Ξέπλυμα Άδωνη και Αβραμόπουλου από μαύρο χρήμα

Ξέπλυμα Άδωνη και Αβραμόπουλου από μαύρο χρήμα

Η υπόθεση της Novartis ξανανοίγει. ∆εν µπορεί να γίνει αλλιώς. Μονόδροµο άλλωστε προς αυτή την εξέλιξη αποτελεί η πρόσφατη έκδοση του βουλεύµατος του Ανώτατου ∆ικαστικού Συµβουλίου, το οποίο αποτελείται από ανώτατους δικαστικούς του Αρείου Πάγου και του ΣτΕ. Κι αυτό επειδή πρόκειται για ένα βούλευµα που, πέρα από την αθώωση όσων αδίκως κατηγορήθηκαν από το σαθρό και αστήρικτο κατηγορητήριο –εµπνευστής του ήταν η κυβέρνηση, η οποία ήθελε να δει στη φυλακή δηµοσιογράφους, εισαγγελείς και τους πολιτικούς της αντιπάλους–, αποτελεί και µια ξεκάθαρη παραδοχή της ∆ικαιοσύνης ότι το σκάνδαλο είναι υπαρκτό. Πέραν τούτου όµως, το βούλευµα, εξαιτίας των όσων καταγράφουν σε αυτό οι ανώτατοι δικαστικοί που το συνέταξαν, αποτελεί ένα νέο στοιχείο, ικανό από µόνο του να ανοίξει και πάλι την υπόθεση της Novartis προκειµένου να διερευνηθούν όλα όσα έχουν µείνει «αδιευκρίνιστα».

Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος που την περασµένη Παρασκευή ο εκδότης του Documento Κώστας Βαξεβάνης διά του νοµικού συµβούλου της εφηµερίδας Ιωάννη Απατσίδη διαβίβασε το επίµαχο βούλευµα στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών ζητώντας να εκτιµηθεί ως νέο στοιχείο, βάσει του οποίου θα γίνει επανεξέταση της υπόθεσης του πρώην υπουργού Υγείας Ανδρέα Λοβέρδου για τη Novartis. Η κίνηση αυτή εκ µέρους του Documento πραγµατοποιήθηκε επειδή η απαλλακτική εισαγγελική πρόταση της εισαγγελέα πρωτοδικών Μαρίας Κάψου προς το Συµβούλιο Πληµµελειοδικών Αθηνών στηρίχτηκε σε µια ανύπαρκτη ανακριτική διαδικασία, η οποία επιπλέον µετά την έκδοση του βουλεύµατος έχει πλήρως ανατραπεί. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι ένα από τα βασικά επιχειρήµατα για την απαλλαγή του Ανδρ. Λοβέρδου είναι πως οι προστατευόµενοι µάρτυρες χαρακτηρίζονται αναξιόπιστοι. Αυτό όµως είναι κάτι που έχει αποδοµηθεί πλήρως από το βούλευµα.

Κι αυτό γιατί στο βούλευµα αναγράφεται, µεταξύ άλλων, ότι οι προστατευόµενοι µάρτυρες όχι απλώς δεν ήταν αναξιόπιστοι, όπως έλεγαν εδώ και τόσα χρόνια οι εµπλεκόµενοι στην υπόθεση πολιτικοί, αλλά, αντιθέτως, εντοπίστηκαν µέσω των καταθέσεων που έδωσαν στο FBI. Αρα ήταν αυτά τα πρόσωπα τα οποία εξαιτίας των στοιχείων που προσκόµισαν στις αµερικανικές αρχές εξανάγκασαν τη Novartis να καταβάλει στο αµερικανικό δηµόσιο µέσω εξωδικαστικού συµβιβασµού 350 εκατ. δολάρια. Αυτός ήταν και ο λόγος που οι πρώην εισαγγελείς κατά της διαφθοράς έκριναν ότι αυτοί οι «τρεις ουσιώδεις µάρτυρες», όπως τους χαρακτηρίζει το βούλευµα, είχαν να προσκοµίσουν σηµαντικά στοιχεία στις ελληνικές αρχές. Αλλωστε, όπως έχει κριθεί πλέον µε τη βούλα της ∆ικαιοσύνης, και οι τρεις προστατευόµενοι µάρτυρες είχαν σωρεία στοιχείων στη διάθεσή τους, ακριβώς επειδή βρίσκονταν πολύ κοντά στους ανθρώπους που τότε ερευνούνταν.

Το βούλευµα ανατρέπει πλήρως τις αρχειοθετήσεις του Αδωνη Γεωργιάδη και του ∆ηµήτρη Αβραµόπουλου. Των «αδιευκρίνιστων». Κι αυτό διότι οι επίµαχες πράξεις αρχειοθέτησης αναφορικά µε την εµπλοκή των δύο πρώην υπουργών Υγείας στην υπόθεση στηρίχτηκαν µεταξύ άλλων στο ίδιο νοµικό σκεπτικό: ότι οι προστατευόµενοι µάρτυρες είναι αναξιόπιστοι. Εκτός αυτού, όµως, και στις δύο επίµαχες πράξεις αρχειοθέτησης ο εισαγγελέας οικονοµικού εγκλήµατος Παναγιώτης Καψιµάλης που τις υπέγραψε, µολονότι εντόπισε εκατοντάδες χιλιάδες «αδιευκρίνιστες» πιστώσεις και καταθέσεις στους τραπεζικούς λογαριασµούς τους, δεν προχώρησε σε κάποια περαιτέρω έρευνα και έκλεισε την υπόθεση. Φαντάζει ακατανόητο ότι πάρθηκε τέτοια απόφαση από έναν εισαγγελέα, ο οποίος δεν ερεύνησε ποτέ επί της ουσίας την πιθανότητα ύπαρξης µαύρου χρήµατος. Ούτε προχώρησε σε κάποια ενέργεια για τις «πιθανές φορολογικές παραβάσεις» που εντοπίστηκαν κι ενώ το επίµαχο σκέλος της υπόθεσης έχει ανατεθεί –µετά την έκδοση των αρχειοθετήσεων– στη ∆ιεύθυνση Ερευνών Οικονοµικού Εγκλήµατος, η οποία έχει όπως φαίνεται αναλάβει να… καθαρίσει αυτή την τελευταία εκκρεµότητα.

