Βασιλική Λάζου: «Tον καιρό του Αγώνα o κανόνας ήθελε τη γυναίκα στο περιθώριο της κοινωνικής ζωής»

V. Delacroix, «Σκλαβοπάζαρο», 1836 (συλλογή Μιχάλη και Δήμητρας Βαρκαράκη)

Μια συζήτηση του Παναγιώτη Φρούντζου με την ιστορικό Βασιλική Λάζου σχετικά με τη θέση των εκπροσώπων του «δεύτερου φύλου» τον καιρό του Αγώνα.

 

Το δεύτερο βιβλίο της σειράς για το 1821 των Εκδόσεων ∆ιόπτρα, «Γυναίκες και επανάσταση. Από τον οθωµανικό κόσµο στο ελεύθερο ελληνικό κράτος», µας έδωσε την ευκαιρία να µιλήσουµε µε τη συγγραφέα του Βασιλική Λάζου –ιστορικό, διδάσκουσα στο τµήµα Πολιτικών Επιστηµών του ΑΠΘ– σχετικά µε τον ρόλο που επιφύλαξε η πατριαρχική κοινωνία του 19ου αιώνα στις γυναίκες ανεξαρτήτως θρησκεύµατος. Τελικά η Επανάσταση του 1821 υπήρξε απελευθερωτική και για τις γυναίκες ή έπρεπε να διανυθεί µακρύς ιστορικός χρόνος ώστε να αναγνωριστεί η υπόστασή τους ως κοινωνικών υποκειµένων;

∆ιαβάζοντας την ιστορία της Επανάστασης του 1821 η αίσθηση που δημιουργείται είναι ότι έγινε από άντρες και αφορούσε µόνο άντρες. Πού «κρύφτηκαν» οι γυναίκες το 1821;

Πράγµατι, οι γυναίκες είναι ουσιαστικά αθέατες. Οι ίδιες οι γυναίκες ελάχιστα τεκµήρια άφησαν για τη ζωή τους τον καιρό του Αγώνα. Αγράµµατες, αµόρφωτες και περιορισµένες, πλην ελάχιστων εξαιρέσεων, δεν διέσωσαν στιγµές, σκέψεις ή συναισθήµατα. Η φωνή τους καταγράφηκε µόνο αποσπασµατικά στα ελάχιστα συγγραφικά έργα που άφησαν, σε δηµόσια έγγραφα, αναφορές, υποµνήµατα και εκκλήσεις µε τα οποία διεκδικούσαν από την πολιτεία ως χήρες, ως πρόσφυγες και αναξιοπαθούσες ηθική δικαίωση και υλική αρωγή. Στην ουσία ό,τι αναζητούµε και ό,τι µαθαίνουµε για τις γυναίκες είναι µέσα από τα γραπτά των αντρών που έζησαν τα γεγονότα ή έγραψαν γι’ αυτά στα αµέσως µετεπαναστατικά χρόνια.

ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΛΑΖΟΥ Γυναίκες επανάσταση 1821
Η ιστορικός Βασιλική Λάζου

 

Για το βιβλίο σας ερευνήσατε τη θέση της γυναίκας σε διάφορα µέρη του ελλαδικού ή βαλκανικού χώρου, επιλέγοντας µάλιστα δείγµατα από διαφορετικούς κοινωνικούς χώρους. Θεωρείτε ότι ο ρόλος που διαδραµάτιζαν επηρεαζόταν από τοπικούς ή ταξικούς παράγοντες;

Συχνά παραβλέπουµε ότι οι γυναίκες δεν αποτελούσαν ενιαία κατηγορία. Η ζωή και η δράση τους καθορίζονταν από τοπικούς και ταξικούς προσδιορισµούς. ∆ιαφορετική ήταν η ζωή των γυναικών σε νησιωτικές και ηπειρωτικές περιοχές, των ανώτερων τάξεων και των φτωχών. Στην πόλη και την ύπαιθρο. Εκεί όπου είχε αναπτυχθεί το εµπόριο και οι γυναίκες έρχονταν σε επαφή µε ξένους περιηγητές, εµπόρους και ναυτικούς, εκεί όπου οι γυναίκες συµµετείχαν στις παραγωγικές δραστηριότητες και εκεί όπου ζούσαν θεόκλειστες και περιορισµένες µέχρι να παντρευτούν. Οι Φαναριώτισσες, για παράδειγµα, απολάµβαναν ξεχωριστές ελευθερίες και προνόµια. Στα νησιά του Αιγαίου η ευµάρεια, οι επαφές και η εισαγωγή πολιτισµικών στοιχείων από τη ∆ύση επηρέαζαν τις συνήθειες και τις συµπεριφορές των γυναικών. Μια άλλη οµάδα, αυτή των γυναικών διανοουµένων, αποτελούνταν από γυναίκες µέλη της άκρως κινητικής τάξης εµπόρων και επαγγελµατιών που παρείχαν την πρωταρχική κοινωνική βάση του Ελληνικού ∆ιαφωτισµού. Αυτές όµως ήταν η εξαίρεση. Ο κανόνας ήθελε τη γυναίκα απαίδευτη και υποτακτική, στο περιθώριο της κοινωνικής ζωής. Η ζωή της αγρότισσας ήταν σκληρή και κοπιαστική, ένας διαρκής αγώνας για την επιβίωση.

