Χάρης Χαραλάμπους Καζέπης: Οι άνθρωποι αγκαλιάζουμε τις ήττες μας και αντιστεκόμαστε

Απόφοιτος του Τμήματος Χημικών Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου τον κέρδισε τελικά το θέατρο. Ο Χάρης Χαραλάμπους Καζέπης συμπρωταγωνιστεί στην παράσταση της  bijoux de kant, «Μάθε με να φεύγω» του Άκη Δήμου σε σκηνοθεσία Γιάννη Σκουρλέτη, που παίζεται για δεύτερη χρονιά σε έναν ιδιαίτερο χώρο, το HOOD art space. Ο ρόλος που ερμηνεύει είναι της Αγνής. Ένα «πλάσμα-τραύμα» όπως ο ίδιος την χαρακτήρισε. Ένα πλάσμα που αγκάλιασε της ήττες της και αντιστάθηκε επιλέγοντας να ζήσει στο φως. Όπως ακριβώς έχει επιλέξει να ζήσει και ο ίδιος κόντρα στην βία και την εσωστρέφεια διαβάζοντας τα βιβλία του και κάνοντας βόλτες στην πόλη.

Πείτε μου για την «Αγνή» που ζει με τις αναμνήσεις της και τα τρόπαια των εραστών της.

Η Αγνή είναι ένα πλάσμα-τραύμα. Η μοναξιά μέσα στην οποία ζει, η ματαίωση των προσδοκιών της, η ήττα στο πεδίο του έρωτα, όλα αυτά την έχουν τσακίσει. Δεν το βάζει κάτω όμως! Επιλέγει να αγκαλιάσει την ήττα της και να αντισταθεί. Να πιστέψει συνειδητά στην αυταπάτη, στον έρωτα, στον ρομαντισμό ως τις μόνες πολιτικές πράξεις αντίστασης απέναντι στη βία του τίποτα, των «σκυλιών» που αλυχτούν και ενός μόνιμου μισοσκόταδου (οποιαδήποτε ομοιότητα με την πραγματικότητα δεν είναι καθόλου συμπτωματική). Επιλέγει να ζει σαν σκιά ανάμεσα σε σκιές, αλλά σαν «λευκή» σκιά, όπως λέει. Επιλέγει το φως. Όλη της η διαδρομή είναι μια πορεία προς το φως και την διανύει γενναία.  Έχουμε, μάλλον, πολλά να μάθουμε από την Αγνή!

Διαβάστε επίσης: Γιάννης Σκουρλέτης: «Το θέατρο είναι η πιο νέα τέχνη»

Πως διαχειριστήκατε το υφολογικά ετερόκλητο κείμενο του Άκη Δήμου στην προσέγγιση του ρόλου σας;

Με απόλυτη περιέργεια και παιγνιώδη διάθεση. Είναι και ο τρόπος που είναι γραμμένο το έργο και η ματιά του σκηνοθέτη της παράστασης Γιάννη Σκουρλέτη που δεν σου αφήνουν και πολλές άλλες επιλογές.  Το κείμενο αυτό γλιστράει από την κωμωδία στο δράμα, από το δράμα στο μπουλβάρ, από το μπουλβάρ στις ιστορίες μυστηρίου και από εκεί στο φωτορομάντζο και ξανά πάλι από την αρχή με τόση μαεστρία που είναι, πιστεύω, για τον ηθοποιό το ιδανικότερο λούνα παρκ.  Μέσα σε αυτόν τον «παιχνιδότοπο» η ειλικρίνεια γίνεται το εισιτήριο εισόδου και ακόμα και τα πιο σοβαρά και υπαρξιακά τίθενται και λέγονται αβίαστα, απενοχοποιημένα  και όχι «απενεργοποιημένα».

Έχουμε ανάγκη οι άνθρωποι τους μύθους; Τα παραμύθια; Όπως οι ήρωες του έργου που αναζητούν τη δική τους Ιθάκη;

Οι μύθοι και τα παραμύθια είναι ζωτικής σημασίας για τους ανθρώπους.  Είναι καύσιμο για τη φαντασία μας και την ικανότητα μας να αντιμετωπίζουμε τις ανεπάρκειές μας. Μας βγάζουν έξω από εμάς για να ζήσουμε περιπέτειες που θα ενδυναμώσουν μέσα μας το ένστικτο της επιβίωσης και την ανάγκη για να κάνουμε το ταξίδι, επιτέλους, προς την δική του Ιθάκη ο καθένας.

