Χατζηγεωργίου: Η τουρκική προκλητικότητα θα ήταν διπλή χωρίς τη Συμφωνία των Πρεσπών

«Όσοι ισχυρίζονταν τότε ότι ανταλλάξαμε τη Μακεδονία με τις συντάξεις ας αναλογιστούν τώρα ποια θα ήταν η θέση της χώρας μας απέναντι σε μια διπλή τουρκική προκλητικότητα» τονίζει στο documentonews.gr η υφυπουργός Μακεδονίας – Θράκης και υποψήφια βουλευτής με τον ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία στην Α’ Θεσσαλονίκης, Ελευθερία Χατζηγεωργίου, αναφορικά με την επόπτευση του FIR της Βόρειας Μακεδονίας από ελληνικά μαχητικά.

Η αντίδραση της ΕΕ στην τουρκική παραβατικότητα συνδέεται και με την εξωτερική πολιτική που ακολούθησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ;

Η πολιτική απόφαση που λήφθηκε στη Σύνοδο Γενικών Υποθέσεων της Ε.Ε. αποτελεί επί της ουσίας αποτέλεσμα της επιτακτικής ανάγκης που τέθηκε από την Ελλάδα και την Κύπρο για τη λήψη άμεσων μέτρων αντιμετώπισης της τουρκικής προκλητικότητας. Ήδη εξετάζεται το ενδεχόμενο αυτή η συντονισμένη αντίδραση της ΕΕ να ξεπεράσει τις λεκτικές εισηγήσεις και να προβεί στην επιβολή συγκεκριμένων κυρώσεων, στην επικείμενη Σύνοδο Κορυφής στις 30 Ιουνίου, εφόσον συνεχίσει η Τουρκία τις προκλήσεις της στην Κυπριακή ΑΟΖ. Αυτή η εξέλιξη αποτελεί όχι μόνο επιβεβαίωση της εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησης, αλλά και ενίσχυση της διαπραγματευτικής μας ικανότητας. Και πέρα όμως από αυτό η σύναψη στρατηγικών συμμαχιών της χώρας μας και της Κύπρου στην ευρύτερη περιοχή: Ελλάδα-Κύπρος-Ισραήλ, Ελλάδα-Κύπρος-Αίγυπτος, αναδεικνύει έναν ισχυρό και αναβαθμισμένο ρόλο.

Μετά την ολοκλήρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών οριστικοποιήθηκε η επόπτευση του FIR της Βόρειας Μακεδονίας από ελληνικά μαχητικά. Πόσο σημαντικό θεωρείτε το γεγονός αυτό συνυπολογίζοντας το ρευστό σκηνικό που έχει διαμορφωθεί στην Αν. Μεσόγειο;

Το θεωρώ εξαιρετικά σημαντικό. Και ίσως τώρα, αν και με αυτό τον τρόπο, συνειδητοποιούμε τη μεγάλη σημασία της Συμφωνίας των Πρεσπών, γιατί η αμυντική συνεργασία με τη Βόρεια Μακεδονία όχι μόνο περιορίζει τη δράση της Τουρκίας στα βόρεια σύνορά μας αλλά βάζει και ένα οριστικό τέλος στις χρόνιες επιθυμίες των Τούρκων για τον έλεγχο του FIR των Σκοπίων. Όσοι λοιπόν ισχυρίζονταν τότε ότι ανταλλάξαμε τη Μακεδονία με τις συντάξεις ας αναλογιστούν τώρα ποια θα ήταν η θέση της χώρας μας απέναντι σε μια διπλή τουρκική προκλητικότητα. Η Ελλάδα επιδεικνύει λοιπόν όχι μόνο πυγμή, αλλά και σταθερότητα στα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο, ως μια χώρα που ξέρει να σέβεται το διεθνές δίκαιο αλλά και να δίνει λύσεις σε χρόνια προβλήματα.

Το τελευταίο διάστημα σειρά στελεχών της ΝΔ έχουν κατεβάσει κατά πολύ τους τόνους για το Μακεδονικό, κάνοντας λόγο για σεβασμό και εφαρμογή των συμφωνηθέντων. Πώς εξηγείτε αυτή την αλλαγή στάσης;

