Μουσικές και τραγούδια του συνθέτη για το θέατρο θα πλημμυρίσουν το Μέγαρο Μουσικής σε μια μεγάλη συναυλία. Τέσσερις σκηνοθέτες που τον ήξεραν καλά μάς γράφουν για τον δικό τους Μικρούτσικο.
Οι μουσικές του άφησαν εποχή στο θεατρικό σανίδι. Οχι μόνο επειδή όλα τα τραγούδια του έχουν κάτι από θεατρική μαγεία, αλλά κυρίως γιατί αγαπούσε τόσο βαθιά το θέατρο. Εγραψε μουσική για σχεδόν όλα τα θεατρικά είδη, από αρχαίο δράμα μέχρι μιούζικαλ, καμπαρέ, επιθεωρήσεις, θέατρο για παιδιά. Πολλές απ’ αυτές τις μελωδίες του πέταξαν μακριά από τις θεατρικές αίθουσες και έγιναν μέρος της ζωής μας, όπως η «Ελένη», το «Αννα μην κλαις», η «Μπαλάντα του ξεσηκωμού», το «Επέστρεφε», το «Μηδέν» και τόσα ακόμη από τα εκατοντάδες τραγούδια που μας άφησε. Γιατί ο Μικρούτσικος πίστευε πάντα ότι στο θέατρο «είναι αδιάρρηκτη η μουσική με την παράσταση». Ενα σώμα. Μια εμπειρία. Ενα όνειρο και μια ανάσα. Πίστευε, επίσης, ότι η μουσική για το θέατρο «είναι υπό περιορισμό» υπακούοντας στο κείμενο και στον σκηνοθέτη. Εντούτοις, έβρισκε την εμπειρία αυτή πολύ ιδιαίτερη και άκρως γοητευτική. Αυτό φαίνεται και από τους σκηνοθέτες που μιλούν για τη συνεργασία τους με τρόπο πολύ προσωπικό και βαθύ.
Στην αφιερωματική βραδιά στο Μέγαρο Μουσικής στις 30 Νοεμβρίου με τίτλο «Τους προβολείς στήσε» θα έχουμε την ευκαιρία να ακούσουμε τραγούδια του από ιστορικές παραστάσεις όπως «Συντροφιά με τον Μπρεχτ» (σκην. Ζιλ Ντασέν), «Φουέντε Οβεχούνα» (σκην. Γιώργου Μιχαηλίδη), «Βίκτωρ Βικτώρια» (σκην. Γιώργου Ρεμούνδου), «Αρχοντοχωριάτης» (σκην. Θέμη Μουμουλίδη), «Η στρίγκλα που έγινε αρνάκι» (σκην. Φωτ. Μπαξεβάνη), «Δον Κιχώτης» (σκην. Γιώργος Κιμούλης), «Ο γέρος της Αλεξάνδρειας» (σκην. Ανρί Ρονς), από τις επιθεωρήσεις του Λάκη Λαζόπουλου κ.ά. Επίσης μουσικές που έντυσαν στίχους του Καβάφη, του Μάνου Ελευθερίου, του Οδυσσέα Ιωάννου και άλλων.
Τη μουσική διεύθυνση της ξεχωριστής συναυλίας θα έχει ο Θύμιος Παπαδόπουλος, ο άνθρωπος που ο Μικρούτσικος αποκαλούσε το «alter ego» του. Θα τραγουδήσουν καλλιτέχνες που θεωρούσε «δικά του παιδιά»: ο Χρήστος Θηβαίος, ο Φοίβος Δεληβοριάς, ο Κώστας Θωμαΐδης και η Ρίτα Αντωνοπούλου, ενώ στην «οικογενειακή» αυτή βραδιά, η κόρη του Σεσίλ Μικρούτσικου θα έχει τη σκηνοθετική επιμέλεια.
