Χαμηλές προσδοκίες για τα τουριστικά έσοδα του 2021

Χαμηλές προσδοκίες για τα τουριστικά έσοδα του 2021

Οι ξενοδόχοι, που κρατούν μικρό καλάθι, προσγείωσαν τον υπουργό Τουρισμού ο οποίος μιλούσε για «ενθαρρυντικά μηνύματα».

Την περασμένη Δευτέρα ο υπουργός Τουρισμού Χάρης Θεοχάρης, που πέρασε τον Μάιο ταξιδεύοντας στις χώρες-στόχους του ελληνικού τουρισμού με την ελπίδα να ξεκλειδώσει τις τουριστικές ροές προς την Ελλάδα παρά την προβληματική επιδημιολογική κατάστασή της, αναφέρθηκε, μιλώντας στον Real FM, σε «ενθαρρυντικά μηνύματα».

Δυο μέρες μετά η Πανελλήνια Ένωση Ξενοδόχων τον «άδειαζε», καθώς με επιστολή της προς τους υπουργούς Οικονομικών, Ανάπτυξης και Εργασίας ανέφερε ότι επί του παρόντος απουσιάζουν οι κρατήσεις όχι μόνο για τον Ιούνιο αλλά και για τον Ιούλιο και περιέγραφε με τα μελανότερα χρώματα την οικονομική κατάσταση του κλάδου, ζητώντας πρόσθετα μέτρα στήριξης των ξενοδοχείων.

Ποια από τις δύο πλευρές είναι πιο κοντά στην αλήθεια για την ουσιαστική επανεκκίνηση του τουρισμού και το ύψος των προσδοκώμενων τουριστικών εσόδων; Οι ξενοδόχοι, αν λάβουμε υπόψη όλα τα δεδομένα. Ποια είναι αυτά;

Σενάριο εσόδων στο 40% του 2019

Δεδομένο πρώτο: η παράταση της πανδημίας διεθνώς, έστω και με χαμηλότερα κρούσματα και περιορισμό του αριθμού των θανάτων λόγω των εμβολιασμών, μειώνει για δεύτερη χρονιά τις παγκόσμιες τουριστικές ροές. Την περασμένη εβδομάδα ο επικεφαλής οικονομολόγος της Διεθνούς Ενωσης Αερομεταφορών (IATA) Μπράιαν Πιρς προχώρησε στην προς τα κάτω αναθεώρηση των προβλέψεών του για τους συνολικούς αριθμούς επιβατών σε πτήσεις το 2021, εκτιμώντας ότι θα φτάσουν το πολύ στο 48% του 2019.

Εφόσον όμως το σύνολο των παγκόσμιων τουριστικών ροών περιορίζεται κάτω του 50%, από ποια δεξαμενή να αντλήσει η Ελλάδα έσοδα; Εξού και η κυβέρνηση έχει αρχίσει να χαμηλώσει τον πήχη των προσδοκιών για τα φετινά τουριστικά έσοδα, με τον μεν Κυριάκο Μητσοτάκη μιλώντας πριν από λίγες μέρες στη Γερμανία να υποστηρίζει ως εφικτό τον στόχο του 50% των τουριστικών εσόδων του 2019 –έναντι 60% που ανέφεραν άλλα στελέχη του οικονομικού επιτελείου πριν από λίγο καιρό–, να γράφεται όμως πλέον σε φιλοκυβερνητικά media ότι το οικονομικό επιτελείο θεωρεί ως ενδεχόμενο σενάριο τον περιορισμό των φετινών τουριστικών εσόδων στο 40% των εσόδων του 2019, και τον υπουργό Τουρισμού Χ. Θεοχάρη να έχει αλλάξει ρητορική και να μιλάει για την ανάγκη «να κερδίσει ο ελληνικός τουρισμός το στοίχημα της ποιότητας», αφήνοντας κατά μέρος τους ποσοτικούς στόχους.