Στο επίκεντρο της έρευνας πρέπει να βρεθεί όµως και ο Γιάννης Στουρνάρας, αφού το βούλευµα παραδέχεται ότι όντως ο Νίκος Μανιαδάκης εµφανίστηκε στους πρώην εισαγγελείς διαφθοράς και τους δήλωσε πως ο κεντρικός τραπεζίτης της χώρας τον πίεζε και τον εκβίαζε. Πρόκειται για εξέλιξη η οποία ανατρέπει τη σχετική αρχειοθέτηση που είχε εκδώσει η Εισαγγελία Πληµµελειοδικών Πειραιά και, κυριότερα, έρχεται να επιβεβαιώσει όσα κατέθεσε στην ανακρίτρια του ειδικού δικαστηρίου Κωνσταντίνα Αλεβιζοπούλου ο εκδότης του Documento Κ. Βαξεβάνης, ο οποίος µάλιστα προσκόµισε και ηχητικό ντοκουµέντο από τη συνοµιλία του µε τον πρώην προστατευόµενο µάρτυρα, ο οποίος του µετέφερε πως ο Γ. Στουρνάρας του είπε ότι όταν αλλάξει η κυβέρνηση «θα γαµήσουµε τους µάρτυρες και τη ∆ικαιοσύνη».

Κάτι άλλωστε που όντως έκαναν. Αυτός είναι ο λόγος που προκύπτει ένα γενικότερο θέµα αναφορικά µε τους πρώην εισαγγελείς διαφθοράς, των οποίων η έρευνα µπορεί να µην αµφισβητείται, αλλά τίθεται όµως µια πραγµατικότητα: οι εισαγγελείς όπως φαίνεται διά της δικογραφίας µηνύθηκαν και απειλήθηκαν ακόµη και µε φυλάκιση. Ποιος δύναται να παραγνωρίσει ότι µπορεί ακόµη και ασυναίσθητα αυτό να έχει επιδράσει στην κρίση τους, έχοντας στο πίσω µέρος του µυαλού τους ότι έχουν απέναντί τους δέκα ισχυρά πολιτικά πρόσωπα που τους απειλούν δηµοσίως; Παρά την ηρωική στάση τους, µπορεί κανείς να αποκλείσει το ενδεχόµενο οι αρχειοθετήσεις για τα επτά από τα δέκα πολιτικά πρόσωπα που υπέγραψαν οι συγκεκριµένοι εισαγγελείς να οφείλονται και στον ενδεχόµενο φόβο τους;

Οι «αδιευκρίνιστοι»

Οι πράξεις αρχειοθέτησης της δικογραφίας για τον Αδωνη Γεωργιάδη και τον ∆ηµήτρη Αβραµόπουλου βασίστηκαν εν πολλοίς στο πρωτοφανές και αστήριχτο νοµικό σκεπτικό ότι οι εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ πιστώσεων και καταθέσεων που εντοπίστηκαν στους τραπεζικούς λογαριασµούς των πρώην υπουργών Υγείας είναι «αδιευκρίνιστες». Θα περίµενε κανείς ότι εφόσον ένας εισαγγελέας εντόπιζε κάτι «αδιευκρίνιστο», αυτό από µόνο του θα αρκούσε αν όχι να ασκήσει δίωξη, τουλάχιστον να διεξαγάγει περαιτέρω έρευνα αντί να την περατώσει. Ο εισαγγελέας οικονοµικού εγκλήµατος Παναγιώτης Καψιµάλης που υπέγραψε τις επίµαχες αρχειοθετήσεις είχε ωστόσο διαφορετική άποψη και οι δύο πολιτικοί απαλλάχθηκαν από τις κατηγορίες.

Το νοµικό σκεπτικό στο οποίο στηρίχτηκαν όµως οι αρχειοθετήσεις των δύο πρώην υπουργών Υγείας έχει ανατραπεί πλήρως µετά την έκδοση του βουλεύµατος του Ανώτατου ∆ικαστικού Συµβουλίου. Κι αυτό επειδή ένα από τα πλέον βασικά νοµικά επιχειρήµατα που επικαλέστηκε ο Π. Καψιµάλης ήταν ότι οι καταθέσεις των προστατευόµενων µαρτύρων ήταν αστήριχτες κι αυτός ήταν και ο λόγος που ο εισαγγελέας οικονοµικού εγκλήµατος προσπαθεί µε κάθε τρόπο να τους αποδοµήσει. Σύµφωνα όµως µε το επίµαχο βούλευµα, οι προστατευόµενοι µάρτυρες όχι απλώς δεν είναι αναξιόπιστοι, αλλά αντιθέτως εντοπίστηκαν µέσω των καταθέσεων και των στοιχείων που προσκόµισαν στο FBI, βάσει των οποίων η Novartis εξαναγκάστηκε να καταβάλει 350 εκατ. δολάρια στο αµερικανικό δηµόσιο µέσω εξωδικαστικού συµβιβασµού.

Αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος που το βούλευµα του Ανώτατου ∆ικαστικού Συµβουλίου, το οποίο αποφαίνεται ξεκάθαρα ότι η υπόθεση Novartis δεν αποτελεί σκευωρία αλλά ξεκάθαρο σκάνδαλο, αποτελεί από µόνο του νέο και αδιαµφισβήτητο στοιχείο. Αυτό και µόνο είναι ικανό να ανοίξει ξανά την υπόθεση σε ό,τι αφορά το σκέλος του Αδ. Γεωργιάδη και του ∆. Αβραµόπουλου. Ωστε αυτήν τη φορά να µη µείνει τίποτε… «αδιευκρίνιστο».

«Γνώριζαν για διερευνώµενες πράξεις και πρόσωπα»

Σύµφωνα µε όσα αναγράφονται στο επίµαχο βούλευµα, ο ρόλος των προστατευόµενων µαρτύρων ήταν πολύ σηµαντικός και οι πρώην εισαγγελείς διαφθοράς ορθά τους ενέταξαν σε καθεστώς προστασίας. Οπως χαρακτηριστικά αναγράφεται, οι πρώην εισαγγελείς διαφθοράς εντόπισαν «τρεις ουσιώδεις µάρτυρες» και όχι «κουκουλοφόρους» και «ψευδοµάρτυρες», όπως τους χαρακτήριζαν τα εµπλεκόµενα πολιτικά πρόσωπα που τους απειλούσαν δηµοσίως.

∆εν λέει όµως µόνο αυτό το βούλευµα αναφορικά µε τους προστατευόµενους µάρτυρες. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, «κατά τη διερεύνηση της ανωτέρω υπόθεσης και µετά από αξιολόγηση στοιχείων µε βάση και την ανταλλαγή εγγράφων στα πλαίσια δικαστικής συνδροµής µε τις αρχές των ΗΠΑ, προέκυψαν, κατά τις εκτιµήσεις των εισαγγελέων διαφθοράς (2ης, 3ου και 4ου των κατηγορουµένων), τρεις ουσιώδεις µάρτυρες, οι οποίοι θα συνέβαλλαν µε τα στοιχεία και το υλικό που κατείχαν στην αποκάλυψη των ως άνω αξιόποινων πράξεων». Εποµένως οι τρεις προστατευόµενοι µάρτυρες εκτός του ότι είναι «ουσιώδεις», εντοπίστηκαν από τους πρώην εισαγγελείς διαφθοράς από όσα κατέθεσαν στο FBI. Κι έτσι, βάσει –και– αυτών των στοιχείων, η Novartis εξαναγκάστηκε να καταβάλει στο αµερικανικό δηµόσιο 350 εκατ. δολάρια για αθέµιτες πρακτικές στην Ελλάδα.
Είναι άλλωστε αξιοσηµείωτο ότι, όπως αναγράφεται στο επίµαχο βούλευµα, αποτυπώνεται και γιατί οι τρεις συγκεκριµένοι άνθρωποι κρίθηκαν τόσο σηµαντικοί από τις ελληνικές και τις αµερικανικές αρχές: επειδή είχαν ηγετικές θέσεις τόσο στη Novartis όσο και στο υπουργείο. Επειδή, µε άλλα λόγια, βρίσκονταν στον πυρήνα του σκανδάλου. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει το βούλευµα για τους τρεις προστατευόµενους µάρτυρες, «κρίθηκε ότι γνώριζαν και από δική τους αντίληψη ουσιώδη πράγµατα για τις διερευνώµενες πράξεις και πρόσωπα, ως εκ της θέσης που κατείχαν σηµαντικά στελέχη της Novartis Hellas οι δύο και στέλεχος του υπουργείου ο τρίτος κατά τον κρίσιµο χρόνο».

Αρα το Ανώτατο ∆ικαστικό Συµβούλιο κρίνει ως εξόχως σηµαντικό ότι οι τρεις προστατευόµενοι µάρτυρες βρίσκονταν τόσο κοντά σε πρόσωπα που κατηγορούνταν –κάποιοι ακόµη κατηγορούνται– για παράνοµες πράξεις και δεν το υποβιβάζει ως γεγονός όπως έκαναν οι εισαγγελείς οικονοµικού εγκλήµατος που αρχειοθέτησαν τις δικογραφίες για την υπόθεση Novartis αναφορικά µε τον Αδ. Γεωργιάδη και τον ∆. Αβραµόπουλο.

«Κατείχαν σηµαντικά αποδεικτικά στοιχεία»

Αλλωστε αυτός είναι και ο λόγος που στο βούλευµα σκιαγραφείται µε ανάγλυφο τρόπο η σπουδαιότητα όσων κατέθεσαν στους πρώην εισαγγελείς διαφθοράς οι προστατευόµενοι µάρτυρες, αλλά και τα στοιχεία που προσκόµισαν στις ελληνικές αρχές, ακριβώς επειδή βρίσκονταν στο κέντρο των εξελίξεων: «Οπως συνάγεται από την επισκόπηση των καταθέσεων των προστατευόµενων µαρτύρων που υπάρχουν στη δικογραφία, αυτοί αρχικά καταθέτουν για τις αθέµιτες πρακτικές της εταιρείας Novartis, καθώς και για τους τρόπους δωροδοκίας δηµοσίων προσώπων στα κέντρα λήψης αποφάσεων στον χώρο της υγείας και διακίνησης φαρµάκων (διοικητές νοσοκοµείων – προέδρους Οργανισµών Υγείας), για δωροδοκίες ιατρών του ∆ηµοσίου και ιδιώτες ιατρούς, ενώ αναφέρονται και σε πολιτικά πρόσωπα, έχοντας γνώση όσων καταθέτουν από όσα έχουν ακούσει από τον διευθύνοντα σύµβουλο της εταιρείας Novartis Κ. Φρουζή».

