Ως μια ευκαιρία να κλείσει παλιούς λογαριασμούς με διεθνείς οργανισμούς, γείτονες και συμμάχους και να ανοίξει καινούργιους, με στόχο να γίνει αυτός, ο ίδιος, ο μοναδικός ρυθμιστής –παρά το γεγονός ότι ακολουθεί την οδό του απομονωτισμού– της διεθνούς πολιτικής και της διεθνούς νομιμότητας, αντιμετωπίζει τη δεύτερη θητεία του ο Ντόναλντ Τραμπ. Τα παραπάνω γίνονται κατανοητά τόσο από τις κινήσεις του, που έχουν στόχο το «μεγάλωμα» των ΗΠΑ, ήτοι τις εδαφικές απαιτήσεις που διατυπώνει για τη Γροιλανδία, η οποία ανήκει στη Δανία, την επιστροφή της Διώρυγας του Παναμά στις ΗΠΑ παρά την ισχύουσα διεθνή συμφωνία, την αλλαγή του ονόματος του Κόλπου του Μεξικού σε «Κόλπο της Αμερικής» –στην τελετή ορκωμοσίας του όταν το ανέφερε ως στόχο του έφερε πηγαίο γέλιο στην πρώην πρώτη κυρία και πρώην υπουργό Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον– αλλά όχι μόνο από αυτές.
Εκτός από αλλαγή συνόρων – απαίτηση που έχει χτυπήσει καμπανάκια κινδύνου σε όλη την υφήλιο– ο Τραμπ θέλει να μπορεί να επιβάλει τους όρους των ΗΠΑ πέρα από εκεί που επιτρέπεται από το υπάρχον διεθνές σύστημα κανόνων, όπως αυτό κωδικοποιείται στο διεθνές δίκαιο και λειτουργεί (και) από τους αντίστοιχους θεσμούς. Είναι αυτό ακριβώς το πλαίσιο που έχει δεχτεί πιθανόν ανεπανόρθωτα πλήγματα τα τελευταία χρόνια τόσο από τον πόλεμο στην Ουκρανία όσο και από τη σφαγή στη Γάζα και την πολιτική της κυβέρνησης Νετανιάχου απέναντι και στη διεθνή κοινότητα και στο διεθνές δίκαιο.
Η ρήξη με τον ΠΟΥ
Οι πρώτες κινήσεις του ως προέδρου καταδεικνύουν ότι ο Τραμπ όχι μόνο δεν ξεχνάει όσους του «αντιστέκονται» ή όσους θεσμούς δεν μπορεί να ελέγξει άμεσα, αλλά επιστρέφει για να πάρει εκδίκηση και να επιβάλει τον δικό του «νόμο». Επί παραδείγματι, ο νέος πρόεδρος δεν έχει ξεχάσει τη σύγκρουση που είχε η προηγούμενη κυβέρνησή του με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) για μια σειρά από θέματα που σχετίζονταν με τον τρόπο διαχείρισης της πανδημίας Covid-19, αλλά δεν έχει ξεχάσει και την κόντρα του με το υπόλοιπο κομμάτι της Δύσης και του κόσμου όσον αφορά το εάν υπάρχει κλιματική αλλαγή και τι πρέπει να γίνει. Η «εκδίκηση» που τους επιφύλασσε ήδη από την πρώτη εβδομάδα της διακυβέρνησής του ήταν να κόψει, σαν πρώτο βήμα, τη χρηματοδότηση στον ΠΟΥ (σε δεύτερο χρόνο σχεδιάζει την αποχώρηση) και να ανακοινώσει την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Συνθήκη των Παρισίων για το Κλίμα, προωθώντας παράλληλα την πολιτική «Drill, baby, drill» (σημαίνει «μη σταματάς τις εξορύξεις, μωρό μου»).
