Τόλης Βοσκόπουλος: Με τον τρόπο του απόλυτου σταρ

Ο Τόλης Βοσκόπουλος με την Αννούλα Βασιλείου και τον Μανώλη Αγγελόπουλο
Αποχαιρετισμός στον τραγουδιστή που ανανέωσε τον ορισμό «λαϊκό είδωλο» και έγινε icon χωρίς τη συνδρομή των «ξεβλαχευτών».

Η έκφραση «τέλος εποχής» ισχύει απολύτως στην περίπτωση του Τόλη Βοσκόπουλου. Επρόκειτο για ένα από τα µεγαλύτερα λαϊκά είδωλα στην Ελλάδα που σφράγισε το τραγούδι από το δεύτερο ήµισυ της δεκαετίας του 1960 και µετά. Επρόκειτο επίσης για έναν ορίτζιναλ δανδή του λαϊκού τραγουδιού ο οποίος, παρότι γεννήθηκε στην Κοκκινιά του Πειραιά µέσα σε συνθήκες φτώχειας, κατέκτησε γρήγορα την κορυφή και άφησε ιστορία µε τη σκηνική του παρουσία, τους έρωτές του µε τις πιο ωραίες γυναίκες της εποχής και φυσικά µε το µοναδικό µέταλλο της φωνής του, αυτό το «σµυρναίικο λαρύγγι», όπως µου τον είχε χαρακτηρίσει κάποτε ο δεξιοτέχνης του µπουζουκιού και συνεργάτης του Μανώλης Καραντίνης.

Το 1960, μόλις 20 χρόνων, παντρεύτηκε με τη Στέλλα Στρατηγού

 

Ο άντρας που σεβόταν τη γυναίκα

Ακόµη κι αν δεν συνάντησα ποτέ τον Βοσκόπουλο, µπορώ να λέω ότι τον γνώρισα µέσα από τις αφηγήσεις πολλών καλλιτεχνών που είτε δούλεψαν µαζί του είτε απλώς τον συναναστράφηκαν. Οπως η Καίτη Γκρέυ, της οποίας τα λόγια σε µια συνάντησή µας στο σπίτι της το 2018 µεταφέρω εδώ: «Εγώ έχω βγάλει τον Τόλη Βοσκόπουλο. Η Στέλλα Στρατηγού (σ.σ.: η πρώτη σύζυγος του Βοσκόπουλου) ήταν φίλη µου και εκείνη µου πρωτοµίλησε γι’ αυτόν. Η πρώτη δουλειά που κάναµε µαζί ήταν στο Τορόντο, όπου εκεί εγώ τραγούδησα κοµµάτια σε στίχους του Πέτρου Γιαννακού και µουσική του Τόλη. Εγώ πήρα τα πρώτα του τραγούδια και τα πήγα στον Μάτσα, στην τότε Odeon, αλλά δεν τα δέχτηκε. Τα απέρριψε και τα µάζεψε ο Τόλης και τα κάνανε αλλού µε τη ∆ούκισσα».

Η µαρτυρία της Καίτης Γκρέυ δένει µε εκείνη που µου εµπιστεύτηκε η ∆ούκισσα όταν είχαµε µιλήσει το 2007: «Τα πρώτα µου 45άρια έγιναν µε τον Βοσκόπουλο –εγώ τραγουδούσα στη µία πλευρά, εκείνος στην άλλη– και έτσι φτάσαµε στις “Αναµνήσεις”, τον πρώτο µου µεγάλο δίσκο όπου τραγουδούσαµε µαζί δικά του κυρίως τραγούδια. Τον βγάλαµε στη Philips, γιατί ο Μάτσας µας είχε κόψει στην Odeon. Θα έπαθε µεγάλη ταραχή µετά, γιατί οι “Αναµνήσεις” και η “Μελαγχολία”, συνθέσεις του Τόλη, σηµείωσαν τεράστια επιτυχία».

