Τσίπρας στο Φόρουμ των Πρεσπών: Η Ελλάδα να κυρώσει το συντομότερο τα δύο Μνημόνια που εκκρεμούν (Video)

Λάβρος κατά των επικριτών της Συμφωνίας των Πρεσπών αλλά και του τρόπου διαχείρισής της από την Κυβέρνηση Μητσοτάκη ήταν ο πρόεδρος του ΣYΡΙΖA Αλέξης Τσίπρας μιλώντας στη γειτονική χώρα στο «Φόρουμ των Πρεσπών». 

Όπως είπε στην ομιλία του «Ως προοδευτικοί πολιτικοί αναλάβαμε την κυριότητα μιας έντιμης λύσης» αφού οι προοδευτικοί πολιτικοί «ξέρουμε ότι είναι δύσκολο να ρίχνεις τείχη, αλλά γίνεται πιο εύκολο όταν χτίζεις γέφυρες με τον γείτονά σου». 

«Οι συντηρητικοί δεν ρίχνουν τα τείχη γιατί φοβούνται ότι θα πέσουν πάνω τους και θα καταστρέψουν την καριέρα τους», συνέχισε ο πρώην πρωθυπουργός αφήνοντας αιχμές για την κυβέρνηση Μητσοτάκη. «Η Ελλάδα», είπε, «πρέπει να παρακολουθεί πολύ πιο εντατικά την υλοποίηση της Συμφωνίας των Πρεσπών – Να κυρώσει το συντομότερο δυνατόν τα δύο Μνημόνια και τη Συμφωνία που εκκρεμούν». 

Αιχμή και για τον Ζόραν Ζάεφ 

Ωστόσο από την κριτική του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ δεν έμεινε εκτός ούτε ο Ζόραν Ζάεφ, ειδικά για το θέμα με την ποδοσφαιρική ομοσπονδία της Βόρειας Μακεδονίας. «Δεν πρέπει να κάνουμε τη χάρη στις συντηρητικές δυνάμεις, αποφεύγοντας σε κάποιες περιπτώσεις την εφαρμογή της Συμφωνίας, για κάποια πρόσκαιρα πολιτικά οφέλη», είπε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. 

Μηνύματα έστειλε ο πρώην πρωθυπουργός και προς τις βαλκανικές χώρες (Βουλγαρία, Κόσοβο) αλλά και την ΕΕ για όλα τα ανοιχτά ζητήματα στην περιοχή όπως η ενταξιακή πορεία της Βόρειας Μακεδονίας και της Αλβανίας.

Η ομιλία του Αλέξη Τσίπρα

Θέλω να ευχαριστήσω τους διοργανωτές για αυτήν την σημαντική πρωτοβουλία και να απαντήσω στην ερώτηση που μου θέσατε. Τη θεωρώ πολύ ενδιαφέρουσα και θα ήθελα να απαντήσω όχι μόνο κοιτώντας στο παρελθόν, αλλά κοιτώντας προς το μέλλον.

Ο πρώτος λόγος που φτάσαμε σε αυτήν τη Συμφωνία είναι ότι πάλεψαν γι’ αυτή προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις, προοδευτικοί πολιτικοί, που πιστεύουμε ότι οι διαφορές μεταξύ των κρατών μπορούν και πρέπει να λύνονται με αμοιβαία αποδεκτό και με ειρηνικό τρόπο, στη βάση δηλαδή του διεθνούς δικαίου.

Για μας η λύση δεν είναι η σύγκρουση, δεν είναι οι διενέξεις, δεν είναι ο πόλεμος.

Ούτε ο ψυχρός πόλεμος, οι άξονες ανάσχεσης και οι ψυχροπολεμικές σχέσεις βασισμένες σε παγωμένες συγκρούσεις. Διότι αν αφήσεις μια σύγκρουση για πάρα πολλά χρόνια παγωμένη, τότε ο πάγος συνήθως λιώνει μόνο με συγκρούσεις. Αυτό βλέπουμε σε πολλά μέρη του κόσμου να συμβαίνει ξανά και ξανά.

Αυτή είναι η διαφορά των προοδευτικών πολιτικών από τους εθνικιστές πολιτικούς, που χτίζουν όλο και πιο ψηλά τείχη ανάμεσα στους λαούς.

