«Τρεις αδερφές» στη Στέγη – Συνέντευξη με τον σκηνοθέτη Δημήτρη Ξανθόπουλο

«Τρεις αδερφές» στη Στέγη – Συνέντευξη με τον σκηνοθέτη Δημήτρη Ξανθόπουλο

Οι «Τρεις αδερφές» του Αντον Τσέχοφ, μια ιλαροτραγωδία για τη ζωή και τις προσδοκίες μας, ανεβαίνει στη Στέγη σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Ξανθόπουλου από τις 16 έως τις 27 Ιανουαρίου.

Ο Τσέχοφ το 1901 αναρωτιόταν πώς πρέπει να ζούμε. 117 χρόνια αργότερα, ακόμη αναρωτιόμαστε.

«Ξεχάστε τη Μόσχα και την προεπαναστατική Ρωσία» μας προτρέπει ο Δημήτρης Ξανθόπουλος που σκηνοθετεί το έργο «Τρεις αδερφές» του Αντον Τσέχοφ για την Κεντρική Σκηνή της Στέγης, πιστεύοντας ότι «όλοι οι τόποι και όλες οι εποχές βρίσκονται πάνω σε ένα ρήγμα και σε μια κατάσταση διαρκούς αναταραχής».

Ωστόσο, στην παράσταση που ετοιμάζει διατηρεί το στρατιωτικό περιβάλλον της επαρχιακής κωμόπολης όπου έχουν εγκλωβιστεί οι τρεις κόρες και ο μοναχογιός ενός νεκρού πια στρατηγού και όλοι τους έχουν τον διακαή πόθο να επιστρέψουν στην εξιδανικευμένη πόλη των παιδικών τους χρόνων. Οι ήρωες του Τσέχοφ δεν γυρίζουν ποτέ στη Μόσχα αλλά δεν κάνουν και κάτι γι’ αυτό. Οπως επισημαίνει ο σκηνοθέτης, «βαλτώνουν σε μια κατάσταση αδράνειας, στη φαντασίωση μιας ζωής σε κάποια Μόσχα, παγιδευμένοι στον εαυτό τους. Εξω από τους τοίχους του σπιτιού τους συντρίβονται. Αυτή η αναμέτρηση με το “έξω” γίνεται το κέντρο της παράστασης. Αυτή η αναμέτρηση είναι και η ιστορία του καθενός μας. Η αγωνία να βρούμε τη θέση μας σε έναν κόσμο στον οποίο ήρθαμε ξαφνικά, χωρίς λόγο και αιτία».

Το έργο παρουσιάζεται σε νέα μετάφραση που υπογράφουν ο ίδιος και ο Αλέξης Καλοφωλιάς, ο οποίος έγραψε και τη μουσική της παράστασης. Εδώ και περίπου έναν χρόνο ο Δημήτρης Ξανθόπουλος μελετά και εργάζεται πάνω στο συγκεκριμένο έργο του Τσέχοφ που κάνει πρεμιέρα στις 16 Ιανουαρίου. Αυτές τις μέρες συντελεστές και ηθοποιοί βρίσκονται στο τελευταίο στάδιο της προετοιμασίας της παράστασης. «Είναι η φάση που η παράσταση σου αποκαλύπτεται, σου δείχνει προς τα πού πάει. Γιατί οι παραστάσεις, ξέρετε, εκτός από αυτό που σκέφτεσαι εσύ αποκτούν μέσα από τη διαδικασία των προβών και μια δική τους οντότητα, μια αυτονομία που σε καθοδηγεί, σου δείχνει πράγματα. Το κομμάτι που καταθέτει ο καθένας από όσους συμμετέχουν συνθέτει κάτι που μπορεί ακόμη και να μετακινήσει την αρχική σου ιδέα. Και είναι πολύ γόνιμη στιγμή αυτή, η οποία μ’ αρέσει πολύ».





Η δουλειά του σκηνοθέτη

Ποια είναι τελικά η δουλειά ενός σκηνοθέτη; Ο Δ. Ξανθόπουλος μας απαντά ότι το ιδανικό για εκείνον είναι να δημιουργεί τον χώρο και το περιβάλλον όπου όλοι οι συμμετέχοντες ενός έργου μπορούν να εκφραστούν καλλιτεχνικά. «Κάθε σκηνοθέτης δουλεύει διαφορετικά, για μένα η πιο ιδανική συνθήκη είναι να μπορέσεις να εμπνεύσεις τους ανθρώπους με τους οποίους θα συνεργαστείς, να τους οδηγήσεις να μπουν όλοι σε μια κοινή λογική ώστε να δημιουργηθεί η γλώσσα της παράστασης και από κει και πέρα –και αυτό είναι το πιο ενδιαφέρον κομμάτι για μένα– να συνδιαλαγείς με το έργο και την αρχική σου ιδέα ταυτόχρονα με τον καθένα ξεχωριστά από τους συντελεστές. Ξεκίνησα να δουλεύω στο θέατρο ως ηθοποιός και πιστεύω ότι πολλές φορές οι ηθοποιοί υποτιμούνται από τους σκηνοθέτες. Ο ηθοποιός δεν είναι όργανο που εκτελεί, είναι συνδημιουργός. Πρέπει να έχεις πολύ στενή συνεργασία μαζί του, να τον ακούς, να αφουγκράζεσαι ποιος είναι, ποιες είναι οι δικές του ανάγκες και τι μπορεί να σου προσφέρει. Μια παράσταση με δύο ηθοποιούς στον ίδιο ρόλο είναι διαφορετική γιατί εκφράζεται από διαφορετική ψυχοσύνθεση. Μπορείς να το αγνοήσεις αυτό;».

