Βιώνουμε την ιστορικά ιδιόμορφη περίοδο όπου τα τρία μεγάλα κυβερνητικά κόμματα διέρχονται ταυτόχρονα μεγάλες εσωτερικές κρίσεις.
Τα φώτα πέφτουν στον ΣΥΡΙΖΑ –όχι άδικα, αφού τα στελέχη του φροντίζουν να δίνουν πολύ… παραπολιτικό ψωμί–, όμως οι εντάσεις σε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ λαμβάνουν πλέον έκταση πολιτικού ξεκαθαρίσματος λογαριασμών.
Στη ΝΔ ο Αντώνης Σαμαράς «μύρισε αίμα» μετά τον εκλογικό καταποντισμό και έσπευσε να πλήξει το ήδη τραυματισμένο δεξί προφίλ του Κυριάκου Μητσοτάκη, μήπως και αναδειχθεί ξανά ως ο γνήσιος συντηρητικός πόλος της παράταξης. Από την άλλη, ο πιο αμβλύς πολιτικά Κώστας Καραμανλής έδειξε ότι παραμένει κατ’ επιλογήν «θεσμικός», αλλά θύμισε ότι μπορεί ανά πάσα στιγμή να βάλει φωτιά στο εσωκομματικό σκηνικό. Ο πρωθυπουργός απέκτησε και τον δικό του «αψύ Κρητικό». «Ξέρετε ποιος είμαι εγώ;» ρωτούσε ο Λευτέρης Αυγενάκης την ώρα της υστερίας του στο αεροδρόμιο, αλλά κανείς δεν του απάντησε ότι είναι ο ίδιος που κατέβαζε το κεφάλι με κουταβίσιο βλέμμα όταν τον μάλωνε ο Ιβάν Σαββίδης on camera.
Στο ΠΑΣΟΚ οι συνυποψήφιοι του Νίκου Ανδρουλάκη εκνευρίζονται με τη φράση «πασαρέλα υποψηφίων», όμως κάνουν τα πάντα για να την επιβεβαιώσουν. Από τις επτά υποψηφιότητες καμία δεν έχει αρθρώσει πολιτικό λόγο για την πορεία που θα δώσει στο κόμμα. Το «μόνο εγώ μπορώ να νικήσω τον Μητσοτάκη» ίσως αποβεί μοιραίος ετεροπροσδιορισμός για πολλούς. Μοναδική εξαίρεση η υποψηφιότητα του Γιάννη Κανελλάκη, που μπορεί να αντιμετωπίστηκε με ειρωνεία όμως είναι ο μόνος που έδωσε στίγμα: παπανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ (του Ανδρέα βεβαίως βεβαίως).
Κλείνουμε με την ωραία ατμόσφαιρα του ΣΥΡΙΖΑ. Τα ηγετικά του στελέχη, είτε βρίσκονται στο κόμμα εδώ και δεκαετίες είτε μόλις έκλεισαν τον πρώτο τους χρόνο, είναι συνεπέστατα στο αγαπημένο «σπορ» του χώρου: την εσωκομματική φαγωμάρα, τους βυζαντινισμούς και την αυτοκαταστροφικότητα. Και αυτή είναι η μόνη καλή είδηση που υπάρχει για τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ.