Το ημερολόγιο έγραφε 18 Μαΐου 2017 όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, είχε επιτεθεί στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, η οποία υποστήριζε ότι πέτυχε πρωτογενές πλεόνασμα 3,9% για το 2016. «Τι θέλετε τελικά; Να αποτελειώσετε την πραγματική οικονομία με εξωφρενικά πλεονάσματα για να κάνετε εσείς μικροπολιτική επιδομάτων;» αναρωτήθηκε από το βήμα της Βουλής. Στις 11 Δεκεμβρίου 2018 ήταν ακόμη πιο σκληρός: «Υπονομεύετε το μέλλον της χώρας, επιστρέφοντάς μας στις χειρότερες συνήθειες του παρελθόντος. Επιδόματα αντί για δουλειές. Ρουσφέτια αντί για αξιοκρατία. Χειραγώγηση των θεσμών αντί για ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Σκάνδαλα αντί για διαφάνεια. Δεν θα σας αφήσουμε».
Σήμερα οι θέσεις αυτές του πρωθυπουργού φαντάζουν ως επίθεση Μητσοτάκη εναντίον του Μητσοτάκη. Η κυβέρνηση ανακοίνωσε ως επιτυχία ότι για το 2024 το πρωτογενές πλεόνασμα έφτασε στο 4,8% (11,4 δισεκατομμύρια ευρώ, παρακαλώ) ενώ ο Μητσοτάκης αποφάσισε να δώσει 250 ευρώ επίδομα στους συνταξιούχους, ως επιδοματική πολιτική την οποία ο ίδιος χαρακτήριζε κοροϊδία.
Είναι συνηθισμένη τακτική των κυβερνήσεων (πόσο μάλλον του Μητσοτάκη) να χρησιμοποιούν τους «δείκτες» ως ένδειξη οικονομικής ευρωστίας. Η λεγόμενη ανάπτυξη δεν είναι παρά η καταγραφή της συγκέντρωσης πλούτου στα χέρια πέντε επιχειρηματιών. Το ότι μια εταιρεία παρουσιάζει κέρδη 1 δισ. μέσα σε έναν χρόνο δεν σημαίνει ότι υπάρχει ανάπτυξη. Απλώς η καρτελοποίηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας δίνει υπερκέρδη που ο επιχειρηματίας εισπράττει, αλλά η κυβέρνηση τα εμφανίζει ως μέρος ενός γενικού κορβανά που δήθεν αφορά τη χώρα και την καλή λειτουργία της οικονομίας.
Με ανάλογο τρόπο, το πρωτογενές πλεόνασμα μπορεί να δημιουργείται από την υπερφορολόγηση. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη άφησε την ακρίβεια να επικρατεί στη χώρα κι όχι μόνο δεν ανακούφισε τον πολίτη με μείωση του ΦΠΑ, όπως έκανε η κυβέρνηση της Ισπανίας, αλλά συνέχισε να εισπράττει έμμεσους φόρους για να γεμίσει τα κρατικά ταμεία. Είναι αυτό που κάποτε ο Μητσοτάκης αποκαλούσε «δημιουργία αιματοβαμμένου πλεονάσματος».
Στον επόμενο τόνο, η κυβέρνηση θα αρχίσει να μοιράζει αυτό το αιματοβαμμένο χρήμα, που για να φτάσει τα 11,5 δισ. αφαιρέθηκε από την κοινωνία, για να αγοράσει την εύνοια των ψηφοφόρων. Παλιά και αποτελεσματική συνταγή κατά το Μέγαρο Μαξίμου.
