Το «Warriors» στις Νύχτες Πρεμιέρας

Το «Warriors» στις Νύχτες Πρεμιέρας

H πλέον εμβληματική και πιο παραγνωρισμένη ταινία του Γουόλτερ Χιλ προβάλλεται στις φετινές Νύχτες Πρεμιέρας

Ο Αμερικανός σκηνοθέτης, σεναριογράφος και παραγωγός Γουόλτερ Χιλ γεννήθηκε στο Λονγκ Μπιτς της Καλιφόρνια πριν από 81 χρόνια (10-1-1942) και πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο Νέο Μεξικό.

Είναι γνωστός στους κινηματογραφόφιλους για τις περιπέτειες και τα νεογουέστερν του με τα οποία ανανέωσε στα 70ς και 80ς το δημοφιλές αμερικανικό είδος. Στις μεγάλες του επιτυχίες συναντάμε τα «The Driver» – το φιλμ με τον Ράιαν Ο’ Νιλ είχε παιχτεί στις ελληνικές αίθουσες το 1978 ως «Ο ασύλληπτος οδηγός του Σαν Φρανσίσκο»- , «The Warriors», «Southern Comfort», «48 ώρες» και το sequel του «Another 48 Hrs», «Streets of Fire» και «Red Heat». Μεταξύ των σπουδαίων δουλειών του εντοπίζουμε και το σενάριο που έγραψε για το αστυνομικό αισθηματικό δράμα του Σαμ Πέκινπα «The Getaway». Έχει επίσης σκηνοθετήσει αρκετά επεισόδια τηλεοπτικών σειρών όπως το «Tales from the Crypt» και το «Deadwood», ενώ ήταν συμπαραγωγός του Ρίντλεϊ Σκοτ σε όλα τα φιλμ της σειράς «Alien».
Ο Χιλ έχει πει σε συνέντευξή του πως «κάθε ταινία που έφτιαξα, στην πραγματικότητα ήταν γουέστερν», ενώ τόνισε τη λατρεία του στο συγκεκριμένο είδος επειδή «το γουέστερν είναι τελικά ένα απογυμνωμένο ηθικό σύμπαν».

Ο Γουόλτερ Χιλ ως παιδί είχε αρκετά προβλήματα υγείας καθώς ταλαιπωρήθηκε από άσθμα που τον τράβηξε μακριά από το σχολείο για πολύ καιρό. Η κατάσταση αυτή πάντως είχε και τα καλά της: ο νεαρός Γουόλτερ πέρασε πολλές ώρες διαβάζοντας βιβλία αλλά και κόμικ ή περιοδικά, ενώ χάρη στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση άρχισε να σκέφτεται πως είναι να δουλεύει κάποιος σε αυτά τα δύο μέσα.

Το σινεμά όμως ήταν εκείνο που τον κέρδισε. Ο Χιλ έγινε θαυμαστής του κινηματογράφου σε νεαρή ηλικία και η πρώτη ταινία που θυμάται να έχει δει ήταν το «Song of the South» του 1946. «Μου άρεσαν οι περιπέτειες, τα γουέστερν, τα μιούζικαλ, τα πάντα» θα πει. Στην εφηβεία του δεν είχε ακόμη σκεφτεί πως θα γίνει σκηνοθέτης. Πιο πολύ φανταζόταν τον εαυτό του σαν συγγραφέα. Θαύμαζε τη γραφή του Έρνεστ Χέμινγουεϊ. Μέσω ενός φίλου, ο Χιλ έπιασε δουλειά στο Λος Άντζελες ερευνώντας ιστορικά ντοκιμαντέρ που έγιναν από μια εταιρεία που συνδέθηκε με την Εγκυκλοπαίδεια Britannica. Άρχισε να διαβάζει όλο και περισσότερα σενάρια και κατέληξε να γράφει κι ο ίδιος. Τότε εξέφρασε για πρώτη φορά την επιθυμία να σκηνοθετήσει ο ίδιος κάποια στιγμή ένα δικό του σενάριο. Ήδη είχε αρχίσει να «καταβροχθίζει» πολλές ευρωπαϊκές και ιαπωνικές ταινίες ενώ τον γοήτευσε ιδιαίτερα το σινεμά του Κουροσάβα.

Ο Χιλ γνώρισε τον παραγωγό Λόρενς Γκόρντον το 1973 ο οποίος συμφώνησε να τον αφήσει να σκηνοθετήσει μια ταινία αν του έγραφε ένα σενάριο. Ο Χιλ συμφώνησε και το αποτέλεσμα ήταν το 1975 η πρωτοποριακή ταινία «Hard Times» που γυρίστηκε στη Νέα Ορλεάνη σε 38 ημέρες. Στο φιλμ που κόστισε 2,7 εκατομμύρια δολάρια ο Τζέιμς Κόμπερν είναι ο τυχοδιώκτης που στήνει παράνομους αγώνες πυγμαχίας στη Νέα Ορλεάνη της Μεγάλης ύφεσης – η εποχή είναι το 1930- και ο Τσαρλς Μπρόνσον είναι ο ταλαντούχος μποξέρ που ανακαλύπτει ο πρώτος. Η ταινία ήταν επιτυχία που συγκέντρωσε σχεδόν 30 εκατομμύρια δολάρια.

