Ωραίο μου εισαγγελικό «πλυντήριο» για τον Βγενόπουλο

Δεν_x000D_
πρόκειται για το κύρος της Δικαιοσύνης ή μόνο γι’ αυτό. Πρόκειται για την ίδια_x000D_
την απόδοσή της. Στις 9 Μαΐου 2018 ο αντιπρόεδρος του ΣτΕ Ιωάννης Γράβαρης, ο οποίος διενήργησε έρευνα έπειτα από αναφορά του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γιάννη Αγγελή, ο οποίος είχε καταθέσει πολύ σοβαρές καταγγελίες για συναδέλφους του,  

κατέληξε σε μια έκθεση συμπερασμάτων που δείχνει το «σκαμνί» σε έξι από τα πιο επιφανή στελέχη της Δικαιοσύνης. Η έρευνα όπως και οι καταγγελίες δεν αφορούν παραλείψεις ασύνδετες μεταξύ τους. Πρόκειται για ακολουθία γεγονότων και πράξεων συγκεκριμένων λειτουργών της Δικαιοσύνης στην περιβόητη υπόθεση Βγενόπουλου. Παρά τις προσεκτικές διατυπώσεις και την εμφανή προσπάθεια του αντιπροέδρου του ΣτΕ να στέκεται με επιείκεια απέναντι στα γεγονότα, το συμπέρασμα είναι εύγλωττο: «το αποδεικτικό υλικό αναδεικνύει πράγματι τη σοβαρή υπόνοια ότι κατά τους χειρισμούς από τη Δικαιοσύνη των ως άνω ποινικών υποθέσεων Βγενόπουλου, Marfin κ.λπ. επιχειρήθηκε από εισαγγελικούς λειτουργούς, κατά παράβαση του βασικού καθήκοντός τους να κρίνουν αμερόληπτα και σύμφωνα με τον νόμο, η ευνοϊκή υπέρ των φερόμενων ως δραστών έκβαση των υποθέσεων αυτών».

Πρωτίστως η έκθεση αυτή αποτελεί πλήρη επιβεβαίωση των δημοσιογραφικών ερευνών του Hot Doc, που αποκάλυψαν όχι μόνο το σκάνδαλο Βγενόπουλου αλλά και τα στηρίγματά του στη Δικαιοσύνη. Ο γράφων αναγκάστηκε πολλές φορές να περάσει από τον ρόλο του ερευνητή δημοσιογράφου σε αυτόν του αντιδίκου προκειμένου να δημιουργηθούν στη Δικαιοσύνη οι διαδικασίες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην αλήθεια. Φυσικά με κόστος, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται μηνύσεις, μια προκλητική πρωτόδικη καταδίκη η οποία είχε καταγγελθεί ως «στημένη» και φυσικά δημόσιο διασυρμό από τον ισχυρό και αγαπητό των ΜΜΕ Ανδρέα Βγενόπουλο.

Πρωταγωνιστές σε αυτές τις διαδικασίες (εύνοιας, όπως λέει το πόρισμα, ξεπλύματος όπως υποστηρίζουμε εμείς) αναδεικνύονται έξι άτομα. Η πρώην εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ευτέρπη Κουτζαμάνη και ο αντεισαγγελέας Εμμανουήλ Ρασιδάκης, οι οποίοι είναι πλέον εκτός ενεργού ρόλου στη Δικαιοσύνη, η εισαγγελέας Εφετών Γεωργία Τσατάνη, η οποία αφαίρεσε τη δικογραφία Βγενόπουλου από την Εισαγγελία Διαφθοράς και την αρχειοθέτησε, η πρώην προϊσταμένη της Εισαγγελίας Διαφθοράς Ελένη Ράικου, ο πρώην προϊστάμενος της Εισαγγελίας Εφετών Ισίδωρος Ντογιάκος και ο εισαγγελέας Νίκος Ορνεράκης, σύνδεσμος της Ελλάδας στη Eurojust.

