Ευθύνες στο προεδρείο της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων επιρρίπτει η μειοψηφία του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης, σχετικά με τις μαζικές παραιτήσεις 23 Ανώτατων Δικαστών από την Ένωση.
Ειδικότερα έξι δικαστές και συγκεκριμένα ο Εφέτης και πρώην πρόεδρος της ΕνΔΕ, Χριστόφορος Σεβαστίδης, ο Εφέτης Χαράλαμπος Σεβαστίδης, ο Πρωτοδίκης, Παντελής Μποροδήμος, ο πρόεδρος Πρωτοδικών, Μιχάλης Τσέφας, ο πρωτοδίκης, Ιωάννης Ασπρογέρακας και η Ειρηνοδίκης Έφη Κώστα, επισημαίνουν σε ανακοίνωση που εξέδωσαν ότι «η πρωτοφανής κίνηση παραίτησης» δεν «μπορεί να περάσει απαρατήρητη», ενώ κάνουν λόγο για «παλινωδίες».
Διαβάστε αναλυτικά την ανακοίνωση:
Η πρωτοφανής κίνηση παραίτησης από την Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων 23 ανώτατων δικαστικών λειτουργών, δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη. Έχει ήδη προκαλέσει αναστάτωση στον νομικό κόσμο, ενισχύοντας την εικόνα αποσυσπείρωσης και διάλυσης της Ένωσης σε μια εποχή που οφείλει να πρωταγωνιστήσει στις εξελίξεις περιφρουρώντας το κύρος του θεσμού και προασπίζοντας τα δικαιώματα των μελών της. Η αιτία της κίνησης αυτής ή και ο σκοπός της παραμένουν άγνωστα, πλην όμως είναι αδύνατο να μην παρατηρήσει κανείς ότι έλαβε χώρα αμέσως μετά τις πρόσφατες αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου, όπου καταγράφηκε μεγάλος αριθμός παραλείψεων από τις προαγωγές, προκαλώντας απογοήτευση μεταξύ των συναδέλφων και ενισχύοντας την εικόνα της ραγδαίας αυστηροποίησης της υπηρεσιακής μας ζωής. Η χθεσινή αποχώρηση του 1/3 των μελών του Αρείου Πάγου από το συλλογικό μας όργανο αδυνατίζει τις θέσεις μας και δυσχεραίνει τον διάλογο της Ένωσης με τον Άρειο Πάγο που είναι αναγκαίος.
Για την εξέλιξη αυτή είχαμε έγκαιρα προειδοποιήσει τα μέλη του προεδρείου ενημερώνοντας για τον ασυνήθιστα μεγάλο αριθμό αρνητικών εισηγήσεων και την ανάγκη στήριξης των συναδέλφων. Στις 8 Μαΐου είχαμε επισημάνει με ανακοίνωση της ομάδας μας ότι «Οι πληροφορίες για την ύπαρξη σημαντικού αριθμού αρνητικών εισηγήσεων έχει δημιουργήσει αναστάτωση και αγωνία στους ενδιαφερόμενους» προτρέποντας «Το προεδρείο της Ένωσης που έχει το βάρος της εκπροσώπησης των συναδέλφων να λάβει έγκαιρα θέση σε ένα τέτοιο κρίσιμο θέμα και να συνδράμει με όλες του τις δυνάμεις καταθέτοντας σχετικό υπόμνημα». Η απάντηση του προεδρείου την επομένη ημέρα με τον βαρύγδουπο τίτλο «Πρωτοφανής δημόσια έκθεση του Δικαστικού Σώματος από τη σημερινή ανακοίνωση – ανάρτηση της μειοψηφίας του Δ.Σ.» εξέφραζε ρητά «την εμπιστοσύνη μας στα θεσμικά όργανα του Αρείου Πάγου και ειδικότερα στα μέλη του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου, που είναι αρμόδια για τις προαγωγές των συναδέλφων, με δεδομένο ότι ο Κώδικας Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, που εφαρμόζεται απαρέγκλιτα, εμπεριέχει ένα πληρέστατο νομικό πλαίσιο για το σύνολο της υπηρεσιακής κατάστασης των Συναδέλφων και τη διαφύλαξη της προσωπικής τους ανεξαρτησίας».