Αυτό που επίσης αναφέρεται στο βούλευµα είναι ότι «κατά την εξέτασή τους άπαντες οι προστατευόµενοι µάρτυρες κατέθεσαν αυτοβούλως όσα γνώριζαν για την υπόθεση, κατονοµάζοντας και την πηγή της πληροφόρησής τους και εγχειρίζοντας στοιχεία που κατείχαν, τα οποία αποτελούν µέρος της δικογραφίας Novartis, η οποία ήδη διερευνάται από τον Οικονοµικό εισαγγελέα, ενώ ουδόλως πιέστηκαν ή καθοδηγήθηκαν από τους εισαγγελείς να καταθέσουν στοχευµένα εις βάρος των δέκα πολιτικών προσώπων…».

Τα γεγονός ότι οι προστατευόµενοι µάρτυρες κατέθεσαν µεγάλο όγκο αποδεικτικών στοιχείων προκειµένου να αιτιολογήσουν τα λεγόµενά τους υιοθετείται a priori από το Ανώτατο ∆ικαστικό Συµβούλιο, αφού, όπως αναγράφεται στο βούλευµα, «οι µάρτυρες κατέθεταν πολλά γεγονότα για τα οποία ανέφεραν ότι κατείχαν σηµαντικά αποδεικτικά στοιχεία, οι επόµενες εξετάσεις τους κανονίζονταν µετά από αρκετές ηµέρες, µε αποτέλεσµα όσα είχαν να καταθέσουν να µην είναι ευχερές να ολοκληρωθούν µέσα σε λίγες ηµέρες».

Εποµένως, το Ανώτατο ∆ικαστικό Συµβούλιο ξεκάθαρα παραδέχεται ότι οι τρεις προστατευόµενοι µάρτυρες ήταν «ουσιώδεις», ότι κατέθεσαν σωρεία αποδεικτικών στοιχείων προκειµένου να αποδείξουν όσα κατέθεταν και ότι βρίσκονταν στον πυρήνα του σκανδάλου, πολύ κοντά στους ανθρώπους που διερευνούνταν.

«Ελαβε τα χρήµατα η γραµµατέας του Αδωνη»

Ας δούµε όµως τι αναγράφεται αναφορικά µε τους τρεις προστατευόµενους µάρτυρες στην πράξη αρχειοθέτησης της δικογραφίας για τον Αδ. Γεωργιάδη στην υπόθεση Novartis, η οποία υπογράφηκε από τον εισαγγελέα οικονοµικού εγκλήµατος Π. Καψιµάλη.

Σύµφωνα µε την επίµαχη πράξη αρχειοθέτησης, οι περιγραφόµενες πράξεις δωροδοκίας του Αδ. Γεωργιάδη από την προστατευόµενη µάρτυρα «Αικατερίνη Κελέση» ήταν τέσσερις. Η µία από αυτές αφορούσε δωροδοκία 2 εκατ. ευρώ εντός του υπουργικού του γραφείου στις 30 Σεπτεµβρίου 2013 «για την προνοµιακή αποπληρωµή των χρεών του δηµοσίου», η δεύτερη τον Σεπτέµβριο – Οκτώβριο του ίδιου έτους µε «το χρηµατικό ποσό των 20.000 ευρώ ως ανταπόδοση για την ευµενή µεταχείριση εταιρείας», η τρίτη τον Νοέµβριο µε ∆εκέµβριο µε 50.000 ευρώ και η τέταρτη µε το ποσό των 70.000 ευρώ για «την ανακαίνιση του σπιτιού του Αδωνη Γεωργιάδη».

Στις 4 Φεβρουαρίου 2018 η προστατευόµενη µάρτυρας «Αικατερίνη Κελέση» κατέθεσε στους πρώην εισαγγελείς διαφθοράς: «Γνωρίζω ότι ο Φρουζής έκανε τους χρηµατισµούς χέρι µε χέρι ο ίδιος. Στην περίπτωση όµως του Αδωνι Γεωργιάδη, γνωρίζω ότι εκτός από τις φορές που ο ίδιος ο Φρουζής τον χρηµάτισε απευθείας (χέρι µε χέρι), σε τρεις περιπτώσεις, τα χρήµατα έλαβε για λογαριασµό του Γεωργιάδη η ιδιαιτέρα γραµµατέας του Βασιλική Κατραβά, εντός κίτρινων φακέλων, µία φορά εντός του ξενοδοχείου Λίντρα Μάριοτ όπου η ανωτέρω έλαβε το ποσό των 70.000 ευρώ, το οποίο προοριζόταν για την ανακαίνιση της οικίας του Γεωργιάδη, και τις άλλες δύο φορές εντός του υπουργείου Υγείας, όπου έλαβε 50.000 ευρώ και 20.000 ευρώ, αντίστοιχα, περίπου».

«Παραλογισµός ότι έλαβε €20.000 µετά τα €2 εκατ.»

Στην εισαγγελική πράξη αρχειοθέτησης όµως όσα έχει καταθέσει η «Αικατερίνη Κελέση» απαξιώνονται, αφού, όπως χαρακτηριστικά αναγράφεται, «οι αναφορές αυτές πάσχουν», καθώς «η παρουσία Φρουζή µε βαλιτσάκι των 2 εκατ. ευρώ στο γραφείο του Γεωργιάδη δεν επιβεβαιώνεται από κάποιο άλλο στοιχείο». Ο Π. Καψιµάλης όµως δεν στέκεται µόνο εκεί, αφού αποδοµεί πλήρως την κατάθεση της «Αικατερίνης Κελέση», η οποία και µε τη βούλα της ∆ικαιοσύνης πλέον αποτελεί «ουσιώδη» µάρτυρα. Ο εισαγγελέας οικονοµικού εγκλήµατος όµως που υπέγραψε την πράξη αρχειοθέτησης για τον Αδ. Γεωργιάδη δεν είχε την ίδια εκτίµηση…