Με την Μπάρμπαρα Μπουσέ στη Νεράιδα (1972)

 

Και συνέχισε η ∆ούκισσα: «Ο Τόλης είναι ο ορισµός της αντρικής αξιοπρέπειας. Σεβόταν τη γυναίκα και ερωτευόταν µε πάθος. Εκτιµούσε –και µου το έλεγε– που ήµουν πάντα καλοντυµένη στο πλευρό του, αλλά ποτέ προκλητική. Σήµερα δυστυχώς οι πιο πολλές τραγουδίστριες τραγουδάνε µε το µπούτι κι αυτό δεν θα του αρέσει καθόλου».

Την ιπποτική συµπεριφορά του Βοσκόπουλου είχε σκιαγραφήσει και η Μαρίνα, η ποπ τραγουδίστρια των 70s: «Θα ’µουν δεν θα ’µουν 17 ετών και δούλευα στο Στορκ ως τραγουδίστρια ορχήστρας. Eνα βράδυ που ο Τόλης καθόταν στην παρέα του Αλέξη Παπαδηµητρίου, του συνθέτη µου, σηκώθηκε και µου φίλησε το χέρι µπροστά σε όλους. Ηταν ένας ζωντανός θρύλος και εγώ ένα κοριτσάκι τότε». Η Μαρίνα µίλησε και για µια άλλη πτυχή του Βοσκόπουλου, τις αγαθοεργίες που έκανε δίχως να τους δίνει δηµοσιότητα: «Οταν η Σεβάς Χανούµ αρρώστησε από καρκίνο πέρασα από το καµαρίνι του για να του ζητήσω χρήµατα που µάζευα ως µέλος του διοικητικού συµβουλίου των τραγουδιστών µε πρόεδρο τη Χαρούλα. Τραγουδούσαν µε τον ∆ιονυσίου στα ∆ειλινά. Σαν άκουσε για την κατάσταση της Σεβάς Χανούµ έδειξε µεγάλη στενοχώρια και κατευθείαν έβγαλε και µου έδωσε 50.000 δραχµές, ποσό τεράστιο για την εποχή». Στην εποχή, πάντως, που αναφέρεται η Μαρίνα, στη δεκαετία του 1980 δηλαδή, είναι γνωστό πως οι φανατικοί θαυµαστές του έκαναν κράτηση µε τον µήνα στα µαγαζιά όπου εµφανιζόταν προκειµένου να παρακολουθούν όσο πιο συχνά γινόταν το είδωλό τους.

Με τη Ζωή Λάσκαρη, την «Ξανθή αγαπημένη Παναγιά». Η πολυκύμαντη σχέση τους πέρασε στη μυθολογία του εγχώριου σταρ σίστεμ

 

Συνδυάζοντας τον «Μεγάλο ερωτικό» µε τον Τόλη

Αναρωτιέται κανείς µε µεταφυσική διάθεση ποια καλή νεράιδα ήταν αυτή που άγγιξε µε το ραβδί της το τελευταίο από τα δώδεκα παιδιά µιας φτωχής οικογένειας Μικρασιατών προσφύγων – ο Τόλης είχε έντεκα µεγαλύτερες αδερφές. Κανείς βέβαια δεν γνωρίζει µε ακρίβεια αν ήταν το δωδέκατο ή το εικοστό πέµπτο παιδί στη σειρά, εφόσον ο ίδιος είχε πει κάποτε πως οι αδερφές του ήταν 24 και όχι έντεκα.

