Βαγγέλης Ραπτόπουλος: «Πέρασα τη ζωή μου υποκύπτοντας στο πάθος της γραφής»

Βαγγέλης Ραπτόπουλος: «Πέρασα τη ζωή μου υποκύπτοντας στο πάθος της γραφής»
© Γιώργος Δέτσης

Μια συζήτηση με τον συγγραφέα με αφορμή την κυκλοφορία της αυτοβιογραφίας του «Ό,τι καλύτερο μου έχει συμβεί».

Ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος έγραψε την αυτοβιογραφία του µέσα σε 164 σελίδες και χώρεσε περισσότερα απ’ όσα θα κατάφερνε να χωρέσει κάποιος που θα έγραφε τα δεκαπλά. Χωρίς άγχος να αποδείξει κάτι, µε λόγο ειλικρινή, υπογράφει ένα βιβλίο το οποίο αποτελείται από 36 κείµενα στα οποία χωράνε οι άνθρωποι της ζωής του, οι χαρές, οι απώλειες, οι σκέψεις που αφήνει το πέρασµα του χρόνου, αλλά και η αγάπη του για τα λαϊκά τουριστικά θέρετρα, ο πόνος που του προκαλεί το αυχενικό σύνδροµο, η ζωή που κέρδισε στο κολυµβητήριο, καθώς και η διαχείριση της επιτυχίας και της αποτυχίας. Μέσα από την επιλεκτική –όπως τη χαρακτηρίζει– αυτοβιογραφία του µε τίτλο «Ό,τι καλύτερο µου έχει συµβεί» (Εκδόσεις Κέδρος), ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος καταγράφει εικόνες της Ελλάδας των τελευταίων δεκαετιών. Όλα αυτά ήταν µια καλή αφορµή για συζήτηση.

Συχνά οι αυτοβιογραφίες στέκονται στις ιδιαίτερες πλευρές και στα βιώµατα µιας προσωπικότητας προκειµένου να δώσουν έµφαση στη σπουδαιότητά της. Στη δική σας δεν υπάρχει κανένα τέτοιο άγχος. Πώς τα καταφέρατε;

Είναι θέµα επιλογής. ∆εν είναι πάντα εύκολο να αποδεχτείς ότι είσαι ο µέσος άνθρωπος, ειδικά στους καλλιτεχνικούς χώρους. Κάποιος µπορεί να πιστεύει ότι είναι ο Τσε Γκεβάρα. Κι εγώ πιο µικρός ήµουν µπερδεµένος σε σχέση µε αυτό. Ωστόσο πάντα ένιωθα µια έλξη για τους πιο λαϊκούς ανθρώπους, όχι µόνο µε την έννοια της καταγωγής, αλλά και του µέσου όρου. ∆εν είχα ποτέ την ελιτίστικη πρόθεση να πηγαίνω κόντρα ή να εξέχω. Αυτό έχει να κάνει µε τη λαϊκή συνοικία όπου µεγάλωνα, το Περιστέρι, είναι όµως και θέµα ιδιοσυγκρασίας. Σίγουρα έπαιξε ρόλο και η τεκνοποίηση – εκεί ήταν ακόµη πιο συνειδητό.

Πώς γίνεται δηλαδή µια τέτοια επιλογή;

Φαντάζοµαι ότι επέλεξα τη ζωή ενός µέσου ανθρώπου –αν όντως την επιλέγεις και δεν σε επιλέγει, αν δεν είναι στη φύση σου δηλαδή–γιατί µε βόλευε να είµαι πιο απερίσπαστος και αφοσιωµένος στα γραπτά µου. Είµαι πλέον σε µια φάση που έχω πίσω µου πράγµατα για να κοιτάξω και µπορώ να βγάλω κάποια συµπεράσµατα. Ολο το βιβλίο έχει τέτοιο χαρακτήρα. ∆εν ξέρω πώς θα ήταν αν το είχα γράψει 40 χρόνων. ∆εν θα ήµουν τόσο αποφασιστικός και αποφασισµένος στα διάφορα που γράφω. Τώρα µπορώ να πω µε σιγουριά ότι πέρασα τη ζωή µου υποκύπτοντας στο πάθος της γραφής. Αν στοιχειωδώς θέλω να είµαι έντιµος µε τον εαυτό µου, αυτό είναι φως φανάρι ό,τι και να βαυκαλίζοµαι.