Τον Μάιο δεν μπόρεσε να επωφεληθεί

Δεδομένο δεύτερο: το φετινό καλοκαίρι η χώρα μας όχι μόνο δεν είναι Covid-free όπως ήταν το καλοκαίρι του 2020 αλλά είναι και σε χειρότερη θέση από επιδημιολογική άποψη σε σχέση με τους άλλους ευρωπαϊκούς προορισμούς της Μεσογείου (Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία) οι οποίοι αποτελούν τους βασικούς ανταγωνιστές της.

Όντας λοιπόν στην πορτοκαλί λίστα των βρετανικών αρχών, η Ελλάδα δεν μπόρεσε να επωφεληθεί τον Μάιο και δεν θα μπορέσει να επωφεληθεί ίσως το μεγαλύτερο μέρος του Ιουνίου από την έναρξη των διακοπών για τους Βρετανούς, που κατευθύνονται μαζικά στην Πορτογαλία, τον μόνο ευρωπαϊκό τουριστικό προορισμό που οι βρετανικές αρχές έχουν συμπεριλάβει προς το παρόν στην πράσινη λίστα τους.

Επιπλέον, το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει ακόμη πολύ χειρότερους επιδημιολογικούς δείκτες από την Ισπανία δείχνει ότι διατρέχει κίνδυνο να μείνει εκτός της πράσινης λίστας των βρετανικών αρχών και κατά την προσεχή αναθεώρηση της 7ης Ιουνίου, τη στιγμή μάλιστα που θα μπαίνει σε αυτήν η Ισπανία.

Σε ό,τι αφορά την προσέλευση τουριστών από τη Γερμανία, υπάρχει το σημαντικό θετικό γεγονός της κατάργησης της καραντίνας για τους Γερμανούς πολίτες που επιστρέφουν από διακοπές στην Ελλάδα και άλλες τουριστικές περιοχές «υψηλού κινδύνου», παραμένει όμως ο περιοριστικός όρος για προσκόμιση κάποιου χαρτιού (πιστοποιητικού εμβολιασμού, βεβαίωση ότι νόσησαν και ανάρρωσαν ή αρνητικό μοριακό τεστ) των ταξιδιωτών, που αποτρέπει παρά βοηθά την ενίσχυση των γερμανικών τουριστικών ροών προς τη χώρα μας.

Αφού όμως η Γερμανία και η Βρετανία που αποτελούν τις κύριες χώρες προέλευσης των τουριστών που επισκέπτονται την Ελλάδα εφαρμόζουν κάποιου τύπου περιοριστικά μέτρα, ποια είναι τα «ενθαρρυντικά μηνύματα» στα οποία αναφέρθηκε τη Δευτέρα ο υπουργός Τουρισμού;

Πρώτον, το γεγονός ότι παρ’ όλα αυτά είχαμε 150.000 αφίξεις μες στις δέκα πρώτες μέρες από το άνοιγμα του τουρισμού, που έδειξαν αν μη τι άλλο ότι κάποιος κόσμος θέλει να έρθει στην Ελλάδα.

Δεύτερον, η εισαγωγή –για πρώτη φορά έπειτα από δέκα χρόνια– εννέα καθημερινών απευθείας πτήσεων που συνδέουν την Αθήνα με βασικές αμερικανικές μητροπόλεις και ευρύ δίκτυο ενδοαμερικανικών ανταποκρίσεων από τις εταιρείες Delta Airlines, United Airlines και American Airlines.

Ο πολλαπλασιασμός των απευθείας πτήσεων μεταξύ Αθήνας και μεγάλων αεροδρομίων των ΗΠΑ λογικά θα ευνοήσει την αύξηση της προσέλευσης Αμερικανών και Ελληνοαμερικανών τουριστών. Αναρωτιέται κανείς όμως σε ποιο βαθμό, δεδομένης της ταξιδιωτικής οδηγίας της αμερικανικής κυβέρνησης που συνιστά στους πολίτες της να μην ταξιδεύουν στην Ελλάδα (και σε άλλες 130 χώρες) λόγω υψηλών κρουσμάτων Covid.