Είναι αλήθεια πως η θέση της Νέας Δημοκρατίας απέναντι στη Συμφωνία των Πρεσπών ξαφνικά μεταλλάχτηκε. Από την πρώτη στιγμή τα στελέχη της ΝΔ είχαν τοποθετήσει τη Συμφωνία στο βασικό κάδρο της αντιπολιτευτικής τους τακτικής, με βαρύγδουπους χαρακτηρισμούς και εθνικιστικά παραληρήματα και με κύριο στόχο την εσωτερική κατανάλωση. Μόνο ως υποκρισία θα μπορούσα να χαρακτηρίσω μια τέτοια στάση. Ας μην ξεχνάμε ότι η εθνική θέση της Νέας Δημοκρατίας και του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη ήταν η διασφάλιση σύνθετης ονομασίας, erga omnes, με συνταγματική αναθεώρηση. Για εμάς, την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, στα εθνικά θέματα πρέπει να υπάρχει ομοψυχία και να μη γίνονται αντικείμενο προεκλογικής εκμετάλλευσης. Ο καθένας λοιπόν μπορεί να βγάλει τα συμπεράσματά του για αυτή τη διπρόσωπη στάση της ΝΔ.

Ο Κ. Μητσοτάκης πρόσφατα ανακοίνωσε αναπτυξιακό πρόγραμμα αποκλειστικά για τη Μακεδονία, πρωτοβουλία που θα πλαισιωθεί από την εκστρατεία για την «αυθεντική Μακεδονία», όπως λέει. Ποια η άποψή σας για τις εν λόγω εξαγγελίες κι αν υπάρχει αντιπρόταση από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ;

Η Νέα Δημοκρατία και ο κ. Μητσοτάκης θυμήθηκαν την ανάπτυξη της Θεσσαλονίκης και της Μακεδονίας ένα μήνα πριν από τις εθνικές εκλογές! Πέρα από την υποκρισία που επέδειξαν στο θέμα της Συμφωνίας των Πρεσπών, θεωρώ εξίσου υποκριτικό και αυτό το όψιμο ενδιαφέρον για τη Βόρεια Ελλάδα. Καμιά κυβέρνηση των προηγούμενων ετών δεν είχε στραμμένη την προσοχή της στη Θεσσαλονίκη και τη Μακεδονία. Εμείς αντιμετωπίσαμε τη Βόρεια Ελλάδα με τον τρόπο που της αξίζει. Το Μετρό, η Εγνατία οδός, ο οδικός άξονας Θεσσαλονίκης – Αθήνας, ο αγωγός TAP, η διπλή ηλεκτροκίνητη σιδηροδρομική γραμμή, η επένδυση στο Λιμάνι και πολλά άλλα ακόμη το αποδεικνύουν. Έρχεται τώρα ο κ. Μητσοτάκης και η Νέα Δημοκρατία, που είχαν εγκαταλείψει την πόλη μας και τη Β. Ελλάδα στην τύχη τους, να υποσχεθούν αυτά που έχει ήδη αρχίσει ή έχει προγραμματίσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, όπως τη σύνδεση του οδικού δικτύου πόλεων της δυτικής Μακεδονίας με την Εγνατία οδό και τη Θεσσαλονίκη, τη σιδηροδρομική Εγνατία ή την ανάπτυξη δικτύων διανομής φυσικού αερίου. Είμαστε και ήμασταν παρόντες στη Θεσσαλονίκη και τη Μακεδονία, όπου έγιναν μεγάλες μεταρρυθμίσεις στον τομέα της περιβαλλοντικής πολιτικής, τις οποίες υπόσχεται τώρα ο κ. Μητσοτάκης, στην απόδοση στρατοπέδων στους πολίτες, στη χρηματοδότηση του καφέ κάδου, των ειδικών απορριμματοφόρων και της κομποστοποίησης για τους Δήμους. Όσο για την «αυθεντική Μακεδονία», η Συμφωνία των Πρεσπών τη διασφαλίζει πλήρως.

Η προγραμματική αντιπαράθεση εν όψει εκλογών επικεντρώνεται στα ζητήματα των φόρων και των εργασιακών. Ποιες οι κύριες διαφορές των προγραμματικών σχεδίων ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ σε σχέση με αυτά τα δύο πεδία άσκησης πολιτικής;

