Τσιπς, κοκ, σάμαλι και η αύρα του Θερμαϊκού

Τσιπς, κοκ, σάμαλι και η αύρα του Θερμαϊκού

Πρόσκληση σε προβολή στους δύο παλαιότερους θερινούς κινηματογράφους της Θεσσαλονίκης

Εν συντομία

Με το που μπαίνει ο Μάιος αρχίζουν οι προετοιμασίες να ανοίξουν τα θερινά σινεμά. Η αγαπημένη αυτή ψυχαγωγία αποτελεί στη Θεσσαλονίκη παράδοση που διατηρείται από τις αρχές του 20ού αιώνα. Τη δεκαετία του ’30 η πόλη είχε σχεδόν 50 θερινά σινεμά, ενώ στα μέσα της δεκαετίας του ’60 κοντά στους 150 χώρους καλοκαιρινών κινηματογραφικών προβολών.

Γιατί ενδιαφέρει

Ποιος μπορεί να αντισταθεί στην ομορφιά μιας ξάστερης καλοκαιρινής νύχτας με μια ιστορία να ξεδιπλώνεται σε μια οθόνη περιτριγυρισμένη από αγιόκλημα και γιασεμιά;

Από τις αρχές του 20ού αιώνα χρονολογούνται τα θερινά σινεμά στη Θεσσαλονίκη, όπως διαβάζουμε στο βιβλίο του σκηνοθέτη Νίκου Θεοδοσίου «Οι παλιοί κινηματογράφοι της Θεσσαλονίκης» (Νεανικό Πλάνο, 2013). Το 1903 δημιουργείται η πρώτη μόνιμη κινηματογραφική αίθουσα στην παραλιακή οδό, κοντά στην πλατεία Ελευθερίας (εκεί όπου ήταν το εστιατόριο Ολυμπος Νάουσα), όταν το Θέατρο Ολύμπια μετατρέπεται σε κινηματογράφο. Πρόκειται για την πρώτη κινηματογραφική αίθουσα στα Βαλκάνια, με δεδομένο ότι στην Κωνσταντινούπολη ο κινηματογράφος απέκτησε μόνιμη στέγη μόλις το 1907, το ίδιο και στη Σμύρνη, ενώ στην Αθήνα το 1908.

Το 1905 ο επιχειρηματίας Κωνσταντίνος Ρώμπαπας εκμισθώνει τον κήπο του Λευκού Πύργου και τον λειτουργεί ως πολυχώρο αναψυχής με κινηματογράφο, καφενείο και εστιατόριο. Το καλοκαίρι του 1912 λειτουργούν οι δύο κινηματογράφοι Pathe του Αρών Κοέν: ο θερινός στην οδό Πύργων, πλησίον στην Κερίμ Εφέντη (σημερινή οδός Παρασκευοπούλου), με ζυθοπωλείο και ορχήστρα, και ο χειμερινός στην παραλιακή οδό, που για να προσελκύσει πελάτες εξοπλίζει την αίθουσα με 20 ανεμιστήρες! Το Ολύμπια αποκτά τη θερινή του επέκταση το 1913 στήνοντας κινηματογράφο στο παραπλεύρως θερινό αμφιθέατρο. Το 1917 η πυρκαγιά κατέστρεψε το μεγαλύτερο μέρος του ιστορικού σινεμά που ξαναγεννήθηκε, χρόνια αργότερα, στην πλατεία Αριστοτέλους και επιβιώνει μέχρι σήμερα.

Το 1925 το Γενή Χαμάμ μετατρέπεται στον κινηματογράφο Αίγλη –στο εσωτερικό τού χαμάμ λειτουργούσε το χειμερινό σινεμά μέχρι το 1978 και στον κήπο του ο θερινός κινηματογράφος– και στα τέλη του 1932 το τζαμί Χαμζά Μπέη στην Εγνατία στο Αλκαζάρ. Στους κινηματογράφους αυτούς σύχναζαν πρόσφυγες και πρόβαλλαν κυρίως τουρκικές ταινίες. Το καλοκαίρι του 1925 εμφανίζεται στην παλιά παραλία ένας πρωτότυπος πλωτός θερινός κινηματογράφος. Το Κουρσάλ, αραγμένο πριν από τον Λευκό Πύργο, πρόσφερε μάλιστα φρέσκα ψάρια για φαγητό και δροσερή μπίρα. Οι ταινίες που έπαιζε το πλωτό αυτό σινεμά δεν ενδιέφεραν και τόσο τον κόσμο, που πήγαινε εκεί κυρίως για να απολαύσει τον δροσερό μπάτη. Μόνιμη πελατεία του ήταν οι εβραϊκές οικογένειες της οδού Μητροπόλεως.

