Μια συζήτηση με τον πρώην πράκτορα της μυστικής υπηρεσίας των ΗΠΑ σχετικά με τη δράση του σε όλο τον κόσμο.
Η ζωή του Ελληνοαµερικανού Τζον Κυριάκου, πρώην πράκτορα της CIA, δεν έχει καθόλου το λούστρο του κινηµατογραφικού Τζέιµς Μποντ. Στρατολογήθηκε στη µυστική υπηρεσία από καθηγητή του ενώ σπούδαζε ακόµη στο πανεπιστήµιο. Η πρώτη του αποστολή, τον Ιανουάριο του 1990, ήταν στο Ιράκ «γιατί τίποτε δεν γινόταν εκεί» και θα µπορούσε να εκπαιδευτεί σε ελεγχόµενο περιβάλλον προτού µεταφερθεί κάπου µε µεγαλύτερο ενδιαφέρον, όπως στα Βαλκάνια. Λίγους µήνες µετά το Ιράκ εισέβαλε στο Κουβέιτ και ο Κυριάκου έγινε ένας από τους πιο περιζήτητους αναλυτές της CIA. Υπήρξε δύο φορές στόχος δολοφονίας: η µία στην Ελλάδα από τη «17 Νοέµβρη», κατά τη δολοφονία του Βρετανού στρατιωτικού ακολούθου Στίβεν Σόντερς, και η δεύτερη στη Μέση Ανατολή.
Μετά την επίθεση της 11ης Σεπτεµβρίου στο World Trade Center βρέθηκε στο Πακιστάν για να αναλάβει αντιτροµοκρατικές επιχειρήσεις. Εκεί συνέλαβε τον τρίτο στην ιεραρχία της Αλ Κάιντα Αµπού Ζουµπάιντα. Η σύλληψη αυτή τον έφερε αντιµέτωπο µε τις µεθόδους βασανισµού που εφάρµοζε η CIA και παραιτήθηκε. Λίγα χρόνια µετά αποφάσισε να µιλήσει δηµοσίως µε αποτέλεσµα να κυνηγηθεί από την υπηρεσία, να καταστραφεί οικονοµικά και εντέλει να φυλακιστεί µε την κατηγορία της παραβίασης του νόµου σχετικά µε την προστασία της ταυτότητας των υπαλλήλων των µυστικών υπηρεσιών. Με τον Τζον Κυριάκου µιλήσαµε µέσω Skype για όσα έζησε κατά τις τελευταίες δεκαετίες.
Πώς είναι η καθηµερινότητα ενός πράκτορα;
Συναρπαστική. Μου άρεσε τόσο που ανυποµονούσα κάθε πρωί να πάω στη δουλειά. Απολάµβανα κάθε λεπτό. Μου άρεσε να γνωρίζω τα πράγµατα εκ των έσω, να είµαι ενηµερωµένος. Να πηγαίνω στο γραφείο και να βρίσκω τις αναφορές και τα µηνύµατα που µου είχαν σταλεί κατά τη διάρκεια της νύχτας από όλο τον κόσµο. Ακόµη και το να δουλεύω ως αναλυτής ήταν συναρπαστικό. Οταν άρχισα να συµµετέχω στις επιχειρήσεις έγινε ακόµη πιο ενδιαφέρον γιατί έπρεπε να πείσω ανθρώπους να διαπράξουν προδοσία ή κατασκοπεία µόνο και µόνο επειδή µε συµπαθούσαν.
Ποιο είναι το κλειδί για να διαβάσετε τους ανθρώπους; Προσπαθείτε να γίνετε αρεστός σε αυτούς;
Ναι, αυτό είναι το κλειδί. Πρέπει να γίνεις φίλος µε τον άλλον· και τις περισσότερες φορές τον θεωρείς αληθινό σου φίλο. Μου άρεσαν πραγµατικά οι περισσότεροι «στόχοι» µου. Στην πορεία αναζητάς αυτό που χρειάζεται ο άλλος. Κάτι που µπορείς να του παρέχεις. Στην ουσία ψάχνεις να βρεις τα τρωτά του σηµεία. Αν για παράδειγµα µισεί τον εργοδότη του, αν θέλει να πάρει εκδίκηση από εκείνον, αν χρειάζεται χρήµατα. Το 90% των περιπτώσεων αφορά το χρήµα. Ισως θέλει το παιδί του ή το εγγόνι του να φοιτήσει σε πανεπιστήµιο των ΗΠΑ. Μπορούµε να το κάνουµε. Οποιο πανεπιστήµιο θέλουν. Κάποιοι άλλοι το κάνουν για τη συγκίνηση που προσφέρει η επαφή µε έναν κατάσκοπο. Τους γοητεύουν οι µεταµεσονύκτιες συναντήσεις σε έρηµες τοποθεσίες.
