Η Σερβοβόσνια σκηνοθέτρια της ταινίας «Κβο βάντις, Αϊντα» μιλάει για τη σφαγή της Σρεμπρένιτσα στην ανατολική Βοσνία.
Η Βόσνια σκηνοθέτρια Τζασµίλα Ζµπάνιτς πετυχαίνει να φτιάξει µια τραγική ταινία βασισµένη στις φρικαλεότητες που οδήγησαν στη σφαγή της Σρεµπρένιτσα το καλοκαίρι του 1995. Το «Κβο βάντις, Αϊντα;» είναι ένα µείζον έργο τέχνης µε ιστορική αξία και καλλιτεχνική δύναµη. Η δηµιουργός του µας µιλάει για το πώς οδηγήθηκε σε αυτό.
Πείτε µας για τη συγκεκριµένη ιστορία και τι σηµαίνει για τη δική σας ζωή. Πού ήσασταν το 1995 όταν συνέβη η σφαγή της Σρεµπρένιτσα;
Οι µαζικές εκτελέσεις που οδήγησαν στον θάνατο σχεδόν 8.500 κατοίκους της ανατολικής Βοσνίας στη Σρεµπρένιτσα το καλοκαίρι του 1995 είναι ακόµη µια µεγάλη ανοιχτή πληγή. Παρότι η πόλη θεωρούνταν ασφαλής ζώνη του ΟΗΕ για όλους τους πολίτες, όταν τα στρατεύµατα των Σερβοβόσνιων εισέβαλαν σ’ αυτήν τα πάντα έσβησαν. Κάθε βεβαιότητα ή δεδοµένο καταργήθηκε και τα στρατεύµατα του ΟΗΕ ήταν ανίκανα να προστατεύσουν τους πολίτες. Φυσικά κάθε αίσθηµα ασφάλειας µαζί µε την εµπιστοσύνη σε διεθνείς οργανισµούς όπως ο ΟΗΕ χάθηκαν µαζί µε τους χιλιάδες νεκρούς. Εγώ επέζησα από τον πόλεµο στο Σεράγεβο που ήταν επίσης υπό πολιορκία και µπορούσε εύκολα να έχει την ίδια κατάληξη µε τη Σρεµπρένιτσα. Γι’ αυτό νιώθω τόσο δεµένη µε την ιστορία της συγκεκριµένης πόλης. Πάντα πίστευα ότι κάποιος έπρεπε να γυρίσει ταινία για το τι συνέβη εκεί, αλλά ποτέ δεν θεώρησα ότι έπρεπε να το κάνω εγώ. Ωστόσο η ιστορία µε στοίχειωσε. Εκανα τεράστια έρευνα γύρω από τα γεγονότα που προηγήθηκαν αλλά και ακολούθησαν τη σφαγή στη Σρεµπρένιτσα. Υστερα από αρκετά χρόνια και τέσσερις ταινίες ένιωσα έτοιµη να κάνω το «Κβο βάντις, Αϊντα;» γνωρίζοντας ότι θα συναντήσω πολλά εµπόδια.
Σε ποια εµπόδια αναφέρεστε;
Η Βοσνία είναι µια χώρα που παράγει µόνο µία ταινία ετησίως. ∆εν υπάρχει βιοµηχανία και η κρατική χρηµατοδότηση είναι ισχνή. Λάβαµε µόνο το 5% του προϋπολογισµού από το ταµείο κινηµατογράφου. Η παραγωγή του φιλµ ήταν µεγάλη πρόκληση. Μετά τον πόλεµο και τον εσωτερικό διχασµό της Βοσνίας η Σρεµπρένιτσα παρέµεινε στο τµήµα της χώρας που διοικείται από Σέρβους της Βοσνίας. Η κυβέρνησή µας έχει πολλούς δεξιούς πολιτικούς που εξακολουθούν να αρνούνται ότι πράγµατι συνέβη η γενοκτονία στη Σρεµπρένιτσα. Εγκληµατίες πολέµου παρουσιάζονται ως ήρωες (τους οποίους τιµούν µάλιστα), ενώ αρνούνται την απόφαση του ∆ιεθνούς Ποινικού ∆ικαστηρίου της Χάγης ότι αυτό που συνέβη στη Σρεµπρένιτσα ήταν πράγµατι γενοκτονία. Ετσι, ένα τεράστιο εµπόδιο που βρήκαµε ήταν πολιτικό. Ωστόσο µας στήριξαν άνθρωποι που ήθελαν να γυριστεί η ταινία· πολλοί Βόσνιοι βοήθησαν. Επίσης βρήκαµε συµπαραγωγούς από εννέα ευρωπαϊκές χώρες που ήθελαν να ειπωθεί αυτή η ιστορία. Ο Νταµίρ Ιµπραΐµοβιτς, ο κύριος παραγωγός µας, έκανε τόσο πολλές γενναίες και ριψοκίνδυνες επιλογές. Μας πήρε χρόνια να κάνουµε την ταινία. ∆εν είναι µια ιστορία µόνο για τη Βοσνία ή τα Βαλκάνια, αλλά µια ιστορία για το τι σηµαίνει να είσαι άνθρωπος. Για το πώς συµπεριφερόµαστε µεταξύ µας όταν δεν έχουµε ηθικούς φραγµούς, για το πώς καταστρέφουµε κάθε έννοια ανθρωπιάς.