Η ψυχοθεραπεία ήταν εκείνη που σας βοήθησε να αντιληφθείτε το µέγεθός σας σε σχέση µε τον κόσµο γύρω σας;

Ναι, ή τέλος πάντων αυτό κατάλαβα εγώ. Ακόµη κι αν αυτός είναι ο στόχος της ψυχοθεραπείας, τον πρώτο καιρό που έκανα δεν το καταλάβαινα. Μπορεί να περάσει κάποιο διάστηµα που κάποιος να µην το καταλαβαίνει. Το βιβλίο είναι µε έναν τρόπο γέννηµα της ψυχοθεραπείας που έκανα. Ένα είδος αναστοχασµού κάτω από το πρίσµα του οποίου είναι κοιταγµένα όλα τα πράγµατα του παρελθόντος.

∆εν είναι παράδοξο ότι σε όλη µας τη ζωή προσπαθούν να µας πείσουν ότι είµαστε σπουδαίοι και µοναδικοί και µετά χρειάζεται να κάνουµε εσωτερική δουλειά για να δεχτούµε αυτό που µάλλον ξέραµε εξαρχής;

Είναι. Ειδικά αν ασχολείσαι µε δηµιουργικές δουλειές ή δουλειές οι οποίες οδηγούν στην αναγνωρισιµότητα –όπου ο εγωκεντρισµός χτυπάει κόκκινο–, είναι ακόµη πιο δύσκολο να κατανοήσεις και να συνειδητοποιήσεις ότι είσαι κάτι ασήµαντο µέσα στο σύµπαν. Η συναίσθηση της ασηµαντότητάς σου ωστόσο δεν χρειάζεται να σταθεί εµπόδιο στο να αντιµετωπίζεις τη δουλειά σου ως κάτι σπουδαίο. Προσωπικά µπορώ να τα διαχωρίσω και όταν τελειώσω αυτό που κάνω να σκεφτώ: «Ηρέµησε, δεν είσαι ο Αϊνστάιν».

Απελευθερωτικό δεν είναι αυτό;

Βεβαίως και είναι. Θα µπορούσα να αντιστρέψω το ερώτηµα και να πω ότι η αλήθεια που µου λέτε πως υπάρχει στο βιβλίο είναι λυτρωτική, αλλά κι αυτή ταυτόχρονα είναι φιλόδοξη στάση. ∆εν µπορείς να την υιοθετήσεις αν είσαι χαµηλών επιδιώξεων. Τέτοιες επιλογές δεν µπορούν να γίνουν αν δεν είναι στη φύση σου.

Παρότι η αυτοβιογραφία σας είναι σχετικά σύντοµη από άποψη σελίδων, περιλαµβάνει ένα ολόκληρο κεφάλαιο σχετικά µε τον Στίβεν Κινγκ. Είναι από τους αγαπηµένους σας;

Σε παλαιότερα βιβλία µου έχω γράψει πιο εµπεριστατωµένα κείµενα για τον Κινγκ. Στο συγκεκριµένο αναφέροµαι στη ρετσινιά που µου κόλλησε όταν πριν από πολλά χρόνια είχα γράψει υπέρ του, την εποχή που οι λογοτεχνικοί κύκλοι στην Ελλάδα δεν τον εκτιµούσαν ιδιαιτέρως. Αυτό είναι το αυτοβιογραφικό στοιχείο εδώ.

Γιατί κάποιοι κύκλοι εξακολουθούν να απαξιώνουν τα βιβλία του Κινγκ;

Η πικρή αλήθεια είναι ότι, όσο κι αν τον αγαπάω, έχει και µια πλευρά σκουπιδαριού. Τα παραφυσικά φαινόµενα –αυτά που κι εγώ χρησιµοποίησα στο µυθιστόρηµά µου «Ο άνθρωπος που έκαψε την Ελλάδα»– ή τα πολτεργκάιστ και οι βρικόλακες είναι τα στοιχεία που κάνουν το λογοτεχνικό κατεστηµένο και πολλούς σοβαρούς αναγνώστες να περιφρονούν τα γραπτά του, ακόµη πιο πολύ επειδή ο Κινγκ τα αντιµετωπίζει σοβαρά. Η πλευρά του αυτή συγγενεύει µε όσους τα πιστεύουν, τους «ψεκασµένους» που θεωρούν ότι οι βρικόλακες και τα UFOs υπάρχουν στην πραγµατικότητα. Από την άλλη όµως δεν µπορείς να µη δεις ότι πρόκειται για ένα µεγαθήριο, για έναν σπαρταριστό αφηγητή. ∆εν µπορείς να αγνοήσεις ότι κάπου εκεί µέσα υπάρχει κάτι που λάµπει σαν χρυσός. Ο Κινγκ προκειµένου να προσδώσει ρεαλισµό στα συχνά βλακώδη θέµατά του κάνει τέτοιες κοινωνικές τοιχογραφίες και απεικονίσεις που λες τύφλα να ’χουν ο Στάινµπεκ και ο Ντίκενς.

