Ο πλανήτης βρέθηκε αντιμέτωπος με τον Ντόναλντ Τραμπ να παίζει γιο γιο με τις τιμές των μετοχών, τις αγορές και την παγκόσμια οικονομία, πρώτα επιβάλλοντας εξωφρενικούς δασμούς και μετά παγώνοντάς τους για 90 μέρες. Το πάγωμα αφορούσε τουλάχιστον 28 χώρες –της ΕΕ συνολικά μεταξύ αυτών– πλην της Κίνας, στην οποία επέβαλε τελικά δασμούς 145% έναντι 84% που έχει επιβάλει το Πεκίνο στα αμερικανικά προϊόντα. Το χάος που προκλήθηκε και η αβεβαιότητα της συνταγής Τραμπ με στόχο να διασφαλίσει την παγκόσμια ηγεμονία των ΗΠΑ φέρνουν ήδη πόνο σε φίλους και εχθρούς και διχάζουν περαιτέρω την αμερικανική κοινωνία και την κυβέρνησή του.
Οι ανακοινώσεις για τους δασμούς και η εφαρμογή τους αρχικά προκάλεσαν ορυμαγδό στις αγορές που αντέδρασαν με κάθετη πτώση στις τιμές των μετοχών αρχικά και στη συνέχεια και στα ομόλογα. Παράλληλα, προκάλεσαν κύμα αντιδράσεων από ανθρώπους της αγοράς, της Γουόλ Στριτ και από δισεκατομμυριούχους που βρίσκονται εντός κυβέρνησης αλλά και εκτός, αν και τη στηρίζουν. Η ένταση στο εσωτερικό της κυβέρνησης των κροίσων της τεχνολογίας ήταν αντιστρόφως ανάλογη της πορείας των μετοχών και των αγορών, καθώς το φάντασμα μιας παγκόσμιας ύφεσης και του στασιμοπληθωρισμού στην αμερικανική οικονομία έπαιρνε σάρκα και οστά.
Οι κόντρες που ήδη υπήρχαν στην κυβέρνηση και στο περιβάλλον Τραμπ ανάμεσα στους επιχειρηματίες εντός της, όπως το αφεντικό της Tesla, επικεφαλής του Τμήματος Κυβερνητικής Αποτελεσματικότητας (DOGE) και πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο Ιλον Μασκ, και τους ακροδεξιούς εθνικιστές Ρεπουμπλικανούς, όπως ο σύμβουλος Εμπορίου και Βιομηχανίας του προέδρου Πίτερ Ναβάρο, μετατράπηκαν σε δημόσιο «αιματοκύλισμα».
Η κόντρα που υπέβοσκε
Τα δύο στρατόπεδα που φαίνεται ότι υπάρχουν εντός της κυβέρνησης Τραμπ είχαν συγκρουστεί ξανά πριν από μερικούς μήνες, με τον Μασκ τότε –εκφράζοντας το σύνολο των τεχνοκαπιταλιστών– να γίνεται έξαλλος από την απαίτηση των Ρεπουμπλικανών του MAGA και της ακροδεξιάς πτέρυγας –υπό την καθοδήγηση του εξωκυβερνητικού ιδεολόγου και εμβληματικού προπαγανδιστή του χώρου σε Αμερική και Ευρώπη Στιβ Μπάνον– να απαγορευτεί η είσοδος στις ΗΠΑ σε μετανάστες ακόμη και αν διαθέτουν υψηλή εξειδίκευση σε τομείς όπως η τεχνολογία. Τότε ο Τραμπ είχε πάρει το μέρος των μεγιστάνων του τεχνολογικού τομέα και του Μασκ και έτσι δεν άλλαξε κάτι στη χορήγηση της βίζας Η1-Β, όμως καταγράφηκε το αποτύπωμα της χαμηλής έντασης κόντρας.
Ετσι, όταν ο Τραμπ ανακοίνωσε τους δασμούς, παρά το γεγονός ότι ο Μασκ και οι περισσότεροι υπερπλούσιοι εντός κι εκτός της κυβέρνησης είχαν ήδη εκφράσει την αντίθεσή τους στην κίνηση αυτή, η κόντρα εμφανίστηκε και πάλι σε δημόσια θέα, με αυξημένη όμως ένταση. Κι αυτό εξαιτίας του άμεσου διακυβεύματος που δεν ήταν άλλο από το ότι οι δασμοί έφεραν κατάρρευση των τιμών των μετοχών, πλήττοντας και την τσέπη των δισεκατομμυριούχων. Φάνηκε ότι αποτελούσε άμεση επιλογή του Τραμπ καθώς σε αυτό το πλαίσιο ο σύμβουλος του Αμερικανού προέδρου Π. Ναβάρο υποστήριξε ότι ο Μασκ δεν είναι κατασκευαστής αυτοκινήτων αλλά συναρμολογητής, επειδή «φέρνει τα κομμάτια για τα Tesla του από την Ιαπωνία και την Κίνα και τα συναρμολογεί στο Τέξας», ενώ στις επιδιώξεις του Λευκού Οίκου είναι να φτιάχνει τα αυτοκίνητά του στις ΗΠΑ.