Η πρώτη απόπειρα του Δημήτρη Ξανθόπουλου να ασχοληθεί σκηνοθετικά με έργο του Τσέχοφ έγινε πριν από δέκα χρόνια με τον «Γλάρο», μια παράσταση της ομάδας Pequod με την οποία πήρε το βάπτισμα του πυρός ως σκηνοθέτης. Ο Ρώσος δημιουργός είναι θεατρικός συγγραφέας και ένας από τους σπουδαιότερους διηγηματογράφους της παγκόσμιας λογοτεχνίας, τον οποίο αγαπά ιδιαίτερα και μας εξηγεί γιατί. «Στα έργα του Τσέχοφ δεν υπάρχει μικρός ρόλος, όλοι οι ήρωες επηρεάζουν ο ένας τον άλλον διότι έχει πάντα στο κέντρο του τις σχέσεις των ανθρώπων. Και οι ανθρώπινες σχέσεις είναι πάντα επίκαιρες. Οι “Τρεις αδερφές” –και αυτό προσπαθούμε να δείξουμε στην παράσταση– δεν είναι η Ολγα, η Μάσα και η Ιρίνα αλλά όλα τα πρόσωπα του έργου. Ο Τσέχοφ έχει γράψει με πολύ απλό τρόπο για την ουσία της ύπαρξής μας και –ακόμη και αν ακούγεται μεγαλόστομο αυτό– δεν υπάρχουν πολλοί συγγραφείς που έφτασαν με αυτόν τον τρόπο στο μεδούλι των πραγμάτων σε σχέση με την ανθρώπινη ύπαρξη. Ολα τα έργα του στέκονται στο σήμερα –έναν αιώνα μετά– και θα είναι επίκαιρα αν καταπιαστείς μαζί τους ακόμη και σε πενήντα χρόνια από τώρα. Το πώς ζουν οι άνθρωποι, τι διεκδικούν, οι ματαιώσεις τους, οι σχέσεις τους με τους άλλους είναι τα δυνατά στοιχεία στον πυρήνα όλων των έργων του».

Δεν έχει απαντηθεί ακόμη

«Το αίτημα των τριών αδερφών, με το οποίο τελειώνει και η παράσταση, “μόνο να ξέραμε πώς να ζήσουμε” δεν έχει απαντηθεί. Και μάλλον δεν θα απαντηθεί ποτέ γιατί οι άνθρωποι, ανεξαρτήτως εποχής και αναπαράστασης, κάνουμε τα ίδια λάθη και θα τα ξανακάνουμε. Ο Τσέχοφ γράφοντας τις “Τρεις αδερφές” αναρωτιόταν πώς πρέπει να ζούμε. Και εμείς, 117 χρόνια αργότερα, ακόμη το ίδιο αναρωτιόμαστε».

Μήπως η φαντασίωση ενός μέλλοντος μας εμποδίζει να ζήσουμε το παρόν; «Ολες οι πόλεις είναι ίδιες. Η φαντασίωση μιας ζωής “κάπου αλλού” δεν έχει νόημα» συμπληρώνει ο σκηνοθέτης. «Οι “Τρεις αδερφές” και οι ηθοποιοί της παράστασης, οι Αρης Αρμαγανίδης, Γιώργος Βαλαής, Μαντώ Γιαννίκου, Καλλιόπη Κανελλοπούλου-Στάμου, Βασίλης Καραμπούλας, Αρης Μπαλής, Αντώνης Μυριαγκός, Νικολίτσα Ντρίζη, Αγγελική Παπαθεμελή, Θοδωρής Σκυφτούλης, Γιώργος Στάμος, Ρεβέκκα Τσιλιγκαρίδου και Γιώργος Φριντζήλας, έρχονται για να μας το θυμίσουν».

INFO

«Τρεις αδερφές» του Αντον Τσέχοφ σε σκηνοθεσία Δημήτρη Ξανθόπουλου, 16-27 Ιανουαρίου

Ετικέτες

Documento Newsletter