Το ξέπλυμα, οι καταθέσεις και το βαθύ λαρύγγι

Το ξέπλυμα, οι καταθέσεις και το βαθύ λαρύγγι

Η ανακριτική έρευνα η οποία οδήγησε στη φυλακή ως προσωρινά κρατούμενους τον πρώην υπουργό Γιάννο Παπαντωνίου και τη σύζυγό του Σταυρούλα Κουράκου περιλαμβάνει στοιχεία που ξεπερνούν την αστυνομική-δικαστική διάσταση του σκανδάλου.

Τα στοιχεία που συγκέντρωσαν οι ανακριτές Διαφθοράς Ηλιάννα Ζαμανίκα και Γιώργος Ευαγγέλου αποκαλύπτουν μια σειρά εταιρειών και προσώπων που φρόντιζαν για την απόκρυψη και το ξέπλυμα του παράνομου χρήματος που προερχόταν από την εταιρεία Thales Nederland, η οποία είχε αναλάβει το εξοπλιστικό πρόγραμμα αναβάθμισης των φρεγατών τύπου S.

Τα πρόσωπα αυτά δεν ήταν απλώς φίλοι της οικογένειας αλλά είχαν πολιτικό ρόλο στην κυβέρνηση Σημίτη. Ο Γ. Παπαντωνίου παραλάμβανε ο ίδιος το χρήμα, που αντιστοιχούσε στις μίζες του, σε μετρητά από τον εκπρόσωπο της εταιρείας όπλων μέσα σε κίτρινους φακέλους και αφού το κρατούσε στο θησαυροφυλάκιό του στο σπίτι του στην Κηφισιά, το παρέδιδε τμηματικά στον Ανδρέα Μπάρδη για να το βγάλει στο εξωτερικό και να το διοχετεύσει σε ελβετικούς λογαριασμούς της συζύγου του Στ. Κουράκου.

Οι καταθέσεις του πρώην φίλου Ανδρ. Μπάρδη, ο οποίος έκαψε το ζεύγος Παπαντωνίου, είναι και αποκαλυπτικές και γλαφυρές. Ωστόσο οι ανακριτές θεωρούν ότι υπάρχει και δεύτερο πρόσωπο που ξέπλενε χρήμα από μίζες, οι οποίες πιθανότατα αφορούν τη θητεία του Παπαντωνίου στο υπουργείο Οικονομικών. Τις επόμενες μέρες το πρόσωπο αυτό, επίσης παράγοντας της κυβέρνησης Σημίτη, θα κληθεί ως ύποπτος στην ανάκριση.

Σημαντικός είναι και ο εντοπισμός ακόμη 2 εκατ. ευρώ που φαίνεται να διακινήθηκαν από την εταιρεία Thales με τη «μέθοδο Γιάννου» σε άλλα πρόσωπα που ακόμη είναι άγνωστα, αλλά απ’ ό,τι φαίνεται όχι για πολύ, αφού έχει ζητηθεί η συνδρομή των ελβετικών αρχών. Ενα ακόμη στοιχείο που προκύπτει από την ανάκριση και κυρίως από το τελικό στάδιο των απολογιών του ζεύγους Παπαντωνίου είναι η υπεροψία με την οποία αντιμετώπισαν τη διαδικασία που τους οδήγησε τελικά στη φυλακή και η επιμονή να ψεύδονται παρά τα αδιάσειστα στοιχεία από τις ελβετικές τράπεζες.

Στενή φυσική σχέση με το χρήμα το οποίο η δικαστική έρευνα χαρακτηρίζει ως μίζα φαίνεται να είχε ο Γιάννος Παπαντωνίου. Παραλάμβανε ο ίδιος προσωπικά από τον εκπρόσωπο της εταιρείας Thales, η οποία είχε αναλάβει τον εκσυγχρονισμό των έξι φρεγατών, το χρήμα σε δεσμίδες μέσα σε κλειστούς κίτρινους φακέλους. Μεταφορέας ήταν ο Χαράλαμπος Μπεκατώρος, ο οποίος αντιπροσώπευε την Thales στην Ελλάδα. Πήγαινε τα χρήματα στο σπίτι του ζεύγους Παπαντωνίου στην οδό Ολυμπίας 5-7 στην Κηφισιά. Ο Γ. Παπαντωνίου τα παραλάμβανε και τα έβαζε στο θησαυροφυλάκιο του σπιτιού, για να ακολουθήσει στη συνέχεια η διοχέτευσή τους μέσα από το τραπεζικό σύστημα στην Ελβετία. Τα στοιχεία αυτά κατέθεσε στην ανάκριση ο Ανδρέας Μπάρδης, φίλος του Γιάννου και παράγοντας της κυβέρνησης Σημίτη, ο οποίος επέλεξε την αποκάλυψη όταν πλέον στην ανάκριση είχαν φτάσει στοιχεία λογαριασμών από την Ελβετία.

Οι offshore, τα δάνεια και το ξέπλυμα

Ο χρηματισμός του Γ. Παπαντωνίου, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, γινόταν μέσα από τα προγράμματα αντισταθμιστικών ωφελημάτων που συνόδευαν το βασικό εξοπλιστικό πρόγραμμα. Οπως και στην περίπτωση του Ακη Τσοχατζόπουλου, με τα κονδύλια των αντισταθμιστικών ωφελημάτων ενθυλάκωναν τις μίζες.

Την υλοποίησή τους είχαν αναλάβει οι εταιρείες του Χ. Μπεκατώρου, αντιπροσώπου της Thales. Αφού έπαιρνε τα κονδύλια, ο Μπεκατώρος τα διοχέτευε σε κυπριακές offshore εταιρείες των οποίων ήταν ιδιοκτήτης και ξεκινούσαν μεταξύ τους συναλλαγές που άλλοτε είχαν τον χαρακτήρα τιμολογήσεων εργασιών και άλλοτε δανειοδοτήσεων οι οποίες ήταν εικονικές. Ζητούμενο ήταν να διοχετευτούν τα χρήματα σε λογαριασμούς του Μπεκατώρου, να γίνουν εκταμιεύσεις και στη συνέχεια να δοθούν στον Γ. Παπαντωνίου.


Οι βασικές εταιρείες που χρησιμοποιήθηκαν για την κίνηση του χρήματος ήταν οι Smint AG, Noremend, Shernax Holding, Rayva Enterprises και η SSMART, συμφερόντων της οικογένειας Μπεκατώρου. Μετά την απόδοση χρημάτων στον Γ. Παπαντωνίου, στο δεύτερο στάδιο, αναλάμβανε ο επιχειρηματίας Ανδρ. Μπάρδης.

Ο Μπάρδης είναι επιχειρηματίας με επιφάνεια, παλιός συνεργάτης του Παπαντωνίου στα υπουργεία, ο οποίος δραστηριοποιείται στις κατασκευές και έχει στενές σχέσεις με τον Ομιλο Λάτση. Ο Μπάρδης έπαιρνε από τον Παπαντωνίου τα μετρητά και τα κατέθετε σε δικούς του λογαριασμούς στη Eurobank τμηματικά ώστε να μην ενεργοποιείται ο έλεγχος της τράπεζας. Μέσω αυτών των λογαριασμών μετέφερε τα χρήματα στην Ελβετία, πάλι σε δικούς του λογαριασμούς. Στη συνέχεια εκταμίευε τα χρήματα στην Ελβετία και τα έδινε στη σύζυγο του Γιάννου Σταυρούλα Κουράκου, η οποία τα κατέθετε τμηματικά σε δικούς της λογαριασμούς. Μέχρι στιγμής έχουν βρεθεί επτά λογαριασμοί και 45 υπολογαριασμοί του ζεύγους Παπαντωνίου που χρησιμοποιήθηκαν για τη μεταφορά αυτών των χρημάτων ώστε να μη δίνεται στόχος. Είναι λογαριασμοί στις ελβετικές τράπεζες HSBC, UBS, Credit Suisse και Hypo Swiss Bank.