Λάκης Λαζόπουλος: «Είναι το μουσικό μας μέγαρο»
Τον Θάνο Μικρούτσικο τον συνάντησα όταν ήταν διευθυντής στο Φεστιβάλ Πάτρας. Εκανα τότε την πρώτη μου μετα-επιθεώρηση, που ήταν μία τρόπον τινά εξελικτική γραφή πάνω στην επιθεώρηση, που ένα από τα στοιχεία που απαιτούσε ήταν μουσική γραμμένη εξ ολοκλήρου από την αρχή και στίχους ενταγμένους στο έργο που, παρά τον αποσπασματικό του χαρακτήρα, είχε ενιαία δομή και υπόθεση. Ο Θάνος ούτε ήθελε καν να το συζητήσει. Γιατί απλά ο Θάνος, σαν άνθρωπος, ήξερε τι θέλει και τι δεν θέλει. Την επιθεώρηση ούτε να την ακούει. Πήγα και τον βρήκα ο ίδιος στην Πάτρα όταν αυτός απάντησε στον Γιώργο Λεμπέση, που ήταν ο παραγωγός μου τότε, ότι δεν τον ενδιέφερε μια τέτοια πρόταση. Μπήκα στο γραφείο του, με καλοδέχτηκε και άρχισα να του διαβάζω το έργο. «Σταμάτα» μου λέει κάποια στιγμή «θα το κάνω. Μου αρέσει». Μετρήσαμε μόνο επιτυχίες από εκείνη τη στιγμή. Μαζί με τις επιτυχίες απίστευτα τραγούδια. «Ηταν ένα μικρό καράβι», «Ελλάς κατόπιν αορτής», «Κάτι έχω να σας πω», «Η Κυριακή των παπουτσιών», οι «Αχαρνής» με το Εθνικό Θέατρο. Τον αγάπησα τον Θάνο και μου άρεσε τόσο πολύ να δουλεύω μαζί του. Ο πιο οργανωμένος άνθρωπος, ο πιο στην ώρα του άνθρωπος, ο πιο με χιούμορ άνθρωπος. Ο πιο. Υστερα η ζωή σιγά σιγά κύλησε και μας έφερε στα δύσκολα.
Θυμάμαι τη συνάντηση που κάναμε όλοι μαζί στο σπίτι της γυναίκας μου της Τασούλας. Αυτός με τη Μαρία, τη γυναίκα του –Λαρισαία, φίλη μου πολύ πριν γνωρίσει τον Θάνο–, ο Θάνος βέβαια, καθισμένοι όλοι μαζί στο σαλόνι του σπιτιού μιλούσαμε για τους καρκίνους τους που έμοιαζαν τόσο πολύ. Μιλούσαμε για γιατρούς, για θεραπείες, ανταλλάσσαμε γνωριμίες, μιλούσαμε για συμπτώματα, για αντιδράσεις, με πάντα σημαιοφόρο την αισιοδοξία και το γέλιο, τον Θάνο. Ακόμα τον θυμάμαι στο νοσοκομείο που τον είδα λίγο καιρό πριν… «Λοιπόν, άκου σύντροφε Λάκη.
Θα σου πω τα υπέρ μου και τα κατά μου κι εσύ πες μου αν θα ζήσω και πόσο». Ηθελε με μαθηματικά να ξέρει. Συν αυτό, συν το άλλο, πλην αυτό, πλην το άλλο, πλην η όρεξη, συν το κέφι, να βγάλουμε ένα συμπέρασμα. Η Τασούλα είχε φύγει όταν συνάντησα τον Θάνο στο νοσοκομείο κι εγώ έβλεπα την ίδια εικόνα του Θάνου στο κρεβάτι. Ηξερα. Ηξερε και η Μαρία, ήξεραν και τα παιδιά του βέβαια, ήξεραν οι φίλοι του οι κοντινοί.
Η ελπίδα ήταν γκρεμισμένη λέξη στα χείλια μας. Ενα ερείπιο που περιφερόταν στα δόντια μας. Κυρίως βέβαια γιατί ο Θάνος ήξερε, οπότε κανείς δεν μπορούσε να παίξει το παιχνίδι της ελπίδας. Πάντα γνώριζε. Ομως δεν ήταν ο θάνατος το σημαντικότερο πράγμα. Το σημαντικότερο πράγμα στον Θάνο είναι ότι οι μελωδίες του, τα τραγούδια του, οι μουσικές του είναι μια σπάνια μουσική παρακαταθήκη για τον τόπο, για την Ελλάδα. Ο Θάνος Μικρούτσικος είναι ο αληθινά μεγάλος της μουσικής μας. Είναι το μουσικό μας μέγαρο. Είναι η πιρόγα μας για το ταξίδι προς το άγνωστο.