Η δεύτερη ταινία του Χιλ ως σκηνοθέτης ήταν το «Driver» που κόστισε 4 εκατομμύρια δολάρια. Tο φιλμ με τον Ράιαν Ο’ Νιλ είχε παιχτεί στις ελληνικές αίθουσες το 1978 ως «Ο ασύλληπτος οδηγός του Σαν Φρανσίσκο». Εδώ ο Ο’Νιλ υποδύεται έναν ικανότατο οδηγό που προσφέρει τις υπηρεσίες του για παρανόμους και ο Μπρους Ντερν είναι ο αποφασισμένος αστυνομικός που τον καταδιώκει. Χαρακτηριστικό στο φιλμ αυτό είναι πως κανένας χαρακτήρας της ταινίας δεν έχει όνομα. Είναι απλώς ο οδηγός, ο ντετέκτιβ και ούτω καθεξής. Ο Χιλ αρχικά ήθελε να πάρει τον Στιβ Μακ Κουίν για το ρόλο αλλά εκείνος απέρριψε τον ρόλο επειδή δεν ήθελε να κάνει άλλη μια ταινία αυτοκινήτου. «Αυτός ο Χιλ είναι μια υπολογίσιμη δύναμη», είπε ο Ο Νίλ για το σκηνοθέτη. «Είναι ένας σεναριογράφος πρώτης κατηγορίας αλλά είναι ένας ακόμα καλύτερος σκηνοθέτης» είπε ο σταρ της εποχής που δεν φημιζόταν για τις θερμές σχέσεις του με τους σκηνοθέτες. Όμως το «The Driver» γνώρισε εμπορική αποτυχία στις ΗΠΑ και μόλις που έβγαλε τα έξοδα του. «Το να πούμε ότι δεν πήγε καλά θα ήταν ευγενικό», είπε ο Χιλ. «Αν δεν γύριζα το «The Warriors» εκείνη την εποχή, δεν νομίζω ότι η καριέρα μου θα είχε επιβιώσει» είπε μετά από χρόνια σε συνέντευξη του ο Χιλ.

Οι «Warriors» προτάθηκαν στην Paramount Pictures το 1979 επειδή τα στούντιο ενδιαφέρονταν εκείνη την εποχή για νεανικές ταινίες. Ο σκηνοθέτης υποσχέθηκε ότι το φιλμ θα ήταν φθηνό και το στούντιο άναψε το πράσινο φως. Όταν βγήκε το φιλμ στις αμερικανικές αίθουσες, σημειώθηκε μια σειρά βίαιων επεισοδίων μεταξύ των μελών συμμοριών που βρίσκονταν καθ’ οδόν προς κάποια προβολή του φιλμ. Όταν σημειώθηκαν και οι πρώτες δολοφονίες, η Paramount αποφάσισε να αφαιρέσει εντελώς τις διαφημίσεις από το ραδιόφωνο και την τηλεόραση, ενώ οι διαφημίσεις στον τύπο περιορίστηκαν μοναχό στον τίτλο της ταινίας. Ωστόσο, η ταινία ήταν πολύ δημοφιλής και έλαβε εξαιρετικές κριτικές ενώ γνώρισε εμπορική επιτυχία (σχεδόν 23 εκατομμύρια δολάρια εισπράξεις με κόστος μολις 4 εκατομμύρια) χωρίς να έχει την υποστήριξη του στούντιο για τους λόγους που προαναφέραμε.

Tι είναι όμως το φιλμ; O Γουόλτερ Χιλ περιγράφει την ολονύκτια οδύσσεια μιας νεανικής συμμορίας η οποία κατηγορείται άδικα για ένα έγκλημα που δεν διέπραξε, και τώρα αναζητά απεγνωσμένα το δρόμο πίσω στην ασφαλή περιοχή της. Το συναρπαστικό νυχτερινό ταξίδι των νέων πολεμιστών στην άκρη της μεγαλούπολης, αποδίδεται με μια σκηνοθετική μαεστρία από πλευράς Χιλ που εντυπωσιάζει. Απομακρύνοντας τη δράση του όσο πιο μακριά μπορεί από το ρεαλιστικό, ο Γουόλτερ Χιλ χτίζει έναν εξεζητημένο κινηματογραφικό κόσμο όπου τα χρώματα γίνονται ζωηρά και μεθυστικά, η βία αναπαρίσταται με μια αλάθητη χορογραφική τελειότητα και η πόλη της Νέας Υόρκης μεταμορφώνεται σε μια μοντέρνα ζούγκλα γεμάτη σύγχρονες φυλές. Οι σκηνές δράσης ακολουθούν τη λογική ενός κόμικ. Το αποτέλεσμα στάθηκε μια εκθαμβωτική ταινία που προκάλεσε δικαιολογημένα εντύπωση στην εποχή της και μοιάζει να μην έχει γεράσει ούτε μια μέρα, ασχέτως του αν βασίζεται σε ένα από τα παλαιότερα κείμενα που γράφτηκαν ποτέ: την «Κύρου Ανάβασιν» του Ξενοφώντα!

Documento Newsletter