Πώς και πότε άρχισε να ωριµάζει στο µυαλό σας η σκέψη της δηµιουργίας του φιλµ;
∆ιάβαζα πολύ και παράλληλα µιλούσα µε πολλές γυναίκες και άκουγα τις ιστορίες τους. Για τους γιους, τους συζύγους, τα αδέρφια, τους πατέρες τους που εγκαταλείφθηκαν από τον ΟΗΕ και αιχµαλωτίστηκαν από τον σερβοβοσνιακό στρατό. Αυτές οι ιστορίες που καθηµερινά προβάλλονταν στα ΜΜΕ µε επηρέασαν συναισθηµατικά.
Είναι µια ταινία µυθοπλασίας βασισµένη σε αληθινά γεγονότα;
Είχα τεράστια ευθύνη στο πώς επέλεξα να πω αυτά τα γεγονότα. Μερικές φορές ένιωθα σαν να περπατούσα σε ναρκοπέδιο. ∆εσµεύτηκα να δηµιουργήσω µια ταινία που θα επέτρεπε στους θεατές να κατανοήσουν και συγχρόνως να νιώσουν τα αληθινά συναισθήµατα, τους χαρακτήρες και τα γεγονότα. Γνώριζα πως δεν ήταν δυνατό να ειπωθεί κάθε πτυχή της περίπλοκης ιστορίας και κυρίως της ιστορικής κατάστασης. Επρεπε λοιπόν να κάνω επιλογές. Επρεπε να φανταστώ πολλά πράγµατα, γιατί κάθε ταινία έχει τους δικούς της κανόνες. Για παράδειγµα, στην πραγµατικότητα ο Ολλανδός διοικητής των ειρηνευτικών δυνάµεων του ΟΗΕ Τοµ Κάρεµανς είχε αρκετές συναντήσεις στη διάρκεια των οποίων διαπραγµατευόταν το πεπρωµένο της πόλης µε τον Σερβοβόσνιο στρατηγό Μλάντιτς στο Hotel Fontana.
Υπάρχουν βίντεο αυτών των συναντήσεων διαθέσιµα στο διαδίκτυο. Ωστόσο δεν θα λειτουργούσε στην ταινία να έχω αρκετές σκηνές, οπότε αποφάσισα να τις περιορίσω σε µία. Επίσης έπρεπε να δραµατοποιήσω ορισµένα στοιχεία, να επινοήσω χαρακτήρες. Ενα πολύτιµο βιβλίο για µένα ήταν το «Under the UN flag» του Χασάν Νουχάνοβιτς, η ιστορία του οποίου αποτέλεσε έµπνευση για τη δηµιουργία της ταινίας.
Κάποιες από τις ταινίες σας αφορούν τον πόλεµο, κάποιες άλλες όχι. Πώς ταιριάζει αυτή η ταινία µε τις υπόλοιπες δουλειές σας;
Οι περισσότερες από τις ταινίες µου είναι αφιερωµένες σε καταστάσεις πολέµου. Πολλές από τις σηµερινές ιστορίες της ζωής µας επηρεάζονται από το παρελθόν. Αυτός ο πόλεµος από τον οποίο επιβιώσαµε έχει ακόµη πολλές συνέπειες στη ζωή µας. Αλλά αυτή είναι η πρώτη µου πολεµική ταινία µε τανκς, όπλα, στρατιώτες. Ως φεµινίστρια, βλέπω τον πόλεµο σαν αντρικό παιχνίδι.
Πιστεύω ότι κάθε πόλεµος είναι ένα πιάτο για κοινωνιοπαθείς και ψυχοπαθείς. Ενώ µιλάµε τώρα, κάποιοι άνθρωποι στοχεύουν στον εύκολο πλουτισµό µέσα από ολέθριους πολέµους. Στην πραγµατικότητα λίγοι πλουτίζουν και εκατοµµύρια άλλοι υποφέρουν.
Αυτή η ταινία δείχνει το πατριαρχικό πρόσωπο και τη γραφειοκρατική δοµή του πολέµου. Η ευθύνη συνδέεται µε την εξουσία, που συνήθως βρίσκεται πέρα από το πεδίο της µάχης. Σε αυτό το πλαίσιο, η γυναίκα παγιδεύεται σε έναν λαβύρινθο σχεδιασµένο από το σύστηµα. Για µένα ο πόλεµος είναι αυτό ακριβώς: µια γυναίκα ξαπλωµένη, πυροβοληµένη στην πλάτη, ενώ κάποιοι άντρες στρατιώτες λεηλατούν το σπίτι της. Οι αφηγήσεις πολέµων είναι συνήθως τυλιγµένες σε διακοσµήσεις ελευθερίας, δηµοκρατίας και δικαιοσύνης ώστε να µην παρατηρήσουµε την αλήθεια.