Εως και το 1968, χρονιά που έφτασε στην κορυφή µε την περίφηµη «Αγωνία» του Γιώργου Ζαµπέτα, ήδη είχε ξεκινήσει τις εµφανίσεις του ως ηθοποιός στο θέατρο και τον κινηµατογράφο. Ειδικά στον κινηµατογράφο τον πρωτοείδαµε σε ηλικία 20 χρόνων, το 1960, να υποδύεται έναν κονφερασιέ νυχτερινού κέντρου στην ταινία «Τρεις κούκλες κι εγώ», για να ακολουθήσουν οι πρωταγωνιστικές συµµετοχές του σε πολλά από τα περιβόητα οικογενειακά µελό. Ενδεικτικοί τίτλοι: «Θα κάνω πέτρα την καρδιά µου», «Ελπίδες που ναυάγησαν», «Καταραµένη ώρα», «Μείνε κοντά µου αγαπηµένε», όλα παραγωγές του 1968. Ξεχωρίζουν φυσικά οι παρουσίες του στο δαλιανίδειο µιούζικαλ «Μαριχουάνα stop!» (1971), όπου γνώρισε και ερωτεύτηκε τη Ζωή Λάσκαρη, το «Αδέρφια µου, αλήτες, πουλιά» (1971) και το «Ο άγνωστος εκείνης της νύχτας» (1972).

Σκηνή από το μιούζικαλ «Μαριχουάνα stop!» του Γιάννη Δαλιανίδη

 

Χαρακτηριστική είναι η αφήγηση του τραγουδιστή Ηλία Λιούγκου, ο οποίος όταν πέρασε για οντισιόν από τον Μάνο Χατζιδάκι πρότεινε να του τραγουδήσει Βοσκόπουλο: «Ο Βοσκόπουλος έκανε θραύση τότε, ήταν ένας θεός του τραγουδιού και όλοι όσοι θέλαµε να γίνουµε τραγουδιστές αυτόν ακούγαµε. Οταν πήγα πρώτη φορά για να µε ακούσει ο Μάνος ζήτησα να του τραγουδήσω το “Αδέρφια µου, αλήτες, πουλιά” και ένα από τον “Μεγάλο ερωτικό”. Τελικά είπα µόνο αυτό από τον “Μεγάλο ερωτικό”, αλλά πάντα ο Βοσκόπουλος θα µε συγκινεί γιατί µε αυτόν µεγαλώσαµε». Αλλη µια της χατζιδακικής οικογένειας, η Φλέρυ Νταντωνάκη, είχε δηλώσει την εκτίµησή της στον ερµηνευτή Τόλη Βοσκόπουλο: «Η βαθιά αλήθεια του πόνου των ανθρώπων του περιθωρίου είναι το λαϊκό ρεµπέτικο. Αυτά που εκπέµπει ο Βοσκόπουλος τον κάναν σταρ» (συνέντευξη στον Γιώργο Λιάνη στα «Νέα», 1987).

Τον Τόλη Βοσκόπουλο ωστόσο ουδέποτε τον απασχόλησε το πέρασµα στο λεγόµενο έντεχνο τραγούδι µε τις µελοποιήσεις και όλα αυτά που οι ατόφιοι λαϊκοί καλλιτέχνες τα έβρισκαν συνήθως βαρύγδουπα. ∆εν το είχε ανάγκη κιόλας αυτός που επί 40 χρόνια έκανε πάντα sold out εµφανίσεις τραγουδώντας τεράστιες επιτυχίες: «Το φεγγάρι πάνωθέ µου» και «Γλυκά πονούσε το µαχαίρι» σε µουσικές Μίµη Πλέσσα και στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου, «Ανεπανάληπτος», «Πριν χαθεί το όνειρό µας», «Ψύλλοι στα αυτιά µου», «Τσιγγάνα για χατίρι σου» και αναρίθµητα ακόµη τραγούδια όχι µόνο µε την ιδιότητα του τραγουδιστή, αλλά και µε εκείνες του τραγουδοποιού και στιχουργού. ∆ιότι ναι µεν ο ίδιος ερµήνευσε Ζαµπέτα, Πλέσσα, Κατσαρό, Ακη Πάνου, Λυκούργο Μαρκέα, µέχρι και Φοίβο πιο πρόσφατα, δικές του συνθέσεις τραγούδησαν όµως συνάδελφοί του όπως η ∆ούκισσα, η Μαρινέλλα (σ.σ.: ήταν η δεύτερη σύζυγός του), η Τζένη Βάνου, ο Πάνος Τζανετής, ο Γιάννης Καλατζής, η Πίτσα Παπαδοπούλου κ.ά.