Κατά την πανδημική κρίση ο Ντ. Τραμπ επέδειξε πλήρη αδιαφορία για τα επιστημονικά δεδομένα που αφορούσαν τον ιό SARS- CoV-2 και η κυβέρνησή του και ο ίδιος πρωτοστάτησαν στη διάδοση θεωριών συνωμοσίας και αλλοπρόσαλλων απόψεων τύπου «κάντε ενέσεις με απολυμαντικά» και «πάρτε υδροχλωροκίνη». Το βασικό σημείο τριβής με τον ΠΟΥ ήταν τα στοιχεία για το πώς ξέσπασε η πανδημία. Ο Τραμπ υποστήριζε ότι ο παγκόσμιος οργανισμός προσπάθησε να συγκαλύψει τις ευθύνες της Κίνας και ότι δεν έκανε τη δουλειά του. Πλέον δεν αναφέρει ρητά αυτά, αλλά έχει περάσει σε άλλο στάδιο επίθεσης υποστηρίζοντας ότι οι ΗΠΑ πληρώνουν πάρα πολλά για τον ΠΟΥ, ενώ η Κίνα που έχει μεγαλύτερο πληθυσμό πληρώνει λιγότερα.
Εξορύξεις δίχως όριο
Οσον αφορά το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής, σημειώνεται ότι ο Τραμπ είχε βγάλει ξανά τη χώρα από τη Συμφωνία των Παρισίων, όμως σε σχέση με το παρελθόν η δεύτερη φορά Τραμπ έρχεται με ακόμη μεγαλύτερο κυνισμό. Αδιαφορώντας πλήρως για τις συνέπειες της πολιτικής απομάκρυνσης από τους στόχους της συμφωνίας, ο Τραμπ πάει ένα βήμα παραπέρα και ετοιμάζεται να άρει όλους τους περιορισμούς στις εξορύξεις για πετρέλαιο και φυσικό αέριο, ακόμη και για περιοχές που είναι προστατευόμενες. Δικαιολογεί την πολιτική του με τη λογική «μεγαλύτερη προσφορά, χαμηλότερες τιμές», όμως παράλληλα αποτελεί και όπλο κατά των «ανταγωνιστριών» πετρελαιοπαραγωγών χωρών, όπως η Ρωσία, αλλά και των συμμάχων του, τους οποίους θέλει να εξαναγκάσει να εξαρτώνται ακόμη περισσότερο από τις ΗΠΑ στο θέμα της ενέργειας.
Στην ομιλία του μέσω τηλεδιάσκεψης στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός ο Τραμπ μάλιστα έκανε συγκεκριμένη αναφορά στο ενεργειακό ζήτημα, καλώντας τη Σαουδική Αραβία και το καρτέλ του OPEC να αυξήσουν σημαντικά την παραγωγή πετρελαίου τους, ούτως ώστε η τιμή του να πέσει και έτσι «να σταματήσει αμέσως ο πόλεμος στην Ουκρανία». Και μόνο το γεγονός ότι ο Τραμπ παρεμβαίνει μέσω αυτής της οδού στον πόλεμο στην Ουκρανία καταδεικνύει ότι δεν έχει απολύτως καμία προσδοκία ότι η διεθνής κοινότητα μπορεί να επιλύσει τα καυτά ζητήματα της εποχής. Αντίθετα οι κινήσεις του στρέφονται εναντίον της λογικής των διεθνών κανόνων και θεσμών που της έχει επιτρέψει να λειτουργεί πάνω από 70 χρόνια τώρα κι αυτό γίνεται ακόμη πιο ξεκάθαρο από τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει και τους συμμάχους του τόσο στο θέμα της ενέργειας όσο και σε άλλα ζητήματα, όπως στο θέμα του ΝΑΤΟ αλλά και σε αυτό των διατλαντικών σχέσεων και στη συνεργασία με την ΕΕ.