Σύµφωνα λοιπόν µε όσα περιλαµβάνονται στην πράξη αρχειοθέτησης αναφορικά µε την επίµαχη κατάθεση της «Αικατερίνης Κελέση», στον χρόνο «συνεπώς που ο Φρουζής είτε διαπραγµατεύεται είτε έχει ήδη παραδώσει το τεράστιο αυτό χρηµατικό ποσό, εµφανίζεται παράλληλα να µεταβαίνει στο υπουργείο και να παραδίδει στη γραµµατέα του Α. Γεωργιάδη και ένα φάκελο µε το ευτελές (συγκριτικά) ποσό των 20.000 ευρώ…».
Ο συνδυασµός αυτός σύµφωνα µε τον Π. Καψιµάλη «καταλήγει σε παραλογισµό». Κι αυτό γιατί «ο αυτός άνθρωπος παραλλήλως αποτιµά τις “υπηρεσίες” του υπουργού και µε το ιλιγγιώδες ποσό των 2.000.000 ευρώ αλλά και µε το ευτελές (συγκριτικά) ποσό των 20.000 ευρώ. Επίσης ενώ έχει συµφωνήσει ή/και παραδώσει τα 2.000.000 ευρώ, αισθάνεται ακόµη υποχρεωµένος ώστε να δώσει και άλλα 20.000 ευρώ. Στη συγκεκριµένη περίπτωση συνεπώς ο Φρουζής των 2.000.000 ευρώ και ο Φρουζής των 20.000 ευρώ φέρονται να λειτουργούν ως διαφορετικά άτοµα που κινούνται παράλληλα χωρίς να συνεννοούνται».

∆ηλαδή ο εισαγγελέας οικονοµικού εγκλήµατος δεν στέκεται στο ότι η «Αικατερίνη Κελέση», όπως επιβεβαιώνεται πλέον και από το βούλευµα του Ανώτατου ∆ικαστικού Συµβουλίου, βρισκόταν πολύ κοντά στον Κων. Φρουζή, παρά αποδοµεί την επίµαχη κατάθεση σχολιάζοντας ότι αποκλείεται ο πρώην υπουργός Υγείας να έλαβε επιπλέον 20.000 ευρώ από τον Κων. Φρουζή αφού προηγουµένως είχε λάβει 2 εκατ. ευρώ. Τι λογική είναι αυτή; Αρκεί αυτό και µόνο το νοµικό σκεπτικό προκειµένου να αποδοµηθεί το σύνολο της κατάθεσης της «Αικατερίνης Κελέση»; Ακόµη σηµαντικότερα: η «Αικατερίνη Κελέση» κατέθεσε ότι τα χρήµατα δίνονταν σε φακέλους στη γραµµατέα του πρώην υπουργού Υγείας Βασιλική Κατραβά. Γιατί δεν κάλεσε –ως όφειλε– ο εισαγγελέας οικονοµικού εγκλήµατος τη Βασ. Κατραβά προκειµένου να απαντήσει αν όσα κατέθεσε η «Αικατερίνη Κελέση» ήταν αληθή;

Η κατάθεση για το υπουργικό γραφείο

Το χειρότερο όλων είναι ότι ο Π. Καψιµάλης δεν έµεινε εκεί, αλλά συνέχισε την ανάπτυξη του νοµικού του σκεπτικού προκειµένου να αποδοµήσει όσα κατέθεσε η «Αικατερίνη Κελέση». Σε µια από τις καταθέσεις της προστατευόµενης µάρτυρα είχε περιγραφεί µε ακρίβεια ο χώρος στο υπουργείο Υγείας όπου ήταν το γραφείο του Αδ. Γεωργιάδη, όπου βάσει όσων κατέθεσε ο Κων. Φρουζής έδινε τους φακέλους µε τα χρήµατα. Ούτε αυτό όµως ήταν αρκετό για τον Π. Καψιµάλη.

Συγκεκριµένα, σε κατάθεσή της η «Αικατερίνη Κελέση» είχε καταθέσει χαρακτηριστικά: «Αν θυµάµαι καλά το δάπεδο ήταν µωσαϊκό παλαιού τύπου. Από ό,τι θυµάµαι οι πόρτες των γραφείων ήταν άσπρες. Εξω από το γραφείο του υπουργού ήταν το τηλεφωνικό κέντρο όπου ήταν τοποθετηµένα τρία γραφεία σε σχήµα Γ. ∆ίπλα υπήρχαν τρεις ή τέσσερις καρέκλες ξύλινες για τους επισκέπτες. Τα χρήµατα παραδόθηκαν στην Κατραβά σε ιδιαίτερο χώρο δεξιά και σε απόσταση περίπου πέντε έως επτά µέτρων από το γραφείο του Αδωνη Γεωργιάδη. Ο οποίος ευρισκόταν στο γραφείο του µε µισάνοικτη πόρτα να συνοµιλεί στο τηλέφωνο φωνασκώντας. Εξω από το γραφείο του Γεωργιάδη θυµάµαι ότι ανέµενε κάποιο ραντεβού του. Επίσης έξω από το γραφείο καθόταν µια τηλεφωνήτρια ηλικίας έως 40 ετών, µε βαµµένο καστανόξανθο µαλλί, πλεγµένο στο πλάι, γεµατούλα, η οποία φορούσε πράσινο µακρύ φόρεµα».