Λειτουργείτε δηλαδή σαν καθρέφτης στις ανάγκες τους;
Απολύτως. Αυτός είναι ένας πολύ καλός τρόπος για να το περιγράψεις. Ποτέ δεν το σκέφτηκα έτσι. Αλλά πραγµατικά είναι ο καλύτερος τρόπος να το πούµε. Εντοπίζεις τις ανάγκες τους πολύ νωρίς και παίζεις µε αυτές.
Ποιο είναι το ψυχολογικό προφίλ ενός πράκτορα της CIA;
Ο ψυχίατρος της CIA µου είπε κάποια στιγµή ότι η υπηρεσία ενδιαφέρεται να προσλάβει άτοµα που έχουν κοινωνιοπαθητικές τάσεις, αλλά όχι κοινωνιοπαθείς. Οι κοινωνιοπαθείς δεν έχουν συνείδηση, θα πατήσουν πάνω σου προκειµένου να ηγηθούν, θα πουν ψέµατα, θα εξαπατήσουν, θα κλέψουν και µετά θα περάσουν χωρίς κανένα πρόβληµα το τεστ πολύγραφου (σ.σ.: ανιχνευτής ψεύδους) επειδή δεν έχουν την ικανότητα να µεταµεληθούν ή να νιώσουν τύψεις. Οσοι έχουν κοινωνιοπαθητικές τάσεις έχουν την ικανότητα να νιώσουν τύψεις, αλλά τους αρέσει να κινούνται στις γκρίζες ζώνες της ηθικής και του νόµου.
Κατά τη διαδικασία της αίτησής µου έπρεπε να απαντήσω σε διάφορες οµάδες ερωτήσεων. Σε µια από τις ερωτήσεις που µας έκανε ο εκπαιδευτής υποτίθεται ότι πρέπει να αποκτήσεις ένα έγγραφο από το γραφείο ενός οικονοµικού ακολούθου της Μαλαισίας και έτσι αρχίζεις να δουλεύεις προσπαθώντας να το καταφέρεις. Τον βγάζεις για φαγητό και οι γυναίκες σας γίνονται φίλες, γιατί πραγµατικά χρειάζεσαι αυτό το έγγραφο. Και συνειδητοποιείς ότι δεν υπάρχει περίπτωση να τον στρατολογήσεις. ∆εν έχει τρωτά σηµεία και είναι πολύ πατριώτης. Τι κάνεις σε αυτή την περίπτωση; Κάποιος από τους άλλους υποψήφιους πράκτορες είπε ότι θα συνέχιζε να δουλεύει προσπαθώντας να τον πείσει. Και όλοι οι υπόλοιποι συµφώνησαν µαζί του. Σήκωσα τότε το χέρι µου και είπα ότι θα παραβίαζα το γραφείο του και θα το έκλεβα. Αυτό είναι κοινωνιοπαθητική τάση. Ενα κανονικό άτοµο δεν θα έµπαινε σε µια πρεσβεία να κλέψει ένα έγγραφο. Οµως εµείς πείθουµε τον εαυτό µας ότι είµαστε οι καλοί και δουλεύουµε για το καλό της χώρας.
Ποια ήταν η σχέση σας µε τον Γκαστ Αβράκωτο;
Ηταν ο µέντοράς µου, ο δάσκαλός µου όταν άρχισα να παίρνω µέρος σε επιχειρήσεις. Την πρώτη επταετία της καριέρας µου ήµουν αναλυτής και µετά πέρασα στις επιχειρήσεις και τότε τον γνώρισα και έγινε ένα από τα σηµαντικότερα πρόσωπα της ζωής µου.
