Βασίλης Αλεξάκης: Ένας χρόνος από το φευγιό του «Μικρού Έλληνα»

Βασίλης Αλεξάκης: Ένας χρόνος από το φευγιό του «Μικρού Έλληνα»

Ένας χρόνος πέρασε από τον θάνατο του Βασίλη Αλεξάκη. Ο συγγραφέας που είχε μοιράσει την ζωή του μεταξύ Αθήνας και Παρισιού, έφυγε μια μέρα σαν κι αυτή. Τον αποκαλούσαν εραστή των λέξεων, ο ίδιος έλεγε πως «Παντρεύτηκα την ιστορία, το παραμύθι». Όποιος έβγαινε μια βόλτα στο κολωνάκι θα τον έβλεπε να ταΐζει τα αδέσποτα, εκεί κοντά στην οδό Αναγνωστοπούλου, όπου έμενε.

Κάθε φορά που σκέφτομαι τον Βασίλη Αλεξάκη επιστρέφω στο «Τάλγκο», το πρώτο του μυθιστόρημα κι όταν δεν τον βρίσκω τον αναζητώ στην μεταφορά του στην μεγάλη οθόνη και στην ταινία του Γιώργου Τσεμπερόπουλου «Ξαφνικός έρωτας»: «Έκλεισα πίσω μου την πόρτα του διαμερίσματος, ακούμπησα το πακέτο στο τραπέζι, το κοίταξα κάμποση ώρα. Μετά βάλθηκα να λύσω τον σπάγκο, δεν τα κατάφερα, τον έκοψα μ’ ένα ψαλίδι. Μέσα στο πακέτο βρήκα ένα γυάλινο μπουκαλάκι, σαν αυτά του φαρμακείου, μ’ ένα διαφανές υγρό. Επάνω στο μπουκαλάκι είχες γράψει με σινική μελάνι: ΠΑΡΙΣΙΝΗ ΒΡΟΧΗ. Βρήκα κι αυτό το σημείωμα: Τη μάζεψα με μια κατσαρόλα, απ’ το παράθυρο. Το μανίκι μου έγινε μούσκεμα. Γρηγόρης. -Κι όταν θα πάψω να είμαι ερωτευμένη μαζί σου, Γρηγόρη, να ξέρεις ότι θα σ’ ευγνωμονώ που μου έκανες αυτό το δώρο. Μ’ ανέβασες στα ίδια μου τα μάτια, μ’ έκανες να αισθάνομαι θεά. Όταν γεράσω και με ρωτούν τι σημαντικό συνέβη στη ζωή μου, αυτό μόνο θα λέω: “Μου έκαναν κάποτε δώρο λίγη βροχή”».

Ο Βασίλης Αλεξάκης γεννήθηκε στην Αθήνα τον Δεκέμβρη του 1943. Σπούδασε στην ανωτάτη Δημοσιογραφική Σχολή της Λιλ. Στο Παρίσι εγκαταστάθηκε το 1968 όπου εργάστηκε ως δημοσιογράφος, κριτικός βιβλίου στην εφημερίδα «Le Monde» και χρονογράφος. Έργα του έχουν κυκλοφορήσει εκτός από την Ελλάδα, στην Γερμανία, την Ισπανία, την Αρμενία, την Ιταλία, τη Ρωσία, το Ισραήλ, τις ΗΠΑ, την Τουρκία, και την Αργεντινή.

Το 2004 κέρδισε το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος και το 2007 το Μεγάλο Βραβείο Μυθιστορήματος της Γαλλικής Ακαδημίας, για το βιβλίο «Οι Ξένες Λέξεις», Βραβείο Medicis για την «Μητρική Γλώσσα», Βραβείο Alber Camus για το «Πριν», Βραβείο διηγήματος Γαλλικής Ακαδημίας για το «Μπαμπά», Μεγάλο Βραβείο Μυθιστορήματος 2007 για το «Μ.Χ», ενώ, επιπλέον έχει διακριθεί με το Βραβείο Γαλλικής Γλώσσας 2012.

Παράλληλα, σκηνοθέτησε την ταινία μικρού μήκους «Είμαι κουρασμένος», η οποία απέσπασε το Βραβείο Φεστιβάλ Τουρ και Γαλλικού Κέντρου Κινηματογράφου (1982), τις τηλεταινίες «Ο Νέστως Χαρμίδης περνά στην επίθεση» (1984) και «Το τραπέζι»(1989) και τη μεγάλου μήκους ταινία του «Αθηναίοι», που τιμήθηκε το Α΄ βραβείο διεθνούς φεστιβάλ ταινιών χιούμορ του Charmousse (1991). Ασχολήθηκε, όμως και το θέατρο με έργα όπως τα «Εγώ δεν…» και «Μη με λες Φωφώ.
Αγάπησε την Γαλλία πολύ, όχι, όμως, όσο την Ελλάδα.  Έζησε στην Γαλλία, μέχρι την εφηβεία του. Μετά, πηγαινοερχόταν με μεγάλες στάσεις στην Τήνο. Όταν, έγινε η Χούντα σταμάτησε να γράφει στην ελληνική γλώσσα και εγκαταστάθηκε στο Παρίσι. Ένιωθε πληγωμένος και ανήμπορος μπροστά σε αυτό που συνέβαινε στον τόπο του. Όσο για τις λέξεις έλεγε πως «Οι γλώσσες γνωρίζονται μεταξύ τους, τα ελληνικά και τα γαλλικά γνωρίζονται. Όλα μεταφράζονται, αν το ύφος δεν μεταφραζόταν σε άλλη γλώσσα, ο Ντοστογιέφσκι θα είχε αναγνώστες μόνο στη Ρωσία».

Πολλά είναι αυτά που αξίζει να θυμάται κανείς για τον Βασίλη Αλεξάκη, μα προς θεού μη ξεχάσουμε το σημαντικότερο… πόσο βαθιά αγάπησε τον ίδιο τον άνθρωπο. Ποιον άνθρωπο; Τον καθολικό και τον ανυπεράσπιστο, τον γενναίο και τον παραδομένο. Εκείνον, που έπαιρνε στα χέρια του και τον έκρυβε μέσα στις λέξεις του!!

Documento Newsletter