Με τη δεύτερη σύζυγό του, τη Μαρινέλλα, και την κόρη της Τζωρτζίνα

 

Μια ξανθή Παναγιά στη Θεσσαλονίκη

Η φιλία του µε τον Στράτο ∆ιονυσίου, τον άλλο τιτάνα του λαϊκού τραγουδιού, χρήζει ιδιαίτερης αναφοράς, καθώς έµεινε να την υπενθυµίζει για πάντα ένα τραγούδι: το «Αποκοιµήθηκα» που ο Βοσκόπουλος έγραψε το 1976, όταν είχε αποδοθεί χάρη στον ∆ιονυσίου το Πάσχα της ίδιας χρονιάς για την υπόθεση κατοχής ναρκωτικών. Εχοντας εκτίσει ένα µέρος της ποινής του στις αγροτικές φυλακές Τίρυνθας ο ∆ιονυσίου επέστρεψε στις πίστες µε αυτό το τραγούδι του Τόλη, το οποίο έµελλε να ηχογραφήσει µε τη φωνή του και ο ίδιος ο δηµιουργός του το 1985.

∆ιαστάσεις καλτ ιστορίας είχε πάρει µες στα χρόνια η εµφάνισή του στο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης το 1972, όπου τραγούδησε µε αµετροεπή ηδυπάθεια το «Ξανθή αγαπηµένη Παναγιά», αφιερωµένο στη Ζωή Λάσκαρη, η οποία βρισκόταν στο ακροατήριο της εκδήλωσης. Την ίδια χρονιά Βοσκόπουλος και Λάσκαρη χάλαγαν κόσµο ως ζευγάρι της σοουµπίζ και συµπρωταγωνιστές στο µιούζικαλ «Οι εραστές του ονείρου». Σε ένα άλλο µιούζικαλ, το «Ηρθες σαν όνειρο» το 1998, θα επισφραγιζόταν η σχέση του µε την τέταρτη σύζυγό του, την ηθοποιό και πολιτικό Αντζελα Γκερέκου, µε την οποία έµειναν µαζί έως το τέλος της ζωής του και απέκτησαν µία κόρη, τη Μαρία, γεννηµένη το 2001. Αξίζει να σηµειωθεί πως µες στη χρονιά που διανύουµε τα δικαστήρια αναγνώρισαν πως η άλλη του κόρη, η Χαρά –καρπός του επεισοδιακού τρίτου γάµου του µε την Τζούλια Παπαδηµητρίου–, δεν είναι δικό του παιδί.

Ενα φιλί επισφραγίζει μια βαθιά αγάπη. Με την Άντζελα Γκερέκου παντρεύτηκαν το 1996

 

Τον είπαν «πρίγκιπα του ελληνικού τραγουδιού» και όχι αδίκως. Θυµάµαι τη µάνα ενός συµµαθητή µου στις αρχές του 1990. Λαϊκή γυναίκα στο Κερατσίνι. Είχε σε ντάνες όλη τη δισκογραφία του Τόλη Βοσκόπουλου και έβαζε τα βινύλιά του το ένα µετά το άλλο. Μαγείρευε το φαΐ της και έκλαιγε ενθυµούµενη πόσο ερωτευµένη υπήρξε µαζί του στα νιάτα της. ∆εν µου έκανε εντύπωση, αντιθέτως µπορούσα να καταλάβω για ποιο λόγο ο γυναικείος πληθυσµός παραληρούσε µε τον Βοσκόπουλο. Ο ίδιος δεν υπήρξε ο ορισµός του ζεν πρεµιέ – τα αδρά χαρακτηριστικά του σε συνδυασµό µε την αριστοκρατικότητα και την αρρενωπότητά του έλκυαν τις γυναίκες.