Συµβαίνει λιγότερο από παλιά, ωστόσο εξακολουθεί να αναγνωρίζεται ως λογοτεχνία µόνο η υψηλή λογοτεχνία και όλα τα άλλα να πετιούνται στο βαρέλι της παραλογοτεχνίας.

Αυτό είναι µεγάλο ζήτηµα. Στο βιβλίο µου «Η δική µου Αµερική» έχω ασχοληθεί µε το θέµα, παίρνοντας παραδείγµατα pulp λογοτεχνίας. Το pulp γενικά, από τον ύστερο 20ό αιώνα και µετά, γνώρισε µια αξιολογική άνοδο φτάνοντας σχεδόν στο επίπεδο της υψηλής τέχνης. Η καθίζηση αξιών που υπάρχει στη ∆ύση µε τον καταναλωτισµό και την εµπορευµατοποίηση των πάντων απέδειξε ότι η λαϊκή τέχνη έχει περισσότερη ζωή από εκείνη που υποδύεται ότι έχει υψηλές αξίες, οι οποίες όµως δεν έχουν αντίκρισµα στην κοινωνία. ∆εν είναι τυχαίο ότι στις µέρες µας ο Μποµπ Ντίλαν πήρε Νόµπελ.

Ωστόσο, παρότι υπάρχει καθίζηση αξιών ζούµε την εποχή της πολιτικής ορθότητας. Αν ο Μπουκόφσκι ξεκινούσε σήµερα, θα µπορούσε να εκδώσει εύκολα τα βιβλία του;

Μπορείς να εκδώσεις βιβλία. Ωστόσο δεν συµβαίνει το ίδιο µε τον Τύπο. Αν σας έδινα να τυπώσετε στην εφηµερίδα, που υποτίθεται ότι τα πράγµατα λέγονται πιο χύµα από ένα βιβλίο, σελίδες από τη «Λεσβία» ή τη «Λούλα» µου, ίσως και να µην τις βάζατε. Αν προσπαθούσα να διαβάσω τις σελίδες αυτές στο ραδιόφωνο, το σίγουρο είναι ότι θα µου τις έκοβε το ΕΣΡ. Σε τοµείς που υπερηφανεύονται για την ελευθεροτυπία τους το πορνό εξακολουθεί να είναι σκανδαλιστικό υλικό. Η λογοτεχνία είναι από τους λίγους πνευµατικούς χώρους στους οποίους µπορεί να βρει καταφύγιο. Κάπου διάβαζα ότι τα πορνοσάιτ καταλαµβάνουν το 80% της θέασης στο διαδίκτυο. Αυτό δεν βγαίνουν να το πουν καθαρά όµως, διότι αποδεικνύει την πλήρη απαξίωση των ενηµερωτικών σάιτ. ∆εν ξέρω πώς µετριέται ο χρόνος που κάποιος περνάει στο ίντερνετ, αλλά αν αυτό ισχύει µπορεί να αποτελεί την αόρατη πλευρά του παγόβουνου. Στη λογοτεχνία όλο αυτό πού είναι; Μου φαίνεται τρέλα ότι στην Ελλάδα είναι τόσο λίγα τα γραπτά που περιλαµβάνουν το σεξ.

Και στη λογοτεχνία αλλά και στο θέαµα πιο εύκολα δεν συναντά κανείς έργα που αφορούν εγκλήµατα παρά που αναφέρονται στο σεξ;

Αυτό επίσης είναι µεγάλη συζήτηση. Ο Πετρόπουλος έχει αναλύσει διεξοδικά το θέµα της πορνογραφίας και έχω βρει καταφύγιο στα κείµενά του – και στην «Ιστορία της καπότας» και σε άλλα βιβλία του τα λέει πολύ ξεκάθαρα. Πρόκειται για χαρακτηριστικό της εποχής µας, πέραν της ιδιοσυγκρασίας του καθενός ως αφηγητή. Αυτό που κατάλαβα πολύ καθαρά και από τον Πετρόπουλο και απ’ όσα συµβαίνουν γύρω µας είναι ότι ζούµε αυτό που εκείνος αποκαλεί «θρίαµβο της πορνογραφίας». Το σεξ αυτήν τη στιγµή είναι τελείως αποµαγεµένο. Ποτέ άλλοτε οι άνθρωποι δεν ήταν τόσο απελευθερωµένοι, αλλά και ποτέ άλλοτε δεν ήταν σε έκλειψη ο ίδιος ο έρωτας και το ίδιο το σεξ.

INF0

Το βιβλίο «Ό,τι καλύτερο μου έχει συμβεί» του Βαγγέλη Ραπτόπουλου κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Κέδρος

Documento Newsletter