Μια άλλη κίνηση που αναμένεται να κάνει ο Τραμπ απέναντι στους συμμάχους του, στην ουσία καταπατώντας τα μέχρι τώρα συμπεφωνημένα μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ, είναι να αλλάξει πλήρως το πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργεί και υλοποιείται η συμφωνία που υπάρχει για τη συλλογή και την επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων των χρηστών υπηρεσιών των γιγάντων του διαδικτύου, όπως η Google, η Microsoft και η Amazon. Ενα από τα προεδρικά διατάγματα που στοχεύουν να αντιστρέψουν την πολιτική εθνικής ασφάλειας του Μπάιντεν εκτιμάται ότι θα μπορούσε να επηρεάσει την πρόσβαση στις υπηρεσίες cloud των παραπάνω εταιρειών που έχουν χιλιάδες ευρωπαϊκοί θεσμοί και οργανισμοί, αφού πλέον για να τις χρησιμοποιούν θα πρέπει να «σπάνε» την ευρωπαϊκή νομοθεσία περί διασφάλισης της ιδιωτικότητας.
Επίθεση στην ΕΕ
Ο Τραμπ από το Νταβός επιτέθηκε στην Ευρωπαϊκή Ενωση συγκεκριμένα, διαχωρίζοντάς τη μάλιστα από τα κράτη-μέλη της, αφού –σύμφωνα με τον ίδιο– δεν έχει πρόβλημα με τους Ευρωπαίους και τις ευρωπαϊκές χώρες, αλλά έχει με την Ευρωπαϊκή Ενωση, γιατί, όπως υποστήριξε, επιβάλλει άδικους φόρους απέναντι στις ΗΠΑ.
Ο Τραμπ έγινε και πιο συγκεκριμένος, αφού κάλεσε τις εταιρείες παγκοσμίως να μεταφέρουν την παραγωγή τους στις ΗΠΑ, αλλιώς θα έρθουν αντιμέτωπες με την επιβολή δασμών. Σε αυτό το πλαίσιο, η επικεφαλής του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) Νγκόζι Οκόνιο-Ιουεάλα ανέφερε επίσης μιλώντας στο Νταβός ότι, εάν ξεσπάσει εμπορικός πόλεμος με δασμούς εκατέρωθεν στο συγκεκριμένο διεθνές περιβάλλον, με τους δασμούς να κυμαίνονται μεταξύ 2560%, τότε ο κόσμος θα ζήσει κάτι παρόμοιο με τη δεκαετία του 1930 όσον αφορά την οικονομία. Αυτό, σύμφωνα με την επικεφαλής του ΠΟΕ, θα οδηγήσει σε συρρίκνωση του παγκόσμιου ΑΕΠ πάνω από 10%, ένα σενάριο που θα είναι κυριολεκτικά «καταστροφικό».
Πάμπλουτος, ανυπόφορος, ιδιόρρυθμος, τώρα και ναζί
Για χρόνια ο πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο παρουσιαζόταν ως ένας «περίεργος» τύπος, ένας πανέξυπνος επιχειρηματίας, αλλά ιδιόρρυθμος χαρακτήρας στο φάσμα του αυτισμού, που παίρνει και ναρκωτικά, αλλά βγάζει αμύθητα πλούτη από τις επιχειρήσεις του – ακόμη και με κρατικά συμβόλαια από τη NASA– και κάνει πλούσιους τους συνεργάτες του και τους μετόχους.
Είναι γνωστό ότι είναι απαράδεκτος ως εργοδότης, ότι δεν έχει σε καμία εκτίμηση την εργασία των ανθρώπων που του εξασφαλίζουν τα δισεκατομμύρια που κατέχει με τη δουλειά τους, ότι δεν τα πάει καλά με τα παιδιά του, ότι γενικά είναι… ανυπόφορος και ότι έκανε το X (πρώην Twitter) όταν το αγόρασε προσωπικό του φέουδο. Τελικά μετά την ημέρα της ορκωμοσίας του Τραμπ, ο οποίος τον έβαλε στην κυβέρνησή του, του έδωσε υπερυπουργείο και γραφείο μέσα στη δυτική πτέρυγα του Λευκού Οίκου, ο Μασκ αποδείχθηκε ότι όχι μόνο είναι όλα τα παραπάνω, αλλά είναι και κάτι ακόμη: ναζί.
