Νόμιμη είναι η πολιτική της Βρετανίας για απέλαση αιτούντων άσυλο στη Ρουάντα, όπως αποφάσισε το Ανώτατο Δικαστήριο το πρωί αυτής της Δευτέρας, αλλά η κυβέρνηση δεν «εξέτασε σωστά τις συνθήκες» ορισμένων από αυτούς που αιτήθηκαν άσυλο και επιλέχθηκαν για απέλαση.
Δείτε επίσης: Από τη Μάγχη στη… Ρουάντα: Η Βρετανία στέλνει μετανάστες και αιτούντες άσυλο στην Αφρική
Ο επικεφαλής του Δικαστηρίου, λόρδος Λιούις, ακύρωσε τις αποφάσεις για την απομάκρυνση οκτώ ατόμων που ξεκίνησαν νομικές προσφυγές εναντίον σχεδίων αποστολής τους στην πρωτεύουσα της Ρουάντα, Κιγκάλι, και είπε ότι πρέπει να επανεξεταστούν από την υπουργό Εσωτερικών, Σουέλα Μπρέιβερμαν. Οι αντιδράσεις από οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την αντιπολίτευση είναι σφοδρές στο πρόσωπο της υπουργού Εσωτερικών, καθώς την κατηγορούν ότι δίνει τροφή στην ατζέντα των ακροδεξιών, και συγκεκριμένα του «σεσημασμένου» υποστηρικτή του Brexit Νάιτζελ Φάρατζ.
Πώς επιλέχθηκε η Ρουάντα
Ενδιαφέρον προκαλεί η διαδικασία επιλογής της Ρουάντα ως προορισμό των αιτούντων άσυλο. Το δικαστήριο έμαθε κατά τη διάρκεια των ακροάσεων ότι η Ρουάντα αποκλείστηκε από το υπουργείο Εξωτερικών από τη λίστα με τις πιθανές χώρες που θα παρείχαν προσωρινό άσυλο, αλλά επανήλθε στη λίστα των πιθανών χωρών μετά από «ιδιαίτερο ενδιαφέρον» που έδειξαν οι Μπόρις Τζόνσον και Πρίτι Πατέλ, τότε πρωθυπουργός και υπουργός Εσωτερικών, αντίστοιχα.
Έγγραφα που κατατέθηκαν από δικηγόρους που εκπροσωπούν πολλά άτομα που στοχοποιήθηκαν για απομάκρυνση έδειξαν ότι η εξέταση της Ρουάντα για μια «σύμπραξη μετανάστευσης» είχε ξεκινήσει από τον Σεπτέμβριο του 2020. Επίσης, αποδείχθηκε ότι η Ρουάντα έχει σοβαρά θέματα στις διαδικασίες απόδοσης ασύλου, ενώ ανέκυψαν και ζητήματα σεβασμού των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ο τότε υπουργός Εξωτερικών, Ντόμινικ Ράαμπ, παραδέχθηκε ότι παρά το γεγονός ότι εξετάστηκε η περίπτωση της Ρουάντα, παρουσιάστηκαν «σοβαρά ζητήματα σε σχέση με τα ανθρώπινα δικαιώματα». Σε μια αναφορά, σημειώθηκε πως η Ρουάντα επιστρατεύει πρόσφυγες για επιχειρήσεις σε γειτονικές χώρες.
Επιμονή από την Ντάουνινγκ Στριτ
Μια σύσταση στον πρώην υπουργό Εξωτερικών τον Απρίλιο του 2021 έλεγε: «Η Ντάουνινγκ Στριτ μας ζήτησε να εξετάσουμε ξανά τη βιωσιμότητα της Ρουάντα. Είχαμε προηγουμένως αποκλείσει τη χώρα για πολιτικούς ή/και νομικούς λόγους. Βλέπουμε λίγους λόγους να το αλλάξουμε αυτό».
Τον επόμενο μήνα, ένα έγγραφο του Φόρεϊν Όφις ανέφερε ότι η Ντάουνινγκ Στριτ «συνέχισε να δείχνει ενδιαφέρον» για τη Ρουάντα, αλλά οι αξιωματούχοι «συνέχισαν να συμβουλεύουν το Νο 10 κατά της εμπλοκής».
Ωστόσο, τον Ιούνιο του 2021, οι δημόσιοι υπάλληλοι ενημερώθηκαν ότι ο πρωθυπουργός ήταν «απογοητευμένος με το ρυθμό προόδου» για μια συμφωνία διεκπεραίωσης ασύλου με μια ξένη χώρα και ότι ο κ. Τζόνσον μοιράστηκε «ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη Ρουάντα» με την κα Πατέλ.
Στη συνέχεια, ο κ. Ράαμπ εξουσιοδότησε το διπλωματικό προσωπικό στη Ρουάντα να έρθει σε επαφή με την κυβέρνηση της χώρας για μια πιθανή συμφωνία, η οποία υπογράφηκε τον Απρίλιο παρά τις περαιτέρω προειδοποιήσεις από το εσωτερικό της κυβέρνησης σχετικά με τη μεταχείριση των προσφύγων.
Αποτροπή των διελεύσεων
Ο απώτερος σκοπός της επιλογής της Ρουάντα φαίνεται να ήταν η αποτροπή των διελεύσεων από το Καλαί προς το Ντόβερ, μέσω του καναλιού της Μάγχης. Έγγραφα που ήρθαν στην επιφάνεια έδειξαν ότι η πρώην υπουργός Εσωτερικών, Πρίτι Πατέλ, ήταν ιδιαίτερα ανήσυχη σχετικά με τις αυξημένες ροές μεταναστών το 2021.
Σε μια δεύτερη δικαστική αναθεώρηση, από εκπροσώπους της φιλανθρωπικής οργάνωσης Asylum Aid είπε ότι η διαδικασία για επιλεγμένους μετανάστες ήταν «εγγενώς παράνομη και άδικη».
Υποστήριξαν ότι ήταν «νομικό λάθος» για τον υπουργό Εσωτερικών να χειριστεί μια εσωτερική εκτίμηση ότι η Ρουάντα ήταν μια ασφαλής χώρα ως ισοδύναμη με το προηγούμενο σύστημα της ΕΕ ή έναν νόμο του 2004 που περιείχε έναν κατάλογο εθνών – μη συμπεριλαμβανομένης της Ρουάντα – που θεωρούνται ασφαλείς για μεταφορές ασύλου.