Για να παραφράσω τον Μπέρτολτ Μπρεχτ, «τι είναι η ληστεία µιας τράπεζας µπροστά στη συνεργασία κυβερνήσεων και τραπεζιτών;». Η αποτυχία των κυβερνήσεων, και πολύ περισσότερο της κυβέρνησης Μητσοτάκη, να προστατεύσoυν την κοινωνία από την αφαίµαξη που πραγµατοποιούν οι τραπεζίτες δεν αποτελεί αδυναµία πολιτικής αλλά οµολογία συνεργασίας σε µια διαρκή ληστεία.
Οι πολίτες είναι υποχρεωµένοι να κάνουν όλες τις συναλλαγές τους µέσω τραπεζών, για να αποφευχθεί η διακίνηση µαύρου χρήµατος. ∆ίνουν δηλαδή τα χρήµατά τους για να τα χειρίζονται και να τα εκµεταλλεύονται οι τράπεζες αλλά οι ίδιοι δεν έχουν κάποια ουσιαστική αντιπαροχή από αυτό. Αντιθέτως, οι τράπεζες ορίζουν µονοµερώς και ανέλεγκτα τους κανόνες που διέπουν τις σχέσεις µε τον πελάτη και βέβαια τις χρεώσεις για τις συναλλαγές. Μέσα από µια εµφανή λειτουργία καρτελοποίησης και όχι υγιούς ανταγωνισµού, οι τράπεζες έχουν επιβάλει τεράστιες χρεώσεις για συναλλαγές, πράγµα που φυσικά δεν συµβαίνει σε άλλα κράτη, όπου επίσης οι τράπεζες έχουν ζητούµενο την κερδοφορία και όχι τη φιλανθρωπία.
Πρακτικά, δηλαδή, σε αναγκάζουν να δίνεις τα λεφτά σου στις τράπεζες για να τα εκµεταλλεύονται και αυτές κερδοσκοπούν χωρίς όριο µε τη σύµφωνη γνώµη της κυβέρνησης.
Τι είναι αυτό που καθιστά τις τράπεζες ιερές αγελάδες; Το επιχείρηµα ότι οι τράπεζες είναι άρρηκτα συνδεδεµένες µε την οικονοµία και την ανάπτυξη έχει πρωτίστως καταρριφθεί στην Ελλάδα. Οι τράπεζες ήταν από τις αιτίες που η χώρα οδηγήθηκε στην οικονοµική κρίση και την κατάρρευση. Το κράτος έπρεπε να καλύψει τις µαύρες τρύπες που δηµιούργησαν οι τράπεζες µε τα ακάλυπτα δάνεια και τα θαλασσοδάνεια στους δικούς τους ανθρώπους, ακόµη και τους ίδιους τους τραπεζίτες.
Επειδή δεν έπρεπε να καταρρεύσουν οι τράπεζες, ανακεφαλαιοποιήθηκαν µε κρατικό χρήµα. Κατά έναν περίεργο τρόπο ο νόµος της αγοράς που τόσο πολύ επικαλέστηκαν την εποχή των µνηµονίων, επεκτείνοντάς τον µάλιστα και στους ανθρώπους (όποιος µπορεί ζει, όποιος δεν µπορεί πεθαίνει), δεν ίσχυσε για τις τράπεζες και τους τραπεζίτες.
Οι τραπεζίτες που έριξαν έξω τις τράπεζες και την οικονοµία συνέχισαν να παραµένουν στα πόστα τους. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν µπόρεσε ή δεν ήθελε να δηµιουργήσει µια άλλη κατάσταση πραγµάτων για τις τράπεζες. Αντί να παρέµβει για να εξασφαλίσει έστω κάποιους όρους εξυπηρέτησης του πολίτη, ο οποίος έδωσε τα λεφτά του και µε την ανακεφαλαιοποίηση και µε τις καταθέσεις του, εξήγγειλε τη δηµιουργία µια φανταστικής Επενδυτικής Τράπεζας η οποία θα έπαιζε αυτό τον ρόλο.
Οι τραπεζίτες που έκλεψαν ή υποβοήθησαν τη ληστεία του κοσµάκη τελικώς αµνηστεύτηκαν και οι τράπεζες σήµερα συνεχίζουν όπως τον παλιό καλό καιρό.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης φρόντισε να αµνηστεύσει τους εγκληµατίες του λευκού κολάρου που έπαιζαν τον ρόλο της διοίκησης των τραπεζών και να είναι συνεπής όχι µόνο απέναντι στην ιδεολογική του άποψη αλλά και στα γραµµάτια προς τις τράπεζες. ∆εν γινόταν ένα κόµµα που χρωστάει εκατοντάδες εκατοµµύρια στις τράπεζες να µην υπολογίζει την οµηρία του από αυτές. Και φυσικά δεν γινόταν ένας πρωθυπουργός που εξυπηρετήθηκε προσωπικά για τα δάνειά του από τους τραπεζίτες να στραφεί εναντίον τους.
Τι συνέβη όµως µε τον ΣΥΡΙΖΑ; Μπορεί να µην είχε την αιµοµικτική σχέση που είχε η Ν∆ µε τις τράπεζες, σήµερα όµως αποδεικνύεται ότι αρκετά στελέχη του είχαν ώσµωση µε τις τράπεζες και τους ανθρώπους τους και γι’ αυτό εµπόδιζαν οποιαδήποτε αποτελεσµατική και δίκαιη πολιτική για το τραπεζικό σύστηµα. Αµέσως µετά την πτώση του ΣΥΡΙΖΑ από την κυβέρνηση, στελέχη του πέρασαν επαγγελµατικά εντελώς άκοµψα στις τάξεις των τραπεζών, αποκαλύπτοντας τη σχέση που είχαν µαζί τους. Οι πιο προσεκτικοί και έµπειροι επέλεξαν τον ρόλο του κρυφού συµβούλου διά συµβάσεων έργου και συµβουλών. Αν ο Μητσοτάκης και η παράταξή του εξυπηρέτησαν τις τράπεζες, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ πρόδωσαν τον κόσµο που περίµενε να µπει µια τάξη στην ασυδοσία τους.
