Το χρυσό παραλίγο να χαθεί στους δρόμους της Μόσχας

Το χρυσό παραλίγο να χαθεί στους δρόμους της Μόσχας

Με τρομερό σασπένς ο θρίαμβος του παλαιστή Στέλιου Μυγιάκη στους Ολυμπιακούς το 1980

Η ώρα του αγώνα πλησίαζε, αλλά ο οδηγός είχε χαθεί στους αχανείς δρόμους της Μόσχας. «Ξεκίνα ζέσταμα μέσα στο λεωφορείο» πρόσταξε ο Πέτρος Γαλακτόπουλος τον Στέλιο Μυγιάκη μόλις είδε να αχνοφαίνεται το Ολυμπιακό Κέντρο της Πάλης. «Θα τρέξω να τους πω να σε περιμένουν». Οταν ο 28άχρονος αθλητής κατέφτασε, οι κριτές είχαν ήδη φωνάξει δύο φορές το όνομά του. Αλλη μία και θα τον απέκλειαν, αναδεικνύοντας νικητή άνευ αγώνος τον Πολωνό ολυμπιονίκη του 1976 Κάζιμιερτς Λίπιεν. «Εδώ είμαι, εδώ είμαι!» φώναξε το ελληνόπουλο με όση δύναμη του είχε απομείνει από το λαχάνιασμα.

Λίγα λεπτά αργότερα ο Μυγιάκης πανηγύριζε μια νίκη τραβηγμένη από τα μαλλιά και από τα καυσαέρια του μοσχοβίτικου μποτιλιαρίσματος (4-2). Μετά τον Λίπιεν υποκλίθηκαν στον ατσάλινο Κρητικό ο Αφγανός Γκουλάμ,ο Σουηδός Μάλμκβιστ και ο Σοβιετικός Κραμορένκο, το σούπερ φαβορί που είχε τη συμπαράσταση των φιλάθλων και την εύνοια των κριτών. Ηταν ο ημιτελικός και ολοκληρώθηκε με το ξερό 6-3.

Τον σήκωσε στα χέρια

Ο Γαλακτόπουλος, ομοσπονδιακός τεχνικός των παλαιστών μας και παλαίμαχος δις ολυμπιονίκης, χίμηξε στο ταπί και σήκωσε τον Μυγιάκη στα χέρια. Πίσω στην Ελλάδα ο προπονητής του Παναγιώτης Αρκουδέας χόρευε μπροστά στην τηλεόραση. Το ήδη εξασφαλισμένο μετάλλιο ήταν το πρώτο για τα γαλανόλευκα χρώματα έπειτα από οκτώ χρόνια.

Ασημένιο όμως ή χρυσό; Στον τελικό περίμενε τον Στέλιο ο Ούγγρος Ιστβαν Τοτ, ο οποίος είχε καλύτερο συντελεστή και υπερτερούσε σε περίπτωση ισοπαλίας. «Τον είχα νικήσει τέσσερις φορές σε ισάριθμους αγώνες και δεν τον φοβόμουν» θυμάται ο Μυγιάκης. Αυτήν τη φορά ξεκίνησε από το ολυμπιακό χωριό νωρίς.

Ο Μυγιάκης χρειαζόταν οπωσδήποτε νίκη, αλλά ο Τοτ κατέβηκε για την ισοπαλία. Επαιξε κάτι σαν παλαιστικό κατενάτσιο, αποφεύγοντας τον αντίπαλο ώστε να εκμαιεύσει το διπλό ντισκαλιφιέ. «Πασίφ» φώναζε ο Γαλακτόπουλος. «Πασίφ»! Πάει να πει «παθητικό παιχνίδι». Ο Μαγυάρος έβαζε τους αγκώνες του και δεν άφηνε τον Ελληνα να παλέψει.

Ωσπου οι διαμαρτυρίες του προπονητή έπιασαν τόπο και οι κριτές χρέωσαν τον Τοτ με την καταδικαστική τρίτη παρατήρηση στο 8:27 με τα σημεία στο 1-1.

Ο Μυγιάκης ήταν χρυσός ολυμπιονίκης. Το χρυσό μετάλλιο που κατέκτησε στα 62 κιλά της ελληνορωμαϊκής πάλης ήταν το πρώτο της Ελλάδας μετά το 1960 και μόλις το δεύτερο από το μακρινό 1912. Χρειάστηκε να φτάσουμε στην Πατουλίδου και στον Πύρρο για να ξαναδούμε Ελληνα στο υψηλότερο σκαλοπάτι του ολυμπιακού βάθρου. «Το ίδιο βράδυ γίναμε τύφλα στο μεθύσι από τη χαρά μας μαζί με τον Πέτρο» ομολόγησε ο ολυμπιονίκης.

Αποδείχτηκε γερή κράση

Ο Στ. Μυγιάκης γεννήθηκε στο Ρέθυμνο το 1952 και μεγάλωσε σε συνθήκες ακραίας φτώχειας μαζί με τα τέσσερα αδέλφια του σε ένα μικρό σπίτι στην Ηλιούπολη. Πρωτοήρθε στην Αθήνα μαζί με τη μητέρα του σε ηλικία δύο ετών, όταν αρρώστησε βαριά, ενώ η υπόλοιπη οικογένεια εγκατέλειψε την Κρήτη για να συμπαρασταθεί σύσσωμη στο βαριά άρρωστο παιδί. Ο Στέλιος νοσηλεύτηκε επί μήνες και κινδύνευσε να πεθάνει, αλλά αποδείχτηκε γερή κράση και έγινε αγρίμι. «Αρχισα να εργάζομαι από πολύ μικρός για να βοηθήσω τους γονείς μου» διηγήθηκε. «Ο πατέρας μου ήταν γκαρσόνι, ενώ η μάνα δούλευε σε δύο δουλειές. Πουλούσα πορτοκαλάδες σε κινηματογράφους, έκανα ράφτης, βοηθός κουρέα, παγοπώλης, οικοδόμος. Και πήγαινα και σχολείο. Συχνά έπεφτα για ύπνο νηστικός και κουλουριαζόμουν για να μην πονάει η κοιλιά μου από την πείνα».

Documento Newsletter