Λέτε ως Αγνή στο έργο «Υπάρχουν νύχτες που μετράνε σαν χρόνια». Τι είναι αυτό που στην πραγματικότητα προσμένει η ηρωίδα; Είναι ένας άνθρωπος; Η ανάμνησή του ή απλά μια προσδοκία για αυτό που χάθηκε και το ζητά ξανά;

Διαβάστε επίσης: Ο Γιάννης Σκουρλέτης επιστρέφει με το «Μάθε με να φεύγω» του Άκη Δήμου

Όλα αυτά που λέτε πίστευα κι εγώ ότι προσμένει η ηρωίδα κατά τη διάρκεια του πρώτου κύκλου των παραστάσεων.  Όσο όμως περνούσε ο καιρός και μετά το τέλος αυτού του πρώτου κύκλου άρχισε να εδραιώνεται μέσα μου η πεποίθηση ότι αυτό που πραγματικά προσμένει είναι να ολοκληρώσει το ταξίδι προς την Ιθάκη που η ίδια επέλεξε, και όχι προς αυτήν που άλλοι της επέβαλαν. Ο «ένας» άνθρωπος και η συνάντηση με αυτό που χάθηκε είναι ο τελευταίος απαραίτητος σταθμός πριν από το τέρμα.

Η ελληνική δραματουργία πέρασε μια μεγάλη περίοδο που οι σκηνοθέτες την σνόμπαραν. Αυτό έχει αρχίσει να αλλάζει τα τελευταία χρόνια. Τι μεσολάβησε;

Για τους σκηνοθέτες δεν ξέρω να απαντήσω.  Ως λάτρης, όμως, της λογοτεχνίας και φανατικός βιβλιόφιλος θα απαντήσω πως  πιστεύω ότι μεσολάβησε η άνθηση, τα τελευταία χρόνια ιδιαίτερα, της ελληνικής λογοτεχνίας που συμπαρέσυρε και την ελληνική δραματουργία. Είναι πολύ ελπιδοφόρο να εμφανίζονται και να δοκιμάζονται επί σκηνής όλο και περισσότερες καινούργιες φωνές που συνομιλούν απευθείας με την ελληνική πραγματικότητα, όπως επίσης και παλαιότερες φωνές να αντιμετωπίζονται μέσα από ματιές του τώρα.

Όταν ολοκληρώνει τον κύκλο της μια παράσταση λυπάστε; Μοιάζει σαν γέννα που βιάζεται να μεγαλώσει έως ότου έρθει το τέλος.

Και λυπάμαι, και χαίρομαι που το έζησα, μετά πάλι λυπάμαι ξανά που τελείωσε και μετά χαίρομαι που συνάντησα ό, τι συνάντησα και ξαναλυπάμαι και δεν έχει τέλος ο κύκλος αυτός της χαρμολύπης.

Θυμάμαι την τελευταία φορά που συναντηθήκαμε –μεταξύ άλλων- μιλήσαμε για την ποίηση που κρύβει αυτή η πόλη. Πότε νιώσατε τελευταία φορά έτσι;

Τις προάλλες κατεβαίνοντας τα σκαλάκια της Διδότου διασταυρώθηκα με ένα μικρό παιδάκι που φορούσε μια μπλούζα λευκή που είχε ακριβώς στο κέντρο της κεντημένη μια κόκκινη καρδιά.  Ακινητοποιήθηκα αμέσως. Σχηματίστηκε ένα χαμόγελο στο πρόσωπό μου, έκανα μια στάση για μερικά δευτερόλεπτα και πήρα μια βαθιά ανάσα.  Τότε ήταν η τελευταία φορά.

Κλείνοντας, είναι πιο δύσκολο να μείνεις ή να φεύγεις;

«Αυτοί που φεύγουν, μένουν πιο πολύ» γράφει στο έργο του ο Άκης Δήμου.  Άρα, το δυσκολόμετρο εδώ σηκώνει τα χέρια του ψηλά.

Διαβάστε επίσης:

Η Δώρα Χρυσικού στο Documento: «Δεν έχουμε τελειώσει με τον φασισμό»

Έχεις ερωτική φαντασίωση; Πες το στην Τζίλιαν Άντερσον

Τέλος ο Γιάννης Μόσχος από το Εθνικό Θέατρο

Κριτική θεάτρου: «Ικέτιδες» του Αισχύλου

Εγκυρο ή ηθικό;