Τοπόσημα κρατικής καταστολής στην Αθήνα

Τοπόσημα κρατικής καταστολής στην Αθήνα

Μια περιπατητική παράσταση της Πειραματικής Σκηνής Νέων Δημιουργών διατρέχει την «Τοπογραφία θανάτου»

Οταν πριν από λίγους μήνες ανακοινώθηκε ο καλλιτεχνικός προγραμματισμός του Εθνικού Θεάτρου ένα από τα σημεία που τράβηξαν την προσοχή όλων μας ήταν η επανεκκίνηση της Πειραματικής Σκηνής, που πλέον ονομάζεται Πειραματική Σκηνή Νέων Δημιουργών. Δύο χρόνια μετά τη διακοπή της λειτουργίας της ο σκηνοθέτης Γιώργος Κουτλής επιβεβαιώνει με τον πιο γενναίο τρόπο τον σκοπό αυτής της δράσης και δίνει βήμα σε μια παράσταση που θα μας κάνει να γνωρίσουμε την πόλη όπου ζούμε ξανά από την αρχή.

Η περιπατητική παράσταση «Τοπογραφία θανάτου ή Ας μην ξεχάσουμε» σε σύλληψη και σκηνοθεσία Μπρικένα Γκίστο είναι ένα οδοιπορικό, μια διαδρομή μνήμης που έχοντας για αφετηρία το θέατρο Rex μάς ξεναγεί σε μια πόλη που πενθεί τους δικούς της ήρωες. Πρόσωπα που έζησαν σε άλλες εποχές και που δεν συναντήθηκαν ποτέ. Κι όμως υπάρχει κάτι που συνδέει αυτούς τους ανθρώπους και αυτή η παράσταση ενώνει τα σημεία που φωνάζουν δικαιοσύνη με σεβασμό και χωρίς κανένα δογματισμό.

Μια φορτισμένη συναισθηματικά διαδρομή

Η Μπρικένα Γκίστο δεν θέλει να προκαλέσει με αυτή την παράσταση: «Σκοπός αυτής της παράστασης δεν είναι να δημιουργήσει νέες διαφωνίες ή να φέρει αντίλογο. Στο τέλος αυτής της διαδρομής το μήνυμα θέλω να είναι ελπιδοφόρο και φωτεινό, έστω και μέσα από μια διαδρομή που μας πονάει πολύ και γι’ αυτό δεν πρέπει να ξεχάσουμε. Νιώθω πως δεν έχουμε το δικαίωμα να ξεχάσουμε τους ανθρώπους που δολοφονήθηκαν, επειδή έτσι κατά κάποιον τρόπο θα γίνουμε κι εμείς μέρος μιας ιστορίας που τη βολεύει να ξεχάσει και να ξεχαστεί».

Σε όλη τη διαδρομή που περπάτησα μαζί με τους ηθοποιούς και όλους τους συντελεστές της παράστασης περάσαμε από σημεία στα οποία έχω ξαναβρεθεί χιλιάδες φορές. Το φοβερό είναι πως από την πρώτη κιόλας στιγμή παραδέχτηκα μέσα μου την αναγκαιότητα αυτής της διαδρομής. Συνειδητοποίησα πως σχεδόν καθημερινά περνάω από τους δρόμους όπου δολοφονήθηκαν ο Ζακ Κωστόπουλος, ο Μιχάλης Μυρογιάννης, ο Μιχάλης Καλτεζάς, η Σταματίνα Κανελλοπούλου, ο Ιάκωβος Κουμής, ο Σωτήρης Πέτρουλας και άλλοι δικοί μας άγνωστοι κι όμως προσπερνώ. Η βοηθός σκηνοθέτρια και δραματουργός Ιωάννα Λιούτσια εξηγεί πως τα πρόσωπα ήταν που διάλεξαν την παράσταση και όχι η παράσταση εκείνα. «Αν δει κάποιος λίγο πιο προσεκτικά τα θύματα, θα αναγνωρίσει ένα μοτίβο. Μπορεί αυτοί οι άνθρωποι να μη γνωρίζονταν, αλλά είχαν κάτι κοινό. Ολοι τους ονειρεύτηκαν έναν καλύτερο κόσμο και με τον τρόπο τους τον διεκδίκησαν. Ο Παύλος, ο Αλέξης, ο Μιχάλης και όλοι όσοι χάθηκαν δεν είναι μαζί μας επειδή κάποιοι δεν τους επέτρεψαν να αγωνιστούν για μια ζωή όπου η βία δεν θα πυροβολούσε τα όνειρά τους».