Ο φίλος βαθύ λαρύγγι αποκαλύπτει

Ο Ανδρ. Μπάρδης επέλεξε να αποκαλύψει στην ανάκριση τον ρόλο που έπαιξε στη μεταφορά του μαύρου χρήματος της οικογένειας Παπαντωνίου. Γράφεται στο κατηγορητήριο που ξεπερνά τις 830 σελίδες: «Ο Ιωάννης Παπαντωνίου σε άγνωστο κατά την ανάκριση ακριβή χρόνο είχε ενημερώσει τον στενό οικογενειακό του φίλο-επιχειρηματία Ανδρέα Μπάρδη τουλάχιστον σχετικά με το όφελος ύψους 2.645.500 ευρώ, το οποίο αποκόμισε προκειμένου να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα, τουλάχιστον, της ολλανδικής εταιρείας Thales Naval Nederland B.V.


Προς τούτο, ο Ιωάννης Παπαντωνίου, αφού εξήγησε στον ήδη κατηγορούμενο Ανδρέα Μπάρδη αναλυτικά τον τρόπο που θα εκταμιεύονταν τα κατωτέρω ποσά και την πηγή προέλευσής τους, συναποφάσισε από κοινού τουλάχιστον με τη σύζυγό του Σταυρούλα Κουράκου τα επιμέρους χρηματικά ποσά που θα λάμβανε να μην εισέλθουν διατραπεζικά στους τραπεζικούς λογαριασμούς του Ανδρέα Μπάρδη, που διατηρούσε ο τελευταίος στην τράπεζα EFG Eurobank, αλλά αρχικώς να κατατεθούν κυρίως με καταβολή μετρητών σε αυτούς, ώστε να διακοπεί κάθε σύνδεση αυτών με την αρχική τους προέλευση, προκειμένου να καταστεί αδύνατη οποιαδήποτε πιθανή έρευνα από ελεγκτική αρχή σχετικά με τη νόμιμη προέλευσή τους. Για τον λόγο αυτό τα εν λόγω χρηματικά ποσά θα κατέθεταν στους λογαριασμούς του Ανδρέα Μπάρδη στην τράπεζα Eurobank έμπιστα πρόσωπα, ώστε να μην εμφανίζονται στα σχετικά αποδεικτικά της τράπεζας ούτε το όνομα του Ανδρέα Μπάρδη ούτε το δικό του ούτε της Κουράκου. Ταυτόχρονα σύμφωνα με το ανωτέρω κοινό σχέδιο δράσης και νομιμοποίησης του παράνομου οφέλους, θα λάμβαναν χώρα ανά τακτά χρονικά διαστήματα περισσότερες καταθέσεις μετρητών, τα οποία ποσά εν συνεχεία με συγκεκριμένη μέθοδο θα ακολουθούσαν συγκεκριμένη ροή, ώστε να εμβαστούν σε πρώτη φάση σε τραπεζικούς λογαριασμούς που ο Ανδρέας Μπάρδης διέθετε ήδη στην Ελβετία, εν συνεχεία δε μέσω αυτών και με τη διενέργεια αλλεπάλληλων συνεχών και σύνθετων τραπεζικών κινήσεων να καταλήξουν σε λογαριασμούς μέσω των οποίων ο πρώην υπουργός Αμυνας θα λάμβανε τελικώς το ανωτέρω όφελός του».