Το ελληνικό τραγούδι θρηνεί εδώ και λίγες µέρες το απόλυτο λαϊκό είδωλο, καταχωρηµένο πλέον στην ιστορία του, που σφράγισε τον 20ό αιώνα στην Ελλάδα µε τις ερµηνείες του και το life style του, πολύ προτού ο όρος «life style» επιβληθεί και καπελώσει τα πάντα. Ο Τόλης Βοσκόπουλος δεν ήταν ακόµη ένας κοσµαγάπητος λαϊκός τραγουδιστής. Ηταν µια σταθερή αξία και έτσι αξίζει να τον θυµόµαστε όλοι.

Με την Καίτη Γκρέυ, τη Μελίνα Μερκούρη και τον Γιάννη Πάριο (© Στέλιος Ελληνιάδης)

 

Το χρονικό μιας συνέντευξης που δεν έγινε

Τον αναζητούσα εδώ και χρόνια για μια συνέντευξη, είχα βάλει λυτούς και δεμένους για να επικοινωνήσω μαζί του. Κάποτε η Σεμίνα Διγενή μου είχε δώσει το τηλέφωνο του σπιτιού του. Απάντησε ο ίδιος, αλλά έκανε πως ήταν άλλος – ήταν δυνατό να μην αναγνώριζα τη φωνή του έστω και από τηλεφώνου; «Ο κύριος Βοσκόπουλος δεν συμπαθεί τους δημοσιογράφους και δεν θα σας μιλήσει» μου είπε. Και όταν τον ρώτησα για ποιο λόγο, μου απάντησε πως οι δημοσιογράφοι έχουν παρέμβει στην προσωπική του ζωή και έκαναν μεγάλο κακό στον ίδιο και στην οικογένειά του. Ισως να ξεχάστηκα, ίσως να το έκανα και λίγο επίτηδες, στο τέλος πάντως του είπα: «Ευχαριστώ πολύ, δεν πειράζει, κύριε Βοσκόπουλε», οπότε αυτός επίσης ξέχασε ότι υποδυόταν έναν άλλο και μου απάντησε εξίσου ευγενικά: «Εγώ ευχαριστώ, να είστε καλά, κύριε».

Τα χρόνια πέρασαν και πρόπερσι θυμάμαι ζήτησα από την κοινή μας φίλη, τη συνάδελφο Ολγα Μπακομάρου, να του τηλεφωνήσει. Ο Βοσκόπουλος αγαπούσε την Ολγα, καθώς τη δεκαετία του 1970 εκείνη ήταν πάντα δίπλα του ως απεσταλμένη δημοσιογράφος στις περιοδείες του στο εξωτερικό. Και πάλι ήταν αρνητικός, δεν επιθυμούσε να μιλήσει σε κανέναν δημοσιογράφο. Τελευταία απόπειρα έκανα πριν από λίγους μήνες, όταν ο Θανάσης Λάλας επικοινώνησε μαζί του και αυτήν τη φορά ήταν θετικός στο να βρεθούμε από κοντά και να μου μιλήσει για όλα. Να που δεν προλάβαμε όμως. Μια καρδιακή ανακοπή έκοψε το νήμα της ζωής του τη Δευτέρα 19 Ιουλίου λίγες μέρες προτού συμπληρώσει τα 81 του χρόνια.