Πρώτη στάση της διαδρομής ήταν ένα σημείο που προσωπικά δεν γνώριζα ότι συνδέεται με τον Παύλο Φύσσα. Η ηθοποιός Ερατώ Καραθανάση, η ξεναγός μαζί με τον Τάσο Ροδοβίτη, στέκεται μπροστά από το μαγαζί 7sins: «Σε αυτό το μαγαζί ο Παύλος τραγουδούσε μαζί με τους φίλους του και μοιραζόταν τα “Ζόρια” του. Αν δεν είχε δολοφονηθεί από την εγκληματική οργάνωση της Χρυσής Αυγής, θα συνέχιζε να “ενοχλεί” με τους στίχους του. Πώς λοιπόν μπορούμε να ξεχάσουμε; Οι άνθρωποι που ξεχνούν είναι καταδικασμένοι να επιστρέφουν στα ίδια τραύματα». Στον ίδιο πεζόδρομο με τη μουσική σκηνή με την οποία συνεργαζόταν ο Φύσσας ένας άλλος άνθρωπος δολοφονήθηκε. Η οδός Γλάδστωνος έγινε ο τόπος μαρτυρίου του Ζακ Κωστόπουλου, που την 21η Σεπτεμβρίου 2018 ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου από δύο πολίτες και οκτώ αστυνομικούς.

Δύο ήταν οι καταθέσεις που επιβεβαίωσαν τη δολοφονία του 20άχρονου Μιχάλη Μυρογιάννη από τον πραξικοπηματία αξιωματικό της χούντας Νίκο Ντερτιλή. Η μία ήταν του Μίμη Τραϊφόρου, που από το μπαλκόνι του στην οδό 28ης Οκτωβρίου είδε όλη τη σκηνή μπροστά από το Πολυτεχνείο. Η άλλη μαρτυρία ήρθε από τον οδηγό του Ντερτιλή Αντώνη Αγριτέλη, που επιβεβαίωσε πως ο Ντερτιλής έριξε στον Μυρογιάννη στη διασταύρωση Πατησίων και Στουρνάρη.

Οι πληροφορίες που συνέλεξε η σκηνοθέτρια είναι αποτέλεσμα έρευνας που ξεκινάει από τη δεκαετία του ’60 και φτάνει μέχρι σήμερα, με την ελπίδα ο κύκλος της βίας να σταματήσει: «Οταν δολοφονήθηκε ο Αλέξης ήμουν δεκαέξι ετών. Στιγμάτισε την εφηβεία μου. Ψάχνοντας σε αρχεία και μιλώντας με ιστορικούς, δημοσιογράφους αλλά και συγγενείς των θυμάτων ένιωσα την ανάγκη να μιλήσω γι’ αυτούς τους ανθρώπους που σημάδεψαν τις γειτονιές όπου ζω».

Ανήμερα της δωδέκατης επετείου από την εξέγερση του Πολυτεχνείου ο αστυνομικός Θανάσης Μελίστας πυροβολεί με το υπηρεσιακό του περίστροφο τον Μιχάλη Καλτεζά. Ο 15άχρονος μαθητής πέφτει νεκρός στην οδό Σολωμού. Σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο οι εξελίξεις ήταν ραγδαίες. Πραγματοποιείται κατάληψη στο Πολυτεχνείο. Λίγες ημέρες αργότερα παγιδεύεται με εκρηκτικά αυτοκίνητο δίπλα σε κλούβα των ΜΑΤ. Πέφτει νεκρός ένας αστυνομικός. Την ευθύνη αναλαμβάνει η 17Ν. Ο Μελίστας καταδικάζεται σε δυόμισι χρόνια φυλάκιση, ενώ στην κατ’ έφεση δίκη θα αθωωθεί. Η Ιωάννα Λιούτσια επιμένει στην αλήθεια αυτής της παράστασης και πως σκοπός της είναι η αποκατάσταση της αλήθειας: «Οσες φορές έχω περπατήσει σε αυτούς τους δρόμους συναντώ μνημεία και ονομασίες από τα οποία όμως κάποιοι λείπουν. Στις επίσημες αφηγήσεις της πόλης κανείς δεν θα μιλήσει γι’ αυτούς τους ανθρώπους και τις ιστορίες τους. Επίσης, αν ανατρέξει κάποιος στα δημοσιεύματα της εποχής –όσα έχουν διασωθεί–, υπάρχουν ιστορικά κενά. Αυτή η παράσταση δεν είναι τουριστικός οδηγός ούτε θέλουμε να σηκώσουμε το δάχτυλο σε κανέναν. Την αλήθεια θέλουμε να καταγράψουμε και ότι αυτή μέσα από την τέχνη οφείλει να κλείσει το μάτι σε όλους μας».

