Το κοινό «αντίο» και η κοινή πορεία της τελευταίας μεγάλης φουρνιάς του ελληνικού μπάσκετ.
Η φωτογραφία της χρονιάς ήρθε από ένα θέρετρο της Κρήτης έξω από τον Άγιο Νικόλαο, στον κόλπο του Μιραμπέλου. Δεκατέσσερα χαμογελαστά πρόσωπα που χρειάστηκε ευρυγώνιος φακός για να στριμωχτούν στο κάδρο. Δύο πανέμορφες πολύτεκνες κυρίες. Δέκα πιτσιρίκια ηλικίας δύο έως δέκα ετών. Και δύο ζωντανοί θρύλοι. Ο πάτερ φαμίλιας των έξι παιδιών Βασίλης Σπανούλης και ο πάτερ φαμίλιας τεσσάρων παιδιών Νίκος Ζήσης.
Πριν από μερικές εβδομάδες οι δυο τους συζητούσαν για την πιθανότητα συμμετοχής στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο. Σήμερα είναι απόμαχοι. Κρέμασαν τα παπούτσια τους με μιάμιση μέρα διαφορά. Κατέβασαν τους διακόπτες και έφυγαν για διακοπές με τις συζύγους τους και με τα δέκα κουτσούβελα.
«Θέμα ημερών να επιστρέψουν στο μπάσκετ» αστειεύτηκε κάποιος στο Twitter. «Aπορώ πώς καταδέχεστε να κυκλοφορείτε με συνταξιούχους» ήταν το ξεκαρδιστικό μήνυμα του Θοδωρή Παπαλουκά προς τα κορίτσια.
Όμως όχι. Ο,τι γράφει δεν ξεγράφει, εκτός αν πρόκειται για την εθνική ομάδα που έκανε και τους δύο να κάνουν μεταβολή και να ανασύρουν από τη ναφθαλίνη την μπλε φανέλα. Δεν ήταν τελικά γραφτό να τη φορέσουν στο προολυμπιακό τουρνουά. Ο Ζήσης δεν κλήθηκε στην ομάδα αν και εμφανιζόταν πρόθυμος, ενώ ο Σπανούλης τραυματίστηκε λίγο πριν από το ταξίδι στον Καναδά και έμεινε εκτός αποστολής.
Αυτή η αναποδιά ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι με τη γλυκόπικρη σαμπάνια. Σάββατο μεσημέρι, την ίδια ώρα που η «επίσημη αγαπημένη» ξυπνούσε για πρώτη φορά στη μακρινή Βικτόρια, ο Σπανούλης ανακοίνωνε –κάπως απρόσμενα– την αποχώρησή του από την ενεργό δράση. Πρωί Δευτέρας τον ακολούθησε ο Ζήσης, παρόλο που είχε λάβει τη μεγάλη απόφαση πολλές μέρες πριν από τον κουμπάρο του.
Στη συντροφιά των παράλληλων βίων που όμως συχνά εφάπτονταν και τέμνονταν υπάρχει κάποιου είδους ιεραρχία. Μεγαλύτερος σε ηλικία και σε μπασκετικό ανάστημα ο Βασίλης Σπανούλης έχει πάντοτε προτεραιότητα σε τέτοιου είδους κινήσεις. Θα τους ακολουθήσει, πολύ σύντομα, ο Γιάννης Μπουρούσης.
Στην ξαπλώστρα
Οι δύο αδελφοποιτοί, γεννημένοι με το περιβραχιόνιο στο μπράτσο, έκαναν ηρωική προσπάθεια για να μείνουν ξύπνιοι και να παρακολουθήσουν τους μεταμεσονύχτιους αγώνες της εθνικής στον Καναδά, σε νούμερο όχι γερμανικό αλλά αμιγώς ελληνικό: 2-4 π.μ. Η μεσημεριανή σιέστα, απαράβατος κανόνας ειδικά για τον Σπανούλη εδώ και χρόνια, τους βοήθησε να προσαρμοστούν στο απαιτητικό ωράριο. Και ένας υπνάκος στην ξαπλώστρα το μεσημέρι κάτω από την ομπρέλα ανάμεσα στα «μπαμπά, μπαμπά»!
