Οι χώρες που περιορίζουν την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης θα πρέπει να πληρώνουν ένα διπλωματικό τίμημα, δήλωσε σήμερα ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών Τζέρεμι Χαντ, προειδοποιώντας για την επιδεινούμενη κατάσταση που επικρατεί στην Κίνα και σε άλλες χώρες.
Ο επικεφαλής της βρετανικής διπλωματίας τόνισε ότι το Πεκίνο απασχολεί εκατομμύρια ανθρώπους για να λογοκρίνουν περιεχόμενο, να κάνουν αναρτήσεις με ψευδές περιεχόμενο σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης και να χειραγωγούν την παραγωγή στο διαδίκτυο.
«Αν δράσουμε συλλογικά, μπορούμε να στρέψουμε τα φώτα σε κακομεταχειρίσεις και να επιβάλλουμε ένα διπλωματικό τίμημα σε εκείνους που έχουν βλάψει δημοσιογράφους ή τους έχουν φυλακίσει επειδή έκαναν τη δουλειά τους», δήλωσε ο Χαντ, χωρίς να διευκρινίσει για τα μέτρα που θα μπορούσαν να επιβληθούν.
Η Κίνα ανακοίνωσε τον περασμένο μήνα μια νέα εκστρατεία «εκκαθάρισης» του διαδικτύου της, ενώ τον Νοέμβριο οι κινεζικές αρχές ανέφεραν ότι έκλεισαν περίπου 10.000 λογαριασμούς παρόχων ειδήσεων, που εκείνες έκριναν ότι αναρτούσαν αισθησιακό, πρόστυχο ή πολιτικά επιβλαβές περιεχόμενο.
Ο Βρετανός ΥΠΕΞ και υποψήφιος διάδοχος της πρωθυπουργού Τερέζα Μέι, υπογράμμισε ότι τα κράτη δεν θα πρέπει να «υποκύψουν στην μοιρολατρία», έπειτα από τις επιθέσεις που έχει υποστεί η ελευθερία των μέσων ενημέρωσης, όπως στην υπόθεση της δολοφονίας του Σαουδάραβα δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι.
Ο Χαντ μιλούσε στην «Διεθνή Διάσκεψη για την Ελευθερία των Μέσων Ενημέρωσης» που διεξάγεται στο Λονδίνο, η οποία έχει στόχο να ενισχύσει τη συνεργασία των ΜΜΕ σε θέματα που σχετίζονται μεταξύ άλλων και με το φαινόμενο των fake news.
Η δικηγόρος και αγωνίστρια για τα ανθρώπινα δικαιώματα και ειδική αντιπρόσωπος της Βρετανίας για την ελευθερία των ΜΜΕ, η Αμάλ Κλούνεϊ συμμετέχει στη Διάσκεψη.
Στην ομιλία της η Κλούνεϊ επέκρινε τους παγκόσμιους ηγέτες για την περιφρόνηση που επέδειξαν στη δολοφονία Κασόγκι, λέγοντας συγκεκριμένα για τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ: «Σήμερα η χώρα του (πρώην προέδρου των ΗΠΑ) Τζέιμς Μάντισον έχει έναν ηγέτη που διαβάλλει τα μέσα ενημέρωσης, οδηγώντας έντιμους δημοσιογράφους σε όλο τον κόσμο να αισθάνονται πιο ευάλωτοι στην κακομεταχείριση».
Ο Χαντ σημείωσε ότι και αυτός διαφωνεί με τον τρόπο που απευθύνεται ο Τραμπ σε δημοσιογράφους.
Στο διεθνές συνέδριο παρευρίσκονται αντιπροσωπείες από περισσότερες από 100 χώρες. Οι μοναδικές χώρες που δεν προσκλήθηκαν στο συνέδριο είναι η Βόρεια Κορέα, η Συρία και η Βενεζουέλα. Τη Δευτέρα, το βρετανικό ΥΠΕΞ δεν έδωσε διαπιστεύσεις στα ρωσικά ΜΜΕ RT και Sputnik εξαιτίας «του ενεργού ρόλου τους στη διάδοση της παραπληροφόρησης», προκαλώντας την αντίδραση αυτών των μέσων ενημέρωσης.