Ο Μασκ, που είναι γνωστό ότι διαθέτει το –χυδαίο επιχειρηματικό– ταμπεραμέντο του Τραμπ, απάντησε με ύβρεις και χαρακτήρισε τον Ναβάρο «απόλυτα ηλίθιο» και «πιο χαζό κι από ένα τσουβάλι τούβλα». Θέλοντας μάλιστα να κάνει ξεκάθαρη τη θέση του κατά των δασμών, ο Μασκ ανέβασε στον προσωπικό λογαριασμό του στο ιδιοκτησίας του X (πρώην Twitter) μέχρι και βίντεο με τον γκουρού του νεοφιλελευθερισμού Μίλτον Φρίντμαν να αναλύει γιατί οι δασμοί είναι κακοί για την οικονομία και να υποστηρίζει ότι ανεβάζουν τις τιμές, σπαταλούν πόρους και περιορίζουν την οικονομική ελευθερία.
Με τον Μασκ και τον Φρίντμαν προφανώς τάχθηκαν και τα μεγαλοστελέχη της Γουόλ Στριτ και των επενδυτικών εταιρειών, όπως ο Τζέιμι Ντάιμον της JP Morgan Chase, Λάρι Φινκ της Black Rock, o Μπιλ Ακμαν της Pershing Square Capital Management, ο οποίος μάλιστα ζήτησε δημόσια και φαίνεται ότι πήρε το τρίμηνο πάγωμα των δασμών, ο Στάνλεϊ Ντρούκενμιλερ της Duquesne Capital και πολλοί άλλοι. Οι αντιδράσεις τους συνέβαλαν στο κλίμα πανικού που επικράτησε σε αγορές και κυβερνήσεις, καθώς οι ειδικοί έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου για μια μακρά και βαθιά ύφεση τόσο για τις ΗΠΑ όσο και για τον υπόλοιπο κόσμο.
Η Γουόλ Στριτ εξαπέλυσε πυρά κατά των δασμών Τραμπ με στοιχεία. Η JP Morgan αύξησε την πιθανότητα για ύφεση μετά την απάντηση της Κίνας και την επιβολή δασμών 84% στα αμερικανικά προϊόντα και παγκοσμίως στο 60%. Με αυτή την κίνηση αυξήθηκε δεύτερη φορά από τους ειδικούς η πιθανότητα για ύφεση μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, καθώς μερικούς μήνες πριν η JP Morgan την είχε τοποθετήσει στο 40% μέχρι το τέλος του έτους. Αντίστοιχα και η Goldman Sachs, εν μέσω της καταιγίδας, αύξησε από 35% που ήταν στο 45% την πιθανότητα η αμερικανική οικονομία να μπει σε ύφεση το δεύτερο τρίμηνο του έτους. Η αύξηση αυτή ήταν η δεύτερη μέσα σε μια εβδομάδα, καθώς μόνο από την απειλή της επιβολής δασμών είχε προηγηθεί η μεταβολή της πιθανότητας στο 35% από το 20%.
Και οι δύο εκτιμήσεις αλλά και οι υπόλοιπες δημοσιεύτηκαν υπό το πλαίσιο ότι ο Τραμπ δεν θα έκανε πίσω. Ομως τελικά η πίεση που δεχόταν τόσο από τα στελέχη της Γουόλ Στριτ ο Αμερικανός πρόεδρος όσο και από τις αγορές απέφερε καρπούς και αναγκάστηκε να υποχωρήσει σε όλους του δασμούς (κράτησε ένα 10% για όλους) πλην από το 145% στην Κίνα, με την οποία επισήμως πλέον έχει ξεκινήσει εμπορικός πόλεμος. Σύμφωνα με ειδικούς, ο Τραμπ δεν έκανε πίσω επειδή, όπως είπε ο ίδιος, οι ηγέτες έκαναν ουρά για να του «φιολήσουν τον κώλο» για μια διμερή συμφωνία – όντως συνέβη, αν κανείς δει δηλώσεις ηγετών.