Ωραία ζωή, θα πει κανείς, αλλά ζωή που ο Βασίλης και ο Νίκος δεν έχουν ζήσει παρά μόνο σε σκόρπια εξαήμερα το καλοκαίρι. Πλέον την έχουν όλη δική τους. Μέχρι να μπλεχτούν στην επόμενη περιπέτεια, που όμως θα είναι κουστουμάτη! Ο Ζήσης θα ήθελε πολύ να αναλάβει πόστο γενικού διευθυντή στην εθνική ομάδα, ενώ στον Σπανούλη θα προσφερθεί εν ευθέτω χρόνω διοικητικό πόστο από τον Ολυμπιακό.
Ο Σπανούλης έλαβε την πικρή απόφαση όχι το Σάββατο 26 Ιουνίου αλλά στα μέσα του Μάη, όταν αποδέχτηκε την πρόσκληση του Ρικ Πιτίνο. Το «ναι» στην εθνική ομάδα ισοδυναμούσε με «όχι» στον Ολυμπιακό και στο μέλλον. Δεν σκόπευε να περάσει 12-13 μήνες σερί στα γήπεδα στην τρυφερή ηλικία των 39 Μαΐων.
Ο Σπανούλης ονειρευόταν τον εαυτό του καμαρωτό με σινιέ συνολάκι στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων, ήδη ήρωα της Βικτόρια, έτοιμο να τραγουδήσει το κύκνειο άσμα του με ιαπωνική προφορά. Στο ίδιο γήπεδο, μάλιστα, της Σαϊτάμα, όπου το 2006 έζησε μια από τις πιο ευτυχισμένες μέρες της καριέρας του.
Το σχέδιο ήταν να κρεμάσει τη φανέλα του στις 7 Αυγούστου 2021, ανήμερα του τελικού του ολυμπιακού τουρνουά μπάσκετ αλλά και των 39ων γενεθλίων του. Η χώρα του ανατέλλοντος ηλίου και του ανατέλλοντος μεταλλίου θα σηματοδοτούσε τη δύση της καριέρας ενός από τους κορυφαίους αθλητές που γέννησε ποτέ το ευρωπαϊκό μπάσκετ. Η κακοτυχία επέσπευσε τις εξελίξεις.
Ο… Βαρεζάο
Ο Ζήσης πάτησε το παρκέ της Σαϊτάμα μόνο ως επίτιμος επισκέπτης, δωδέκατος παίκτης μιας ομάδας που είχε μείνει με έντεκα. Η βάναυση αγκωνιά του θηριώδους Αντερσον Βαρεζάο, ο οποίος αρνιόταν επίμονα να ζητήσει συγγνώμη επί έξι χρόνια, μπορούσε ακόμη και να σκοτώσει τον Ελληνα άσο. Οι Ιάπωνες γιατροί στο νοσοκομείο της πόλης Χαμαμάτσου διέγνωσαν πολλαπλό κάταγμα στο ζυγωματικό οστούν, καθώς και μία ύπουλη φυσαλίδα στον εγκέφαλο.
Ευτυχώς το καθαρό πρόσωπο του Νικόλα αποδείχτηκε γερό σκαρί. Όλη η ομάδα ξενύχτησε στο πλευρό του, με πρώτο τον Σπανούλη που τότε ετοιμαζόταν να φύγει για το Χιούστον. Μερικές ώρες αργότερα η εθνική των άυπνων νίκησε την Τουρκία 76-69 και εξασφάλισε την πρωτιά στον όμιλο, μαζί και ένα βατό μονοπάτι στα ημιτελικά.
«Έτσι τα κερδίζετε τα φάουλ στο ΝΒΑ;». Αυτή ήταν η ατάκα του Ζήση που άναψε τα λαμπάκια του Βαρεζάο. «Μη με πλησιάζεις γιατί θα σε σκοτώσω» τον απειλούσε ο Νοτιοαμερικανός κανάγιας. Τέτοια γλυκόλογα αποτελούν ρουτίνα στα γήπεδα, ιδίως στα κρίσιμα ματς, αλλά ο Βραζιλιάνος προσπάθησε να τα μετουσιώσει σε πράξη.
Ο Ζήσης έμεινε στο νοσοκομείο τέσσερις μέρες, με αγγέλους-φύλακες τη μητέρα του και τη μνηστή του Φανή, της φωτογραφίας από τον Αγιο Νικόλαο ντε. Τη μετέπειτα μητέρα των παιδιών του.