Τα δύο αυτά πεδία στα οποία αναφέρεστε είναι τα πιο κρίσιμα για τις ζωές και το μέλλον των Ελλήνων πολιτών και γι’ αυτό πρέπει να τα λάβουν σοβαρά υπόψη στην κάλπη της 7ης Ιουλίου. Τα καταστροφικά αποτελέσματα της ακραίας νεοφιλελεύθερης πολιτικής της ΝΔ τα έχει ζήσει ο ελληνικός λαός στο παρελθόν. Μια ενδεχόμενη διακυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη αναπόφευκτα θα μας γυρίσει πίσω. Μέσα στις γενικολογίες για μείωση της φορολογίας, χωρίς διευκρινήσεις για ποιους και με ποιες επιπτώσεις, δεν γίνεται κουβέντα για το πώς θα καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό που θα ξεπεράσει το 1 δισ. Ευρώ. Με περικοπές των κοινωνικών επιδομάτων; Με μείωση δαπανών στην Υγεία, στην Παιδεία, στην κοινωνική ασφάλιση; Ο ΣΥΡΙΖΑ ζητά την ψήφο του ελληνικού λαού για να συνεχίσει το έργο του με πρόγραμμα φορολογικών ελαφρύνσεων, αλλά σε συνδυασμό με συγκεκριμένη αναπτυξιακή και κοινωνική πολιτική. Αυτή είναι η μεγάλη διαφορά των προγραμματικών μας θέσεων με τη Νέα Δημοκρατία: Στοχευμένες φοροελαφρύνσεις, ανάπτυξη, εξοικονόμηση πόρων για την κοινωνική πολιτική και ενίσχυση του κοινωνικού κράτους από τη μια, φοροαπαλλαγές για λίγους, κατάρρευση των εργασιακών σχέσεων, ιδιωτικοποιήσεις στην κοινωνική ασφάλιση, στην Παιδεία και την Υγεία, από την άλλη.

Όσο για την ανεργία, το έργο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ το μαρτυρούν οι αριθμοί. Το πρώτο πεντάμηνο του 2019 δημιουργήθηκαν 265.059 νέες θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα, ενώ τα προηγούμενα χρόνια είχαν δημιουργηθεί 380.000. Παρ’ όλη την ασφυκτική κατάσταση που βίωσε η χώρα τα αποτελέσματα στην εργασία είναι πολλά: συλλογικές συμβάσεις, αύξηση μισθών, διασφάλιση εργασιακών δικαιωμάτων. Μια επιτυχία της κυβέρνησης που εγγυάται και την επίτευξη των στόχων που έχει θέσει στον εργασιακό τομέα για την επόμενη τετραετία.

Δηλώσατε πρόσφατα ότι ο κόσμος αντιλαμβάνεται τη διαφορά της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ σε σύγκριση με αυτή της ΝΔ. Γιατί αυτό δεν αποτυπώθηκε στις ευρωεκλογές; Το διαφορετικό διακύβευμα των βουλευτικών εκλογών μπορεί να ανατρέψει το πολιτικό περιβάλλον που διαμορφώθηκε μετά την 26η Μαΐου;

Καταρχήν, να τονίσω ότι οι Ευρωεκλογές είναι μια διαφορετική εκλογική διαδικασία, στην οποία οι πολίτες εκφράζονται από άλλη αφετηρία. Δεν επιλέγουν ποιον επιθυμούν να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας. Αλλά και η επί τέσσερα χρόνια καταστροφολογία της Νέας Δημοκρατίας την οποία διακινούσαν περίτρανα πάρα πολλά συστημικά ΜΜΕ για λόγους που όλοι γνωρίζουμε, είχε αποτέλεσμα. Ο λαός εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του στην κυβέρνηση και είναι αποδεκτή η στάση και η θέση του. Ωστόσο, η ψήφος του στις Ευρωεκλογές δεν μπορώ να πιστέψω ότι αποτελεί επιβράβευση των αντιλαϊκών προγραμματικών θέσεων της Νέας Δημοκρατίας: Ιδιωτικό ασφαλιστικό σύστημα, υποβάθμιση της δημόσιας Υγείας και Παιδείας, συρρίκνωση του δημόσιου τομέα, ιδιωτικοποιήσεις, κατάργηση επιδομάτων, κατάρρευση εργασιακών δικαιωμάτων και πολλά άλλα μέτρα μιας ξεκάθαρης νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης λέει ότι δεν είμαστε όλοι ίσοι, ότι δεν θα ξαναστείλει τον ΣΕΠΕ στους εργοδότες, ότι εργαζόμενοι και εργοδότες θα πρέπει μεταξύ τους να διαπραγματεύονται, ότι είναι ξεπερασμένο το οκτάωρο και η επταήμερη εργασία, ότι μέρος του ασφαλιστικού συστήματος πρέπει να περάσει σε ιδιώτες και πολλά άλλα που διαλύουν το κοινωνικό κράτος και οδηγούν σε εργασιακό μεσαίωνα. Τελικά, σε ποιους ψηφοφόρους απευθύνεται; Αν λοιπόν οι πολίτες δουν προσεκτικά το τι πρεσβεύουν τα δυο κόμματα θεωρώ βέβαιο ότι στις 7 Ιουλίου θα επιλέξουν τον ΣΥΡΙΖΑ.