Παρ’ όλα αυτά δεν συµφωνούσατε πολιτικά µαζί του, έτσι δεν είναι;
Καθόλου. ∆εν συµφωνούσαµε σε τίποτε. Ο Γκαστ ήταν φασίστας, χουντικός. Και δεν απολογήθηκε ποτέ γι’ αυτό. Αγαπούσε τον φασισµό. Και αυτό δεν το κατάλαβα ποτέ, όπως και κανένας άλλος συνάδελφός µας. Ηταν ένα από τα αστεία του γραφείου µας, αν και ο ίδιος το έβλεπε πολύ σοβαρά. Κρατούσε επαφή µε τα παιδιά των στελεχών της χούντας, ακόµη και µετά τη φυλάκιση ή τον θάνατο των πατεράδων τους.
Εχετε πει κατά καιρούς ότι πολιτικά είστε προοδευτικός. Πώς γίνεται κάποιος µε τη δική σας πολιτική τοποθέτηση να γίνει µέλος µιας µυστικής υπηρεσίας η οποία έχει εµπλακεί µεταξύ άλλων στα πραξικοπήµατα της Λατινικής Αµερικής;
Προτού ξεκινήσω να εργάζοµαι για τη CIA ζήτησα µέσω φίλων να συναντηθώ µε αξιωµατικούς της υπηρεσίας που επίσης είναι προοδευτικοί. Και ξεκαθάρισα ότι ενδιαφερόµουν να υπηρετήσω τη χώρα µου και να γυρίσω τον κόσµο, αλλά δεν ήθελα να εµπλακώ σε εγκλήµατα πολέµου, εγκλήµατα κατά της ανθρωπότητας και παραβιάσεις ανθρώπινων δικαιωµάτων. Τους εξήγησα ότι αν εξακολουθούσαν να συµβαίνουν όλα αυτά δεν µε ενδιέφερε να καταταγώ. Και µε διαβεβαίωσαν ότι όλα αυτά ανήκαν στο παρελθόν, πως αυτές οι εποχές τελείωσαν όταν έληξε η θητεία του Ρόναλντ Ρίγκαν. Ηµουν ήδη δυόµισι χρόνια στη CIA όταν ο Μπιλ Κλίντον έγινε πρόεδρος και ζήτησε εκκαθάριση. Η CIA δηλαδή είχε εντολή να απολύσει όσους είχαν παραβιάσει τα ανθρώπινα δικαιώµατα στο παρελθόν. Κυριολεκτικά απαλλάχτηκε από το ένα τρίτο των στελεχών που στρατολογούσαν νέα µέλη. Και θυµάµαι να σκέφτοµαι ότι ο Λευκός Οίκος σέβεται πραγµατικά τα ανθρώπινα δικαιώµατα και πόσο σωστή ήταν η απόφασή µου. Μετά όµως συνέβη η 11η Σεπτεµβρίου και τα πάντα άλλαξαν οριστικά.
Πιστεύετε ότι η CIA µπορεί να ενεργεί αυτόνοµα, δηλαδή χωρίς την εντολή της αµερικανικής κυβέρνησης;
Πολύ δύσκολη ερώτηση. Ναι, το πιστεύω. Είναι εξαιρετικά ασυνήθιστο λόγω της πιθανότητας να συµβεί αυτό που λέµε «blowback», να υπάρξουν δηλαδή ανεπιθύµητες συνέπειες από την επιχείρηση. Οταν συµβαίνει αυτό πρέπει να γίνεται αναφορά στις επιτροπές πληροφοριών του Κοινοβουλίου και της Γερουσίας στο Καπιτώλιο – εκείνοι εποπτεύουν τις επιχειρήσεις της CIA. Και τότε είναι που κάποιοι απολύονται, διώκονται. Είναι σίγουρο ότι µπορούν να δράσουν αυτόνοµα, σχεδόν ποτέ όµως δεν το κάνουν. Αυτό δεν σηµαίνει ότι δεν έχουµε κοινωνιοπαθείς στον Λευκό Οίκο που θέλουν να τους χρησιµοποιήσουν ώστε να ανατρέψουν κυβερνήσεις, να δολοφονήσουν ηγέτες και να διαβάλουν εκλογικές διαδικασίες. Το κάνουν. Το κάνουν γιατί στις περισσότερες περιπτώσεις έχουν εντολή να το κάνουν.