Τον Οκτώβριο του 2018 ένα δηµοσίευµα του Documento είχε προκαλέσει την οργή του τότε υπουργού Οικονοµικών Ευκλείδη Τσακαλώτου. Η εταιρεία PQH, η οποία σχετιζόταν µε τον ξάδελφο του υπουργού, είχε αναλάβει τη διαχείριση «κόκκινων» δανείων δεκάδων δισεκατοµµυρίων. Το Documento έθεσε τότε ένα σοβαρό θεσµικό θέµα. Αν µπορούν οι τράπεζες και οι διαχειριστές των «κόκκινων» δανείων να αποφασίζουν χωρίς κανένα έλεγχο ποια δάνεια θα κουρεύουν και σε ποιους. Καταγράφαµε µάλιστα τον κίνδυνο οι αποδεδειγµένα έως τότε διεφθαρµένοι τραπεζίτες να βάζουν την υπογραφή τους και να εγκρίνουν ένα υποτιθέµενο business plan που δικαιολογεί κούρεµα του δανείου, ενώ στην πραγµατικότητα είναι µια µεθόδευση για να γίνει το κούρεµα σε αυτόν που επιλέγουν.
Παρότι το θέµα ήταν καθαρά θεσµικό και ο προβληµατισµός που εξέφραζε το ρεπορτάζ ουσιαστικός, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος το θεώρησε επίθεση στο πρόσωπό του.
Μέχρι που φτάσαµε στην υπόθεση Πηλαδάκη και των κουρεµένων δανείων του που σήµερα ελέγχονται σε σχέση µε µαύρο χρήµα. Την υπόθεση αυτή παρακολουθούµε τέσσερα χρόνια. Ο Πηλαδάκης και η τράπεζα (Πειραιώς) έκαναν αυτό που είχαµε προβλέψει σε εκείνο το ρεπορτάζ το οποίο είχε αναστατώσει τον Ευκλείδη Τσακαλώτο. Συνυπέγραψαν ένα business plan που αναγνωρίζει την έλευση επενδυτών και κεφαλαίων για να εξυγιάνει τις χρεωµένες επιχειρήσεις. Για να έχει αυτό αποτέλεσµα έπρεπε να κουρευτούν τα δάνεια κατά 165 εκατοµµύρια ευρώ.
Μόλις αποφασίστηκε το κούρεµα από την τράπεζα, το Documento είχε δηµοσιεύσει στοιχεία από τα οποία αποδεικνυόταν ότι οι εταιρείες επενδυτές ήταν στην πραγµατικότητα άλλες εταιρείες του χρεωµένου Πηλαδάκη. Πρακτικά, δηλαδή, όλο αυτό ήταν µια κοµπίνα µε τη συµµετοχή της Τράπεζας Πειραιώς, για να χαρίσουν στον Πηλαδάκη πάνω από 165 εκατοµµύρια ευρώ. Τα στοιχεία ήταν πλέον δηµοσιευµένα και θα µπορούσε οποιοσδήποτε εισαγγελέας να παρέµβει. Η δε τράπεζα, αν δεν γνώριζε, µπορούσε να σταµατήσει τη διαδικασία και να ζητήσει τα λεφτά της. ∆εν έγινε τίποτε από όλα αυτά. Απλώς η Τράπεζα Πειραιώς τιµώρησε το Documento µε διακοπή της διαφήµισης στην εφηµερίδα. Αντί να σώσει τα λεφτά των µετόχων και της τράπεζας, η διοίκηση του κ. Χρήστου Μεγάλου αποφάσισε να τιµωρήσει αυτόν που αποκάλυπτε την απάτη. Προφανώς θα έχει τους λόγους της.
Η έρευνα της αρχής για το ξέπλυµα µαύρου χρήµατος, απ’ ό,τι φαίνεται, θα επεκταθεί από τον Χαράλαµπο Βουρλιώτη και στην Τράπεζα Πειραιώς, η οποία βαρύνεται (θα αποδειχθεί µε ποιον τρόπο) µε τη δυνατότητα που έδωσε στον Πηλαδάκη να µεταφέρει χρήµατα από την τράπεζα προτού δοθεί εντολή κατάσχεσης των περιουσιακών του στοιχείων.
Οι τραπεζίτες και οι κοπτήρες του συστήµατος συνεχίζουν να λειτουργούν µασώντας χρήµα που επί της ουσίας προέρχεται από το δηµόσιο και τον πολίτη. Αλλά δεν είναι όλα µαύρα. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξήγγειλε παρέµβαση στις χρεώσεις των τραπεζών. Το θέµα δεν είναι µόνο η κοροϊδία, αλλά και η παραδοχή που κάνει: µπορεί τελικώς η κυβέρνηση να παρέµβει στις τράπεζες και στην αγορά και να ρυθµίσει θέµατα υπέρ του πολίτη; Γιατί έως σήµερα έλεγαν ότι κάτι τέτοιο είναι ενάντια στους νόµους της ελεύθερης αγοράς.
Διαβάστε επίσης
Καιρός: Επιδείνωση με καταιγίδες και χιόνια μέχρι τα Χριστούγεννα – Ποιες περιοχές θα επηρεαστούν