Τρίτον, η μεγάλη αύξηση κατά 40% των διαθέσιμων θέσεων, με την προσφορά 1.100.000 θέσεων για ελληνικούς προορισμούς από τη low cost αεροπορική Transavia και το γεγονός ότι η Ελλάδα εμφανίζεται να είναι πρώτη στις προτιμήσεις των Γερμανών και πρώτη σε κρατήσεις στη Γαλλία – χώρα που πάντως προτρέπει τους πολίτες της να προτιμήσουν φέτος τον εσωτερικό τουρισμό.

Το σενάριο με Βρετανία που έπαψε να ισχύει

Τέταρτον και σημαντικότερο, η ελπίδα ότι οι αρχές της Βρετανίας θα αποδεχτούν τελικά το αίτημα του Eλληνα υπουργού Τουρισμού –καθώς υποστηρίζεται με θέρμη από τη βρετανική ταξιδιωτική βιομηχανία– και στην επόμενη αναθεώρηση της λίστας των τουριστικών προορισμών, αντί να κάνουν τις ταξινομήσεις τους σε επίπεδο χωρών, θα περάσουν τα ελληνικά και ισπανικά νησιά στην πράσινη λίστα και θα αφήσουν π.χ. την ηπειρωτική Ελλάδα στην πορτοκαλί όπως κάνουν άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Το σενάριο αυτό εμφανιζόταν έως την Πέμπτη κατά 90% σίγουρο, αλλά έπαψε να είναι αφότου οι ολλανδικές αρχές ανακοίνωσαν την Παρασκευή ότι από τις 30 Μαΐου θα μεταφέρουν τα νησιά του νότιου Αιγαίου, Κυκλάδες και Δωδεκάνησα, από τη δική τους κίτρινη λίστα (όπου για την επιστροφή στην πατρίδα απαιτείται μόνο μοριακός έλεγχος) στην πορτοκαλί (που περιλαμβάνει και επιβολή καραντίνας).

Αν κάτι καθίσταται πάντως ιδιαίτερα ευκρινές μέσα σε αυτό το πλήθος από αβεβαιότητες είναι ότι η κυβέρνηση της ΝΔ και ο Κυρ. Μητσοτάκης προσωπικά μπορεί να κέρδισαν τη μάχη που έδωσαν στην Ευρώπη για το πράσινο ψηφιακό πιστοποιητικό Covid με την προσδοκία ότι θα διευκολύνει τα ταξίδια, άρα θα ευνοήσει τον ελληνικό τουρισμό, έχασαν όμως την πραγματικά σημαντική μάχη που εντέλει θα κρίνει το ύψος των τουριστικών εσόδων του 2021 και η οποία αφορούσε τον έγκαιρο περιορισμό του τρίτου κύματος της πανδημίας.

Στο εγχείρημα αυτό τα πήγαν π.χ. άριστα η Πορτογαλία και καλά η Ισπανία και η Ιταλία αλλά όχι η Ελλάδα, που με 2.000 καθημερινά κρούσματα και 40 θανάτους ακόμη ελπίζει σε βελτίωση της επιδημιολογικής της εικόνας με πτώση των κρουσμάτων κάτω από τα 1.000 προς τα τέλη Ιουνίου. Όμως αυτό σημαίνει πως η χώρα μας φέτος ξεκίνησε από πολύ δυσμενή θέση τον αγώνα δρόμου μεταξύ των χωρών-τουριστικών προορισμών του ευρωπαϊκού νότου για ανάκαμψη των τουριστικών εσόδων και αυτό θα της στοιχίσει.

SOS εκπέμπουν τα ξενοδοχεία

Στα τέλη Απριλίου, όταν άρχιζε η χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων στον τουρισμό, ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων Γρηγόρης Τάσιος έλεγε ότι το πρώτο εξάμηνο του 2021 έχει χαθεί για τον ελληνικό τουρισμό και ζητούσε από την κυβέρνηση μέριμνα ώστε να… πρασινίσει η Ελλάδα στον επιδημιολογικό χάρτη, γιατί «πολύ απλά στις κόκκινες περιοχές κανείς δεν κάνει κράτηση».