«Χρειάζεται απαραίτητα εγχείρηση, αλλά μπορεί να γίνει και στην Ελλάδα» είπαν οι γιατροί στον Ζήση. Εφόσον του άναψαν πράσινο φως για να μπει στο αεροπλάνο δεν υπήρχε τρόπος να τον κρατήσουν έξω από το τρένο. Ο Νίκος, η μαμά και η μέλλουσα σύζυγος καβάλησαν την υπερταχεία Σινκάνσεν και πήγαν στη Σαϊτάμα, όπου ο τραυματισμένος μπασκετμπολίστας κάθισε στον πάγκο της εθνικής με πολιτικά σε προημιτελικό, ημιτελικό, τελικό.
Οι άλλοι ετοίμασαν κρυφά μπλουζάκι με τις υπογραφές όλων: «Για σένα, Νίκο». Σκόπευαν να τη φορέσουν πάνω στο βάθρο αλλά η σκασίλα της ήττας από τους Ισπανούς δεν άφησε κέφι στο ρεζερβουάρ.
Ο κατά τι μεγαλύτερος Βασίλης Σπανούλης πρωτοφόρεσε τα γαλάζια στις 4 Ιανουαρίου 1999, σε ένα σχεδόν πρωτοχρονιάτικο τουρνουά της εθνικής εφήβων στο Βερτσέλι της βόρειας Ιταλίας. Είχε προπονητή τον Θανάση Παπαδημητρίου και συμπαίκτες, μεταξύ άλλων, τους Χάρη Μαρκόπουλο, Χρήστο Ταπούτο.Η ελληνική ομάδα νίκησε την Ιταλία 82-70 και ο 16άχρονος γκαρντ πέτυχε 4 πόντους. Χρειάστηκε να περάσει σχεδόν ένας χρόνος για να γίνει συμπαίκτης με τον γεννημένο τον Αύγουστο του 1983 Ζήση.
Το δίδυμο που έμελλε να γίνει αχώριστο μοιράστηκε για πρώτη φορά τα ίδια αποδυτήρια στις 27 Δεκεμβρίου 1999, πάλι χρονιάρες μέρες, σε φιλικό παιχνίδι εφήβων Ελλάδα – Γερμανία στη Βόνιτσα (80-72). Πάλι με Ταπούτο, πάλι με Μαρκόπουλο. Αυτήν τη φορά προπονητής ήταν ο Νίκος Σταυρόπουλος.
Το Ευρωμπάσκετ Εφήβων 2000 έφερε το πρώτο μετάλλιο, ενώ δύο καλοκαίρια αργότερα οι δύο θαυματουργοί μικροί πρωτοήπιαν σαμπάνια από κύπελλο. Στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Νέων του 2002 στο Βίλνιους ο 20άχρονος Σπανούλης και ο 19χρονος Ζήσης οδήγησαν την ελληνική ομάδα σε θρίαμβο.
Στο πλευρό τους είχαν πλέον τον Κώστα Καϊμακόγλου, αλλά και τον ακόμη άβγαλτο Γ. Μπουρούση, που προοριζόταν να γίνει καρδιακός φίλος και πιστός συνοδοιπόρος επί μιάμιση δεκαετία. Ο Θεσσαλός Μπουρούσης γεννήθηκε τη μέρα του Πολυτεχνείου το 1983, είναι δηλαδή δεκαεπτά μήνες μικρότερος του συντοπίτη Σπανούλη και πέντε μήνες νεαρότερος του Θεσσαλονικιού Ζήση.
Ο Παναγιώτης Γιαννάκης προκάλεσε έναν μικρό σεισμό στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας όταν απέκλεισε κάποιες παλιοσειρές (Παπανικολάου, Σιγάλα, Ρεντζιά) για να θεμελιώσει την ομάδα του μέλλοντος. Οι τελευταίοι παγκίτες της εθνικής ήταν οι δύο μικροί: ο Ζήσης, που στα 21 του ήταν ήδη βασικός στην ΑΕΚ, και ο Σπανούλης, παίκτης του «δράκου» στο Μαρούσι. «Κοιτάζουμε όχι μόνο το σήμερα αλλά και το αύριο» απαντούσε ο ομοσπονδιακός προπονητής στους αμφισβητίες.
Η ελληνική ομάδα σπατάλησε τεράστια ευκαιρία διάκρισης όταν έχασε στα σημεία τον προημιτελικό από τους Αργεντινούς στο ηφαίστειο του ΟΑΚΑ, αλλά έναν χρόνο αργότερα οι άντρες αποδείχτηκαν έτοιμοι για όλα.