Αλλά αυτή είναι και η διαφορά μας με πολλούς συντηρητικούς πολιτικούς, που αφήνουν τα τείχη όρθια. Ίσως κάποιες φορές να τα βάφουν με ένα διαφορετικό χρώμα ή ανοίγουν μια πόρτα για το εμπόριο και την οικονομία. Αλλά ποτέ δεν προσπαθούν να ρίξουν ένα τείχος μαζί με τον γείτονά τους. Γιατί;

Γιατί φοβούνται πάντα μη τυχόν πέσει το τείχος και τους καταστρέψει την πολιτική καριέρα.

Εμείς ως προοδευτικοί πολιτικοί ξέρουμε πόσο δύσκολο είναι να ρίχνεις τείχη. Αλλά γίνεται πιο εύκολο αν ξέρεις να χτίζεις γέφυρες με τον γείτονά σου. Αυτό καταφέραμε ο Ζόραν και εγώ, ο Νίκος Κοτζιάς και ο Νίκολα Ντιμιτρώφ, πριν από τρία χρόνια. Αυτό είναι και το μεγάλο διακύβευμα για την παγκόσμια και περιφερειακή ειρήνη και σταθερότητα.

Ο πρώτος λόγος είναι ότι ήμασταν προοδευτικοί πολιτικοί. Ο δεύτερος λόγος που μπορέσαμε να φτάσουμε στη Συμφωνία ήταν ότι ποτέ δεν θεωρήσαμε -και έρχομαι να απαντήσω ευθέως στο ερώτημα που μου ετέθη-, ότι ποτέ δεν θεωρήσαμε ότι αυτό το πρόβλημα θα μπορούσαν να μας το λύσουν κάποιοι άλλοι. Αν ήταν έτσι, θα είχε λυθεί τόσα χρόνια.

Είχαμε τη πολύ θερμή στήριξη του ΟΗΕ και την πολύτιμη συμβολή του Μάθιου Νίμιτς, είχαμε τη στήριξη της διεθνούς κοινότητας, της ΕΕ και των ΗΠΑ, αλλά ποτέ δεν αναζητήσαμε αλλού την πολιτική βούληση για τη λύση.

Ήθελα να σας θυμίσω πού βρισκόμασταν την περίοδο 2014-2017. Η ΕΕ είχε αποφασίσει να παγώσει την διεύρυνση προς τα Βαλκάνια. Και δεν άλλαζε θέση ακόμα και όταν στην περιοχή μας ξέσπασε η μεγαλύτερη προσφυγική κρίση μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και η μία χώρα βρέθηκε απέναντι στην άλλη στη διαχείριση των τεράστιων προσφυγικών ροών.

Η ΕΕ δυστυχώς δεν άλλαζε τη θέση της, ούτε όταν η μία πολιτική και εθνοτική κρίση διαδεχόταν την άλλη στις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων και τρίτες δυνάμεις ενίσχυαν τη επιρροή τους, ενώ η ευρωπαϊκή επιρροή μειωνόταν στην περιοχή των Βαλκανίων.

Εμείς λοιπόν ήμασταν αυτοί που πείσαμε την ΕΕ να ξανακοιτάξει τα Δυτικά Βαλκάνια και να ξεπαγώσει την ενταξιακή διαδικασία. Εμείς ως χώρες των Βαλκανίων και ως προοδευτικοί πολιτικοί αναλάβαμε την κυριότητα μιας έντιμης λύσης. Εμείς είπαμε ότι δεν θα δεχθούμε να ξαναγυρίσουν τα Βαλκάνια στις συγκρούσεις, την αποσταθεροποίηση και τον εθνικισμό.

Και δυστυχώς τώρα βλέπουμε ότι παρά τη μεγάλη αυτή προσπάθεια, βρισκόμαστε και πάλι σε στασιμότητα, αναφορικά με την ΕΕ. Και δεν προχωράει ούτε η ενταξιακή πορεία της Αλβανίας. Με την ΕΕ να δείχνει αδύναμη να βρει λύσεις.

Γι’ αυτό τον λόγο θα ήθελα με την ευκαιρία της σημερινής μου παρουσίας εδώ να στείλω ένα μήνυμα στη φίλη Βουλγαρία. Ένα μήνυμα να την ενθαρρύνω ουσιαστικά να κάνει το μεγάλο βήμα.

