Τύμπανα πολέμου και στη Μέση Ανατολή μετά τη «Διακήρυξη της Ιερουσαλήμ»

Τύμπανα πολέμου και στη Μέση Ανατολή μετά τη «Διακήρυξη της Ιερουσαλήμ»

Η επίσκεψη του Τζο Μπάιντεν στο Ισραήλ σφραγίστηκε την Τετάρτη από τη «διακήρυξη της Ιερουσαλήμ», την οποία ο Αμερικανός πρόεδρος συνυπέγραψε μαζί με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Γιαΐρ Λαπίντ. Η διακήρυξη αυτή δεσμεύει τις ΗΠΑ πως θα κάνει τις απαραίτητες ενέργειες ώστε να μην αποκτήσει το Ιράν πυρηνικά όπλα, με ότι αυτό συνεπάγεται.

Μολονότι, οι συζητήσεις για τη πυρηνική συμφωνία με το Ιράν θεωρητικά συνεχίζονται, ο Μπάιντεν ακολουθώντας πιστά τη πολιτική του Τραμπ στη Μέση Ανατολή, δεσμεύει τις ΗΠΑ να βρίσκονται σε «ετοιμότητα για χρήση όλων των στοιχείων της εθνικής ισχύος για την επίτευξη αυτού του αποτελέσματος (σ.σ.: τη μη απόκτηση πυρηνικών).

Ακολούθως, οι ΗΠΑ διακηρύττουν πως δεσμεύονται να ανασχέσουν τις ιρανικές δραστηριότητες στη περιοχή, ενώ συνδέεται η Τεχεράνη με τη Χεζμπολάχ, Χαμάς και Παλαιστινιακή Ισλαμική τζιχάντ. Οι παραπάνω οργανώσεις αποκαλούνται τρομοκρατικές και αντιπρόσωποι του Ιράν, παρόλο που οι δύο πρώτες είναι κανονικοποιημένες πολιτικές δυνάμεις στο εσωτερικό των χωρών τους.

Με λίγα λόγια, η εφαρμογή της διακήρυξης αυτής προϋποθέτει τη χρήση ενός «σκληρού» ρεπερτορίου δράσης, το οποίο περιλαμβάνει κυβερνοεπιθέσεις, δολοφονίες ακόμη και βομβαρδισμό του Ιράν. Άλλωστε μερικά σχέδια από αυτά έχουν ήδη διαδραματιστεί ενώ άλλα έχουν μείνει στο συρτάρι. Σε κάθε περίπτωση το συμφωνηθέν ΗΠΑ – Ισραήλ κάθε άλλο παρά καταπραϋντικό είναι για τις εντάσεις στη Μέση Ανατολή. Αντιθέτως, μοιάζει με προάγγελο πολέμου.

Η αντίδραση του Ιράν

Η πρώτη αντίδραση από το Ιράν δεν άργησε να έρθει και ο Ιρανός πρόεδρος Εμπραχίμ Ραΐσι τη Πέμπτη προειδοποίησε ότι οποιοδήποτε «λάθος» από τις ΗΠΑ ή τους συμμάχους τους στη περιοχή θα απαντηθεί με «σκληρό» τρόπο. Επιπλέον, ο ίδιος συμπλήρωσε πως οι παρεμβάσεις των ξένων δυνάμεων στη περιοχή έχει ως αποτέλεσμα μονάχα «κρίσεις και αποσταθεροποίηση».

Η συμφωνία για τα πυρηνικά

Η διακήρυξη των Αμερικανών και των Ισραηλινών ακολουθεί την μονομερή αποχώρηση των ΗΠΑ από τη JCPOA, όπως ονομάστηκε η συμφωνία για τα πυρηνικά, το 2018. Τότε πρόεδρος ήταν ο Τραμπ και η συμφωνία είχε υπογραφεί το 2015 από το Ομπάμα. Στη συμφωνία αυτή πέραν των ΗΠΑ συμμετείχε η Ε.Ε., η Κίνα, η Ρωσία, η Γερμανία, το ΗΒ και η Γαλλία. Τουτέστιν συμβαλλόμενα μέρη όλο το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ καθώς επίσης οι σημαντικότερες ευρωπαϊκές δυνάμεις.

Στο μεταξύ ο Μπάιντεν προτού εκλεγεί είχε δεσμευθεί να επαναφέρει τις ΗΠΑ τη συμφωνία έπειτα από μια αναδιαπραγμάτευση. Μετά την εκλογή του στον προεδρικό θώκο οι συνομιλίες επανεκκινήθηκαν στη Βιέννη, όμως ο πόλεμος στην Ουκρανία άλλαξε άρδην τα δεδομένα. Διότι, η επιβολή κυρώσεων από τη Δύση στη Ρωσία, επίτασσε την διακοπή οιοδήποτε σχέσεων με τις ρωσικές εταιρείες, γεγονός που θα άφηνε το Ιράν έκθετο σε επιπλέον κυρώσεις. Ως εκ τούτου, η Τεχεράνη ζήτησε εξαίρεση από τις δυτικές κυρώσεις και η Ουάσιγκτον με τη σειρά της απέρριψε το αίτημα αυτό.

Το «αγκάθι» των Φρουρών της Επανάστασης

Συγχρόνως, ο Μπάιντεν βρέθηκε πιεσμένος στο εσωτερικό του για το ζήτημα των Φρουρών της Επανάστασης, παραστρατιωτικό σώμα που υπάγεται απευθείας στον Αγιατολλάχ Χαμενεΐ.

Ο Τραμπ είχε εντάξει την εν λόγω οργάνωση στη λίστα με τις τρομοκρατικές οργανώσεις ενώ έδωσε το πράσινο φως για τη δολοφονία του επικεφαλής της Κασέμ Σολεϊμανί στις 3 Ιανουαρίου του 2020.

Δύο χρόνια μετά, ο Αμερικανός πρόεδρος πιεζόταν να βγάλει τη ταμπέλα της τρομοκρατικής οργάνωσης από τους Φρουρούς της Επανάστασης, όμως η Ουάσιγκτον εκ των πραγμάτων φαίνεται ότι επέλεξε την περαιτέρω ενίσχυση της στρατηγικής συμμαχίας με το Ισραήλ.

Ετικέτες

Documento Newsletter