Τον Μάρτιο του 2002, κατά τη θητεία σας στο Πακιστάν, συλλάβατε τον Αµπού Ζουµπάιντα. Τι συνέβη µετά τη σύλληψή του και καταλήξατε να εγκαταλείψετε τη CIA;
Γύρισα στα κεντρικά της CIA στα µέσα Μαΐου του 2002 και µε ρώτησαν αν ήθελα να εκπαιδευτώ στις τεχνικές βασανιστηρίων. Αρνήθηκα, ήµουν το µόνο άτοµο µεταξύ 14 που αρνήθηκε και την ίδια στιγµή κάποιοι συνάδελφοι στράφηκαν εναντίον µου. Οταν ήρθε η ώρα της προαγωγής µε προσπέρασαν, ενώ µου έδωσαν το παρατσούκλι «ο τύπος των ανθρώπινων δικαιωµάτων», όχι επαινετικά. Είχα τότε έναν υποστηρικτή σε υψηλή θέση και έτσι έγινα ειδικός σύµβουλος του αναπληρωτή διευθυντή επιχειρήσεων της CIA. Και σε αυτήν τη δουλειά είδα κυριολεκτικά όλα όσα έκανε η CIA σε όλο τον κόσµο και ήξερα από την αρχή ότι αυτό το πρόγραµµα βασανιστηρίων ήταν λάθος.
Γιατί επιλέξατε να µιλήσετε για όλα αυτά στην τηλεόραση;
Ειλικρινά, περίµενα. Περίµενα κάποιον να έρθει και να πει κάτι γι’ αυτό το πρόγραµµα βασανιστηρίων. ∆εν ήρθε κανείς. Στο µεταξύ παραιτήθηκα από τη CIA το 2004. Εντέλει, το 2007 και ενώ κανείς δεν είχε πει τίποτε, µου τηλεφώνησε ο Μπράιαν Ρος από το ABC και µου ζήτησε να κάνουµε µια συνέντευξη µε θέµα κάποιες κατηγορίες που δεν ήταν αληθείς. Ετσι αποφάσισα να βγω στο ABC και να πω την αλήθεια.
Τι σηµαίνει πρακτικά να βρίσκεστε απέναντι από τη CIA;
∆εν είναι κάτι που µπορείς να κάνεις ελαφρά τη καρδία. Αν πας κόντρα στη CIA, η ζωή σου αλλάζει. Αν τους χτυπήσεις και τους βλάψεις, θα σε βλάψουν κι εκείνοι. Το έµαθα όταν µε κατηγόρησαν για κατασκοπεία – συγκεκριµένα τρεις ήταν οι κατηγορίες για κατασκοπεία. Αυτό θα µπορούσε να επισύρει µέχρι και θανατική ποινή. Φυσικά δεν είχα διαπράξει κατασκοπεία και οι κατηγορίες αποσύρθηκαν, αλλά µέχρι τότε είχα χρεοκοπήσει. ∆εν θα δουλέψω ποτέ ξανά στην κυβέρνηση. ∆εν θα δουλέψω ποτέ ξανά σε µεγάλες εταιρείες στις ΗΠΑ. Η γυναίκα µου, η οποία ήταν ανώτερη αξιωµατικός της CIΑ, µε εγκατέλειψε, χωρίσαµε. Ξέρουν λοιπόν πώς να σε βλάψουν και πρέπει να είσαι προετοιµασµένος για πραγµατικό πόλεµο. Με υπερηφάνεια λέω ότι κυνηγήθηκα πολύ από τη CIA. Και από όλο αυτό βγήκα πιο δυνατός. ∆εν µετανιώνω, χαίροµαι που τα έβαλα µαζί τους. Κάποιος έπρεπε να µιλήσει. ∆ιέπρατταν εγκλήµατα κατά της ανθρωπότητας. Και ήταν παράβαση τόσο του αµερικανικού όσο και του διεθνούς δικαίου.
Φοβάστε για τη ζωή σας;
Οχι. Για κάποιο διάστηµα φοβόµουν, όχι πλέον. Κατέληξα στο συµπέρασµα ότι αν κινούµουν στη δηµόσια σφαίρα, αν έγραφα, µιλούσα, έδινα συνεντεύξεις, εµφανιζόµουν στην τηλεόραση δεν θα µου έκανε κανείς κάτι, γιατί αν κάτι πάθαινα θα έλειπα από πολύ κόσµο.
INF0
Το βιβλίο «Φυλακισμένος πράκτορας – Πώς η CIA με δίδαξε να επιβιώνω στη φυλακή» του Τζον Κυριάκου κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη