Τα δάκρυα στέρεψαν για τα νέα παιδιά που χάθηκαν στον βωμό της εξυπηρέτησης «ημετέρων» και του κέρδους. Στα πανεπιστήμια στήθηκαν αυτοσχέδια μνημεία μνήμης της τραγωδίας. Στις διαδηλώσεις διαμαρτυρίας έκλαιγαν με τη βοήθεια των χημικών. Στα πολιτικά γραφεία έκλαιγαν τη μοίρα τους που έτυχε η στραβή στη βάρδιά τους. Ηταν σίγουρο ότι είχαν βάλει τη χώρα στις σωστές ράγες και ήταν θέμα χρόνου να καταλάβει ο κόσμος το καλό που του έκαναν.
Ολα ήταν θέμα επικοινωνίας: η στάση του πρωθυπουργού που θα έσκυβε το κεφάλι, που θα ήταν αξύριστος στην τηλεοπτική δήλωση, που θα έβαζε ετοιμοπόλεμο φούτερ ή μαύρη γραβάτα με σκούρο σακάκι. Ολα ήταν θέμα μηνύματος. Συμπάσχουν. Κάλπικα βέβαια, διότι από πίσω έτρεχαν δημοσκοπήσεις (βγήκαν και δημοσίως) και σενάρια
διαχείρισης της εικόνας για να μην καταρρεύσει. Οπως και σχέδια «κάθαρσης» του κέντρου από κάθε μορφή αντίδρασης και οργής.
Ποιον ενδιαφέρουν όμως όλα αυτά; Μόνο την κυβέρνηση και τους πολιτικούς. Απουσιάζει ο κόσμος από αυτό το κάδρο. Για την ακρίβεια, φαίνονται είτε ως κλακαδόροι είτε ως διαμαρτυρόμενοι. Η ζωή τους, η διάθεσή τους, οι αγωνίες τους, τα όνειρά τους και οι εφιάλτες τους γίνονται νούμερα, πίνακες και γραφήματα. Από αυτά τα άψυχα στοιχεία περιμένει το πολιτικό προσωπικό της χώρας να συναγάγει συμπεράσματα για την κοινωνία.
Είναι τυχαίο που οι περισσότεροι πολιτικοί διαβιώνουν σε προστατευμένο από τον «τοξικό» λαό περιβάλλον και όταν χάνουν τις εκλογές εφευρίσκουν θεωρίες και τέρατα για να τους αποδώσουν την ήττα; Περιμένετε ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν θα ακολουθήσει τον πατέρα του, ο οποίος κυνηγώντας την
υστεροφημία διοχέτευε εντέχνως (ομιλίες, αρθρογραφία και ταινίες) την άποψη για την καλύτερη διακυβέρνηση της χώρας επί των ημερών του; Αυτήν που καταβαράθρωσε η κοινή γνώμη πολύ πριν από την κίνηση Σαμαρά.
Φταίνε όλοι; Είναι όλοι ίδιοι; Μα δεν τα φάγαμε όλοι μαζί ούτε είναι όλοι υπεύθυνοι για όσα γίνονται τώρα. Η οργή για την τραγωδία άλλαξε σαν ντόμινο τις πολιτικές ταυτίσεις ακριβώς επειδή ο κόσμος δεν διακρίνει πολιτικό να ενδιαφέρεται γι’ αυτούς και να πραγματοποιεί όσα υπόσχεται. Βλέπουν κενό στο πολιτικό σκηνικό και αναζητούν έκφραση της ριζοσπαστικοποίησης (στη βιβλιογραφία έχει καταγραφεί κυρίως αρνητικά κι όχι μόνο θετικά). «Αρκετά ρε με την κονόμα και τις μ@λ… σας. Μας γ@μ…» έγραφε μια αφίσα που είδαμε υπό τους ήχους του ρεμπέτικου άσματος του Μάρκου «Οσοι γινούν πρωθυπουργοί».
Η οργή για την τραγωδία άλλαξε σαν ντόμινο τις πολιτικές ταυτίσεις ακριβώς επειδή ο κόσμος δεν διακρίνει πολιτικό να ενδιαφέρεται γι’ αυτούς