«Τροφή» στην πολιτική αντιπαράθεση για το μείζον σκάνδαλο των παρακολουθήσεων που εκθέτει την κυβέρνηση Μητσοτάκη διεθνώς και συνταρράσσει την πολιτική ζωή της χώρας δίνει ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Νίκος Αλιβιζάτος, με συνέντευξή του στο news247.gr, δείχνοντας ουσιαστικά τον δρόμο της παραίτησης στον πρωθυπουργό και την ανάδειξη άλλης κυβέρνησης από την παρούσα Βουλή.
Με άλλα λόγια – και εδώ θέλω κυρίως να σταθώ – ο κ. Κοντολέων παραπλάνησε συνειδητά τη Βουλή για ένα θέμα της αποκλειστικής αρμοδιότητάς του, προκειμένου να αποσείσει τις δικές του ευθύνες και τις ευθύνες της κυβέρνησης. Στο βαθμό που τον εν λόγω κύριο – ο οποίος μάλιστα, από όσα λέγονται δεν συγκέντρωνε ούτε καν τα προβλεπόμενα από τον Νόμο στοιχειώδη τυπικά προσόντα – είχε επιλέξει απ’ ευθείας, χωρίς καμιά διαγωνιστική ή άλλη ανοιχτή διαδικασία, ο ίδιος ο σημερινός Πρωθυπουργός, η ευθύνη του κ. Μητσοτάκη είναι δεδομένη. Και είναι δουλειά της αντιπολίτευσης να την αναδείξει. Διότι, καλώς μεν αποπέμφθηκαν από τον Πρωθυπουργό οι κκ. Κοντολέων και Δημητριάδης, πλην όμως η απομάκρυνσή τους ήρθε κατόπιν εορτής.
Σημαίνει, άραγε, αυτό ότι ο Πρωθυπουργός θα πρέπει να παραιτηθεί, όπως επίμονα ζητεί η αξιωματική αντιπολίτευση; Σε όλες τις προηγμένες κοινοβουλευτικές δημοκρατίες, είθισται πράγματι οι κυβερνήσεις – και όχι απλώς οι εμπλεκόμενοι Υπουργοί – να παραιτούνται όταν αποκαλύπτονται μείζονα σκάνδαλα· και τούτο όταν σε αυτά εντοπίζονται και πρωθυπουργικές ευθύνες. Δεν χρειάζεται, με άλλα λόγια, η κυβέρνηση να χάσει την εμπιστοσύνη της Βουλής. Αυτό, κατά τη γνώμη μου, θα συμβεί και σε μας, αν η υπό εξέλιξη δικαστική έρευνα και η έρευνα της ΑΔΑΕ αποκαλύψουν ότι, εκτός από τον κ. Ανδρουλάκη, η ΕΥΠ παρακολουθούσε τα τελευταία χρόνια και άλλους πολιτικούς ηγέτες – είτε το ήξερε ο κ. Μητσοτάκης είτε όχι.
Από εκεί και πέρα, ένα δεύτερο κρίσιμο ερώτημα είναι ποιοι «λόγοι εθνικής ασφάλειας» επέβαλαν εν έτει 2021 την παρακολούθηση ενός ευρωβουλευτή, του κ. Ανδρουλάκη, ο οποίος μάλιστα, για να χρησιμοποιήσω μια λέξη της μόδας, δεν είχε δώσει έως τότε δείγματα «εξωσυστημικής» συμπεριφοράς; Να είχε η άρση του απορρήτου του σχέση με τις επικείμενες εκλογές του κόμματός του; Και αν ναι, ποιος μπορεί να ενδιαφερόταν για τις επαφές του κ. Ανδρουλάκη εκείνη την περίοδο; Μήπως τη σχετική πρωτοβουλία είχε αναλάβει κάποιος που ήθελε να πουλήσει εκδούλευση σε κάποιον από τους άλλους υποψηφίους; Και αν ναι, ήταν ο τελευταίος εν γνώσει της υποκλοπής; Αυτά είναι τα πραγματικά ερωτήματα, για τα οποία πολύ αμφιβάλλω αν η επικείμενη συζήτηση στη Βουλή θα μας διαφωτίσει.