Σοβαρά ρήγματα στην κυριαρχία των Κατσίνσκι που φαίνεται να έχουν απόλυτη ανάγκη τη στήριξη της ακροδεξιάς
Ο ακροδεξιός κατήφορος και η συντηρητική στροφή τόσο σε κοινωνικά θέματα (δικαιώματα γυναικών, ΛΟΑΤΚΙ) όσο και σε άλλους τομείς (κράτος δικαίου, διαφθορά), ιδιαίτερα μετά και το ξέσπασμα της σύγκρουσης στη γειτονική Ουκρανία, είναι δεδομένα εδώ και χρόνια στην πολιτική ζωή της Πολωνίας. Η παντοκρατορία των Κατσίνσκι –αρχικά των δίδυμων αδερφών και έπειτα του εναπομείναντος αδερφού και των επιγόνων του– μέσω του κόμματος Νόμος και Δικαιοσύνη (PiS) είναι αδιαμφισβήτητη, όπως έχουν καταδείξει όλες οι μεγάλες εκλογικές μάχες των προηγούμενων ετών.
Παρά ταύτα, σύμφωνα με τις μετρήσεις ένα μήνα πριν από τις πολυαναμενόμενες κοινοβουλευτικές εκλογές –τις κρισιμότερες κατά ορισμένους για το μέλλον της ΕΕ και για τον πόλεμο στην Ουκρανία–, για πρώτη φορά εδώ και χρόνια δεν είναι σίγουρο ότι η πολωνική Δεξιά θα τα πάει τόσο καλά ώστε να καταφέρει να σχηματίσει κυβέρνηση ή να συμπήξει κυβερνητικό συνασπισμό.
Το τοπίο δεξιότερα της Δεξιάς
Είναι αλήθεια ότι και στις δύο τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις το PiS προεκλογικά εμφανιζόταν, σύμφωνα με τις μετρήσεις, να δυσκολεύεται να σχηματίσει κυβέρνηση, αλλά κάθε φορά τελικά τα κατάφερνε. Ομως αυτήν τη φορά, ακριβώς εξαιτίας της πολυετούς παραμονής του PiS στην εξουσία –σε έναν κόσμο που αλλάζει με ταχύτατους ρυθμούς και εξαιτίας της ακραία τοξικής πολιτικής που έχει ακολουθήσει σε εσωτερικό επίπεδο αλλά και στα διεθνή φόρουμ–, εκτιμάται ότι οι μετρήσεις έχουν σημαντικές πιθανότητες να επιβεβαιωθούν.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση του Ινστιτούτου IBRiS για την παραδοσιακή και σε γενικές γραμμές έγκυρη κεντροδεξιά εφημερίδα «Rzeczpospolita», το PiS και οι δορυφόροι του που αποτελούν τον εκλογικό συνασπισμό Ενωμένη Δεξιά θα καταφέρουν να συγκεντρώσουν το 33,2% στις εκλογές της 14ης Οκτωβρίου. Εξασφαλίζει μεν την πρώτη θέση, όμως σε καμία περίπτωση δεν επαρκεί για σχηματισμό κυβέρνησης. Το ποσοστό αυτό είναι μειωμένο κατά τι παραπάνω από 10% σε σχέση με το 43,6% που έλαβε ο δεξιός συνασπισμός στις εκλογές του 2019, ενώ αντίστοιχα το ποσοστό των ακροδεξιών εφεδρειών, της περίφημης Συνομοσπονδίας (Konfederacja), εμφανίζεται κάτω του 10% (συγκεκριμένα 9,4%). Εάν επιβεβαιωθεί η μέτρηση, η Συνομοσπονδία δεν θα έρθει τρίτο κόμμα, όπως ήλπιζε το συντηρητικό στρατόπεδο, για να γίνει εφικτή μια δεξιά κυβέρνηση. Και μόνο αυτά τα ευρήματα είναι αρκετά για να ανεβάσουν ακόμη περισσότερο την προεκλογική ένταση και να ωθήσουν τη Δεξιά σε πιο λυσσαλέες και βιτριολικές επιθέσεις προς την αντιπολίτευση.
Οι ελπίδες μιας ενωμένης αντιπολίτευσης
Αυτό όμως που φαίνεται να βάζει φωτιά στο προεκλογικό σκηνικό είναι ότι, σύμφωνα με την ίδια μέτρηση, εφόσον η αντιπολίτευση ενώσει τις δυνάμεις της σε τρικομματικό μετεκλογικό συνασπισμό μπορεί και να σχηματίσει κυβέρνηση. Συγκεκριμένα, ο εκλογικός συνασπισμός της φιλελεύθερης κεντροδεξιάς αξιωματικής αντιπολίτευσης με πυρήνα την Πλατφόρμα Πολιτών (PO), γνωστός ως Συμμαχία Πολιτών (KO), εμφανίζεται να συγκεντρώνει το 26% (μειωμένο κατά περίπου 1,5% σε σχέση με τις εκλογές του 2019). Ανάμεσα όμως στην KO και τη Συνομοσπονδία μπαίνουν σφήνα δύο συνασπισμοί: η Αριστερά που εμφανίζεται να λαμβάνει το 10,1% των ψήφων και ο Τρίτος Δρόμος (κεντροδεξιά) που συγκεντρώνει το 10,3%.
Σημειώνεται ότι αυτή είναι η μόνη από τέσσερις δημοσκοπήσεις που έγιναν τις τελευταίες εβδομάδες η οποία εμφάνιζε μη εφικτή την πιθανότητα μετεκλογικής συνεργασίας Δεξιάς – Ακροδεξιάς και εφικτό τον σχηματισμό κυβέρνησης των ηττημένων. Παρά ταύτα, τα διεθνή πρακτορεία αλλά και οι αναλυτές εκτιμούν ότι η εικόνα, όπως είναι τώρα, είναι πλησιέστερη στο αποτέλεσμα αυτό. Το σίγουρο πάντως είναι πως στις επερχόμενες εκλογές η κρίσιμη μάχη δεν θα είναι ποιος συνασπισμός θα είναι πρώτος και ποιος δεύτερος, αλλά όλα θα κριθούν από τα αποτελέσματα των «μικρών».
Η πολωνική στρατηγική προς επανακαθορισμό
Το «όλα» εν προκειμένω κάθε άλλο παρά ευφημισμός ή γενίκευση είναι, καθώς αυτές οι εκλογές είναι κομβικής σημασίας ακόμη και για την ύπαρξη διαφορετικής πολιτικής από αυτήν που ασκούν το PiS και οι σύμμαχοί του. Στην προεκλογική αρένα έχουν ήδη πέσει όλα τα μεγάλα όπλα: οι σχέσεις με τη Ρωσία και τη Γερμανία (προαιώνιοι «εχθροί» που λατρεύουν να μισούν οι Πολωνοί), η παγιωμένη πλέον δαιμονοποίηση του Ντόναλντ Τουσκ της Πλατφόρμας Πολιτών ως ανθρώπου των Γερμανών, οι σχέσεις κυβέρνησης – Δικαιοσύνης μετά τη μεταρρύθμιση που κόστισε πολλά ευρωπαϊκά κονδύλια στους Πολωνούς (έχουν παγώσει σημαντικά κεφάλαια με δικαστική απόφαση) και το προσφυγικό στα σύνορα με τη Λευκορωσία.