«Ποιος δίνει τα ονόματα στους δρόμους;»

Στις 16 Νοεμβρίου 1980 η Σταματία Κανελλοπούλου μεταφέρεται σε κρίσιμη κατάσταση στο Ιπποκράτειο, όπου και αφήνει την τελευταία της πνοή. Λίγο πριν την είχαν χτυπήσει άντρες των ΜΑΤ στην οδό Πανεπιστημίου. Την ίδια στιγμή διακομίζεται στο Λαϊκό νοσοκομείο ο Ιάκωβος Κουμής, ο οποίος βρέθηκε αιμόφυρτος στην πλατεία Συντάγματος να φέρει βαριές κ ρα νιο εγκεφαλικές κακώσεις από κλομπ. Αλλη μαρτυρία κάνει λόγο για σφαίρα αστυνομικού. Λίγες ημέρες αργότερα πεθαίνει. Η 20άχρονη εργάτρια Σταματία Κανελλοπούλου από το Περιστέρι και ο 26άχρονος Κύπριος φοιτητής της Νομικής Ιάκωβος Κουμής βγήκαν στους δρόμους για να τιμήσουν τους νεκρούς του Πολυτεχνείου. Για τον θάνατό τους διατάχτηκε ΕΔΕ η οποία δεν κατέληξε πουθενά. Ο ηθοποιός Γκαλ Ρομπίσα αναρωτιέται γιατί έπρεπε να πεθάνουν αυτοί οι άνθρωποι: «Γιατί έπρεπε να πεθάνουν; Σε ποια δημοκρατία άνθρωποι δολοφονούνται μόνο και μόνο γιατί διεκδικούν έναν καλύτερο κόσμο; Ποιος θα δικαιώσει τα θύματα και ποιος θα έχει το θάρρος να τιμωρήσει τους θύτες; Ολα αυτά τα “γιατί” φωνάζουν σε αυτή την παράσταση».

Η ηθοποιός Αφροδίτη Σοβόλου διάβαζε για το πτυχίο των αγγλικών στη γενέτειρά της, τους Μολάους Λακωνίας, την ημέρα που δολοφονήθηκε ο Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος: «Οι γονείς μου έλειπαν και στο σπίτι υπήρχε ησυχία. Εγώ διάβαζα και γι’ αυτό δεν είχα ανοίξει την τηλεόραση. Επειτα από αρκετές ώρες διαδίδεται πως στην Αθήνα ένας ειδικός φρουρός δολοφονεί ένα 15άχρονο μαθητή. Παθαίνω σοκ. Είχα διαβάσει για νέους ανθρώπους που είχαν χάσει τη ζωή τους, όμως εδώ μιλούσαν για ένα μαθητή. Μαθήτρια ήμουν κι εγώ τότε. Θα μπορούσα να ήμουν εγώ στη θέση του ή η διπλανή μου στο θρανίο. Πώς μπορούμε εμείς να τους ξεχάσουμε;».

Φτάνουμε στη διασταύρωση των οδών Μεσολογγίου και Τζαβέλλα, στο σημείο όπου το βράδυ της 6ης Δεκεμβρίου 2008 ο Αλέξης Γρηγορόπουλος έπεσε νεκρός από τα πυρά του Επαμεινώνδα Κορκονέα. Ο ηθοποιός Γιάννης Σαμψαλάκης γυρνάει και μου λέει: «Αν υπάρχουν εκείνοι που ξεχνούν, εμείς έχουμε χρέος να είμαστε με την πλευρά εκείνων που θυμούνται. Οφείλουμε να γίνουμε ασπίδα στην αδικία και στον φόβο. Γι’ αυτό κάνουμε αυτή την παράσταση».

Οση ώρα τραγουδούσαμε συγκινημένοι τους στίχους της Νατάσας-Φαίης Κοσμίδου και νιώθαμε την ενέργεια αυτής της πόλης να μας προστατεύει ήρθε ένας άνθρωπος και έχυσε στο κέντρο του σημείου λίγο από το κρασί που έπινε σε ένα πλαστικό μπουκάλι. Μετά την περίεργη σπονδή μάς φώναξε «δικαιοσύνη» και έφυγε. Μιλώντας μαζί του μετά την ολοκλήρωση του ρεπορτάζ μου είπε πως τον λένε Βλαδίμηρο και είναι από τη Σερβία. Δείχνοντάς μου τη φωτογραφία του Γρηγορόπουλου μου είπε πως έχει κλάψει γι’ αυτό το παιδί με τα πολλά μαλλιά στο πρόσωπο και με ρώτησε ποιος ήταν. Δεν ήξερα τι να του απαντήσω. Εχω περάσει τόσες φορές από αυτό το σημείο και ποτέ δεν σκέφτηκα ποιος ήταν ο Αλέξανδρος προτού δολοφονηθεί από έναν κρατικό λειτουργό, όπως το δικαστήριο αποφάνθηκε. Ο,τι ξέρω για εκείνον είναι μετά τον θάνατό του. Αφού ήπιαμε κρασί με τον Βλαδίμηρο, στο μυαλό μου στριφογύριζε αυτό που θα ακούσετε να λέγεται σε όλη τη διάρκεια της παράστασης από τον ηθοποιό Αλέξανδρο Γιαγκούση: «Ποιος δίνει τα ονόματα στους δρόμους;».

Documento Newsletter