Ενδεχομένως όχι με την κλασική έννοια, αλλά το γεγονός ότι έκανε τον ναζιστικό χαιρετισμό δις και το έπραξε επίτηδες και με πλήρη γνώση της κίνησής του και του τι αυτή θα σημάνει τον κατατάσσει στην πλευρά της Ιστορίας που γέννησε τέρατα και με την πλευρά που έδωσε βιομηχανική υπόσταση στην εξόντωση ανθρώπων από ένα κράτος εξαιτίας της ιδεολογικοποίησης του μίσους απέναντι στη διαφορετικότητα.
Εχοντας μετατρέψει ξεκάθαρα το X σε εργαλείο προπαγάνδας τόσο των προσωπικών του απόψεων όσο και συνολικά της ακροδεξιάς, ο Μασκ έβαλε, όπως μας αποκάλυψε και ο τότε επικεφαλής της πρώτης προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ Στίβεν Μπάνον, τον προσωπικό του πλούτο στην υπηρεσία του τραμπισμού και ετοιμάζεται να χρησιμοποιήσει την ίδια συνταγή συνολικά για να στρέψει δεξιά την πολιτική ζωή της Δύσης. Το έχει κάνει ξεκάθαρο με τις παρεμβάσεις του στην πολιτική ζωή πολλών ευρωπαϊκών χωρών, σαφέστατα υπέρ των ακροδεξιών δυνάμεων: στη Βρετανία με δηλώσεις περί εμφύλιου πολέμου και στήριξη στον Νάιτζελ Φάρατζ, στη Γερμανία κάνοντας συνέντευξη με τη συμπρόεδρο του AfD Αλίς Βάιντελ, στη Δανία εκφραζόμενος υπέρ της προσάρτησης της Γροιλανδίας και στη Ρουμανία εναντίον της απόφασης για την ακύρωση του αποτελέσματος των προεδρικών εκλογών, ενώ στην Ολλανδία τάσσεται υπέρ του Χέιρτ Βίλντερς.
Οι παρεμβάσεις του υπέρ ακροδεξιών και εναντίον πιο δημοκρατικών δυνάμεων αλλά και κατά των πολιτικών που επηρεάζουν τον ίδιο προσωπικά και τις επιχειρήσεις του έχουν προκαλέσει έντονη ενόχληση στην ευρωπαϊκή πολιτική ζωή, σε ηγέτες και κόμματα. Παράλληλα, αποτελούν απόδειξη της αναθεωρητικής στάσης που θέλουν να τηρήσουν ο ίδιος αλλά και η κυβέρνηση Τραμπ πλέον συνολικά στο διεθνές στερέωμα.
Οσον αφορά τις ΗΠΑ, ο Μασκ, με τη θέση που έχει στο υπερυπουργείο, θα αναλάβει να «τρέξει» τις σκληρές περικοπές με στόχο τον περιορισμό των δημόσιων δαπανών κατά 2 τρισ. δολάρια σε βάθος τετραετίας. Παίζει όμως και επικίνδυνο παιχνίδι, αφού δεν είναι σίγουρο πως τα συμφέροντά του δεν θα θιγούν από αποφάσεις του προέδρου Τραμπ. Αυτό φάνηκε ήδη με αφορμή την ανακοίνωση ενός πλάνου επένδυσης για την ανάπτυξη data centers στις ΗΠΑ συνολικής αξίας 500 δισ. δολαρίων, με στόχο να ικανοποιηθούν οι ανάγκες του τομέα της τεχνητής νοημοσύνης. Σε αυτό συμμετέχουν εταιρείες ανταγωνιστικές προς εκείνες του Μασκ και ο πλουσιότερος άνθρωπος του κόσμου δεν το πήρε και πολύ καλά, αφού σχολίασε στο X ότι οι… επενδυτές δεν έχουν αρκετά λεφτά για να γίνει πραγματικότητα το σχέδιο.
Διαβάστε επίσης
Νέο καμπανάκι για τη στρεβλή ανάπτυξη
Σφαγή πάνω από το «πτώμα» της Υγείας – Αυτή την Κυριακή στο Documento