«Γνωρίζει τον χώρο, αλλά δεν µπορεί να ήταν εκεί»

Κι αυτή η κατάθεση αποδοµείται από τον Π. Καψιµάλη. Ενώ λοιπόν ο εισαγγελέας οικονοµικού εγκλήµατος παραδέχεται ότι όντως η προστατευόµενη µάρτυρας γνωρίζει καλά τον χώρο του υπουργικού γραφείου, αρνείται ότι η «Αικατερίνη Κελέση» βρισκόταν εκεί κατά τον χρόνο που δόθηκαν οι φερόµενες µίζες προς τον πρώην υπουργό Υγείας.

Οπως χαρακτηριστικά αναγράφεται στην πράξη αρχειοθέτησης, «περαιτέρω αν και ο µάρτυρας µε την κωδική ονοµασία Κελέση γνωρίζει προφανώς τον χώρο του υπουργείου και τα αναφερόµενα πρόσωπα, κατά τη λογική φορά των πραγµάτων δεν θα έπρεπε να παρευρίσκεται στους χώρους αυτούς, τις συγκεκριµένες χρονικές στιγµές. Ηταν γνωστό ότι ο Φρουζής κατά τις “δοσοληψίες” ήταν πάντοτε µόνος του και απέφευγε παντελώς την παρουσία µαρτύρων (βλ. κατάθεση Κελέση “έκανε τους χρηµατισµούς χέρι µε χέρι ο ίδιος” και κατάθεση Σαράφη “τις δωροδοκίες τις χειριζόταν µόνος του” και “…όπως µυστικές ήταν και οι ακριβείς δωροδοκίες… τις δωροδοκίες τις είχε αναλάβει προσωπικά και αποκλειστικά ο Φρουζής σε συνεννόηση µε τον εκάστοτε πρόεδρο της Νοβάρτις…”). Αίφνης, κατά παρέκκλιση της δογµατικής αυτής συµπεριφοράς, φέρεται να επιτρέπει στον µάρτυρα µε την κωδική ονοµασία Κελέση να τον συνοδεύσει, ώστε να φωτογραφίσει µε τη µνήµη του τη στιγµή της “δοσοληψίας” και να χρησιµεύσει ως αυτόπτης µάρτυρας.

Και αυτό χωρίς να είναι αναγκαία η παρουσία του στον χώρο καθώς δεν χρειαζόταν να τον βοηθήσει (ο µεταφερόµενος φάκελος δεν θα ήταν βαρύς). Αντιθέτως για τον ίδιο επρόκειτο καθαρά για ταλαιπωρία».

«Είδε δοσοληψίες που δεν θα έπρεπε να δει»

Ο Π. Καψιµάλης δεν έµεινε εκεί, αφού, σύµφωνα µε τον ίδιο, η προστατευόµενη µάρτυρας «έπρεπε να ακολουθήσει τον Φρουζή από τον χώρο στάθµευσης στην ασφάλεια του κτιρίου, ακολούθως να ανέβει στον χώρο που βρίσκεται το υπουργικό γραφείο, για να παραµείνει εκεί για ελάχιστα δευτερόλεπτα, να δει τη “δοσοληψία” και ακολούθως να επιστρέψει στον χώρο στάθµευσης του οχήµατος. Και όλα αυτά ενώ θα µπορούσε απλώς να αναµένει για ελάχιστο χρόνο την επιστροφή του Φρουζή στον χώρο στάθµευσης. ∆εν εξηγείται συνεπώς λογικά γιατί ο Φρουζής επέτρεψε στον µάρτυρα µε την κωδική ονοµασία Κελέση να βρίσκεται µαζί του στους ως άνω χώρους και να παρακολουθεί “δοσοληψίες” που δεν θα έπρεπε να δει».

Παρότι λοιπόν ο Π. Καψιµάλης παραδέχεται ότι όντως η «Αικατερίνη Κελέση» γνωρίζει τον χώρο του υπουργικού γραφείου, δεν δέχεται ότι παρευρέθηκε όταν ο Κων. Φρουζής φέρεται να δωροδοκούσε εκεί τον πρώην υπουργό Υγείας, επειδή αυτό θα ήταν για την ίδια… ταλαιπωρία. Και µάλιστα, προκειµένου να επιβεβαιώσει το επίµαχο νοµικό του σκεπτικό επικαλείται άλλη κατάθεση της «Αικατερίνης Κελέση», στην οποία ανέφερε ότι ο Κων. Φρουζής έκανε τους χρηµατισµούς «χέρι µε χέρι». ∆ηλαδή δεν µπορούσαν να έχουν γίνει και τα δύο; Οπως και να έχει όµως, γιατί δεν κλήθηκαν έστω για εξηγήσεις από τον Π. Καψιµάλη τόσο ο Αδ. Γεωργιάδης όσο και ο Κων. Φρουζής; Ρητορικά ερωτήµατα.

Ερευνες που δεν έγιναν ποτέ

Παρ’ όλα αυτά, οι πράξεις αρχειοθέτησης που αφορούν τόσο τον Αδ. Γεωργιάδη όσο και τον ∆. Αβραµόπουλο έγιναν περισσότερο γνωστές για τα «αδιευκρίνιστα». Και στους δύο πρώην υπουργούς Υγείας εντοπίστηκαν αρκετές χιλιάδες ευρώ από «αδιευκρίνιστες καταθέσεις», αλλά και πιθανές «φορολογικές παραβάσεις». Ο εισαγγελέας όµως που εντόπισε κάτι «αδιευκρίνιστο» όχι απλώς δεν κάλεσε για εξηγήσεις τους δύο πρώην υπουργούς, αλλά ούτε προχώρησε σε κάποια περαιτέρω έρευνα. ∆εν πραγµατοποιήθηκε ποτέ ουσιώδης έρευνα για την πιθανότητα µαύρου χρήµατος, τα στοιχεία που εντόπισαν οι πραγµατογνώµονες δεν στάλθηκαν ποτέ στην ΑΑ∆Ε προκειµένου να ελεγχθούν έστω οι «πιθανές φορολογικές παραβάσεις» που διαπιστώθηκαν.