150 θερινά σινεμά στα μέσα του ’60

Στις αρχές του 20ού αιώνα οι πρώτοι αιθουσάρχες είχαν το μεγαλεπήβολο για την εποχή σχέδιο να δημιουργήσουν θερινά σινεμά στις ταράτσες κτιρίων της Θεσσαλονίκης. Τους εμπόδισε όμως η παρατεταμένη πολεμική περίοδος. Τέτοιου τύπου κινηματογράφοι άρχισαν να εμφανίζονται τη δεκαετία του ’60 και είναι η εποχή που στη Θεσσαλονίκη λειτουργούν σε άδεια οικόπεδα, αυλές και ταράτσες πάνω από 150 θερινά σινεμά! Ο θρίαμβος του σινεμά β΄ προβολής σε κάθε γειτονιά της πόλης.

Σήμερα που ο γοητευτικός ήχος της μηχανής προβολής αντικαταστάθηκε από σύγχρονα μέσα και Dolby Surround μες στ’ αγιόκλημα και τα γιασεμιά, στα θερινά σινεμά προβάλλονται πλέον ταινίες α΄ προβολής. Κύριο εφόδιο που αυξάνει ξανά την προσέλευση των θεατών, σε αυτά βέβαια που άντεξαν την κρίση από την επέλαση της τηλεόρασης και του βίντεο τη δεκαετία του ’80. Εκτός από τα πολυσινεμά, τους περιφερειακούς δημοτικούς κινηματογράφους, την οθόνη που στήνεται στο αίθριο του Μεγάρου Μουσικής σε συνεργασία με το Φεστιβάλ Κινηματογράφου και τις ταράτσες όπου διοργανώνονται προβολές από μικρές ομάδες, τα τέσσερα εναπομείναντα θερινά σινεμά του κέντρου είναι το Αλεξ, ο Απόλλων, το Ελληνίς και το Ναταλί.

Δύο εξ αυτών έχουν χαρακτηριστεί διατηρητέα από το 1999 και προστατεύονται από την πολιτεία ως Μνημεία Νεότερου Πολιτισμού. Το Σινέ Αλεξ στην Ολύμπου, που συμπληρώνει φέτος 50 καλοκαίρια, και το Σινέ Ναταλί στη Νέα Παραλία, που λειτουργεί αδιάκοπα από το 1970. Για τους ανθρώπους που τα δουλεύουν είναι η ζωή τους, όπως δήλωσαν στο Documento. Οικογενειακές επιχειρήσεις και οι δυο, με συνεχιστές τη δεύτερη και την τρίτη γενιά ιδιοκτητών.

Σινέ Αλεξ… πενήντα καλοκαίρια

Το Αλεξ είναι το παλαιότερο θερινό σινεμά από όσα λειτουργούν σήμερα στη Θεσσαλονίκη. Ξεκίνησε να στήνεται το 1967 από τον Χαράλαμπο Σιδέρη και εγκαινιάστηκε τον Μάιο του 1968. «Αυτό που κρατάει ανοιχτό το Αλεξ είναι η αγάπη που κληρονομήσαμε από τον πατέρα μας για τον κινηματογράφο και η θέλησή μας να συνεχίζουμε ακόμη και όταν δεν έχουμε κέρδος. Πρόκειται όμως για μια οικογενειακή επιχείρηση και αυτό βοηθάει» μας αφηγείται η Ντίνα Σιδέρη, κόρη του Χαράλαμπου, που ανέλαβε τον κινηματογράφο το 1983.

«Απέναντι ήταν μια αλάνα, βουλγάρικο σχολείο τη λέγαμε, αν και από αυτό είχε απομείνει μόνο η καγκελόπορτα (σ.σ.: του Βουλγαρικού Γυμνασίου Αρρένων, 1880-1913), στην οποία σκαρφάλωναν πολλά παιδιά για να βλέπουν το έργο που παιζόταν μέσα» θυμάται η κ. Σιδέρη. Και τα τέσσερα αδέρφια της οικογένειας μεγάλωσαν μέσα στο σινεμά. «Εγώ ήμουν η μικρότερη και δεν μου επέτρεπαν να βλέπω όλες τις ταινίες. Οπως τη “Νύχτα των βρικολάκων” του Πολάνσκι. Εμπαινα όμως κρυφά. Οι γονείς είχαν πολλή δουλειά. Το σινεμά ήταν κάθε βράδυ γεμάτο. Παίζονταν κυρίως αμερικανικές ταινίες, τρόμου, γουέστερν, κωμωδίες και ενδιάμεσα λίγες ελληνικές. Κάποιοι από τους πρώτους πελάτες μας έρχονται μέχρι σήμερα με τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους».

