Η Γερμανίδα καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ δήλωσε χθες Παρασκευή ότι το Βερολίνο θα πρέπει να αντιδράσει αποφασιστικά μετά τη σύλληψη δύο ακόμη Γερμανών πολιτών από την Άγκυρα, εν μέσω αυξανόμενων εκκλήσεων προς τη γερμανική κυβέρνηση να εκδώσει επίσημη ταξιδιωτική οδηγία για την Τουρκία, αλλά και αντδράσεων από πολλούς Γερμανούς πολιτικούς.
Η Γερμανία δεν έχει ενημερωθεί επισήμως για τις δύο νέες συλλήψεις, που έγιναν στο αεροδρόμιο της Αττάλειας την Πέμπτη, με το γερμανικό προξενείο στη Σμύρνη να ενημερώνεται για το θέμα «από μη κρατικές πηγές», δήλωσε χθες η εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών Μαρία Άντενμπαρ.
«Προσπαθούμε να μάθουμε ποιες είναι οι κατηγορίες εναντίον τους», πρόσθεσε η Άντενμπαρ. «Πρέπει να υποθέσουμε ότι πρόκειται για πολιτικές κατηγορίες, σχετικές με την τρομοκρατία, όπως και στις άλλες περιπτώσεις», εξήγησε.
Σύμφωνα με το Βερολίνο, στην Τουρκία κρατούνται πλέον με «πολιτικά» κίνητρα συνολικά 12 Γερμανοί, εκ των οποίων οι τέσσερις έχουν διπλή υπηκοότητα. Η πιο γνωστή περίπτωση είναι αυτή του Γερμανού τουρκικής καταγωγής δημοσιογράφου Ντενίζ Γιουτσέλ, του ανταποκριτή στην Τουρκία της εφημερίδας Die Welt ο οποίος συμπλήρωσε χθες 200 ημέρες κράτησης.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η Μέρκελ είπε ότι δεν πιστεύει ότι είναι πρόσφορο να συνεχιστούν οι περαιτέρω συζητήσεις με την Τουρκία σχετικά με τη συμμετοχή της στην τελωνειακή ένωση.
«Πρέπει να αντιδράσουμε αποφασιστικά», είπε σε μια ομιλία της στη Νυρεμβέργη ενώπιον επιχειρηματιών. Μετά τις τελευταίες εξελίξεις, πρόσθεσε η Γερμανίδα καγκελάριος, «ίσως είναι αναγκαίο να ξανασκεφτούμε» τις σχέσεις της Γερμανίας με την Τουρκία.
Σχολιάζοντας την επί 200 ημέρες κράτηση του Γιουτσέλ, η Μέρκελ τόνισε: «Δεν έχει σχέση με τις αρχές μας σχετικά με το κράτος δικαίου».
Από την πλευρά του ο αντίπαλός της και υποψήφιος των Σοσιαλδημοκρατών (SPD) Μάρτιν Σουλτς τάχθηκε υπέρ της έκδοσης ταξιδιωτικής οδηγίας για τους Γερμανούς που επισκέπτονται την Τουρκία.
Η γερμανική κυβέρνηση είχε καλέσει τον Ιούλιο τους Γερμανούς πολίτες που επισκέπτονται την Τουρκία να είναι προσεκτικοί, όμως δεν είχε εκδώσει επίσημη ταξιδιωτική οδηγία.
«Δεν επρόκειτο για ταξιδιωτική οδηγία, αλλά για συστάσεις. Και πιστεύω ότι πρέπει τώρα να σκεφτούμε (…) πόσο μακριά μπορούμε να πάμε», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Σουλτς.
Παράλληλα συμφώνησε με τη Μέρκελ αναφορικά με το θέμα της τελωνιακής ένωσης της Τουρκίας με την ΕΕ, ενώ πήγε και ένα βήμα παρά κάτω επισημαίνοντας ότι ίσως θα πρέπει να εξεταστεί ακόμη και αναστολή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων.
Από την πλευρά του ο Χορστ Ζέχοφερ –ο πρόεδρος των Χριστιανοκοινωνιστών (CSU) του αδελφού κόμματος των Χριστιανοδημοκρατών (CDU) της Μέρκελ—σχολίασε σε συνέντευξή του: «Αρκετά. Πρέπει να ανασταλούν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις και η παροχή οικονομικής βοήθειας» στην Τουρκία.
Ο συμπρόεδρος των Πράσινων Τζεμ Εζντεμίρ εκτίμησε μιλώντας στην Bild ότι «πλέον δεν μπορεί κανείς να πει συνειδητά ότι κάποιος είναι ασφαλής στην Τουρκία». Ενώ για τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σχολίασε: «δεν είναι πρόεδρος, αλλά απαγωγέας».
Τσαβούσογλου: Τι σας νοιάζει;
Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου κατήγγειλε σήμερα την αντίδραση του Βερολίνου για τη σύλληψη στην Τουρκία δύο Γερμανών πολιτών ως υπόπτων για σχέση με το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου 2016, σύμφωνα με τοπικά μέσα ενημέρωσης.
«Όταν συλλαμβάνουμε (ένα πραξικοπηματία), η Γερμανία αρχίζει να αγανακτεί. Μα τι σας νοιάζει;», είπε ο Τσαβούσογλου σύμφωνα με το φιλοκυβερνητικό πρακτορείο ειδήσεων Ανατολή. «Είναι και τούρκος πολίτης, αλλά (η Γερμανία) ρωτάει: ‘Γιατί συλλαμβάνετε τον πολίτη μου;’»
Σύμφωνα με το ιδιωτικό πρακτορείο ειδήσεων Dogan, πρόκειται για δύο τουρκικής καταγωγής Γερμανούς, οι οποίοι συνελήφθησαν στο αεροδρόμιο της Αττάλειας (νοτιοδυτική Τουρκία) ως ύποπτοι για σχέσεις με το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 2016. Το Dogan δεν διευκρίνισε αν έχουν την τουρκική υπηκοότητα, όπως άφησε να εννοηθεί ο Τσαβούσογλου.
«Αν είναι αναμεμιγμένος στο αποτυχημένο πραξικόπημα, αν το υποστήριξε, γιατί τον προστατεύετε;», συνέχισε ο επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας, μιλώντας στη νότια Τουρκία στη διάρκεια των εορτασμών της μουσουλμανικής γιορτής της θυσίας (Άιντ αλ-Άντχα).