Ξέρω πολύ καλά πόσο δύσκολο είναι να βρεις λύσεις και διεξόδους σε ευαίσθητα θέματα. Αλλά είναι απαραίτητο η Βουλγαρία να κάνει αυτό το βήμα μαζί με τη Βόρεια Μακεδονία και να πραγματοποιηθεί η Διακυβερνητική Διάσκεψη το συντομότερο, να ανοίξει η διαδικασία.

Είναι απαραίτητο η Βουλγαρία να δώσει το μήνυμα ότι είναι μέρος των Βαλκανίων του μέλλοντος, τα οποία μπορούμε να χτίσουμε μόνο μαζί και όχι απέναντι ο ένας στον άλλον.

Και, παράλληλα, θέλω να δώσω το μήνυμα ότι πρέπει να βρεθεί μια αμοιβαία αποδεκτή λύση και στο κοσοβαρικό στη βάση του διεθνούς δικαίου και μακριά από εθνικισμούς.

Να δώσω το μήνυμα στον πρωθυπουργό του Κοσόβου, κ. Κούρτι, έναν προοδευτικό πολιτικό με πολύ μέλλον μπροστά του ότι είναι η στιγμή να προχωρήσει ο διάλογος Βελιγραδίου – Πρίστινας με τη στήριξη όλων μας.

Μόνο με τη συνεργασία και τον ουσιαστικό διάλογο μπορούμε να προστατέψουμε τα συμφέροντα των λαών μας.

Και βέβαια αυτό είναι και το μήνυμά μου και στον φίλο μου Πρόεδρο Αλεξάνταρ Βούτσιτς.

Ασφαλώς, ένας σοβαρός λόγος για αυτές τις αρνητικές εξελίξεις αφορά τις αδυναμίες της ΕΕ. Δεν αρκεί η ΕΕ να αναπτύσσει νέες μεθοδολογίες για την διεύρυνση, αλλά πρέπει να αναβαθμίσει τον διεθνή της ρόλο στη βάση του διεθνούς δικαίου. Αλλιώς, θα βρίσκεται συνεχώς σε αδυναμία να διαχειριστεί τις εξελίξεις ακόμα και στη γειτονιά της και ιδίως έναντι άλλων παγκόσμιων και περιφερειακών παικτών.

Άρα λοιπόν απάντησα στο ερώτημα ποιος έκανε τη Συμφωνία και μίλησα ήδη για τους δύο σημαντικούς λόγους που αυτή η Συμφωνία επετεύχθη. Ο πρώτος γιατί ήμασταν προοδευτικοί πολιτικοί. Ο δεύτερος είναι επειδή προχωρήσαμε εμείς, πιστέψαμε στις δυνατότητες μας.

Ο τρίτος λόγος, όσο και αν φαίνεται αστείο, έχει να κάνει με την ηλικία μας. Εγώ και ο Ζόραν βρεθήκαμε στη διακυβέρνηση των χωρών μας στην ηλικία των 40, αλλά δεν μας ενδιέφερε μόνο το παρόν, το παρελθόν όχι, μας ενδιέφερε το μέλλον, που θα ζήσουνε οι επόμενες γενιές, τα παιδιά μας. Το μεγάλο κλειδί αν θέλετε, ο τρίτος λόγος που φτάσαμε στη Συμφωνία είναι γιατί κοιτάξαμε στο μέλλον.

Η σημασία αυτής της Συμφωνίας δεν είναι μόνο στον τρόπο που κλείνει τα ζητήματα που μας χώρισαν για σχεδόν τρεις δεκαετίες. Είναι οι βάσεις που θέτει για ένα μέλλον φιλίας και στρατηγικής συνεργασίας.

Δεν θα μπορούσαμε να φτάσουμε μέχρι εδώ εάν δεν κοιτούσαμε μπροστά και κοιτούσαμε μόνο πίσω.

Ο λαός της Βόρειας Μακεδονίας έχει κάνει πολύ μεγάλα – πρωτόγνωρα – βήματα σε αυτήν την κατεύθυνση και ίσως είναι απογοητευμένος από τις εξελίξεις το τελευταίο διάστημα .

Ξέρω ότι είναι δύσκολο. Αλλά είναι επίσης αναγκαίο παρά τις απογοητεύσεις να μην χάσουμε τον βηματισμό μας και να μην διαρρήξουμε την εμπιστοσύνη ανάμεσα μας.