Οι ιδέες του ∆ιαφωτισµού τελικά δεν αφορούσαν το σύνολο του κόσµου. Στο ερώτηµα «ελευθερία για όλους;» η απάντηση ήταν «ναι, µε εξαίρεση τις γυναίκες»;

Οι εκπρόσωποι του ∆ιαφωτισµού δεν είχαν ενιαία άποψη για τη γυναικεία φύση. «Φεµινιστές µε ενδοιασµούς», όπως έχουν χαρακτηριστεί, κράτησαν αµφίθυµη στάση απέναντι στο γυναικείο φύλο και δεν κατάφεραν να υπερβούν την κυρίαρχη πατριαρχική αντίληψη, αντίθετη µε τις αρχές του ορθού λόγου, ότι η υποτέλεια των γυναικών βρίσκει το αίτιό της –και άρα νοµιµοποιείται– στη «φύση». Παρόλο που ελάχιστες είναι οι θεωρητικές τοποθετήσεις Ελλήνων διαφωτιστών πάνω στο γυναικείο φύλο, σχηµατοποιήθηκαν δύο κατευθύνσεις-παραδόσεις. Του Ρήγα, που ζητούσε την απελευθέρωση των γυναικών από τα δεσµά που επέβαλλε η κοινωνική ηθική στο συναίσθηµα, ισότιµη συµµετοχή σε µια δηµόσια και υποχρεωτική εκπαίδευση και κοινωνικο-πολιτικό ρόλο ως προς την υπεράσπιση του έθνους, και του Κοραή, που υποστήριζε ότι οι γυναίκες πρέπει να κατακτήσουν την «τέχνη του βίου», να ζουν δηλαδή ενάρετα και µε µετριοφροσύνη.

Charlemagne-Oscar Guet, «Ελληνίδα που παίζει λαγούτο», 1847 (συλλογή Μιχάλη και Δήμητρας Βαρκαράκη)

 

Όταν ξεκίνησε ο πόλεµος της ανεξαρτησίας οι γυναίκες µπλέχτηκαν στον Αγώνα µε οποιονδήποτε τρόπο. Γιατί στη συνέχεια δεν µπόρεσαν να διεκδικήσουν τουλάχιστον την «ορατότητά» τους;

Στις ιστορίες της επανάστασης του 19ου αιώνα οι αναφορές στις γυναίκες είναι ελάχιστες, απόρροια τόσο της απουσίας τους από τη δηµόσια σφαίρα και της έλλειψης πολιτικής συµµετοχής όσο και της ανδροκρατικής αντίληψης που θεωρούσε τις γυναίκες υποδεέστερες και ανάξιες αναφοράς. Τα τελευταία χρόνια η είσοδος των γυναικών σε παραγωγικά επαγγέλµατα, η ανάδειξή τους σε θέσεις ευθύνης, η ισότιµη θέση τους στο σύστηµα της µισθωτής εργασίας µε τους άντρες οµολόγους τους έκαναν τις γυναίκες ορατές µέσα στην Ιστορία και τις ανέδειξαν ως κοινωνικά και ιστορικά υποκείµενα. Υιοθετήθηκε λοιπόν µια προσέγγιση η οποία επαναπροσεγγίζει τις πηγές από την οπτική γωνία των γυναικών ως κοινωνικής οµάδας και θέτει σε αµφισβήτηση την αντιµετώπιση του ιστορικού γεγονότος, καθώς τις πιο επιφανείς πηγές τις έχουν αφήσει οι άντρες, των οποίων η ιδιαίτερη ιστορική εµπειρία ανάγεται σε γενική και παναθρώπινη.

Διαβάστε επίσης:

Φτου να μη ματιαστούμε- Προλήψεις και δεισιδαιμονίες το 1821

Υπήρχαν τοπικές κοινωνίες όπου νοοτροπίες και συµπεριφορές από τη µητριαρχία ήταν ακόµη κι εκείνη την εποχή ζώσες;

∆εν έχω κάτι υπόψη. Μόνο µια καταγραφή του John Sawrey Morrittο που ταξίδεψε στην οθωµανική Ανατολή από το 1794-96 σχετικά µε την επιβίωση ενός παµπάλαιου εθίµου στη Λέσβο: όταν πέθαινε ο πατέρας την περιουσία του κληρονοµούσε η πρωτότοκη κόρη του. Ο Άγγλος περιηγητής µάλιστα θεωρούσε ότι αυτό συνέβαλε στη σχετική ελευθερία των γυναικών στο νησί.