Πλήγμα στα ομόλογα
Αυτό που τον ανάγκασε να αλλάξει στάση ήταν ότι το ξεπούλημα των μετοχών πέρασε και στις αγορές ομολόγων με αποτέλεσμα οι αποδόσεις να εκτοξευτούν, αφού κανείς δεν αγόραζε αμερικανικά ομόλογα, την ώρα μάλιστα που το δολάριο κατακρημνιζόταν. Οι ειδικοί εκτιμούν ότι σε περίπτωση που ο Τραμπ δεν πάγωνε τους δασμούς, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) και ο Τζερόμ Πάουελ μέσα στις επόμενες ημέρες θα είχαν αναγκαστεί να αγοράσουν αμερικανικά ομόλογα για να σταθεροποιήσουν τη σχετική αγορά.
Με βάση τα παραπάνω γίνεται κατανοητό ότι πλέον το «παιχνίδι» των δασμών, τουλάχιστον προς το παρόν –κάτι που αποτελεί πηγή προβληματισμού δεδομένης της παραμένουσας απειλής για τον υπόλοιπο κόσμο– αφορά αποκλειστικά την Κίνα και τα κινεζικά προϊόντα. Στο πλαίσιο λοιπόν της εμπορικής κόντρας μεταξύ Ουάσινγκτον και Πεκίνου η πολιτική Τραμπ κάθε άλλο παρά πείθει ως προς την αποτελεσματικότητά της κι αυτό γιατί η επαναβιομηχάνιση, η οποία υποτίθεται ότι είναι ο τελικός στόχος του Τραμπ, είναι μάλλον αβέβαιη. Κι αυτό επειδή ο εμπορικός πόλεμος με τη δεύτερη μεγαλύτερη πηγή εισαγόμενων στις ΗΠΑ προϊόντων αναμένεται να έχει σοβαρό αντίκτυπο στην αμερικανική οικονομία, ανεβάζοντας τις τιμές τόσο εντός όσο και εκτός της χώρας. Ετσι προκύπτει μια άμεση απειλή για το πορτοφόλι των καταναλωτών και συνεκδοχικά των επιχειρηματιών αν λόγω ακρίβειας βυθιστεί η κατανάλωση. Η αβεβαιότητα που προκύπτει και από το γεγονός ότι για τις επόμενες 90 ημέρες οι ηγέτες των χωρών που βρέθηκαν στη λίστα Τραμπ με τους δασμούς θα πρέπει να κλείσουν κάποια συμφωνία, αλλιώς οι δασμοί θα τεθούν σε ισχύ, προκαλεί επιπλέον νευρικότητα στο εσωτερικό των ΗΠΑ, με τους κοινωνικούς εταίρους και τους πολιτικούς αντιπάλους του Τραμπ να ετοιμάζονται να αντιδράσουν.
Στη «συζήτηση» υπό την απειλή μιας ύφεσης εξαιτίας των δασμών συμμετέχουν κι άλλοι παράγοντες. Με δημόσια παρέμβασή της η συνομοσπονδία των συνδικάτων AFL-CIO υποστηρίζει μεν τους δασμούς για την τόνωση της εγχώριας βιομηχανίας, καθώς εκτιμά ότι θα ανοίξουν κλειστά εργοστάσια, αλλά αναδεικνύει την ένδεια του σχεδιασμού της οικονομικής πολιτικής του Τραμπ όσον αφορά τον στόχο να κάνει την Αμερική πάλι μεγάλη. «Οι δασμοί για τη διασφάλιση του δίκαιου εμπορίου (σ.σ.: το fair trade αντί του free trade αποτελεί πάγιο αίτημα των εργαζομένων και είχε αναδειχθεί από τους ίδιους, ιδιαίτερα την εποχή του κινήματος κατά της παγκοσμιοποίησης το 1999 και της “μάχης του Σιάτλ”) αποτελούν θεμιτό εργαλείο πολιτικής. Ωστόσο, η μετατροπή των δασμών σε όπλο για την απόσπαση παραχωρήσεων που δεν σχετίζονται με την επιβολή του δίκαιου εμπορίου και οι ληστρικές εμπορικές πρακτικές που οδηγούν σε αποβιομηχάνιση προκαλούν χάος χωρίς την υπόσχεση ενός καλύτερου αύριο και τη δημιουργία θέσεων εργασίας στις ΗΠΑ. Η επανεξισορρόπηση του εμπορίου, η υπεράσπιση των θέσεων εργασίας στις ΗΠΑ έναντι της κακής εργατικής νομοθεσίας και η προστασία του καθαρού αέρα και του νερού μας είναι όλοι λόγοι για να επιδιώξουμε μια δασμολογική πολιτική του 21ου αιώνα η οποία θα συνδυάζεται με μια ουσιαστική βιομηχανική πολιτική».