H υλοποίηση της Συμφωνίας πρέπει να συνεχιστεί πιστά ειδικά σε σχέση με όλες τις δημόσιες οντότητες και την εφαρμογή της Συμφωνίας του Ιουνίου 2019 για την αλλαγή των σχολικών βιβλίων.

Ο μόνος δρόμος για να συνεχίσουμε μπροστά είναι να συνεχίζουμε να χτίσουμε εμπιστοσύνη ανάμεσα μας και αυτός είναι ο δρόμος να προχωρήσει η ενταξιακή πορεία της Βόρειας Μακεδονίας όταν λυθεί το ζήτημα με τη Βουλγαρία. Θα είναι η καλύτερη απάντηση σε όλους όσοι και σήμερα είναι εχθροί αυτής της Συμφωνίας. Αναφέρομαι στις εθνικιστικές και συντηρητικές δυνάμεις που δεν πιστέψανε ούτε πιστεύουν σε αυτή τη Συμφωνία, όπως δεν πιστεύουν ότι μπορούν να βρεθούν έντιμες λύσεις σε μεγάλες διακρατικές διαφορές. Σε όλους αυτούς που ψάχνουν ευκαιρίες ώστε να μας ξαναβάλουν σε ένα φαύλο κύκλο αντιποίνων που θα ξηλώσει αυτά που χτίσαμε μέχρι τώρα.

Δεν πρέπει να τους κάνουμε τη χάρη αποφεύγοντας σε κάποιες περιπτώσεις την εφαρμογή της Συμφωνίας για κάποια πρόσκαιρα πολιτικά οφέλη.

Ο Μπέρτολντ Μπρεχτ είχε γράψει κάποτε: “Ξέφυγα από τους καρχαρίες και νίκησα τις τίγρεις, μ’ έφαγαν όμως οι κοριοί”. Πιστεύω ότι πρέπει να αποφύγουμε κάτι τέτοιο. Ξεφύγαμε τους καρχαρίες, νικήσαμε τους τίγρεις, καταφέραμε αυτή τη Συμφωνία, δεν πρέπει να αφήσουμε δευτερεύοντα ζητήματα να σκιάσουν αυτή την προσπάθεια μας.

Γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικό η Ελλάδα, ως πραγματικός πυλώνας ειρήνης και σταθερότητας, να παρακολουθεί πολύ πιο εντατικά την υλοποίηση της συμφωνίας και να προβεί σε σημαντικά βήματα.

Να διοργανώσει φέτος στην Αθήνα το 2ο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών για να υπάρξουν πολλές νέες συμφωνίες, να κυρώσει το συντομότερο δυνατόν τα δύο Μνημόνια και τη Συμφωνία που εκκρεμούν και βέβαια να προχωρήσουμε με την επιτροπή για τα εμπορικά σήματα.

Διανύουμε μια εξαιρετικά κρίσιμη περίοδο για την περιοχή μας, για την Ευρώπη και τις παγκόσμιες εξελίξεις.

Όσο θα βγαίνουμε από την κρίση της πανδημίας, θα υπάρχουν πολλές δυνάμεις που θα θέλουν να μας γυρίσουν στο παρελθόν και στην στασιμότητα. Δεν πρέπει αυτό να το επιτρέψουμε αυτό.

Όπως έχει αποδειχθεί στην ιστορία, το μέλλον της Ευρώπης θα καθοριστεί και από το μέλλον των Βαλκανίων.

Γι’ αυτό ο αγώνας που πρέπει να συνεχίσουμε να δίνουμε εδώ για την ειρήνη, την συνεργασία και για τη προοπτική που άνοιξε η Συμφωνία των Πρεσπών, είναι ένας εξαιρετικά σημαντικός αγώνας που πρέπει να τον συνεχίσουμε μαζί και είμαι βέβαιος ότι θα τον συνεχίσουμε μαζί.

Με αυτές τις σκέψεις, θέλω να σας ευχαριστήσω για την πρόσκληση, να σας εκφράσω για ακόμη μια φορά τη βαθιά μου συγκίνηση που είμαι σήμερα εδώ και να σας εκφράσω τη βαθιά μου πίστη ότι αυτό το ιστορικό βήμα θα συνεχιστεί και θα αποτελέσει ένα παράδειγμα και για άλλους λαούς και για άλλα μέρη, όχι μόνο στα Βαλκάνια αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο.

Σας ευχαριστώ θερμά. ​