού πλαισίου για τις απεργίες.
Η συνεχής μετατόπιση της ρητορικής της κυβέρνησης και του κόμματος όλο και πιο δεξιά είναι προφανής, όπως και οι επιδιώξεις τους.
Διαπραγμάτευση με τον Βελόπουλο
Από τη στιγμή που ο ίδιος ο Κυρ. Μητσοτάκης έχει απομονωθεί από τα υπόλοιπα κόμματα, η συνεργασία με τον Βελόπουλο αποτελεί μονόδρομο. Ας καμώνεται ο μαθητής του Καρατζαφέρη ότι δεν θέλει να έχει σχέσεις με τους παλιούς του συμμαθητές, η πραγματικότητα είναι πως όπου η κυβέρνηση χρειάστηκε τις πλάτες της Ελληνικής Λύσης τις βρήκε. Ακόμη και στο ζήτημα των παρακολουθήσεων μπορεί το κόμμα να μην ψήφισε τελικά τις πράξεις νομοθετικού περιεχομένου του Κυρ. Μητσοτάκη για τις «διορθώσεις» στην ΕΥΠ, όμως ήταν ο Κυρ. Βελόπουλος που πρώτος φρόντισε από βήματος Βουλής να βάλει στο κάδρο των παρακολουθήσεων και τις περιόδους ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, πατώντας απαρέγκλιτα στην κυβερνητική γραμμή συμψηφισμού.
Αυτή η αμφίσημη στάση του ίσως να εξηγεί και τη «γαλάζια» στρατηγική των τελευταίων εβδομάδων απέναντί του. Μπορεί το γραφείο Τύπου και τα κυβερνητικά τρολ να απηύθυναν τα υπονοούμενά τους προς την αξιωματική αντιπολίτευση για τις αμερικανικές αναφορές περί ρωσικού χρήματος σε πολιτικά κόμματα με σκοπό την επιρροή στα εσωτερικά της χώρας, ο στόχος όμως δεν ήταν άλλος από το κόμμα Βελόπουλου. Άλλωστε είναι γνωστό το φιλορωσικό του προφίλ και δεν το κρύβει. Οπως δεν κρύβεται ούτε το γεγονός πως μετά και την εξουδετέρωση της θεωρίας της «ρωσικής επιρροής» από το υπουργείο Εξωτερικών, ξαφνικά το θέμα έκλεισε μέχρι και ο Μ. Βορίδης.
Τι προηγήθηκε; Υπήρξε συνεννόηση ή ακόμη και συμφωνία με τον Κυρ. Βελόπουλο; Η ζωή θα το δείξει και –κυρίως– οι επόμενοι μήνες.
Καλώς τα παιδιά τα δικά μας
Στην ανοιχτή διαπραγμάτευση με το κόμμα Βελόπουλου θα πρέπει κάποιος να αθροίσει και τη σύμπνοια με την ομάδα Κρανιδιώτη – Τζήμερου, που τελευταία έχουν βρεθεί σε ρόλο «στρατιώτη» της κυβέρνησης. Το εάν αυτή η συμμαχία θα μετουσιωθεί σε εκλογική συμπόρευση μένει επίσης να φανεί, αφού τα όρια αρκετών στελεχών της παράταξης που μέχρι σήμερα ανέχονται τους «μουσαφιραίους» του ΛΑΟΣ είναι πολύ πιθανό να ξεπεραστούν σε μια τέτοια περίπτωση.
«Η Νέα Δημοκρατία θα είναι αυτή που θα πρωταγωνιστήσει, με όλα της τα στελέχη και με όλες τις δυνάμεις της, ομόθυμα και με μεγάλο πάθος και αποφασιστικότητα, για την επίτευξη της αυτοδυναμίας» μας απαντούσε μέχρι και την περασμένη εβδομάδα ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης, περιγράφοντας τουλάχιστον το φαντασιακό του Μεγάρου Μαξίμου. Στην πράξη ο καραμανλικός χώρος βρίσκεται με το όπλο παρά πόδα για τα αποτελέσματα της εξεταστικής επιτροπής. Το ακροδεξιό ακροατήριο που έχει απομακρυνθεί βλέπει την επιστροφή σκωπτικά, εξού και οι προσπάθειες επαναπατρισμού του με ατζέντα της αρεσκείας του. Το δε κέντρο, ειδικά οι της «πρώτης φοράς Δεξιά» του 2019, φαίνεται πως συσπειρώνεται ξανά στα πάτρια εδάφη. Εξαίρεση από το προσκλητήριο Μητσοτάκη αποτελούν τα «παιδιά του Σημίτη», για τα μάτια των οποίων ερίζουν στελέχη όπως ο Στέλιος Πέτσας και ο Μπάμπης Παπαδημητρίου, γεγονός που εξηγεί το φεστιβάλ δηλώσεων αναλγησίας.
Το κόστος τους όμως είναι αναμφίβολα μεγαλύτερο από το κέρδος, σφίγγοντας τον κλοιό γύρω από τον Κυρ. Μητσοτάκη όλο και περισσότερο. Πιστεύει όμως πως θα αναπνεύσει τον αέρα του Βελόπουλου.