Ελληνίδες/Οθωµανίδες στον ελλαδικό χώρο. ∆ιέφερε η θέση που είχαν στην κοινωνία;

Ελληνίδες και Οθωµανίδες είχαν αρκετά κοινά στοιχεία παρά τη διαφορετική θέση των χριστιανών/ραγιάδων και των µουσουλµάνων/επικυρίαρχων. Οι περισσότερες ζούσαν θεόκλειστες στο σπίτι µε πλήθος περιορισµών στη συµπεριφορά και την ενδυµασία, χωρίς παιδεία ή δικαιώµατα, προορισµένες να είναι σύζυγοι και µητέρες. Κάθε παρέκκλιση από τους κώδικες συµπεριφοράς που τους είχαν επιβληθεί τιµωρούνταν αυστηρά. Με το ξέσπασµα της επανάστασης τόσο οι χριστιανές όσο και οι µουσουλµάνες αποτέλεσαν τους αδύναµους κρίκους των πολεµικών συγκρούσεων, εύκολα αναλώσιµες, θύµατα της πείνας, των ασθενειών και της προσφυγιάς, εµπόρευµα στα σκλαβοπάζαρα µε την προσδοκία χρηµατικής ωφέλειας.

Αγνώστου, Γαλλικής Σχολής γύρω στο 1830, «Έλληνας αγωνιστής θρηνεί τη νεκρή γυναίκα και το παιδί του (συλλογή Μιχάλη και Δήμητρας Βαρκαράκη)

 

Μήπως ο χριστιανισµός και ο ισλαµισµός ήταν οι πραγµατικοί εχθροί για τις γυναίκες;

Η θρησκεία και οι επιταγές της είναι µόνο µία όψη των περιορισµών. Καθώς µέσω των γυναικών εξασφαλιζόταν η διαδοχή, η µεταβίβαση δηλαδή τίτλου ή περιουσίας, οι γυναίκες αποκτούσαν έναν ρόλο που από µόνος του τις υπέβαλλε σε αυστηρές πιέσεις και κανόνες. Το πέρασµα αριστοκρατικού τίτλου ή περιουσίας στην επόµενη γενιά όφειλε να είναι µη αµφισβητήσιµο. Ως εκ τούτου, πάνω στις γυναίκες απλωνόταν ένα πυκνό δίχτυ κανόνων, συµπεριφορών, υποχρεώσεων, υποψιών και συνακόλουθου φόβου.

Ποιες συνθήκες επέτρεψαν στη Λασκαρίνα Μπουµπουλίνα και τη Μαντώ Μαυρογένους να διεκδικήσουν ισότιµη θέση µε τους άντρες;

Η Λασκαρίνα Μπουµπουλίνα και η Μαντώ Μαυρογένους ανήκαν στις τοπικές ελίτ της εποχής τους, ήταν πνευµατικά τέκνα των συνθηκών που διαµορφώθηκαν στις αρχές του 19ου αιώνα και πρόβαλαν µέσα από αστικά περιβάλλοντα του νησιωτικού χώρου. Η πρώτη προερχόταν από τον κόσµο της αναπτυσσόµενης εµπορικής ναυτιλίας, η δεύτερη από αρχοντική νησιωτική οικογένεια µε φαναριώτικους δεσµούς. Και οι δυο ακολούθησαν µοναχικές και ιδιαίτερες διαδροµές που ξεπερνούσαν τα κοινωνικά όρια του φύλου τους. Χάρη στην οικονοµική τους επιφάνεια και συνεισφορά εισήλθαν σε έναν κόσµο ανδροκρατούµενο και παραδοσιακό, χωρίς όµως να µπορέσουν να ξεπεράσουν ολοκληρωτικά τα στεγανά του φύλου τους και να αποτελέσουν ισότιµες συνοµιλήτριες. Η Μπουµπουλίνα δολοφονήθηκε για λόγους τιµής το 1825 χωρίς να τιµωρηθούν οι δράστες και η Μαυρογένους πέθανε πάµφτωχη και παραµεληµένη, χωρίς να λάβει ανταµοιβή από την πολιτεία για την προσφορά της στον Αγώνα.

 

INF0

Το βιβλίο «Γυναίκες και επανάσταση. Από τον οθωμανικό κόσμο στο ελεύθερο ελληνικό κράτος» της Βασιλικής Λάζου κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Διόπτρα