Μόνο η εκτίμηση ότι ο ετήσιος πληθωρισμός μπορεί να είναι διψήφιος φτάνοντας ακόμη και στο 11% προκαλεί τρόμο όχι μόνο στα νοικοκυριά και στις επιχειρήσεις αλλά και στους «σοφούς» του Μεγάρου Μαξίμου.
Ηδη, οι προβλέψεις του υπουργείου Οικονομικών αναθεωρήθηκαν από το 1% της αρχικής στο 5,6% και έπεται συνέχεια.
Η αβεβαιότητα που κυριαρχεί, από τον συνεχιζόμενο ρωσοουκρανικό πόλεμο και την έλλειψη ουσιαστικών μέτρων περιορισμού του πληθωρισμού από την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη διαμορφώνει καταστάσεις στην κατανάλωση και στην αγορά που μπορούν να συγκριθούν μόνο με τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 2010.
Λόγω των ανεξέλεγκτων ανατιμήσεων στην ενέργεια το λειτουργικό κόστος των μικρομεσαίων κυρίως επιχειρήσεων έχει εκτιναχθεί, δυσχεραίνοντας την ομαλή λειτουργία τους. Μάλιστα η έλλειψη ουσιαστικής στήριξής τους από τις τράπεζες εγκυμονεί κινδύνους για νέα αύξηση των κόκκινων δανείων, κάτι που ισχύει και για τα ελληνικά νοικοκυριά.
Το καλοκαίρι προμηνύεται πολύ δύσκολο, καθώς δεν προβλέπεται λήξη του πολέμου στην Ουκρανία και ως εκ τούτου μείωση των τιμών φυσικού αερίου και πετρελαίου.
Και μόνο η προειδοποίηση της γερμανικής κυβέρνησης για μεγάλες αυξήσεις σε ενέργεια και βασικά αγαθά δείχνει το μέγεθος της κρίσης και του τρόμου που επικρατεί στη γηραιά ήπειρο και σε οικονομίες απείρως σταθερότερες από την ελληνική.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη μέχρι στιγμής κοιτάει αφ’ υψηλού την κρίση, αρνούμενη να πάρει ουσιαστικά μέτρα, μη θέλοντας να δυσαρεστήσει τους μεγαλοεπιχειρηματίες της ενέργειας.
Ο κίνδυνος να οδηγηθεί η χώρα σε ένα νέο μνημόνιο μεγαλώνουν καθημερινά και ο τουρισμός στον οποίο ο πρωθυπουργός έχει, για μια ακόμη φορά, εναποθέσει τις ελπίδες του για ανάκαμψη της οικονομίας, δεν φαίνεται να είναι η λύση για την πολυπαραγοντική εξίσωση.
Αλλά αυτή η ιδεοληπτική στον νεοφιλελευθερισμό κυβέρνηση είναι πλέον αποδεδειγμένο ότι δεν μπορεί να προσφέρει άλλες επιλογές.