Ο Ζήσης ήταν στο Βελιγράδι ο πρώτος σκόρερ της χρυσής εθνικής, ο Σπανούλης ο δέκατος παίκτης της. Το 2006 στη Σαϊτάμα ο δεύτερος είχε προσπεράσει τον πρώτο και ετοιμαζόταν για το ΝΒΑ, οι δε Παπαλουκάς, Διαμαντίδης ολοκλήρωναν ένα κουαρτέτο ονείρου. Ακόμη και με τη βιτρίνα του Ν. Ζήση στραπατσαρισμένη, η εθνική πέτυχε το θαύμα των θαυμάτων απέναντι στις ΗΠΑ και κατέκτησε το ασημένιο μετάλλιο.
Οι διόσκουροι έφεραν τους Ισπανούς στο «αμήν» στον ευρωπαϊκό ημιτελικό του 2007 στη Μαδρίτη προτού παραδοθούν, ενώ έμελλε να κατακτήσουν μαζί άλλο ένα μετάλλιο, χάλκινο, στο Κατοβίτσε το 2009. Χωρίς τους έτερους σωματοφύλακες Παπαλουκά και Διαμαντίδη πλέον. Εκείνη η εθνική, με προπονητή τον Γιόνας Καζλάουσκας, ήταν η δική τους ομάδα.
Κοινό «αντίο» και στην εθνική
Το «αντίο» τους στην «επίσημη αγαπημένη» Σπανούλης και Ζήσης το ξεστόμισαν ταυτόχρονα, το ίδιο βράδυ, στον αγώνα για την 5η θέση στο Ευρωμπάσκετ της Λιλ, πλαισιώνοντας πλέον τον Γιάννη Αντετοκούνμπο: 17 Σεπτεμβρίου 2015. Ημέρα της αγάπης, της ελπίδας και της πίστης. Ο Ζήσης συμπλήρωσε εκείνη τη μέρα 189 συμμετοχές με τους άντρες, 273 με τις εθνικές ομάδες συνολικά. Ο Σπανούλης 146 και 211 αντίστοιχα.
Όταν έκαναν το ντουζάκι τους έσπευσαν στην κερκίδα, ακριβώς απέναντι από τα δημοσιογραφικά θεωρεία, όπου τους περίμενε το δικό τους μέλλον: η Ολυμπία, η Φανή, ήδη έξι αν δεν χάθηκε το μέτρημα βλαστάρια (όλα αγόρια τότε), καροτσάκια, παιδικά παιχνίδια, νταντάδες, φωνούλες, χαμόγελα. «Τους βλέπετε αυτούς εκεί; Δεν θα ξαναβγάλουμε ποτέ τέτοιους» λέγαμε στους ξένους συναδέλφους που χάζευαν τη σκηνή με ανοιχτό το στόμα.
«Μακάρι ο γιος μου να γίνει σαν τον Ζήση» μονολογούσε σε μια γωνιά των κερκίδων ο Ντέιβιντ Μπλατ, κάποτε προπονητής του –ακόμη εργένη– Νίκου στο Τρεβίζο.
Ο ένας από τους δύο αδελφοποιτούς έχει ζήσει σχεδόν ολόκληρη τη ζωή του στην Ελλάδα (με εξαίρεση μία σεζόν νοσταλγίας στο Τέξας), ενώ ο άλλος πέρασε 15 χρόνια στο εξωτερικό και έγινε κοσμοπολίτης: Ιταλία, Ρωσία, Τουρκία, Ισπανία, Γερμανία. Κι όμως είναι ακόμη ίδιοι κι απαράλλαχτοι, έπειτα από τόσα χρόνια βαθιάς φιλίας, αγάπης, ελπίδας και πίστης. Τα παιδιά τους είναι το αύριο, αλλά η έμπνευση έρχεται από το μελαγχολικό χθες.
Ο Νίκος Ζήσης αφιερώνει κάθε χαμόγελό του στη μνήμη του μεγαλύτερου αδερφού του, Δάνη, που σκοτώθηκε σε τροχαίο το 2003, ενώ ο Βασίλης Σπανούλης έχει χτυπήσει τατουάζ με το όνομα του συγχωρεμένου πατέρα του, Θανάση.