Εχουν περάσει επτά χρόνια από την έξοδο από τα μνημόνια, αλλά δεν επήλθε καμιά σωτηρία. Αντιθέτως, η χώρα έχει χάσει τεράστια περιουσιακά της στοιχεία και έχουν ιδιωτικοποιηθεί κρατικές κερδοφόρες εταιρείες και υποδομές. Το 2025 ο ιδιωτικοποιημένος παλιός ΟΣΕ και η άριστη κυβέρνηση δεν μπορούν να εγγυηθούν ούτε ένα ασφαλές ταξίδι με τρένο. Οι τράπεζες και οι ασφαλιστικές λειτουργούν σαν κράτος εν κράτει δημιουργώντας τους δικούς τους κανόνες λειτουργίας και επιβολής. Μπορεί να χρέωσαν το δημόσιο και πριν από την κρίση (με θαλασσοδάνεια) και μετά (ανακεφαλαιοποίηση και κουρέματα τύπου Πηλαδάκη), αλλά αυτοί που πλήρωσαν αδρά δεν έχουν κανέναν λόγο ούτε και συμφέρον από αυτές.
Η δημόσια υγεία και η παιδεία απαξιώνονται για να εμφανιστεί ως λύση το ιδιωτικό μοντέλο που θα εξυπηρετεί όσους έχουν ή στερούνται τα πάντα για να πληρώσουν και να έχουν τις απολαβές που έχουν κάθε δικαίωμα να έχουν δωρεάν γιατί φορολογούνται.
Η Ελλάδα μοιάζει με το χαμστεράκι που τρέχει μέσα στον γνωστό τροχό, αλλά μένοντας πάντα στο ίδιο σημείο, ενώ έχει την ψευδαίσθηση ότι κινείται προς τα μπρος. Ακόμη και οι παραστάσεις ολόγυρα που δίνουν την εντύπωση ότι υπάρχει μια εύρωστη κατάσταση είναι απλώς ένα σκηνικό. Σε λίγα χρόνια μερικοί ουρανοξύστες στο Ελληνικό και το ανακαινισμένο Χίλτον θα εμφανίζονται ως η απόδειξη μιας σύγχρονης Ελλάδας. Στην πραγματικότητα θα είναι ο κόσμος των πλουσίων, ένα ντεκόρ στο οποίο θα κινούνται οι υπόλοιποι χωρίς δικαιώματα ούτε ιδιοκτησίες. Θα είναι τα χάμστερ στον τροχό. Δεν θα μας ανήκουν ούτε παραλίες ούτε βουνά ούτε το νερό.
Αν η χώρα μοιάζει με το χάμστερ, το πολιτικό σύστημα μοιάζει με τυφλοπόντικα. Κινείται υπόγεια, αποφεύγει το φως και κυρίως δεν βλέπει, δεν θέλει να βλέπει τίποτα. Η χώρα δεν ξαναβρέθηκε ιστορικά σε κατάσταση που να μην υπάρχει πολιτική δύναμη να εκφράσει την κοινωνική δυσαρέσκεια πολιτικά. Αυτό, ενώ φαντάζει ως αδιέξοδο, στην πραγματικότητα μπορεί να είναι η επανεφεύρεση της πολιτικής. Το κόστος όμως θα είναι μεγάλο και αναπόφευκτο. Μέχρι να υπάρξουν οι πολιτικές πρωτοβουλίες ή να επιβληθούν οι ανάγκες (πράγμα που είναι πιθανότερο), η ζημιά στην οικονομία και την κοινωνία θα είναι τεράστια.