Αντίστοιχα ο γερουσιαστής Μπέρνι Σάντερς, που εκφράζει την αριστερά των Δημοκρατικών, υποστήριξε πριν από τις ανακοινώσεις ότι ναι μεν οι δασμοί είναι καλοδεχούμενοι, όμως η επιβολή τους θα πρέπει να γίνεται με τρόπο και να είναι ενταγμένοι σε ένα ευρύτερο πλαίσιο διασφάλισης του δίκαιου εμπορίου. Ειδάλλως, εκτίμησε, λειτουργούν ως ένα αντιδημοκρατικό όπλο επιβολής της προεδρικής εξουσίας ακόμη και απέναντι στο Κογκρέσο.
Κόβει επιδόματα για χάρη των πλουσίων και των όπλων
Σχέδιο προϋπολογισμού που συνδυάζει περικοπές στην όποια κοινωνική πολιτική είχε απομείνει στις ΗΠΑ, με ακόμη μεγαλύτερες φοροαπαλλαγές για τους πλουσίους και τις εταιρείες και με 1 τρισεκατομμύριο δολάρια σε άμυνα και ασφάλεια, προώθησε ο Ντόναλντ Τραμπ. Καθώς είχε περάσει από τη Γερουσία την προηγούμενη εβδομάδα, πέρασε μέσα στην εβδομάδα και από τη Βουλή των Αντιπροσώπων με οριακή πλειοψηφία (216 υπέρ και 214 κατά). Προβλέπει περικοπές 880 δισ. δολαρίων στο Medicaid σε βάθος δέκα ετών, φοροαπαλλαγές 7 τρισ. δολαρίων, ενώ για πρώτη φορά ο προϋπολογισμός του Πενταγώνου ξεπέρασε το 1 τρισ. δολάρια, με ετήσια αύξηση 150 δισ. δολαρίων για αμυντικές δαπάνες σε βάθος δεκαετίας.
Σαν έτοιμοι από καιρό οι Κινέζοι: «Δεν θα υποκύψουμε»
Η κινεζική ηγεσία δεν εμφανίστηκε απλώς έτοιμη να απαντήσει στη δασμολογική επίθεση του προέδρου Τραμπ, αλλά το έκανε με αποφασιστικότητα και ταυτόχρονα με… χάρη. Ως πρώτη αντίδραση η κινεζική πρεσβεία στην Ουάσινγκτον ανέβασε ένα βίντεο με ομιλία του πρώην προέδρου Ρόναλντ Ρίγκαν εναντίον των δασμών, ακολούθως το Πεκίνο ανακοίνωσε την αύξηση των δασμών στα αμερικανικά προϊόντα κατά 84% και στη συνέχεια ανέβασε βίντεο με τον Μάο Τσετούνγκ να λέει – αναφερόμενος πιθανότατα στον πόλεμο της Κορέας– ότι «δεν θα υποκύψουμε ποτέ».
Ενώ αποτελεί το κύριο γρανάζι στην Ασία, που αποτελεί την καρδιά της βιομηχανικής παραγωγής και μεταποίησης σε όλο τον κόσμο τον οποίο και τροφοδοτεί προϊόντα και εξαρτήματα, η κινεζική ηγεσία πέραν των δασμών επέβαλε αυστηρούς περιορισμούς στις εξαγωγές σπάνιων γαιών. Αυτό θα προκαλέσει πονοκέφαλο στον Ιλον Μασκ και άλλους μεγιστάνες της τεχνολογίας, καθώς αποτελούν πρώτη και βασική ύλη για τα προϊόντα τους. Αναλυτές ήδη εκτιμούν ότι οι αμερικανικοί δασμοί ίσως ωφελήσουν τελικά την Κίνα, καθώς η πολιτική Τραμπ κλείνει αγορές για τις ΗΠΑ αλλά όχι για την Κίνα και τα προϊόντα που θα κατέληγαν στις ΗΠΑ απλώς θα πλημμυρίσουν τον υπόλοιπο κόσμο.
Διαβάστε επίσης
Αν ανατινάξουν το Μαξίμου ίσως παραιτηθεί ο Χρυσοχοΐδης
Οι Έλληνες καταναλωτές οι πιο απαισιόδοξοι στην ΕΕ – Άλλη μία αρνητική πρωτιά
Έκρηξη στην Hellenic Train: Επανέρχεται η τρομοκρατία… Τρία χτυπήματα σε ενάμιση χρόνο
Αναταραχή στις Ένοπλες Δυνάμεις από τα σχέδια Δένδια για τους υπαξιωματικούς