Αντίστοιχα, δεν σχηµατίστηκαν ποτέ νέες δικογραφίες που να αφορούν αυτά τα πιθανά αδικήµατα. Είναι περιττό να ειπωθεί ότι η υπόθεση δεν έχει φτάσει ακόµη στην επιτροπή πόθεν έσχες της Βουλής, όπως θα έπρεπε βάσει νόµου. Αυτό που έγινε είναι ότι η εντολή για την έρευνα πιθανής ύπαρξης φορολογικών αδικηµάτων των πρώην υπουργών Υγείας δώθηκε στη ∆ιεύθυνση Ερευνών Οικονοµικού Εγκλήµατος µετά την έκδοση των επίµαχων πράξεων αρχειοθέτησης. Μόνο που αυτό έγινε µετά την έκδοση των επίµαχων πράξεων αρχειοθέτησης…

Τα «αδιευκρίνιστα» του Αδωνη

Συγκεκριµένα, στην πράξη αρχειοθέτησης αναφορικά µε τον Αδ. Γεωργιάδη αναγράφεται ότι έπειτα από έρευνα που πραγµατοποίησε ειδική επιστήµονας της Εισαγγελίας ∆ιαφθοράς έπειτα από άρση του τραπεζικού απορρήτου, «οι αδιευκρίνιστες πιστώσεις αφορούν κυρίως καταθέσεις σε µετρητά στους λογαριασµούς του ιδίου και των συγγενικών του προσώπων. Στη χρήση 2013 οι καταθέσεις µε µετρητά καθώς και οι εξοφλήσεις οφειλών πιστωτικών καρτών ανέρχονται στο συνολικό ποσό των 11.370 ευρώ, οι πιστώσεις δε αυτές δεν συνδέονται µε αντίστοιχες αναλήψεις/χρεώσεις λογαριασµών και είναι άγνωστης πηγής. Στη χρήση 2014 διαπιστώθηκαν καταθέσεις µε µετρητά στους τραπεζικούς λογαριασµούς των ερευνώµενων προσώπων καθώς και εξόφληση οφειλών µε µετρητά συνολικού ποσού 33.421,85 ευρώ (µία συναλλαγή αφορά εξόφληση πιστωτικής κάρτας µε κατάθεση 10.000 ευρώ σε µετρητά). Οι ανωτέρω καταθέσεις µε µετρητά δεν συσχετίστηκαν από τον έλεγχο µε αντίστοιχες αναλήψεις/χρεώσεις από τους λογαριασµούς και είναι άγνωστης πηγής».

Αντίστοιχα, στη χρήση 2015 διαπιστώθηκαν αδιευκρίνιστες καταθέσεις σε µετρητά καθώς και εξοφλήσεις πιστωτικών καρτών σε µετρητά συνολικού ποσού 39.190 ευρώ. Στη χρήση 2016 οι αδιευκρίνιστες πιστώσεις ανέρχονται στο ποσό των 18.300 ευρώ. Στη χρήση 2017 οι αδιευκρίνιστες πιστώσεις ανέρχονται στο ποσό των 34.252,85 ευρώ. Καταθέσεις µετρητών (µία κατάθεση 3.000 ευρώ σε έξι χαρτονοµίσµατα των 500 ευρώ και άλλες δύο ποσού 5.520 ευρώ) έγιναν από την Ευγενία Καραγιαννίδου στην Εθνική Μελισσίων και στο κατάστηµα Φάρου/Ψυχικού. Το ίδιο έτος υπήρξαν εµβάσµατα από την εταιρεία ΕΙ∆ΗΣΕΙΣ ΝΤΟΤ ΚΟΜ ΑΝΩΝ. ΡΑ∆ΙΟΤΗΛΕΟΠΤ (Σκάι), συνολικού ύψους 18.800 ευρώ, από το οποίο δεν δηλώθηκε το ποσό των 8.800 ευρώ (σελ. 58 και 589 της έκθεσης). Επίσης, έγιναν καταθέσεις σε λογαριασµό της ALPHA BANK Στουρνάρα από την Παρασκευή Κατραβά, αδελφή της Βασ. Κατραβά. Στη χρήση 2018 οι αδιευκρίνιστες πιστώσεις ανέρχονται στο ποσό των 13.840 ευρώ».

∆εν είναι όµως µόνο αυτό, αφού βάσει των ευρηµάτων του επίµαχου ελέγχου που παρατίθενται στην πράξη αρχειοθέτησης ελέγχθηκε παράλληλα η κατάθεση µετρητών είτε στο ταµείο της τράπεζας είτε µέσω ΚΑΣ (Κέντρο Αυτόµατων Συναλλαγών) στους λογαριασµούς των εταιρειών από 300 ευρώ και πάνω. Βάσει των ευρηµάτων του ελέγχου, «το συνολικό ποσό την ελεγχόµενη περίοδο ανέρχεται σε 345.841,27 ευρώ. Ειδικότερα το έτος 2013 κατατέθηκαν 24.313 ευρώ µετρητά στους λογαριασµούς των εταιρειών από πρόσωπα της εµπιστοσύνης του Σ.Α. Γεωργιάδη και συγκεκριµένα από τους Βασιλική Κατραβά, Λεωνίδα Γεωργιάδη, Παπαθεοδώρου, Κωνσταντίνο Κούτρη (συγγενικό πρόσωπο του Κισσανδράκη), υπάλληλο της ΑΛΣ ΑΕ. Το έτος 2014 κατατέθηκε σηµαντικά υψηλότερο ποσό και συνολικά το ποσό των 185.857 ευρώ και πάλι από πρόσωπα συγγενείς και συνεργάτες του Σ.Α. Γεωργιάδη και όχι από πελάτες των εταιριών. Το έτος 2015 κατατέθηκε κατά τον ίδιο τρόπο το ποσό των 47.050 ευρώ. Το έτος 2016 κατατέθηκε το ποσό των 40.350 ευρώ. Το έτος 2017 κατατέθηκε το ποσό των 33.500 ευρώ…».

Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι, όπως αναγράφεται στην πράξη αρχειοθέτησης, «η διενεργήσασα τον έλεγχο ειδική επιστήµονας δεν διαπίστωσε ύποπτες κινήσεις που να οδηγούν σε νοµιµοποίηση εσόδων από εγκληµατική δραστηριότητα. Οι όποιες µικρές διαφοροποιήσεις διαπιστώθηκαν στα δηλωθέντα εισοδήµατα δεν αφορούν την παρούσα δικογραφία καθώς συνιστούν πιθανώς φορολογικές παραβάσεις…».

Εποµένως ο Π. Καψιµάλης, µολονότι η πραγµατογνώµονας διαπίστωσε ένα τεράστιο ποσό που αφορούσε «αδιευκρίνιστες καταθέσεις» προς τον Αδ. Γεωργιάδη, δεν φάνηκε να έδωσε ιδιαίτερη βάση. Ακόµη και µολονότι ο ίδιος παραδέχεται ότι ενδεχοµένως εντοπίστηκαν «φορολογικές παραβάσεις».

Γιατί δεν κλήθηκε για εξηγήσεις η γραµµατέας;

Το σηµαντικότερο όµως είναι ότι στην πράξη αρχειοθέτησης δηλώνεται ξεκάθαρα ότι σε κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασµό του Αδ. Γεωργιάδη προχώρησε η αδερφή της γραµµατέα του, ενώ και η ίδια η Βασ. Κατραβά ήταν µεταξύ των προσώπων που προχωρούσαν σε καταθέσεις στους εταιρικούς τραπεζικούς λογαριασµούς του πρώην υπουργού. ∆ηλαδή η «Αικατερίνη Κελέση» κατέθεσε ότι ο Φρουζής της έδινε σε φακέλους χρήµατα που προορίζονταν για τον Αδ. Γεωργιάδη και από τον έλεγχο που πραγµατοποιήθηκε στους τραπεζικούς λογαριασµούς του πρώην υπουργού διαπιστώθηκε ότι η γραµµατέας του αλλά και η αδερφή της του κατέθεταν χιλιάδες ευρώ στους προσωπικούς και εταιρικούς τραπεζικούς του λογαριασµούς.

Ούτε αυτό όµως φάνηκε να συγκίνησε ιδιαίτερα τον Π. Καψιµάλη, αφού δεν κάλεσε ούτε γι’ αυτό τον λόγο τη Βασ. Κατραβά προκειµένου να εξηγήσει για ποιο λόγο προχώρησε σε αυτές τις καταθέσεις χρηµάτων. Φυσικά, ούτε λόγος για το ότι δεν κλήθηκε αντίστοιχα για να δώσει εξηγήσεις ο Αδ. Γεωργιάδης ούτε για το ότι δεν λήφθηκαν υπόψη οι καταθέσεις της «Αικατερίνης Κελέση» ότι τα χρήµατα δίνονταν στη γραµµατέα του Αδ. Γεωργιάδη…

Σχεδόν 1 εκατ. ευρώ αδιευκρίνιστα και η… πεθερά

Ο όρος «αδιευκρίνιστα» όµως χρησιµοποιείται και στην πράξη αρχειοθέτησης στη δικογραφία για τον ∆. Αβραµόπουλο στην υπόθεση Novartis, η οποία επίσης υπογράφεται από τον Π. Καψιµάλη. Συγκεκριµένα, όπως αναγράφεται στην πράξη αρχειοθέτησης, οι «αδιευκρίνιστες» «πιστώσεις και καταθέσεις µετρητών» που εντοπίστηκαν στους τραπεζικούς λογαριασµούς του ∆. Αβραµόπουλου και της συζύγου για τα έτη 2006-17 –βάσει ελέγχου που διενήργησε η ειδική εµπειρογνώµονας της Εισαγγελίας ∆ιαφθοράς– ανέρχονταν σε 908.165 ευρώ.

∆εν είναι όµως µόνο αυτό, αφού όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην πράξη αρχειοθέτησης, εντοπίστηκε και µια κατάθεση ύψους 100.000 ευρώ που φέρεται να έκανε η πεθερά του ∆. Αβραµόπουλου το 2007. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, πρόκειται για κατάθεση σε κοινό λογαριασµό της πεθεράς του πρώην υπουργού και της συζύγου του. Το εξόχως εντυπωσιακό είναι ότι τα χρήµατα που κατατέθηκαν ήταν σε δεσµίδες των 500 ευρώ. Ακόµη χειρότερα, τα χρήµατα αυτά «ούτε δικαιολογούνται µε βάση τα δηλωθέντα εισοδήµατα των ελεγχόµενων προσώπων» ούτε το ποσό «αντιστοιχεί σε προηγούµενη ανάληψη ίσου ή µεγαλύτερου ποσού από άλλον λογαριασµό». Κι όµως ούτε στην περίπτωση του ∆. Αβραµόπουλου ο Π. Καψιµάλης έκρινε απαραίτητο να καλέσει για εξηγήσεις τον πρώην υπουργό Υγείας, στους τραπεζικούς λογαριασµούς του οποίου διαπιστώθηκαν «αδιευκρίνιστες» πιστώσεις και καταθέσεις σχεδόν 1 εκατ. ευρώ. Κι αυτό το σκέλος της υπόθεσης έµεινε «αδιευκρίνιστο».

Documento Newsletter