Θέμης Μουμουλίδης: «Με ψυχή και σώμα»
Ο Θάνος έγραφε τις μουσικές του με την ψυχή και με το σώμα! Ετσι γράφτηκαν και οι σπουδαίες μουσικές του για το θέατρο. Με ψυχή και σώμα! Από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 που πρωτοσυνεργαστήκαμε, μέχρι τον δεύτερο Καββαδία (το 2017), η συνεργασία μας υπήρξε πάντα ένα ταξίδι προκλήσεων και δημιουργίας. Οι μουσικές και τα τραγούδια του ήταν γεννημένα αυστηρά για τις ανάγκες της παράστασης, υπηρετώντας το όραμα κάθε σκηνοθέτη. Οι μουσικές του έδιναν κίνηση στους στίχους, φώτιζαν εκείνο που κάθε φορά έπρεπε να γεννηθεί στη σκηνή! Αγαπούσε το θέατρο και τους ανθρώπους του και είχε το σπάνιο χάρισμα να μπορεί να παίρνει από κάθε συνεργάτη του τον πιο δημιουργικό εαυτό του. Αφετηρία της δουλειάς μας ήταν πάντα το κείμενο. Ηθελε να γνωρίζει τα πάντα για τις προθέσεις και τους στόχους της σκηνοθεσίας. Ζητούσε οπωσδήποτε να απαντηθεί το ερώτημα: «Γιατί υπάρχει αυτό το τραγούδι στη σκηνή;». Ετσι οι στίχοι γεννούσαν τη μουσική ως φυσική προέκταση μιας δημιουργίας εν εξελίξει. Ο Θάνος έγραψε εκατοντάδες μουσικές και τραγούδια για το θέατρο, όμως και το σύνολο σχεδόν των μουσικών του διακατέχονται από μια έντονη θεατρικότητα. Ολα τα τραγούδια του θα μπορούσε να υπήρχαν σε κάποια παράσταση. «Η μουσική στο θέατρο…» έλεγε… «οφείλει να μπορεί να λειτουργεί και αυτόνομα. Στη σκηνή επιβάλλεται να είναι απαραίτητη. Είναι ένα όπλο που αν χρησιμοποιηθεί σωστά κερδίζει η παράσταση…».
Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος: « Ο αριστοφανικός Θάνος»
Τον Θάνο τον γνώρισα μέσω της Κοραλίας, πριν ακόμα στραφώ στη σκηνοθεσία, και τον θαύμαζα απεριόριστα. Τόσο που δυσκολευόμουν να του προτείνω να γράψει μουσική για τις παραστάσεις μου. Σε δύο ωστόσο περιπτώσεις ξεπέρασα τους δισταγμούς μου, γιατί υπήρχε λόγος σοβαρός. 2005: «Αχαρνής» του Αριστοφάνη από το Εθνικό Θέατρο στην Επίδαυρο, σε μετάφραση του Παντελή Μπουκάλα. Το βάπτισμά μου στην αρχαία κωμωδία. Ευφορία και αθωότητα, που ντύθηκε με τις μουσικές του Θάνου. Ο Θάνος ήταν για μένα ένας καθαρά αριστοφανικός συνθέτης. Πληθωρικός, με ανεξάντλητο χιούμορ και ταυτόχρονα με σκέψη πολιτική. Συνεργαστήκαμε σαν έτοιμοι από καιρό: σε μια παράσταση με τον χορό των αντρών στο κέντρο, που ισορροπούσε ανάμεσα στη σάτιρα και την ποίηση, χωρίς να γέρνει προς την επιθεώρηση αλλά και χωρίς να χάνει το χιούμορ της. Η ποιότητα και το ταμπεραμέντο του Θάνου ήταν εγγύηση. 2012: «Εκκλησιάζουσες» του Αριστοφάνη από το Θέατρο του Νέου Κόσμου στην Επίδαυρο. Χωρίς δεύτερη σκέψη πρότεινα και πάλι στον Θάνο να γράψει μουσική. Αυτήν τη φορά ο καλλίφωνος χορός ήταν γυναικείος, με τα υπέροχα κοστούμια του Αγγελου Μέντη, και ο Θάνος κέντησε με τη μουσική του.