Αλλεπάλληλα πραξικοπήματα

Εχει σημασία ότι όσα εξετάζει η έρευνα του Ιωάννη Γράβαρη αφορούν μόνο τις καταγγελίες του Γιάννη Αγγελή και όχι το σύνολο όσων έχουν καταγγελθεί για τη λειτουργία της Δικαιοσύνης στις υποθέσεις Βγενόπουλου. Και από αυτή όμως την περιορισμένη έρευνα προκύπτει ότι αυτοί οι επίλεκτοι των επίλεκτων της Δικαιοσύνης με συντονισμένο τρόπο και σίγουρα σε επαφή μεταξύ τους οδήγησαν τις υποθέσεις Βγενόπουλου στην αρχειοθέτηση και όχι στην τιμωρία. Οι υποθέσεις Βγενόπουλου βγήκαν από τα συρτάρια όπου επιμελώς οδηγήθηκαν από τη νυν εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ξένη Δημητρίου. Η ανάσυρση έγινε ύστερα από αλλεπάλληλα δημοσιεύματα και την έντονη πολιτική αντιπαράθεση.

Οσα έγιναν στις υποθέσεις Βγενόπουλου είναι εξευτελιστικά για τη Δικαιοσύνη και επιβεβαιώνουν το σύνολο των αποκαλύψεών μας. Δικογραφίες αφαιρούνταν πραξικοπηματικά, τίμιοι εισαγγελείς εξαιρούνταν με νομικές μεθοδεύσεις, αιτήματα περί μη έκδοσης του Βγενόπουλου και των συνεργατών του εξετάζονταν επί μήνες ενώ έπρεπε να ακολουθήσουν άλλες διαδικασίες, χρεώνονταν υποθέσεις σε συγκεκριμένα άτομα ενώ όλοι οι χειρισμοί οδηγούσαν στον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Εφετών Ισίδωρο Ντογιάκο.

Προαγωγή Ντογιάκου εν μέσω ελέγχου

Προκλητικά όμως δεν είναι μόνο όσα έγιναν και περιγράφονται στην έκθεση του αντιπροέδρου του ΣτΕ αλλά και όσα γίνονται. Τις ημέρες που διαβιβάστηκε η έκθεση η οποία ζητούσε την πειθαρχική δίωξη όσων ενεπλάκησαν στην υπόθεση Βγενόπουλου και κυρίως του Ισίδωρου Ντογιάκου, αυτός κρίθηκε ικανός για να γίνει αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου. Συνάδελφοί του είπαν τα καλύτερα γι’ αυτόν κατά τη διαδικασία της κρίσης του.

Φυσικά κάποιοι από αυτούς είχαν κοινά στοιχεία μαζί του: συγγενείς τους δούλευαν σε εταιρείες του Ανδ. Βγενόπουλου και των συνεργατών του. Την περίοδο που ο Ισ. Ντογιάκος συντόνιζε από τη θέση του προϊσταμένου της Εισαγγελίας Εφετών τις έρευνες για τον Βγενόπουλο, ο γιος του δούλευε στη ναυτιλιακή εταιρεία της συζύγου του Βγενόπουλου. Η αποκάλυψη αυτή έγινε από τον γράφοντα σε δίκη του Βγενόπουλου εναντίον του πρώην βουλευτή του ΠΑΣΟΚ Δημήτρη Τσιρώνη και επιβεβαιώθηκε ενόρκως από τον δικηγόρο του Βγενόπουλου Φώτη Καρατζένη.

Η δημοσίευση της αποκάλυψης οδήγησε σε έρευνα για πειθαρχικές ευθύνες του Ισ. Ντογιάκου. Οπως διαβάζουμε όμως στην έκθεση του Ιωάννη Γράβαρη (σελίδα 115): «Ο Ι. Ντογιάκος ρωτήθηκε κατά την ενώπιον ημών παροχή εξηγήσεων σχετικά με το απόσπασμα αυτό και ανέφερε ότι “Η πληροφορία περί απασχόλησης του γιου μου στη ναυτιλιακή εταιρεία του Βγενόπουλου δεν είναι αληθινή. Για το θέμα αυτό διενεργήθηκε από την Προϊσταμένη της Επιθεώρησης του Αρείου Πάγου, πειθαρχική εξέταση και η υπόθεση τέθηκε στο αρχείο”…».

Η μη αυτοεξαίρεση Παρασκευά

Και εδώ προκύπτουν τα εξής θέματα. Καταρχάς κανένας δεν είπε ότι ο γιος του Ντογιάκου δούλευε σε ναυτιλιακή του Βγενόπουλου αλλά της συζύγου του. Αρα γιατί ο Ντογιάκος απαντάει σε ένα ανύπαρκτο θέμα και όχι στο πραγματικό και ποιος του το επιτρέπει αντί να θέσει το σωστό; Επίσης σοβαρό είναι το γεγονός ότι την έρευνα για τον Ισ. Ντογιάκο έκανε η προϊσταμένη της Επιθεώρησης του Αρείου Πάγου. Πρόκειται για την αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου Χρυσούλα Παρασκευά, ο ανιψιός της οποίας εργαζόταν σε επιχείρηση της συνεταίρου και συγκατηγορούμενης του Βγενόπουλου, εφοπλίστριας Αγγελικής Φράγκου. Γιατί αντί να αυτοεξαιρεθεί δηλώνοντας κώλυμα έκανε την έρευνα και σύμφωνα με τον Ντογιάκο την αρχειοθέτησε;

Στις 2 Απριλίου 2018 ο αντιπρόεδρος του ΣτΕ ζήτησε με έγγραφό του από την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου διευκρινίσεις για τους ισχυρισμούς του Ισ. Ντογιάκου, αλλά ως τις 9 Μαΐου, όπως γράφει, «δεν έχουμε λάβει απάντηση».

Ο Ισίδωρος Ντογιάκος την ώρα που ελέγχεται για τόσο σοβαρά θέματα γίνεται αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ενώ ο υπουργός Δικαιοσύνης Σταύρος Κοντονής δεν έχει κάνει γνωστό αν θα ασκήσει το δικαίωμα «της διαφωνίας» στην εκλογή του.

Περιστατικά που δεν φαίνονται συμπτώσεις

Και φυσικά το κύριο θέμα είναι αν όλα αυτά θα αντιμετωπιστούν ως περιπτωσιολογία στα επίπεδα μιας πειθαρχικής και ποινικής έρευνας –όπως προανήγγειλε ο υπουργός Δικαιοσύνης από το βήμα της Βουλής– ή ως πρόβλημα στο κεφάλι της Δικαιοσύνης από το οποίο και βρομάει. Αν όλα όσα έχουν συμβεί και περιγράφονται στην έκθεση αποτελέσουν «μεμονωμένα περιστατικά» και όχι δράση μιας ομάδας η οποία έπρεπε να διασφαλίσει τη Δικαιοσύνη αλλά εξυπηρέτησε εκ των πραγμάτων τον Ανδρέα Βγενόπουλο (μόνο αυτόν άραγε;), δεν θα αλλάξει τίποτα. Είναι η δεύτερη φορά, για παράδειγμα, που η Ελένη Ράικου καταγγέλλεται από συνάδελφό της για εύνοια μεγαλοκατηγορούμενου. Η πρώτη ήταν για την υπόθεση του εμπόρου όπλων Θωμά Λιακουνάκου, στην οποία η ανακρίτρια Διαφθοράς την είχε καταγγείλει υπηρεσιακά για μη παράδοση αποδεικτικών στοιχείων της έρευνας.

Η τακτική της σαλαμοποίησης των ενδείξεων και των κατηγοριών και η μη σύνδεση γεγονότων και προσώπων οδηγούν την αναζήτηση του τι συμβαίνει στο εσωτερικό της Δικαιοσύνης σε αντιμετώπιση «τυπικών πειθαρχικών» παραπτωμάτων. Ολοι γνωρίζουν όμως ότι δεν είναι αυτό από το οποίο πάσχει η Δικαιοσύνη και μάλιστα οι ανώτερες βαθμίδες της. Μπροστά μας δεν υπάρχουν παραπτώματα αλλά πιθανά βαριές ποινικές ευθύνες. Ζητείται θάρρος.