Ο ενάμισης μήνας που πέρασε από τότε τον δικαίωσε καθώς η συγκριτικά πολύ περιορισμένη βελτίωση της επιδημιολογικής κατάστασης της Ελλάδας είχε πράγματι ως συνέπεια την παντελή απουσία κρατήσεων για τον Μάιο και τον Ιούνιο – όλοι οι Άγγλοι πήγαν στην Πορτογαλία.

Την περασμένη Τετάρτη η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ξενοδόχων επανήλθε και με δραματικούς τόνους ενημέρωσε ότι παρά το επίσημο άνοιγμα του τουρισμού τα ξενοδοχεία δεν μπορούν να δουλέψουν γιατί εξακολουθούν να λείπουν οι κρατήσεις και μάλιστα όχι μόνο για τον Μάιο και τον Ιούνιο αλλά και για τον Ιούλιο – άρα, τόνισε, οι προκαταβολές. Οι ξενοδόχοι πλέον ελπίζουν στην έναρξη ουσιαστικής τουριστικής κίνησης μες στο δεύτερο 15νθήμερο του Ιουλίου, κατέληγε η ΠΟΞ.

Εστιάζοντας μάλιστα στις υψηλές ζημιές που έχει καταγράψει ο κλάδος εδώ κι έναν χρόνο, λόγω του μακροχρόνιου χαρακτήρα των περιοριστικών μέτρων και των πολύ χαμηλών πληροτήτων κατά το διάστημα που δούλεψε αλλά και της αβεβαιότητας που κυριαρχεί σχετικά με το πότε θα έρθουν επιτέλους οι τουρίστες στην Ελλάδα, η ομοσπονδία των ξενοδόχων τα έβαλε μέχρι και με το υπουργείο Εργασίας επειδή μετά τον επίμονο αγώνα των εργαζομένων στον επισιτισμό – τουρισμό κήρυξε τη νέα συλλογική σύμβαση των ξενοδοχοϋπαλλήλων που η ΠΟΞ είχε υπογράψει με την ομοσπονδία μόλις τον περασμένο Ιανουάριο ως γενικώς υποχρεωτική.

Το «διά ταύτα» της κίνησης της πανελλήνιας ομοσπονδίας πάντως, που έστειλε σχετική επιστολή προς τα υπουργεία Οικονομικών, Ανάπτυξης και Εργασίας, ήταν το αίτημα για νέα μέτρα στήριξης των ξενοδοχείων, επιπροσθέτως του ειδικού πακέτου για την επανεκκίνηση του τουρισμού που θα μοιραστεί σε διάφορες κατηγορίες τουριστικών επιχειρήσεων λόγω της αβεβαιότητας που υπάρχει σχετικά με την προσέλευση των τουριστών και τα φετινά τους έσοδα.

Μέχρι στιγμής, πάντως, το μόνο νέο μέτρο στήριξης που έχει δώσει η κυβέρνηση –με σκοπό να αποφύγει τις συνδικαλιστικές αντιδράσεις που θα διαταράξουν την «ειρήνη» στις πύλες εισόδου των τουριστών– αφορά τους εργαζόμενους στον κλάδο.

Συγκεκριμένα, έπειτα από αίτημα της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Επισιτισμού Τουρισμού δόθηκε η κάλυψη με αναστολή σύμβασης ως τα τέλη Ιουνίου των 80.000 εποχικά εργαζομένων με δικαίωμα υποχρεωτικής επαναπρόσληψης, οι οποίοι δεν δουλεύουν ακόμη επειδή δεν άνοιξαν τα ξενοδοχεία, καθώς και μια δυνατότητα για τους υπόλοιπους 100.000 εποχικούς χωρίς δικαίωμα επαναπρόσληψης να ενταχτούν από τον εργοδότη τους –εφόσον βρουν εργοδότη– στα προγράμματα του ΟΑΕΔ που καλύπτουν τις ασφαλιστικές εισφορές και περιλαμβάνουν 200 ευρώ επιδότηση μισθού για έξι μήνες.

Τελευταίες ΕιδήσειςDropdown Arrow
preloader
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Documento Newsletter