Ευτυχώς προνοήσαμε και τη βάλαμε στο έντυπο πρόγραμμα σε CD. Μισό χρόνο τουλάχιστον ακούγαμε αυτά τα τραγούδια καθημερινά. Σ’ αυτό το πρόγραμμα ο Θάνος είχε σημειώσει: «Πάντα θεωρούσα ότι η θεατρική μουσική έχει πολύ ενδιαφέρον, γιατί είναι μουσική υπό περιορισμό. Με βοήθησε όμως η σύλληψη του Βαγγέλη που είδε την Πραξαγόρα όχι μόνο ως επαναστάτρια του καιρού της, όπως τη θέλει ο Αριστοφάνης, αλλά και ως Κασσάνδρα και Πυθία που προφητεύει τα μελλούμενα. Κι έτσι συνέθεσα ένα από τα πιο μπρεχτικά μου τραγούδια, μια ωδή στην κοινοκτημοσύνη, προσεγγίζοντας στο χορικό “Τέρμα η φτώχεια” μια εμμονή μου να γράψω μια όπερα χωρίς τραγούδι. Ελπίζω να το κάνω σύντομα και τότε αυτό θα το οφείλω στην παράσταση του Θεάτρου του Νέου Κόσμου και στον Θεοδωρόπουλο. Αλλωστε έναν Νέο Κόσμο δεν ονειρευόμαστε όλοι μας;».
Δεν πρόλαβε…
Σπύρος Χατζηαγγελάκης: «Το δικό του πειρατικό»
Και έρχεται η στιγμή που η μπίλια πέφτει σε σένα να σκηνοθετήσεις παράσταση της οποίας τη μουσική έχει κάνει ο Θάνος. Αποκλειστικά Θάνος, ούτε κύριε Θάνο ούτε κύριε Μικρούτσικε. Μόνο αυτό επέτρεπε αυστηρά. Και κάπως έτσι καταλαβαίνεις πως τα πραγματικά μεγαθήρια είναι οι πιο ταπεινοί, οι πιο προσιτοί, οι πιο αγνοί συνομιλητές. Ανθρωπος αλτρουιστής που δεν δίστασε να δώσει το πράσινο φως την ίδια του τη σύνθεση να την πειράξουν όπως θέλουν κάποιοι άσημοι στους οποίους πίστεψε εξαρχής. «Ως την άκρη του κόσμου» το έργο, της Μαρίας Παπαγιάννη.
Βλέπει μουσική πρόβα και εκεί που είμαστε βέβαιοι πως θα απορρίψει τα πάντα, το μόνο που κάνει είναι να διορθώσει επί της ουσίας και να συνηγορήσει σε αλλαγές της ίδιας του της δημιουργίας. Ημέρα πρεμιέρας και όλοι οι ηθοποιοί αγχωμένοι για την επικείμενη έναρξη της παράστασης.
Μπαίνει μέσα, φτιάχνει έναν κύκλο, γίνεται μέρος του κύκλου και λέει τα εξής: «Ξεκινάμε με 4-4-2, συνεχίζουμε με 4-3-3 και στο τέλος φουλ επίθεση». Ο,τι άγχος υπήρχε εξαφανίστηκε διά μαγείας. Το πιο ουσιαστικό όμως κομμάτι της συνεργασίας μου με τον Θάνο, αυτό που δεν θα ξεχάσω, αυτό που θα κρατήσω για πάντα μέσα μου, είναι ότι άνοιξε την πόρτα του σπιτιού του να γνωρίσουμε τη δική του οικογένεια: τη Μαρία, τη Σεσίλ, την Κωνσταντίνα, την Αλεξάνδρα, τον Στέργιο. Το δικό του πειρατικό ήταν η αιτία και η αφορμή να φτιάξουμε κι εμείς επί σκηνής το δικό μας πειρατικό που τους συμπεριλαμβάνει όλους.
INFO
30 Νοεμβρίου, Μέγαρο Μουσικής Αθηνών