Το βράδυ που έγινε ο σεισμός το 1978 παιζόταν το γουέστερν «Ηταν ζόρικος και τον έλεγαν Κρεμμυδά» με τον Φράνκο Νέρο και ο κινηματογράφος ήταν γεμάτος. «Θυμάμαι την αναμπουμπούλα. Αλλοι έφευγαν, άλλοι έμεναν γιατί ένιωθαν ασφαλείς στην ανοιχτωσιά του χώρου». Για την ίδια το θερινό σινεμά είναι η ζωή της. Θεωρεί ότι αυτό που το κάνει ξεχωριστό για τους θεατές είναι η ξάστερη αίθουσα και οι παροχές του. «Εχω πελάτες που μπαίνουν μέσα χωρίς να δουν τι έργο παίζει». Παρατηρεί ότι τα πράγματα πηγαίνουν όλο και καλύτερα. «Παρ’ όλη την οικονομική κρίση, υπάρχει ανταπόκριση. Βοηθούν και οι προσφορές μας – γενικά πάντως η έξοδος στο θερινό σινεμά έλκει πάλι τον κόσμο».

Στην αρχή και στο τέλος κάθε σεζόν η οικογένεια Σιδέρη διαλέγει μια ταινία και την προβάλλει με ελεύθερη είσοδο. «Είναι κάτι σαν μικρό πάρτι για όλους. Φέτος στις 17 Μαΐου που ανοίξαμε έβρεξε καταρρακτωδώς την ώρα της προβολής. Ο κόσμος άνοιξε ομπρέλες και συνέχισε να βλέπει το έργο. Δεν ξέραμε τι να κάνουμε. Ηταν καταπληκτικό».

Ναταλί, από το 1970

Ο Γαβριήλ Ράππος είναι ο αρχαιότερος εν ζωή ιδιοκτήτης κινηματογράφων στη Θεσσαλονίκη. Η ιστορία του ξεκινά το 1963, όταν με τον άντρα της αδερφής του, τον μηχανικό κινηματογράφου Κοσμά Ζαφειρίου, αποκτούν τον πρώτο θερινό κινηματογράφο τους, τον Ποσειδώνα. «Ηταν δίπλα στη θάλασσα. Ο κυλικειάρχης ερχόταν με καραβάκι από την Καλαμαριά. Σήμερα στη θέση του είναι μια εκκλησία» μας διηγείται. Μέχρι το 1975 είχαν 17 κινηματογράφους. Σήμερα του ανήκουν τα σινεμά Μακεδονικό, Βακούρα και τα θερινά Απόλλων και Ναταλί. Το μεράκι του γι’ αυτήν τη δουλειά, μια φλόγα που καίει εδώ και 54 χρόνια, τον κρατάει στην ίδια θέση 48 συνεχείς θερινές σεζόν, στο ταμείο του θερινού σινεμά Ναταλί. Εχει διαπιστώσει, όπως λέει στο Dοcumento, ότι τον κρατάει ενεργό ακόμη «η γλύκα του τζόγου που έχει αυτή η δουλειά. Βάζω τη νέα ταινία την Πέμπτη και έχω πάντα ταραχή. Αγωνιώ πώς θα τα πάει».

Το 1983, όταν άρχισε η κρίση, «είχαμε κινηματογράφους σε όλες τις συνοικίες και τους χάσαμε. Το σκηνικό άλλαξε μετά το ’99, όταν με τα multiplex είχαμε πια ταινίες α΄ προβολής. Στην αρχή ήταν εκτός πόλης και δεν επηρέαζαν τα θερινά. Το 2000 κάναμε τα περισσότερα εισιτήρια από κάθε άλλη χρονιά μετά την κρίση». Η χρονιά που έκαναν πολλά εισιτήρια είναι το 1983. «Εκείνο το καλοκαίρι με τις ταινίες “Σεισμός στο κρεβάτι μου” με την Ορνέλα Μούτι και τον Αντριάνο Τσελεντάνο και “Μπορώ και χωρίς τα γυαλιά μου” με τον Ρόμπιν Γουίλιαμς το Ναταλί έκανε 65.000 εισιτήρια. Τώρα πιάνουμε τις 22.000 και είμαστε ευχαριστημένοι». Η πρόβλεψή του για το φετινό καλοκαίρι δεν είναι ευοίωνη. «Δεν υπάρχουν καλές ταινίες φέτος. Τα τέσσερα τελευταία καλοκαίρια είχαμε ταινία του Γούντι Αλεν που μας έσωζε. Φέτος θα βγει τον Δεκέμβριο».

Ο Σωκράτης Μάλαμας στο Documento για τη σχέση του με το θερινό σινεμά στη Θεσσαλονίκη

«Τη δεκαετία του ’60, μαθητής στις πρώτες τάξεις του γυμνασίου, είδα όλο τον Λουί ντε Φινέ σκαρφαλωμένος σε ένα δέντρο. Δεν υπήρχαν οι τρεις δραχμές για το εισιτήριο. Δεν θυμάμαι πια τα ονόματα των κινηματογράφων. Στη γύρω περιοχή του Φαλήρου. Είδαμε επίσης ταινίες του Τζεφιρέλι, του Παζολίνι. Δεν ξέραμε τι βλέπαμε αλλά δεν μας ένοιαζε. Βλέπαμε σινεμά!»

Ετικέτες

Documento Newsletter