Των «αρίστων τα παιδιά» πριν πεινάσουν μαγειρεύουν

Όταν στα τέλη του 19ου αιώνα ο Σίγκμουντ Φρόιντ εισήγαγε τον όρο «ψυχολογική προβολή» στην επιστήμη της ψυχανάλυσης, δεν φανταζόταν ότι η θεωρία του θα περιέγραφε –ας μου επιτραπεί η αναλογία– με ακρίβεια την πολιτική ρητορική ενός κόμματος στην Ελλάδα πολλά χρόνια αργότερα. Εν προκειμένω, της Νέας Δημοκρατίας του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Με τον όρο αυτό ο Φρόιντ περιέγραψε έναν μηχανισμό άμυνας του ατόμου που αποδίδει δικές του ανεπιθύμητες σκέψεις ή πεποιθήσεις, αρνητικές ιδιότητες και απαράδεκτες προθέσεις σε κάποιον άλλον, καθώς δεν μπορεί να τις αντέξει το ίδιο. Μπορεί για τη σύγχρονη επιστήμη της ψυχανάλυσης ο Φρόιντ να θεωρείται παρωχημένος, ωστόσο εξίσου παρωχημένη είναι η πολιτική ρητορική και πρακτική της ΝΔ.

Οσα «αμαρτήματα» φόρτωνε ψευδώς στον ΣΥΡΙΖΑ η Νέα Δημοκρατία ως αντιπολίτευση σήμερα από θέσεις κυβερνητικής ευθύνης τα πραγματοποιεί στο πολλαπλάσιο.

Φώναζαν για τον αριθμό των μετακλητών επί ΣΥΡΙΖΑ και τον αύξησαν μαζί με τις αποδοχές. Οδύρονταν ότι με τον «νόμο Παρασκευόπουλου» απελευθερώθηκαν ποινικοί εγκληματίες και ως κυβέρνηση έφεραν ασυλία για τα τραπεζικά στελέχη που έδιναν θαλασσοδάνεια, επιστρέφοντας παράλληλα και κατασχεμένες περιουσίες σε οικονομικούς εγκληματίες. Ωρύονταν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να ελέγξει τα κανάλια και την πολυφωνία και σήμερα η ΝΔ ελέγχει το 95% των media. Ξιφουλκούσαν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ παρεμβαίνει στη Δικαιοσύνη και στήνει «σκευωρίες Novartis» και τώρα σκευωρούν ωμά με την προανακριτική για να αφαιρέσουν τη δικογραφία από την Εισαγγελία Διαφθοράς. Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν αυτός που «έδιωχνε τις επενδύσεις», αλλά με το που βγήκε η ΝΔ έφυγαν Κινέζοι και Αραβες επενδυτές από το Ελληνικό. Και φυσικά, ο ΣΥΡΙΖΑ «διέλυσε τη μεσαία τάξη» αλλά τώρα ψηφίζουν προϋπολογισμό που την αφήνει εκτός ελαφρύνσεων, προς χάριν των εχόντων.

Ο κατάλογος είναι μακρύς και είμαστε ακόμη στην αρχή. Η τακτική της ΝΔ να χρεώνει το δικό της αποκρουστικό πρόσωπο στον αντίπαλο δεν ήταν μέσο «ψυχολογικής προβολής», όπως αναφέρθηκε σχηματικά. Ηταν τεχνική προπαγάνδας, που όχι μόνο διέβαλε τον αντίπαλο στο ευαισθητοποιημένο ακροατήριό του αλλά «καθαγίασε» προκαταβολικά ως άλλοθι όλα τα μέσα που θα χρησιμοποιούσε εφόσον αναλάμβανε την εξουσία.

Το μοναδικό όμως αφήγημα στο οποίο η Νέα Δημοκρατία δεν επένδυσε στην «προβολή» αλλά επιχείρησε να αναδείξει θετική ατζέντα υπεροχής έναντι του ΣΥΡΙΖΑ ήταν η «αριστεία». Το καλά κατασκευασμένο προφίλ του Κυριάκου Μητσοτάκη ως σύγχρονου μεταρρυθμιστή ηγέτη, που ως «άριστος μεταξύ αρίστων» θα απαλλάξει τη χώρα από τον παλαιοκομματισμό και την αναξιοκρατία, κατέρρευσε σαν πύργος από τραπουλόχαρτα με τις τοποθετήσεις των διοικητών στα νοσοκομεία του ΕΣΥ. Δεν είναι μόνο ότι το 80% των νέων διοικητών είναι αποτυχημένοι πολιτευτές της και ρουσφέτια. Είναι ότι ο κ. Μητσοτάκης, όπως αποκαλύφθηκε σε live μετάδοση στη ναυαρχίδα της μιντιακής υπεροπλίας του, τον Σκάι, συναλλασσόταν για μερικές χιλιάδες ψήφους με έναν 80χρονο «Γκρούεζα» για να γίνει πρωθυπουργός, προσφέροντάς του μια θέση διοικητή, όπως και έγινε.

Η ομολογία του κ. Πατέρα για το ρουσφέτι του κ. Μητσοτάκη έναντι «στρατού ψηφοφόρων» είναι αποκαλυπτική για το πώς κέρδισε τις εκλογές. Εταξε ασυλία στους εγκληματίες των λευκών κολάρων, έταξε φιλέτα του δημοσίου σε επενδυτές, έταξε κατάργηση πόθεν έσχες και τραπεζικό χρήμα μέσω του σχεδίου «Ηρακλής» στους ολιγάρχες χορηγούς του, διορισμό στους δημοσιογράφους που έδιναν μάχες, θέσεις στο «εκσυγχρονιστικό μπλοκ» για να πάρει αυτοδυναμία. Τώρα τους ξεπληρώνει, αλλά δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα τους ικανοποιήσει όλους.

Μετά τις εκλογές μας προέκυψε ΕΡΕ του ’60 με περιτύλιγμα Χάρβαρντ. Θα ήταν αστείο, αν δεν ήταν επικίνδυνο, να ξαναγυρίσει τη χώρα στις ράγες της χρεοκοπίας.

Ο Μάριος Κάτσης είναι βουλευτής Θεσπρωτίας και τομεάρχης ψηφιακής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ

Ετικέτες