Στη δικογραφία υπάρχουν αποδεικτικά καταθέσεων που έκαναν γνωστοί του Μπάρδη προς τον ίδιο με σκοπό να μην είναι δυνατός ο εντοπισμός των χρημάτων που στην πραγματικότητα προέρχονταν από το χρηματοκιβώτιο του Γ. Παπαντωνίου. Για παράδειγμα, στις 16/12/2002 η Μαρία Μαρκοπούλου του Αριστοτέλη φαίνεται να καταθέτει 290.000 ευρώ στον Ανδρ. Μπάρδη μέσω της Eurobank. Αναζητώντας κάποιος τη Μαρία Μαρκοπούλου του Αριστοτέλη, βρίσκει ότι είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας ABARCO μαζί με την Ειρήνη Γαληνού, σύζυγο του Ανδρ. Μπάρδη. Σύμφωνα με την ανάκριση, δεν υπήρχε καμιά πραγματική συναλλαγή μεταξύ Μαρκοπούλου και Μπάρδη αλλά κατάθεση χρημάτων που, όπως φαίνεται, είχαν τελικό προορισμό τον Γ. Παπαντωνίου στην Ελβετία.

Τα 4,6 εκατ. μίζα, τα «ορφανά» 2,2 κι ένα ακόμη πλυντήριο

Η έρευνα έχει αποκαλύψει ότι η οικογένεια Παπαντωνίου έχει κρύψει στο ελβετικό τραπεζικό σύστημα 4.608.773 ελβετικά φράγκα. Αποδεδειγμένα τα 2.835.197 ελβετικά φράγκα προέρχονται από χρηματισμό του Γιάννου από την εταιρεία Thales Nederland. Η έρευνα όμως αποκάλυψε πως ακόμη 2.242.299 ευρώ έχουν εμβαστεί από την ίδια πολεμική βιομηχανία σε άγνωστους παραλήπτες με τη μέθοδο που χρησιμοποιήθηκε για τον χρηματισμό του Παπαντωνίου. Είναι πιθανόν το επόμενο διάστημα να αποκαλυφθεί ποιοι ήταν οι παραλήπτες που δωροδοκήθηκαν από την Thales αφού έχουν γίνει σχετικά αιτήματα στις ελβετικές τράπεζες.

Νέα στοιχεία όμως προκύπτουν και για γεγονότα που ενώ ήταν γνωστά δεν μπορούσαν να οδηγήσουν σε ασφαλή συμπεράσματα. Η διαδικασία που περιγράφεται στο κατηγορητήριο, με την οποία τρίτοι καταθέτουν στο εξωτερικό χρήματα για το ζεύγος Παπαντωνίου, δεν είναι η πρώτη φορά που εντοπίζεται. Το 2013 κατά την έρευνα των εισαγγελέων Ελένης Σίσκου και Ευγενίας Κυβέλου για τις καταθέσεις 1.300.000 ευρώ της Στ. Κουράκου στην ελβετική HSBC (πρόκειται για λογαριασμό της λίστας Λαγκάρντ), η σύζυγος του Γιάννου κατέθεσε πως πρόκειται για ποσό που μετέφερε στο εξωτερικό μέσω (και πάλι) του συνεργάτη του συζύγου της Γεώργιου Κανδαλέπα. Η μεταφορά, σύμφωνα με την κατάθεσή της, έγινε σταδιακά. Οι εισαγγελείς τότε εντόπισαν αντιφάσεις στην εξιστόρηση της Στ. Κουράκου και αμφισβήτησαν την πιθανότητα να πρόκειται για νόμιμα χρήματα.

Μετά την ανακριτική έρευνα, που κατέληξε σε δίωξη και προφυλάκιση του ζεύγους Παπαντωνίου, προκύπτει ότι η μεταφορά του 1.300.000 ευρώ από τον άλλοτε σύμβουλο του Γιάννου Γ. Κανδαλέπα είναι πανομοιότυπη με τη διαδικασία που ομολόγησε ο Ανδρ. Μπάρδης. Οι ανακριτές πιστεύουν ότι βρίσκονται πολύ κοντά και στην αποκάλυψη του δεύτερου πλυντηρίου των μιζών του Γιάννου.

Documento Newsletter