Το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη είναι όμηρος της προσωπικότητάς του και παλεύει να βρει την ισορροπία όχι με την κοινωνία αλλά με μάγους επικοινωνιολόγους και δημοσκόπους. Ψάχνει έναν Σταν Γκρίνμπεργκ για να μετατρέψει την ελλειμματική πολιτική φύση του αρχηγού του σε εικόνα που δακρύζει. Μέχρι στιγμής οι συμβουλές και μεθοδεύσεις του προεδρικού επικοινωνιολόγου Βαγγέλη Τσόγκα (πρώην στελέχους της V+O) δεν έχουν βγάλει κάποιον λαγό από το καπέλο, ενώ όλο και περισσότεροι στο ΠΑΣΟΚ αντιλαμβάνονται το καπέλο ως σομπρέρο. Είναι εντυπωσιακό ότι το ΠΑΣΟΚ απέφυγε να βγάλει ανακοίνωση για το πρόσφατο σκάνδαλο με την Blue Skies (ανήκε στους ιδιοκτήτες της V+O) που αποκάλυψε το Documento και περιορίστηκε σε γενικόλογες αναφορές. Στο ΠΑΣΟΚ πιστεύουν ότι αυτό δεν σχετίζεται με την αντιπάθεια του Νίκου Ανδρουλάκη προς το Documento αλλά σε συμπάθειες προς τις εμπλεκόμενες εταιρείες. Στην περίεργη συμπεριφορά Ανδρουλάκη να προσθέσω όσα γράφει ο δημοσιογράφος Μανώλης Κοττάκης στην «Εστία». Σύμφωνα με το δημοσίευμα, υπάρχει περίεργη συμπόρευση του ΠΑΣΟΚ με τη ΝΔ στο ΤΕΕ, όπου ψηφίζουν από κοινού διάφορα περίεργα πράγματα. Σύμφωνα με τον Μ. Κοττάκη, η «συναίνεση» και η ομοθυμία σχετίζονται με στελέχη του ΠΑΣΟΚ που εμπορεύονται μπετόν και καφέδες και που καταλήγουν να αγαπούν τον Μητσοτάκη, γιατί τα κατασκευαστικά έργα γίνονται με ευθύνη της κυβέρνησης και από κάπου πρέπει να αγοράζεται το τσιμέντο.
Η Αριστερά και τα κόμματά της ζουν για ακόμη μια φορά σε μια κατάσταση που είναι επαναλαμβανόμενη στην ιστορία τους: προσπαθούν να επιβεβαιώσουν την πολιτική και ιδεολογική τους ορθότητα ακριβώς την περίοδο που η ζωή (και τα εκλογικά αποτελέσματα) έχει δείξει ότι αυτό δεν έχει καμιά σημασία γιατί αποτελεί έναν τεχνικό προβληματισμό.
Η συνεχής κινητικότητα για να βρεθούν οι τρόποι ώστε να εκφράσουν τα κόμματα και τα κομματίδια της Αριστεράς κάτι το ωραίο και ενιαίο δεν φαίνεται να έχει ορατό αποτέλεσμα για πολλούς και διάφορους λόγους. Η κινητικότητα από την άλλη που εκφράζει ο Αλέξης Τσίπρας δεν είναι ξεκάθαρο αν αποτελεί πραγματική κινητικότητα ή είναι η μετάφραση που δίνουν οι άλλοι γύρω του ενοποιώντας τους κοινούς πόθους. Οσο περνά ο χρόνος ο Αλέξης Τσίπρας μοιάζει με τον Κώστα Καραμανλή, ο οποίος εμφανίζει την κινητικότητα των κύκλων του. Οι κοινότοπες πολιτικές παρεμβάσεις του, μέσω των οποίων ανησυχεί για τη δημοκρατία και την παγκόσμια ειρήνη, παραμένουν μια φιλολογική και βολική αντίληψη για την πολιτική. Οι πληροφορίες που τον θέλουν το τελευταίο διάστημα να συναντά επιχειρηματίες με σκοπό να τους ενημερώσει για τις προθέσεις του μπορεί να είναι χρήσιμες, αλλά δεν είναι κάτι που περιμένει η κοινωνία. Θα ήταν ίσως πιο τίμιο και χρήσιμο να απευθυνθεί στον κόσμο.
Η ψευδαίσθηση του χάμστερ δεν πρέπει να γίνει κανόνας ζωής της κοινωνίας.
Διαβάστε επίσης
Σκάνδαλα και αμαρτίες στο υπουργείο Δικαιοσύνης – Αυτή την Κυριακή στο Documento
Σκάνδαλα και αμαρτίες στο υπουργείο Δικαιοσύνης – Αυτή την Κυριακή στο Documento
Κηδεία Πάπα: Τι περιλαμβάνει η τελετή στο Βατικανό – Όλες οι λεπτομέρειες
Μηχανοδηγοί προς Κυρανάκη: Τηλεδιοίκηση χρειάζεται ο σιδηρόδρομος – Όχι… GPS