Στη συνέντευξη Τύπου για τη συναυλία του στο Ηρώδειο (2018)

 

Ο Τόλης που γνώρισα…

Μαρίνα Βλαχάκη

Τραγουδίστρια, παρτενέρ του Στράτου Διονυσίου

«Ξεκίνησα δίπλα στον Βοσκόπουλο και στη Μαρινέλλα στην παραλιακή Νεράιδα. Εχοντας ξεκινήσει να τραγουδάω από 15 ετών, στάθηκα πολύ τυχερή που βρέθηκα δίπλα τους. Είχα περάσει από οντισιόν και ήμουν το ένα από τα δυο τρία παιδιά που έκαναν δεύτερες φωνές πίσω από τα μεγάλα ονόματα. Το 1980 όταν με επέλεξε για παρτενέρ του ο Διονυσίου συνεχίστηκε η συνεργασία μου και με τον Τόλη, εφόσον το σχήμα ήταν Βοσκόπουλος – Διονυσίου – Μενιδιάτης – Δούκισσα – Λίτσα Διαμάντη, ένα απίστευτο μεγάλο σχήμα. Εκτοτε βγαίναμε πολύ συχνά έξω με τον Τόλη ή πηγαίναμε με τον Στράτο και τον βλέπαμε στις καμπάνες του Αστέρα Βουλιαγμένης. Στο σικ ντύσιμο που είχε ο Στράτος είχε βάλει το χεράκι του ο Τόλης· το έλεγε επανειλημμένα ο Στράτος σε συνεντεύξεις του. Μόνο καλά έχω να θυμάμαι από αυτό τον άνθρωπο. Η απώλειά του μου θύμισε αυτή του Στράτου – πώς φεύγουν ένας ένας όλοι αυτοί οι μεγάλοι λαϊκοί καλλιτέχνες που ευτυχώς αφήνουν παρακαταθήκη τα τραγούδια τους».

Στιλιστικές επισημάνσεις στον Στράτο Διονυσίου

 

Κατερίνα Στανίση

Τραγουδίστρια

«Τον Τόλη τον γνώρισα στα μέσα της δεκαετίας του 1970. Σημασία όμως έχει το πότε συνεργαστήκαμε. Ηταν σε ένα παραλιακό κέντρο στη Βάρκιζα, το Ribas, για πολύ λίγο. Εκεί κατάλαβα για ποιο λόγο ο κόσμος τον αγαπούσε τόσο. Ήταν πολύ απλός και προσιτός. Τον έβλεπαν στην πίστα και τον αποθέωναν χωρίς να ξέρουν όμως πόσο καλή καρδιά είχε. Μιλούσε με τους πάντες, μικρούς και μεγάλους, πέρναγε από τα καμαρίνια για να μας εμψυχώσει όλους, διότι και αυτή η δουλειά έχει τα δικά της βάσανα. Ήταν πρώτος στην προσφορά, συμπονετικός και ανοιχτοχέρης. Δεν θέλω να πω ονόματα, αλλά υπήρξαν πολλοί συνάδελφοι που τράβαγαν οικονομικά ζόρια και περνούσαν από το καμαρίνι του Τόλη. Δεν τους άφηνε να φύγουν έτσι, τους στήριζε και τους βοηθούσε. Θα μπορούσε, όντας ένας τόσο μεγάλος τραγουδιστής –και θεατρίνος κατά τη γνώμη μου– να κρατούσε αποστάσεις. Ο Τόλης επίσης ήταν ο τραγουδιστής που σήκωνε τους συναδέλφους του από την καρέκλα. Τους ήθελε να τραγουδούν όρθιοι. Έβγαινε πολύ έξω, πήγαινε σε μαγαζιά να δει συναδέλφους του και αυτό συνέβαινε μ’ εμένα. Ερχόταν πάντα και με έβλεπε όπου εμφανιζόμουν. Ο γυναικόκοσμος τον λάτρευε, καθώς όποια γυναίκα και να έβλεπε –είτε άσημη είτε διάσημη– της φιλούσε το χέρι. Ποια γυναίκα δεν κολακεύεται από μια τέτοια κίνηση ευγένειας; Τέλος, ο Τόλης την πίστα την έκανε ό,τι ήθελε. Ένα αξέχαστο φαινόμενο».