Και μετά την δημόσια αυτή παραδοχή για το πλήρες νομικό οπλοστάσιο του Κώδικα ακολουθούν οι παραλείψεις από τις προαγωγές δεκάδων συναδέλφων χωρίς δικαίωμα προσφυγής στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου. Η απερίφραστη καταδίκη της απαράδεκτης ανακοίνωσης του προεδρείου, οδήγησαν την πρόεδρο κ Στενιώτη σε αναίρεση των όσων δήλωνε μέχρι τότε. Σε ανακοίνωση που εξέδωσε η ίδια στις 18 Μαΐου (χωρίς την αναγκαία συνυπογραφή της Γενικής Γραμματέως κ. Κώνστα αλλά του αναπληρωτή της κ Βεργώνη) διατύπωσε επιφυλάξεις ως προς τη συνταγματικότητα των διατάξεων του ίδιου Κώδικα που θεωρούσε πριν 9 μέρες ως πληρέστατο! Οι παλινωδίες δεν σταματούν εδώ. Σε ανακοίνωση που υπογράφει και πάλι μόνη της κατά τρόπο αντικαταστατικό, ομολογεί ότι «Πρόσφατα διαπιστώσαμε την ψήφιση της διάταξης του άρθρου 81 παρ. 8 Ν. 4938/2022 η οποία θέτει προϋποθέσεις για την άσκηση του δικαιώματος προσφυγής στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου κατά της απόφασης του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου επί παραλείψεως προαγωγής». Συνεπώς μία διάταξη νόμου που ψηφίστηκε και διαμορφώθηκε στις 2-6-2022 και ενώ παρέστη η ίδια ως πρόεδρος της Ένωσης στην ακρόαση φορέων στη Βουλή, έγινε αντιληπτή ένα χρόνο αργότερα!
Τα συμπεράσματα που συνάγονται προδίδουν αρχικά μία διάσταση αντιλήψεων μεταξύ των μελών του προεδρείου που εκδηλώνεται με την επιλεκτική υπογραφή των ανακοινώσεων. Περιμένουμε από την γενική γραμματέα της Ένωσης, κ. Κώνστα, που αφού υπέγραψε πρόθυμα την καταγγελία σε βάρος μας όταν μόνοι μιλούσαμε για το πρόβλημα των αρνητικών εισηγήσεων και έκτοτε δεν υπογράφει τις ανακοινώσεις σύμφωνα με την καταστατική της αρμοδιότητα παραμένοντας τεχνηέντως σιωπηλή, να τοποθετηθεί υπεύθυνα στο ζήτημα που ανέκυψε. Κατά δεύτερον τα γεγονότα μαρτυρούν πως η πρόεδρος της Ένωσης δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες της στιγμής, αυτοαναιρείται και παλινδρομεί, χωρίς να έχει συγκεκριμένες, επεξεργασμένες θέσεις, αναπληρώνοντας τα κενά και τις αδυναμίες της με βερμπαλισμούς και δημαγωγικές κορώνες. Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας διαχείρισης είναι προφανές αρνητικό για τους συναδέλφους. Τέλος η αγνόηση του από 8 Μαΐου αιτήματός μας για κατάθεση υπομνήματος με τις θέσεις μας στον Άρειο Πάγο μας έφερε προ τετελεσμένων. Εάν αντί για καταδίκη της θέσης μας και ανεπιφύλακτη αποδοχή των διατάξεων του ΚΟΔΚΔΛ, είχε εμπρόθεσμα διατυπώσει νομικά επιχειρήματα όπως της ζητήσαμε να κάνει, ενδεχομένως η τύχη των συναδέλφων που παραλείφθηκαν από τις προαγωγές να ήταν εντελώς διαφορετική.
Είναι αυτονόητη η καθολική στήριξή μας σε όλους τους συναδέλφους που στερήθηκαν το δικαίωμα προσφυγής στην ολομέλεια λόγω των διατάξεων των άρθρων 91 παρ. 12 και 81 παρ. 8 ΚΟΔΚΔΛ. Μετά τη συγκρότηση της Βουλής και τον ορισμό νέου Υπουργού Δικαιοσύνης θα φέρουμε άμεσα το ζήτημα της κατάργησης των άδικων αυτών ρυθμίσεων.